Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 17

Ακολουθώντας τον ήχο μιας φυσαρμόνικας - Βόλτα στα μονοπάτια της ποίησης του Τόλη Νικηφόρου

                                                                                 

                                                                              ν' ακούγεται από μακριά μια φυσαρμόνικα

«και να χαμογελάει μια γλάστρα…» αχ ναι! Σαν τις γλάστρες,  στην αυλή της γιαγιάς μου, κάθε εποχή και άλλο χαμόγελο, με το χειμωνιάτικο να ξεχειλίζει χρώματα χρυσάνθεμων.

«το χώμα να μυρίζει γειτονιά…» και ματωμένα γόνατα από ανέμελα παιχνίδια.

«νωχελικά να κατεβαίνεις…» στους στίχους, να γεύεσαι, να μυρίζεις, να βλέπεις, να ακούς, να αισθάνεσαι. Αυτό το ποίημα, χρονόπλοιο, εισπλέει στο παράλληλο σύμπαν χαρίζοντας σου ονειρικό ταξίδι στο παρελθόν. Η πόλη του ποιητή, η πόλη μου, οι μνήμες μας  που ενώνονται στο χωροχρόνο και γεννούν  κεραυνούς συναισθημάτων.

Αλήθεια ποιος έγραψε αυτό το ποίημα;  Τόλης Νικηφόρου, από τη συλλογή Μυστικά και θαύματα ο ανεξερεύνητος λόγος της ουτοπίας (2007).

Πάντα με γοήτευε ο ήχος της φυσαρμόνικας, αυτή η θλιμμένη νοσταλγία, που βγάζει, σε ταξιδεύει σε χαμένους παραδείσους. Ο ήχος αυτής της φυσαρμόνικας όμως, κυριολεκτικά με μαγνήτισε, έλξη κεραυνοβόλα, καθολική, κάθε αντίσταση εκ προοιμίου χαμένη. Παλλόμενα ηχητικά κύματα με παρασύρουν σε στίχους μιας ποίησης σειρήνας, όπου  μαγεμένη  με ξεβράζει σε μια θάλασσα γεμάτη ερωτηματικά.

Ποια είναι η λέξη που μπορεί να περιγράψει την ουτοπία;
Ποια  χρώματα περιγράφουν το όνειρο;
Ποιοι  στίχοι ζωντανεύουν τους μύθους που αργοπεθαίνουν μέσα σου;
Πιστεύεις  στα θαύματα;

Ουτοπία, όνειρο, μύθοι, θαύματα… Λέξεις ξεχασμένες, κρυμμένες σε παλιές μου συννεφοϊστορίες, σταλμένες από παλιούς καιρούς, σε μακρινό ταξίδι στο άπειρο. Πως βρέθηκαν ξανά μπροστά μου και με κοιτούν με απορία; Μα ποιος είναι, επιτέλους, αυτός ο Τόλης Νικηφόρου, που τις γύρισε από το άπειρο και τις πετάει με ορμή πάνω μου;

Υπάρχουν κάποιες στιγμές στη ζωή μας, που δεν μπορεί κανένα μετρήσιμο μέγεθος να αποδώσει τη διάρκεια τους, είναι μια αιωνιότητα κλεισμένη σε ένα δευτερόλεπτο και ούτε υπάρχει  γήινος σχηματισμός που να μπορεί να τις περιγράψει. Ποια λέξη αλήθεια, μπορεί να περιγράψει τη στιγμή, που ένα ποίημα σου μεταγγίζει τόσα πολλά συναισθήματα έτσι που  μεταμορφώνει, σχηματοποιεί ένα κομμάτι του  εσωτερικού σου άπειρου ώστε να  μπορείς να το ορίζεις;

Ο  Τόλης Νικηφόρου χρησιμοποιώντας μια γλώσσα άμεση, απλή, κατανοητή, δημιουργεί γνήσια ποίηση, που φαίνεται απλή σε πρώτη ανάγνωση, αλλά σου αποκαλύπτει σταδιακά μερικά από τα μυστικά της. Εκεί που λες την κατέκτησα, σου βγαίνει από άλλη γωνία και σου ανατρέπει πολλά δεδομένα. Η πρώτη ματιά είναι σαγήνη, σου χαμογελάει η γλάστρα, ανθίζει ο κόσμος και έλα εσύ να αντισταθείς στην άνοιξη, αλλά εκεί που πας να πιάσεις ροζ και ίσως ένα σιελάκι, σου βγαίνει με κόκκινο ή με βαθύ γαλάζιο και σ΄ αφήνει στο ράμπλες του ουρανού, ως άλλο Ντουρούτι, με μια βόμβα παραμάσχαλα, να αναρωτιέσαι σε πιο κόσμο ανήκεις, σ΄ αυτόν, σε άλλο ή μήπως δεν υπάρχεις και είσαι αποτύπωμα μοναχικού λύκου στο χιόνι;

