Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 38

Στον Φεγγίτη του μυαλού του Μιχαήλ Μητσάκη, του Κώστα Ξ. Γιαννόπουλου

Στον Φεγγίτη του μυαλού του Μιχαήλ Μητσάκη, δοκίμιο, Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος, εκδόσεις Λέμβος 2017

Υπάρχει μια γενιά μες στη συνέχεια της εγχώριας, λογοτεχνικής σκηνής που δοκιμάστηκε όσο καμιά. Δεν πρόκειται για συλλογικές εμπειρίες διωγμών και διώξεων που άλλωστε ποτέ δεν έλλειψαν απ΄αυτόν τον τόπο. Ολόκληρη η ελληνική ιστορία γράφεται άλλωστε απ΄τα περιθώρια. Ο κόσμος της τρέλας, αυτό το μεγάλο και ανεξερεύνητο αλώνι που ενίοτε μας κατακλύζει, φέρνοντας στο φως ξανά τ΄ανάλογο του οίστρου θα κερδίσει πολλές απ΄εκείνες τις τυρανισμένες ψυχές. Βιζυηνός, Φιλύρας. Βικέλας, Μητσάκης, Καμπάνης. Μες σε μια σειρά από σκληρές δεκαετίες για τον ελληνισμό, μορφές όπως αυτές που προλογίζονται σ΄αυτό το σημείωμα, μορφές παλιότερες μα και σύγχρονες, παραδίνονται αμαχητί στα ψυχικά τους πάθη. Νοσηλεύονται στο πρώτο, ψυχιατρικό θεραπευτήριο της πρωτεύουσας που οργανώνεται εκ του μηδενός. Μερικοί απ΄αυτούς καταθέτουν αυτήν την περίοδο το πλέον σημαντικό τους έργο αφήνοντας ανεξίτηλο το σημάδι τους στην ελληνική λογοτεχνία.

Οι εποχές γύρισαν, εκείνοι που έγραψαν μερικές απ΄τις τραγικότερες σελίδες της κοινωνικής μας ιστορίας κέρδισαν με τον δύσκολο τρόπο την αθανασία που τόσο εμίσησαν. Το ίδρυμα πέρασε σε μια άλλη εποχή. Κόντρα σε όλες τις εποχές το κληροδότημα του Χιώτη ευπατρίδη υπομένει τη βαθύτατη κρίση που πλήττει τις κοινωνικές υποδομές της χώρας. Ωστόσο, περισσότερο από ποτέ παραμένει ένα εξαίσιο φόντο της λαϊκής μας ιστορίας. Οι κτιριακές του ιδιαιτερότητες που ξεχωρίζουν με την πρώτη ματιά σ΄αντίθεση με τη μουντή Αθήνα που κάνει ήδη την τραχιά της εμφάνιση, τα πρόσωπα που το κατοίκησαν, η ανείπωτη θλίψη που στεγάζεται ακόμη μες στους κόλπους του, τα μικρά και τα μεγάλα θαύματα που κατορθώνει η επιστήμη όταν ασκείται μ΄επίκεντρο τον άνθρωπο. Τ΄απόκοσμο εσωτερικό μερικών κτισμάτων, τα οποία ελεύθερα μπορεί να επισκεφθεί το κοινό συμπληρώνουν για όσους έχουν γνωρίσει την ιδιαίτερη βαρύτητα ενός χώρου ταυτισμένου με την πόλη και τις εξελικτικές της περιόδους.

Σ΄αυτό το φόντο που αξίζει κάθε αναφορά ο Κώστας Γιαννόπουλος, συγγραφέας της πρωτότυπης θεώρησης για τον Μιχαήλ Μητσάκη, τοποθετεί τις τριτοπρόσωπες αφηγήσεις του. Ανιχνεύοντας όλα τα μικρά και τα μεγάλα γεγονότα που διαμόρφωσαν τον σπουδαίο δημιουργό, ο συγγραφέας αναπλάθει με τον εσωτερικό, τριτοπρόσωπο μονόλογο μια ιστορία ζωής γεμάτη διακυμάνσεις, απομόνωση, λίγη ευτυχία και θάνατο. Το σκίτσο του εξωφύλλου που κοσμεί το βιβλίο των εκδόσεων Λέμβος, φιλοτεχνημένο από τον Γιάννη Καλαϊτζή το 2008 όπως μας πληροφορεί η στοιχειοθεσία, αποκαλύπτει τη μορφή. Όλα τα υπόλοιπα ο Γιαννόπουλος τ΄αναθέτει σ΄αυτό το μείγμα φαντασίας και αλήθειας που τραγουδά αιώνες τώρα το ίσο της ζωής μας. Ο συγγραφέας, δημοσιογράφος όπως αναφέρεται στο βιογραφικό του εσωφύλλου και ερευνητής θα προσθέσουμε όσοι είχαμε τη χαρά να γνωρίσουμε τις μέρες και την πτώση του Έλληνα ποιητή στον ιδιότυπο Φεγγίτη του μυαλού του Μ. Μητσάκη καταθέτει με πάθος τη γνώση που συγκέντρωσε στην πορεία της βιογραφικής καταγραφής. Πώς αλλιώς θα μπορούσε κανείς να σταθεί κοντά στο έργο του Μητσάκη που κινήθηκε πάντα στην ακμή μιας ποίησης προπομπού του υπερεαλισμού στο επαρχιακό, πνευματικό περιβάλλον των Αθηών.

