Λίγο πριν, οι Μακεδόνες του είχαν κατεβάσει πια τα όπλα, δεν ήθελαν να πάνε παρακάτω, δεν ήθελαν άλλο ταξίδι, άλλη περιπέτεια. Ο Αλέξανδρος σαν Αχιλλέας και αυτός στη σκηνή του κλεισμένος, εντυπωσιακά μόνος, εγκαταλειμμένος από όλους, φωτίζεται εδώ από την απόλυτη γνώση, ακόμα και λεπτομερειών του μέλλοντος, ένα προ-χριστιανικό άγιο πνεύμα του δείχνει επίτηδες στον ουρανό την ιστορία μας όλη, για να καταλάβει κι αυτός, για να λυτρωθεί, για να ενηλικιωθεί, για να μπορέσει, επιτέλους, να γυρίσει πίσω.Κι εγώ η ίδια δεν το πιστεύω πως έγινα συνομιλητής και alter ego του ανθρώπου αυτού, τέτοιες ώρες, ώρες που ενηλικιωνόταν βίαια μέσα του, που μάθαινε τα πιο σκληρά πράγματα για τον κόσμο, το παιδί που του ανήκε ήδη ο κόσμος. Να, όμως, μια ώρα μεγάλη και για την Ελλάδα τότε, και, ακόμη περισσότερο ίσως, για την Ελλάδα τώρα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Γδύθηκα μπροστά τους σαν τη Φρύνη! Τους έδειξα, των αχάριστων, τις πληγές μου, όλα μου τα τραύματα. Δεν έχει μείνει όπλο πάνω στη Γη, τους είπα, που να μην με έχει χτυπήσει, από μπροστά, από μπροστά πάντα! Τους είπα πως εγώ και ο πατέρας μου, ο Φίλιππος, τους σηκώσαμε ψηλά το κεφάλι, εμείς του κάναμε ανθρώπους και ελεύθερους και ηγέτες του κόσμου! Και αυτοί μου ’παν: «Ασ’ τα αυτά τώρα! Από ’δω και κάτω να πας μόνος σου! Με τον μπαμπά σου, το Δία!». Γιατί είναι Έλληνες, οι πιο ένδοξοι πολεμιστές του κόσμου και χαμένα κορμιά ταυτόχρονα, άρχοντες και ρεμάλια, άγγελοι με φτερά και διάολοι μεταμορφωμένοι! Αυτό ο στρατός που πήρε την Ασία σαν αέρας, που είδαμε μαζί τα εφτά θαύματα του κόσμου, που τα κάναμε όλα δικά μας, χωρίς πολλά-πολλά, τώρα θέλουν να γυρίσουν σαν τα μωρά στις μάνες τους, δεν θέλουν άλλο, λένε!-Αν ηρεμήσετε λίγο; Αν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή;
-Από ποιαν αρχή; Αρχή είναι και τώρα, στην αρχή είμαι και πάλι!
-Αν πούμε, εδώ, στα βάθη της Ασίας για την Ελλάδα, θα βοηθήσει, δεν θα βοηθήσει;
-Για τι να πρωτοπούμε; Για ποιους; Για ποια Ελλάδα;
-Για την πριν από σας Ελλάδα. Για τους Αθηναίους.
-Εδώ, μαζί μου είναι και οι Αθηναίοι. Πάλι καλά, πάλι πρώτοι. Δεν ήταν ωραίο όταν τους είδα να πέφτουν στα πόδια μου. Πολύ στενάχωρο πράγμα. Όσο και μισητοί εχθροί να ’χουμε γίνει οι Έλληνες μεταξύ μας, όσο και να μας ενδιαφέρει πιο πολύ απ’ όλα ο μεταξύ μας πόλεμος, κανένας μας δεν θέλει ταπεινωμένο άλλον Έλληνα, όσο και να το ’χει προσπαθήσει πριν. Είμαστε ίδιοι τελείως, κι ας φυλάμε τις μεγάλες μας διαφορές ως κόρην οφθαλμού.