Τότε καταλαβαίνεις ότι έχεις πολλή δρόμο μπροστά σου, όχι τόσο εύκολο όσο αρχικά νόμιζες, αλλά επίσης  έχεις και τη βεβαιότητα ότι σε περιμένει μια μαγική κορύφωση, γιατί κοινωνείς, ποιητική ηδονή από τους πρώτους στίχους και στη διαδρομή βρίσκεις τη λύτρωση από κάτι που ευχάριστα ή οδυνηρά σε πιέζει. Κύριο συστατικό αυτής της ποίησης  η αγάπη και γω με αγάπη γράφω για τον ποιητή, που μπόρεσε με το έργο του να μου αλλάξει τρόπο  σκέψη, να μου ξαναμυθοποιήσει τις απομυθοποιήσεις μου. Πως αλλιώς θα μπορούσα; ούτε τις γνώσεις έχω, ούτε είμαι αρμόδια  να αναπτύξω το βιογραφικό του ή να αναλύσω το έργο του, άλλωστε έχουν ήδη γραφτεί αρκετές σελίδες  για τον ίδιο και για το έργο του.

Μια ιστορία για μια ποιητική γλώσσα που μιλάει απευθείας στην καρδιά, δεν μπορεί να ξεκινήσει αλλιώς παρά μόνο αν, δανειστώ από τη χώρα των ξωτικών τη μαγευτική ένωση του α που ασκεί καθολική έλξη σε όποιον την αντικρίσει και τη μαγική ένωση του ω που μεταλλάσει τους σχηματισμούς της ανάλογα με την οπτική γωνία που την προσεγγίζεις καθώς  και  δύο στίχους του ποιητή, που κλείνουν μέσα τους τη μαγική και μαγευτική ένωση «μέσα στο θριαμβικό ωμέγα της ζωής/ελλοχεύει το διπλό άλφα της αγάπης» και η ιστορία αρχίζει...

-Εδώ στου δρόμου τα μισά...
-Έλα, μην κλαις, κοιμήσου τώρα. Δεν είναι τίποτα. Μια ζωή είναι, θα περάσει.
Τι πρόταση αλήθεια! χαστούκι, γροθιά στο στομάχι και συνάμα παράκληση ζωής
-Αυτή τη σύντομη ζωή ας προσπαθήσουμε να την κάνουμε όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη, ει δυνατόν ευχάριστη και δημιουργική. Και ευεργετική προς τους άλλους.

Αυτή είναι η γλώσσα που μιλάει  ο Τόλης, αλλά  ποια είναι η γλώσσα που μιλάει το φως;

-Τη δικιά μου γλώσσα μιλάει το φως πετάγεται φουριόζος ο Σοτοσαπόλ, αν την μάθεις μπορείς να ξετρυπώσεις άφθονο χρυσάφι από  μέσα σου.
-Το φως δεν ενδιαφέρεται για χρυσάφι, λάμπει πιο πολύ από όλο το χρυσάφι του κόσμου, ακούγεται εκκωφαντική η φωνή των άταφων. Σκληρή, καταγγελτική  γλώσσα, γεμάτη αιχμηρές απολήξεις, γλώσσα  προφητική, μιλάει το φως. Ακούστε τι λέει:  «άνθρωποι βιαστικοί/πυκνώνουν στου τέλματος τις όχτες/με μάτι αδίσταχτο».
-Ναι το φως μιλάει ανατρεπτικά και αναρχικά, μιλάει για κοινωνική δικαιοσύνη και για μια καλύτερη ζωή. Αυτήν τη  γλώσσα μιλάει άπταιστα ο μεθυσμένος ακροβάτης, κοιτάξτε τον πάνω στο τεντωμένο σκοινί να μιλά δυνατά και περιπαικτικά: «Παίζω με την κομμένη σας ανάσα/περιγελώ τα επιφωνήματα/εγώ ο ίδιος πριονίζω το σχοινί/στο χέρι μου κρατάω σφιχτά τον ουρανό/τον τρύπιο σκούφο μου για τα φιλοδωρήματα», αυτά τα λόγια είπε, το τραγούδι του έρωτα και αποχώρησε με την έπαρση του αθάνατου.

