Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 38

Cabaret Voltaire, του Αχιλλέα Κατσαρού

Cabaret Voltaire, ποίηση, Αχιλλέας Κατσαρός, εκδόσεις Μίνθη 2016

Η συλλογή του Αχιλλέα Κατσαρού, Cabaret Voltaire, κυκλοφόρησε το 2016 από τις εκδόσεις Μίνθη. Έπεται των συλλογών «η χειρουργική των έσω ουρανών» και «οδός βράχων ανατολικά». Η συλλογή είναι εννιαία και διακρίνεται σε τρία μέρη. Στην πρώτη ενότητα περιλαμβάνονται επτά ποιήματα. Στη δεύτερη οκτώ και στην τρίτη δύο.

Ο τίτλος αναφέρεται δηλωτικά στο κίνημα του Νταντά, καθώς το Cabaret Voltaire του Χούγκο Μπαλ ήδη από το 1916 αποτέλεσε τον συλλογικό χώρο ανατρεπτικής και εναλλακτικής έκφρασης καλλιτεχνών προερχόμενων από διαφορετικές τέχνες και διαφορετικές χώρες (Τριστάν Τζαρά, Μαρσέλ Γιανκό, Χανς Άρπ). Οι ντανταϊστές κυκλοφόρησαν το ομώνυμο έντυπο περιοδικό και μετά την εκφώνηση του μανιφέστου τους παγιώθηκαν ως ομάδα με εκπροσώπους στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική (για παράδειγμα ο Φράνσις Πικαμπιά). Το νταντά αφορούσε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης, από το θέατρο, το χορό, τις οπτικές τέχνες και το κολλάζ ως τη ζωγραφική, τη γραφιστική, τα καρτούν και φυσικά την ποίηση. Το ντάντα αργότερα εξελίχθηκε στο κίνημα του υπερρεαλισμού και το 1922 μετά τη ρήξη του Μπρετόν με τον Τζαρά ενισχύθηκε ο υπερρεαλισμός και ο ντανταϊσμός αφέθηκε να φθαρεί.

Ο Κατσαρός με το ποίημα Ανθολόγε Αντρέ Μπρετόν και τη σύνθεση κυρία Νταντά Σουρεάλ κάνει άμεση σύνδεση με το ντανταϊστικό κίνημα. Ωστόσο δε μένει σ’αυτή τη σύνδεση αλλά την εξελίσσει δημιουργικά και δημιουργεί ένα σύμπαν ηρώων-χαρακτήρων-ποιητικών συμβόλων και θεατρικών περσόνων που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως μια μορφή αστικής μετανεωτερικής ποίησης του παραλόγου. Κρατώντας δηλαδή κάποιες μόνο συμβάσεις του νταντά, ο Κατσαρός καταθέτει μια ποίηση με τρία σκέλη:
•αστική όσον αφορά στον τόπο
•μετανεωτερική όσον αφορά στον χρόνο
•παράλογη όσον αφορά στην ποιητική τεχνική

Η αστική έκφανση της ποίησης του Κατσαρού κατατίθεται ήδη από τον τίτλο• ένα λογοτεχνικό καμπαρέ-πυρήνας τέχνης δε θα μπορούσε να βρίσκεται στην ύπαιθρο. Ονομάζεται Cabaret Voltaire αφενός ως διακειμενική αναφορά στο περίφημο χώρο που προαναφέρθηκε αλλά θα μπορούσε να είναι και ένα θέατρο στην Αθήνα του 2016. Ο ποιητής δρα σε δύο ρόλους. Άλλοτε ως αφηγητής-σκηνοθέτης μιας παράστασης από την οποια περιδιαβαίνουν ονόματα δρόμων της Αθήνας όπως η οδός Βαλτετσίου, ο πεζόδρομος της Ερμού και η Ιερά Οδός και άλλοτε ως πρωταγωνιστής της ίδιας του της αφήγησης, μιας αφήγησης που μοιάζει να μαζεύει τα «θραύσματα» του Μπένγιαμιν και να τρέπει εντέχνως και περιπαιχτικά σε ελέφαντα τον ρινόκερο του Ιονέσκο προκειμένου να οριοθετηθεί αλλά και να ξεφύγει απ’ τα ίδια του τα όρια:

Τώρα είμαι άλλη μουσική
αλητόγατος ροκάς με τατουάζ
στους ώμους
ασπρόμαυρη στολή εργασίας
φοράω αθλητικό παπουτσάκι
το βλέμμα μου πίσω από τα μαύρα γυαλιά
θα έλεγες ότι έχει κάτι από Άσιμο
υψώνω ποτήρι
για τη γυναίκα ελέφαντα
σενιαρισμένο το γυαλί στα μάτια
σκουλαρικάκι
κόσμημα στο λαιμό
όλο το φόρεμα την χωράει
σαν αγάπη ή θλίψη
η τσάντα της είναι επιμελώς πάντα μικρή
την ανοίγει
βουτά πολύ θηλυκά την προβοσκίδα
βρίσκει ένα ποτήρι
το υψώνει κι αυτή.

Ο ποιητής συμμετέχει στον θίασο που δημιουργεί –το ‘α πληθυντικό εναλλάσεται με το α’ ενικό- παρατηρεί με δηκτικό μάτι και περιγράφει με ευρηματική ποιητική γλώσσα, τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα• γράφει:
οι διαφορετικού χρώματος κρατάνε μπαλόνια/έτσι φαίνονται πολύχρωμοι/ οπότε αδυνατούμε να τους ερμηνεύσουμε.