Κοίτα με στα μάτια κι έλα πιο κοντά
άγια μου καρδιά κι αγαπημένη
άκουσα κι απόψε πόρτα να βροντά
πέτρες θα κυλάν οι πεθαμένοι.

Ο Μ. Μητσάκης εγεννήθη εν Μεγάροις κατά Σεπτέμβριον του 1868, υιός του Αριστείδου, καθηγητού και ανωτέρω διοικητικού υπαλλήλου και της Μαριγώς, θηγατρός του στρατηγού και αγωνιστού Π. Γιατράκου. Όπως μας πληροφορεί ο Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος στο εκτεταμένο και αναλυτικό χρονολόγιο που φιλοξενείται στο τέλος της παρούσας έκδοσης υφίσταται ως τις μέρες μας μια κάποια σύγχυση αναφορικά με το ακριβές έτος γέννησής του.

Ο Μητσάκης θα κάνει φανερό ήδη απ΄τη νεότητά του το ταλέντο του στη λογοτεχνία. Δημοσιεύσεις σε εφημερίδες και έντυπα της εποχής φιλοξενούν κατά καιρούς κείμενα και επιφυλλίδες του. Σαρκαστικός, αυτοκριτικός, παθιασμένος και άλλοτε σιβυλλικός ο ποιητής θα νοσηλευτεί στο φρενοκομείο της Κέρκυρας για βραχεία περίοδο, κυρριευμένος από κρίσην μανίας. Το 1895 επιστρέφει στην Αθήνα, για να εισαχθεί εκ νέου στο Δρομοκαίτειο, αιτήσει του ιατρού αδελφού του και τη σύμφωνη γνώμη των ειδικών. Το εξιτήριό του έναν χρόνο μετά θα αποκαλύψει στους δρόμους της Αθήνας έναν άνθρωπο σκιά του παλιού του εαυτού. Το έργο του που αρχίζει δειλά να γίνεται γνωστό για την πρωτοτυπία και την ελευθερία του θα δώσει το στίγμα του μόνο μετά θάνατον και αφού ο ποιητής έχει δοκιμάσει σ΄ακραία έκταση τη σκληρή μοναξιά και το περιθώριο της ίδιας του της ψυχής.

Ο συγγραφέας της μελέτης για τον Μητσάκη προσεγγίζει όλες τις φάσεις της ζωής του ποιητή με τη λογοτεχνικότητα που αρμόζει σ΄όποιον αγαπά ένα έργο. Η κριτική που κατά τον Όσκαρ Ουάιλντ αποτελεί πρωτίστως ένα είδος αυτοβιογραφίας, κερδίζει όλο εκείνο το χαμένο έδαφος που μετρά την απόσταση μέχρι την πραγματικότητα. Αυτόν τον αμετάφραστο και απερίγραπτο κόσμο που ποτέ και καμιά τέχνη δεν κατόρθωσε να μεταφέρει ενώπιόν μας. Η κυρά Κώσταινα, Παληά χαρτιά, Η Αλίκη και ο καθρέφτης, Εκτροχιασμός, συνιστούν μερικούς απ΄τους τίτλους που καταγράφονται στα περιεχόμενα του φαντασιακού αυτού φεγγίτη. Ο Γιαννόπουλος ανοίγει ένα παράθυρο στην εποχή και τους ποιητές της, ανθρώπους που ανήκουν στις ζωγραφιές και τους στίχους και φεύγουν μοιραίοι γυρεύοντας αιωνίως το φως. Ποιο εμπυραίο της αφθαρσίας τους διαφεντεύει, ποτέ και κανείς δεν θα το μάθει. Ο παράλληλος σχεδόν βίος του λησμονημένου Περικλή Γιαννόπουλου, η αισθητική του προσήλωση, σπάνια σε πάθος και ένταση για εκείνα τα χρονικά, επιβεβαιώνει το ενδιαφέρον του συγγραφέα για τους ανθρώπους που δόθηκαν ως το τέλος στην τέχνη τους.