-Καλά αυτά τα λέει, πρώτον γιατί είναι ερωτευμένο με το μεθυσμένο ακροβάτη και δεύτερον δεν άκουσε τη γλώσσα που μιλάει το μαγικό χαλί, πετάχτηκε ο σαν άγριος, «έρωτας έρωτας φωνάζοντας». Αν το φως δεν μιλάει τη γλώσσα του έρωτα, ποια θα μιλάει;
-Πλανάσαι, σαν άγριε, αυτό δεν είναι έρωτας, βασικό ένστικτο είναι, είπε ο πλοηγός του απείρου, αν η γλώσσα που μιλάει το φως είναι του έρωτα, τότε θα τη συναντήσεις πιο πολύ, σε ύστερες συλλογές, μπορείς αν θέλεις να ρίξεις μια ματιά σε μένα, που είμαι συγκεντρωτική έκδοση.
-Ναι, ναι ακούγεται μια γλυκιά φωνή είναι, το ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται, που πήρε το λόγο, είμαι και 'γω στον πλοηγό του απείρου και πιο πολύ απ΄ όλους «βυθίζομαι στο απρόσιτο/να ανιχνεύσω τις δικές του λέξεις/το δέος μέσα μου ιχνηλατώ να ζωγραφίσω το δικό του φως» γιατί τα μυστικά αρχεία του κόσμου, έχουν κριμένη τη γλώσσα που μόνο το φως μπορεί να μιλάει.  

-Εγώ δεν λέω τίποτα, με ύφος μεγάλης ντίβας, μπαίνει στην κουβέντα, το διπλό άλφα της αγάπης. Τι να πω άλλωστε, είναι πασιφανέστατο ότι το φως μιλάει τη δική μου γλώσσα, αφού εγώ έχω τη μαγευτική ένωση του α και μάλιστα διπλή, τι να λέμε τώρα και τίναξε πίσω τα κεφάλι και τα μαλλιά αγάπης ανέμιζαν αγγίζοντας τα άστρα.
- Το Διπλό άλφα της αγάπης έχει δίκαιο, είπε το Χώμα στον Ουρανό, το φως δεν μπορεί παρά να μιλάει τη γλώσσα της αγάπης, αφού μόνο η αγάπη υπερβαίνει τον θάνατο μεταγγίζεται και αναγεννάται στους επόμενους, συνθέτοντας με χώμα και φως, λουλούδια με κύτταρα αγάπης. Ποια άλλη γλώσσα θα μιλούσε το φως; Πως θα μετάγγιζε την αγάπη αν δεν κατείχε τη γλώσσα της; Ακούστε πόσο σοφά μιλεί το, και  πάλι εγώ στο τίποτα θα υπάρχω, «στο τίποτα η αγάπη ξεχασμένη θα υπάρχει/θα σας αγγίζει απαλά/θα σας ζητάει χαμογελώντας το αδύνατο».

-Είπα να μη μιλήσω, αλλά όταν ακούω ότι το φως μιλάει τη γλώσσα της αγάπης που υπερβαίνει το θάνατο, αηδίες, δεν υπάρχουν αιωνιότητες, «η ζωή μας αποτελείται όχι από μέρες, μήνες και χρόνια, αλλά από δευτερόλεπτα που αιωρούνται και σκορπίζουν στην άκρη του γκρεμού. Δευτερόλεπτα αιφνιδιαστικά και γοητευτικά, δευτερόλεπτα επικίνδυνα», άρα το φως μπορεί να μιλάει μόνο  τη δική μου γλώσσα που είναι απτή, πραγματική, πρόσθεσε  η γοητεία των δευτερολέπτων.
- Εεεε όχι, τι μας λες τώρα, παρεμβαίνει αγανακτισμένο, Το μυστικό αλφάβητο, δεν είναι απτή πραγματική η αγάπη; Μάλλον δεν άκουσε ποτέ τις δύο λέξεις έξι γράμματα, «όμως απτές, πραγματικές/όπως η γη/όπως η ανάσα σου». Αλλά δικαιολόγησε να μιλάς έτσι, αφού είσαι πεζό.
Ένα σιγανό μουρμουρητό  άρχισε να ακούγεται μετά την παρέμβαση του μυστικού αλφάβητου, αλλά  ο Πλοηγός του απείρου επανέφερε τη συζήτηση.