Στηλιτεύει τις πολιτικές τάσεις και μεταφυσικά σχεδόν, οπτικοποιεί μια Αθήνα που ενώ αποτελείται από νεκρά μέρη, ταυτόχρονα βράζει. Μέσα σε ελάχιστους στίχους ο Κατσαρός συμπυκνώνει θλιμμένα το ιστορικό παρελθόν της Ελλάδας που μοιάζει με ξεφτισμένη παρέλαση στα χέρια των σημερινών Ελλήνων. Γκροτέσκα πρόσωπα παρελαύνουν για να θυμήσουν με θυμηδία τη σημερινή κατάσταση που μοιάζει με μύτη γελωτοποιού μικρή μαύρη με λίγες/ τρίχες ποντικίσιες. Τα πρόσωπα παραδομένα σε μια ηδονοθηρία του κενού και του χάους, απαλλαγμένα από υπαρξιακές αγωνίες αφού έχουν αποφασίσει ότι η γλύκα-η λύτρωση είναι ο θάνατος άρα το παρόν διαγράφεται στυφό. Κενό.

Η μετανεωτερικότητα είναι η εποχή του Κατσαρού. Τα υποκείμενα-ηθοποιοί είναι εγκαταλελειμμένα στη μοίρα τους και γι’ αυτό αδυνατούν να βρουν μια σταθερά αφού ακόμα και η βεβαιότητα του θανάτου αμφισβητείται. Σύμφωνα με τον Giddens η νεωτερική εποχή είναι «η ρήξη με τον θεμελιωτισμό και την παντοδυναμία του λόγου». Στον μεταμοντερνισμό, αυτή η ρήξη-γεγονός υπονομεύει την ίδια την ύπαρξη έχοντας καταστρέψει ό, τι στην ουσία έχει αναδυθεί με τη νεωτερικότητα. Ο Κατσαρός φτιάχνει κόσμους μέσα σε κόσμους αλλά όλα αυτά μέσα στον περίκλειστο χώρο ένος θεάτρου που χωρικά εμποδίζει τα υποκείμενα να ξεφύγουν αναγκάζοντάς τα να καταφύγουν στην δραματοποίηση της ζωής τους προκειμένου να υπάρξουν. Αν τελικά υπάρχουν αληθινά.

Τρία άλμπαντρος-αρχετυπικό ποιητικό μπωντλερικό σύμβολο δίνουν το εναρκτήριο λάκτισμα στη συλλογή. Τρία πουλιά ταυτόσημα της ποίησης, όσες και οι ενότητες της συλλογής. Τα δύο θέλουν να βγουν από τις λέξεις/ πετούν το τρίτο κάθεται πάνω σε μια προβατίνα/τονισμένες βλεφαρίδες, έντονο κραγιόν,/τέσσερα πόδια με καλσόν/διχτυωτό και πένθιμο,/γόβες που γελούν,/ στη μέση παχιά φτερά/δεξια και αριστερά χρώματα σκορπισμένα/σε άγουρα παπιγιόν/ένα για κάθε αλήθεια που δεν είπαμε/
είναι προφανής η αποτυχία του ποιητή-άλμπαντρος να πραγματώσει την ποθητή πτήση. Τα δύο που ξέφυγαν-έφυγαν κι απ’ τις λέξεις, άρα δεν επιτρέπεται η λεκτική ανάλυση. Εκείνο που έμεινε όμως, κάθισε πάνω στον αμνό, γελοίο όσο δεν παίρνει και με γνώση της κατάστασής του. Ένα σύγχρονο άλμπαντρος-ποιητής που αυτοχλευάζεται, αυτοαναιρείται και αυτοκαταστρέφεται μέσα στο χαμένο του ύψος και ύφος.

Η ποιητική γλώσσα του Κατσαρού συνδιάζει την ανοικείωση που προκαλεί η ντανταϊστική ποίηση και η ποίηση του παραλόγου με τη μετανεωτερική γραφή, όπως είναι για παράδειγμα η χρήση παρενθέσεων με επεξηγηματικές πληροφορίες. Μέσα στο γκροτέσκο θεατρικό αναλόγιο της αντίστροφης πραγματικότητας ο Κατσαρός απασχολείται με την ποιητική της ποίησης στην εποχή της αποσύνθεσης: ελικοφόρο και στροβιλιζόμενο/με κάποια στίλβη παραμάσχαλα/απροσδιόριστη/το ρήμα/ εκεί απ’ όπου θα περάσουν/γοητευμένοι οι ποιητές/την πρώτη λεία να κάψουν.

Με κοφτερή γλώσσα και χωρίς να εξαιρεί τον εαυτό του κρίνει την ομφαλοσκοπική τάση της σύγχρονης ποίησης που αυτοαναιρείται μέσα από τις υπέρμετρες φιλοδοξίες της καταλήγοντας και πάλι σε μια μηδενιστική διαπίστωση της ύπαρξης: καμιά φορά θέλουμε να πούμε/τόσα πολλα/ μονογραφία ενός κινήματος/ενώ θα έφτανε ν’ αφαιρέσουμε μια συλλαβή κι ένα αριθμητικό/ αυτό το συνδετικό υπό προϋποθέσεις Κ(Ι)ΕΝΟΣ/μονογραφία/μνήματος/απομένουμε.

Η συλλογή Cabaret Voltaire απαιτεί υποψιασμένους αναγνώστες όπως και η θεατρική δραματοποίησή της απάιτησε υποψιασμένους θεατές. Η ποίηση του Κατσαρού αποτελεί μια μαρτυρία ενός ζοφερού παρόντος αλλά είναι ταυτόχρονα μια παρακαταθήκη για το καλύτερο μέλλον που θέλουμε να ελπίζουμε ότι έρχεται γιατί αυτή η συλλογή θα μείνει να θυμίζει πόσο τα υποκείμενα βρίσκονται έρμαια του καιρού τους με μόνο τους καταφύγιο την ποίηση!

Aγγελική Δημουλή