Ξανά γυμνός στο τυφλό, λευκό δωμάτιό του. Καθισμένος στο χώμα. Ούτε κρεβάτι, ούτε παράθυρο, ούτε σκιές, ούτε ήχοι. Αδυνατισμένο σώμα, λιπόσαρκο, χωρίς εκτόπισμα. Βλέμμα χωρίς οξυδέρκεια. Το τριχωτό πηγούνι πλησιάζει τη μύτη ή πάντως είναι πολύ κοντά σ΄αυτήν.

Αυτός ο γενναιόδωρος ποιητής που προσέφερε στην τέχνη του ένα είδος πρωτοπορίας αμίμητης στον ελλαδικό, πνευματικό κόσμο, διατρέχει τους διαδρόμους, περνώντας αποθήκες, θαλάμους αφιερωμένους σε κάποιον ευεργέτη που είδε τα όνειρά του να συνθλίβονται σ΄αυτούς τους ίδιους τοίχους. Ο Μητσάκης αυτόχειρας και αόρατος για τη νεωτερική Αθήνα που διαμορφώνεται ήδη απ΄τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, βαδίζει αυτούς τους δρόμους κρατώντας το παλιό πανέρι, δίχως τα θαύματα. Είναι μια μορφή μες στους παλιούς κήπους, κάτι σαν φθαρμένη καρυάτιδα αφημένη για την αρχαιολογία του μέλλοντος. Πλάι σε ένα τέτοιο εύρημα, όλοι θα μοιραστούν την τρυφερότητα που προικίζει τον αφηγηματικό κόσμου του Κώστα Ξ. Γιαννόπουλου. Ένα θαυμαστό πραγματικό, ανάλογο των πιο εξαίσιων στιγμών του ρεαλισμού κάνει την εμφάνισή του στους δρόμους της παλιάς Αθήνας. Ο Μ. Μητσάκης αφήνει το στίγμα του σε μια ολόκληρη εποχή. Τα γαλλικά του ποιήματα θα δείξουν μια άλλη κατεύθυνση για την ελληνική ποίηση. Ανακατεύει την Παντάνασσα με έναν μπουφέ Ααειώνιον (sic) την αύρα από τις Στροφάδες με το άρωμα των μπουκέτων, το κράτος με την Άλμπα που δεν σήκωσε ποτέ τη σημαία του πένθους...Το χιούμορ δεν κατέχει μικρότερη θέση απ΄ότι ο ερωτισμός ή η σεξουαλική εμμονή, η ανταρσία συνταιριάζει με την τρυφερότητα και τη χαρούμενη ειρωνεία και συναντούμε σε κάθε σχεδόν σελίδα αυτό το είδος του κλεισίματος του ματιού της χλευαστικής συνενοχής, που οι καλλιτέχνες ή οι τρελοί ποιητές απευθύνουν πρόθυμα στον έξω κόσμο. Είναι τόσα για τα οποία ο Μητσάκης σήμερα κρατά μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά του ελληνικού, αναγνωστικού κοινού. Ο παράδοξος βίος του που τόσα παραστατικά μέσα απ΄το πρίσμα του εσωτερικού δίνεται στον Φεγγίτη των εκδόσεων Λέμβος, η ολέθρια μοναξιά του που θα την δούμε ξανά να δοκιμάζει παθιασμένους όπως ο Ασλάνογλου, ο Τραϊανός και άλλοι μετατρέπονται στα θεμελιώδη συστατικά του πρωτότυπου οδηγού που φέρνει στο φως η πένα του Γιαννόπουλου.

Προτείνοντας ανεπιφύλακτα τον Φεγγίτη του Κώστα Ξ. Γιαννόπουλου, επιλέγουμε ένα απ΄τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Άλλωστε ο Μ. Μητσάκης δεν χρίζει συστάσεων, η μοναξιά του μόνο ακόμη παραμένει αμέριστη. Τα ποιήματά του θα μας φέρνουν πιο κοντά στο δράμα της ζωής, όπως γράφτηκε πριν από έναν αιώνα σ΄αυτήν την ίδια πόλη. Λευκώματα όπως αυτό της Λέμβου, αφιερώματα σαν αυτό του Γιαννόπουλου ανανεώνουν το ενδιαφέρον μας για τους δημιουργούς που πέρασαν απ΄τις επετηρίδες στο αίσθημα και το ίδιο το αίμα μας.

Για το κεφάλαιο που τιτλοφορείται “Το τσέρκι” τίποτε δεν πρέπει να ειπωθεί γιατί μ΄αυτό ο συγγραφέας απαντά σ΄ένα σωρό προσωπικά ερωτήματα, αχρηστεύοντας όλες τις εντυπώσεις που προηγήθηκαν.

Υπάρχει πάντα ο καιρός. Και αυτός δεν μηδενίζεται ποτέ. Όχι δεν σώζονται όλοι, μπορεί να μη σώζεται κανείς.

Απόστολος Θηβαίος