Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 38

Αρμάν Ρομπέν: Ο κύκλος της γενέθλιας χώρας

Μεταφράζει η Αγγελική Δημουλή

Ο Αρμάν Ρομπέν (1912-1961), ήταν Γάλλος ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, δημοσιογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός. Η ποίησή του δεν κατατάσσεται σε κάποια σχολή, είναι συχνά αιρετική αλλά βαθιά φιλοσοφική. Όσο ζούσε ήταν παραγνωρισμένος και αναγνωρίστηκε μετά το θάνατό του. Η μητρική του γλώσσα ήταν η βρετονική και γαλλικά έμαθε στο δημοτικό σχολείο. Ήταν πολύγλωσσος και μίλαγε με άνεση ρώσικα, πολωνικά, γερμανικά, ιταλικά, εβραϊκά, αραβικά, ισπανικά, φινλανδικά, κινέζικα, ούγγρικα και γιαπωνέζικα. Το 1933 μετά από ένα ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση γίνεται αντικομουνιστής σοκαρισμένος από τη επιβολή του κρατικού μηχανισμού στα άτομα. Στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο υπήρξε πληροφοριοδότης για την Αντίστασης. Το 1944 μετά την Απελευθέρωση βρέθηκε στη μαύρη λίστα των γάλλων συγγραφέων γιατί τα περισσότερα μέλη ήταν κομμουνιστές ενώ εκείνος αντικομουνιστής και το 1945 γίνεται μέλος της Αναρχικής Ομοσπονδίας. Πέθανε το 1961 κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες που δεν έχουν διαφωτιστεί ακόμα. Τα ποιήματα που επιλέξαμε να μεταφράσουμε είναι από τη συλλογή Ο κύκλος της γενέθλιας χώρας. Μια συλλογή που συνδιάζει ποίηση και εικόνα καθώς ο ποιητής ήταν και ερασιτέχνης φωτογράφος. Ο ποιητής καταθέτει σπαράγματα από την παιδική του ηλικία καθώς περιδιαβαίνει τοπία και σημεία που τον σημάδεψαν.

**

Το όπιο της κούρασης

Για την ψυχή μου (που κατοικεί σε περιφερόμενα σύννεφα)
Βρήκα στην κούραση
Τη Βηθλεέμ, τη Δήλο απ’οπου ξεκίνησε
Το παγκόσμιο άλμα.

Έπλευσα, στιγμές ρευμάτων
Δεν κατάφερα να τα μάθω,
Έμεινα καλυμένος με βότανα
Με τον ήχο των ρουθουνιών να ζητάνε στις εξοχές
Το πλεονέκτημα των πουλιών!

**

Γράμμα στον πατέρα μου

Πατέρα, βλέπω καθαρά πως έκανα λάθος
Θέλοντας να γίνω ποιητής, μορφωμένος.
Δεν κατάφερα τίποτα παρά να κουραστώ
Περιφερόμενος μέσα σε θολά τοπία.

Πήγα πιο μακριά απ’ όσο μας επιτρέπεται.
Με παγίδευσαν στο μίσος και στην κοροϊδία.
Επρέπε να μείνω εκεί που γεννήθηκα,
Είχαν όλοι δίκιο που με παίδευαν.

**

Άτιτλο

Κάποιοι ποιητές πεθαίνουν στο νερό, το πιο εύθραυστο κρεββάτι
Άλλοι πεθαίνουν κινούμενοι στους ανέμους
Και οι άνθρωποι δε θα μπορούσαν να τους καταλάβουν.

Σχεδόν τόσο ανέμελοι όσο και απελπισμένοι
Τραγικά αποκομένοι απ’ αυτό που κατέχουν,

Απαρηγόρητοι παρηγοριούνται.

Από καμία πατρίδα, καμία οικογένεια
Από κανένα δέντρο
Καμία βοήθεια που διακόπτεται από τον εαυτό της για να το φέρει μέσα της.

**

Το λάθος

Είπαν: αυτός ο άνθρωπος ξέρει τα πράγματα.
Ή είναι ακριβώς η στιγμή που γίνεται μη-πράγμα.

Ήμουν έτοιμος να μιλήσω σ’ ένα ρυάκι
Σε μια λευκή φοράδα
Όταν κατάλαβα με τη μεγαλύτερη ένταση ότι ζούσα
Ά-τοπος, ά-χρονος, ά-πολις,

Και ότι ήμουν φτιαγμένος από απαγορευμένα λόγια.

**

Χορός

Μάταιη ζωή που επιταχύνει,
Πράξεις εγκαταλελειμμένες δωρεάν,
Αργήσατε,
Είστε απών πεπρωμένου.

Μετά τελείωσε.
Δε μιλάμε πια.

Πώς να καταλάβουμε ο ένας τον άλλο από ένα σιωπηλό χαμόγελο;
Δεν έχω μαθητή για να καταλάβει
Η σιωπή μου
Θα μείνω για πάντα ένα ανοιχτό τριφύλλι
Που δεν είπε αυτό που ήθελα να πει
Και ισορροπεί αργά
Περιτριγυρισμένο από τις γιορτές της Άνοιξης
Αλλά μυρίζει απάνθρωπα
Γεννημένο μάταια.

**

Το τέλος

Στο τέλος της μεγάλης προσπάθειας,
Να’μαι μάταια
Δέντρο της θύελλας
Εφαρμοσμένη ανικανότητα θανάτου,
Με περισσότερη άγνοια και πιο ταπεινό απ’ τα δικά μου,

Πιο αρχαίο.

**

Φθινόπωρο

Μια αντανάκλαση απ’ το ηλιοβασίλεμα μεγαλώνει στον λόφο,
Μάτι που η ματιά του είναι αίμα.

Το Φθινόπωρο,
Το μήλο του κόσμου είναι υγρό και στρογγυλό,
Τραγανό ανάμεσα στα δόντια,
Απαλή σάρκα δουλεμένη απ’ τον ήλιο, απ’ τη βροχή, απ’ τον αέρα
Κι έπειτα νωπή απ’ τη γαλήνη.

Με ενέργεια μέσα στην τάξη της ομίχλης,
Τα δέντρα κοντά στο χωριό, κινούνται μποέμικα,
Λένε μεγάλες ιστορίες για ταξίδια
και κανένας δεν καταλαβαίνει και που φοβόμαστε όλοι.

Τα βιβλία και οι πηγές
Αυτός που, κουφός στον κόσμο
Μεθάει με γνώσεις
Βλέποντας στις σελίδες
Τα γέλια να περνάνε, τα ποτάμια
Και τα ρυάκια οι πρώτοι φίλοι τους,

Τόσο ζωντανοί που βρέχει τα δάχτυλά του,

Την ξαναβρίσκει όταν βάζει το κεφάλι μέσα στις φτέρες
Η πηγή των βιβλίων•
Και τα γκρίζα γράμματα στα νερά του συντριβανιού
Και οι σταγόνες που κάνουν τη βροχή ήρεμη στα βιβλία
Εκείνος ξεκουράζεται
Βρεγμένος από την παιδικότητα του κόσμου.

Και το κουρασμένο κεφάλι του, δεν είναι πια κουρασμένο.