-Σταματήστε να μιλάτε ταυτόχρονα, δεν είμαστε άνθρωποι, ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα, παραμύθια είμαστε, συν του ότι είμαστε και πολλά, για καθίστε παρακαλώ κάτω να σας μετρήσω, λοιπόν, Ποιητικές συλλογές 14 και 1 συγκεντρωτική, διηγήματα 6, μυθιστορήματα 4, παραμύθια 3, όποτε καταλαβαίνετε, ακόμη και ο ταυτόχρονος ψίθυρος δημιουργεί οχλαγωγία.
- Η γλώσσα που μιλάει το φως  είναι διάχυτη στο ποιητικό έργο του Νικηφόρου, αλλά επειδή το ερώτημα το θέτω εγώ,  είπε, το πέρα από τις λέξεις, νομίζω ότι έχω το δικαίωμα και την  υποχρέωση να μιλήσω. Καθαρή απάντηση μην περιμένετε απλά ένα συλλογισμό θα κάνω. Όλα είμαστε δημιουργήματα του ποιητή, άρα όλα μιλάμε την ίδια γλώσσα τη γλώσσα του δημιουργού μας, ίσως  με διαφορετική ένταση, άλλο ήχο, με διάφορες  αποχρώσεις του κόκκινου ή του βαθύ γαλάζιου, άλλες φορές  πιο ορμητική και άκαμπτη, άλλες πιο στοχαστική και φιλοσοφική και άλλες θριαμβική και ερωτική, αλλά πάντα φτιαγμένη από τα ίδια υλικά . Όποτε το  φως μιλάει τη γλώσσα μας,  προτείνω όμως  να θέσουμε αυτό το ερώτημα στον δημιουργό μας.

-Συμφωνώ να θέσουμε το ερώτημα στον Τόλη, αλλά διαφωνώ κάθετα με το ότι είμαστε δημιουργήματα, είπε η  κοκκινόμαυρη ανεμίζοντας της ουτοπίας, ενώ ο ίδιος ο ποιητής υποστηρίζει ότι μας ανακαλύπτει μέσα του και απλώς μας δίνει διέξοδο, τον έχω ακούσει πολλές φορές να λέει: συνειδητοποιώ ολοένα και με μεγαλύτερη ένταση ότι, δεν είμαι παρά ένας διάμεσος, ο πρώτος αναγνώστης των ποιημάτων μου και των βιβλίων μου. Μας κινούν, μας εμπνέουν, μας κατευθύνουν ανεξιχνίαστες αρχέγονες δυνάμεις. Εκείνο που είναι εύκολο να πει κανείς είναι ότι αυτή η συναίσθηση καταρρίπτει την οποιαδήποτε έπαρση και τον οποιοδήποτε εγωισμό.

Με την άποψη αυτή συντάχθηκαν φανερά όλα τα αναρχοαυτόνομα, τα ερωτικά, και φιλοσοφικά έργα, τα υπαρξιακά ίσως  διαφώνησαν αλλά δεν μίλησαν, άλλωστε είχαν όλα αγωνία για την απάντηση του ποιητή.
-Θέλετε να απαντήσω στο ποιητικό ερώτημα; Έστω. Η γλώσσα που μιλάει το φως είναι η γλώσσα της αποκάλυψης του κόσμου των θαυμάτων, η γλώσσα της αγάπης και της δημιουργίας. Το ξέρατε όμως, έτσι δεν είναι;

Φυσικά και το ξέραμε, «γυμνή ν' ακούγεται/ακέραια η ψυχή», απαλλαγμένος από περιττά στολίδια που βαραίνουν, ο ποιητικός λόγος φτάνει σε λέξεις που προσδιορίζουν την ουσία των πάντων. Ο  Τόλης Νικηφόρου πλάθει τις λέξεις του από φως, μετά τις χαϊδεύει και της δίνει ζωή και αυτές, έτσι αιθέρια πλασμένες ξεφεύγουν από τα στενά όρια της σελίδας και εισρέουν μέσα σου, σαν κελαρυστό ποτάμι, αφήνοντας στο πέρασμα τους, όλα τα δομικά υλικά που χρειάζεσαι  για να χτίσεις την ουτοπία.

Τα πάντα μπορούν να ανατραπούν στον κόσμο, από την εικονικά  τακτοποιημένη ζωή μας μέχρι την τάξη των πραγμάτων, ακόμη και η φυσική αρμονία ανατρέπεται, αρκεί μια μικρή κίνηση, μια σεισμική δόνηση ή ο ήχος μια φυσαρμόνικας  και ο κόσμος γυρίζει ανάποδα,  και τότε στάζει ο ουρανός μυριάδες άστρα.

Βίκυ Βανίδη