Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 37

"Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο;", της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ

Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο;, δοκίμιο, Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, Εκδόσεις Gutenberg 2016

“Ζούμε σ΄έναν αιώνα
όπου πρέπει
να επαναλαμβάνουμε
μερικές γνωστές αλήθειες,
σ΄έναν αιώνα υπεροπτικό
που πιστεύει ό,τι
είναι πάνω απ΄την
κακή μοίρας
της Ελλάδας και
της Ρώμης”
Σαρλ Μπωντλαίρ

Η περίπτωση της Ελένης Γλύκατζη – Αρβελέρ δεν έχει ανάγκη απ΄τα εγκώμια αυτού του σημειώματος. Το διεθνούς εμβέλειας έργο της, τόσο διδακτικό όσο και ερευνητικό ή διοικητικό, η γενική αποδοχή της μες σε μια ανδροκρατούμενη, γαλλική ακαδημαϊκή κοινότητα όπως εκείνη του πανεπιστημίου της Σορβόνης αθροίζουν πολλούς απ΄τους σταθμούς μιας λαμπρής, επαγγελματικής πορείας. Είναι γεγονός πως η κυρία Αρβελέρ με την παρουσία της αναδεικνύει ένα διαφορετικό, ελληνικό πνεύμα, εκπροσωπώντας με τον καλύτερο τρόπο στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι την σύγχρονη Ελλάδα. Οι κατά καιρούς τοποθετήσεις της, αυτοβιογραφικές  και άλλοτε μ΄αφορμή την ταραχώδη επικαιρότητα, φανερώνουν την πτυχή ενός βαθύτατα πολιτικού προσώπου. Σε μια εποχή διγλωσσίας και συμφραζομένων, η κυρία Γλύκατζη Αρβελέρ ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της χειμαζόμενης, ελληνικής κοινωνίας παίρνοντας πάντα θέση στα ζητήματα που αφορούν την πατρίδα της. Άλλοτε αρεστή και άλλοτε πάλι ευθεία και αφοπλιστική δείχνει το δρόμο για το ρόλο του εκπαιδευτικού και του επιστήμονα γενικότερα που διαθέτει συναίσθηση και αφοσιώνεται στο ιδανικό της προσφοράς. Τα νευραλγικά πόστα που διαδοχικά καταλαμβάνει μες στο ευρωπαϊκό, πανεπιστημιακό δίκτυο επιβεβαιώνουν την υψηλή στόφα του επιστήμονα αλλά και το είδος εκείνο του ηθικού κώδικα που οφείλει να συνοψίζει με την παρουσία του ο σύγχρονος άνθρωπος του πνεύματος. Η κυρία Αρβελέρ ενσαρκώνει την καλύτερη εκδοχή του homo intelectus, όπως περιγράφεται ο άνθρωπος του σήμερα. Μέλος της κοινωνίας της πληροφόρησης μ΄ έναν ανθρωπιστικό, ηθικό κώδικα ως οδηγό του και τ΄όραμα της παγκόσμιας συνύπαρξης. Με άλλα λόγια πρόσωπα όπως η συγγραφέας του Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο βεβαιώνουν τη διαλεκτική σχέση που η κάθε εποχή μπορεί και πρέπει να συντηρήσει με τη συντελεσμένη παράδοση, φιλοδοξώντας στην διευκρίνηση όλων εκείνων των ιστορικών παραμέτρων που κατοχυρώνουν την Ευρώπη και την Ελλάδα του νέου αιώνα.

Με τρόπο κατανοητό, βαθύτατα παιδευτικό, επιστρατεύοντας όλη τη δυνατή οικονομία ενός διαχρονικού, ελληνικού πνεύματος, η κυρία Αρβελέρ επαναφέρει στο προσκήνιο ένα καίριο ερώτημα συλλογικής ταυτότητας. Η μετέωρη, γεωγραφική θέση της Ελλάδας στη μεσογειακή λεκάνη, η καταγωγή του πνεύματός της που ανιχνεύεται στην Ιωνία συνηγορούν σε μια εύκολη απάντηση. Ωστόσο, η πρωτοτυπία με την οποία η γηραιά ήπειρος ανανέωσε τη δυναμική του ελληνικού πνεύματος, το βάθος της γραμματείας της που έθρεψε τις φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις της Αναγέννησης πιστοποιούν μια διαυγή αλληλεπίδραση ανάμεσα στην Ευρώπη και τ΄ακρότατα, ανατολικά της σύνορα. Η συγγραφέας συνοψίζει τα βασικά στοιχεία της πολιτιστικής καταγωγής του βυζαντινού ελληνισμού, ανιχνεύοντας στις κοιτίδες του τη συνέχεια μιας αυτοκρατορίας όπως η ρωμαϊκή.

Ωστόσο, θέλοντας να απαντήσει στο ερώτημα του τίτλου που τόσο έντονα τέθηκε στο προσκήνιο της ελληνικής κοινωνίας, θα τονίσει την αποφασιστική σημασία της γλώσσας αλλά και της πίστης. Η ανατολική, ορθόδοξη εκκλησία που θεμελιώνει το ύφος και τη δυναμική της κατά την περίοδο της ακμής του Βυζαντίου αλλά και η ελληνοφωνία που κατακλύζει τη δημόσια διοίκηση αλλά και τον κόσμο της διανόησης στοιχειοθετούν την ελληνικότητα του πολιτισμού. Με επίκεντρο της Κωνσταντινούπολη, -μια θεωρητική και οργανική συνέχεια του ρόλου που διαδραμάτισε κάποτε η Ρώμη και η Αθήνα-, η κυρία Αρβελέρ μοιάζει να δικαιώνει τον Πωλ Βαλερύ, όταν γράφει για μια Πόλι ονειρεμένη που ποτέ δεν θα αφορά την αρχιτεκτονική. Η ελληνική Πόλη, η Ρωμανία των τραγουδιών που διασώζει η άσβεστη προφορικότητα της παράδοσής μας, επίκεντρο μιας μεγάλης και καταστροφικής ιδέας,  ενσαρκώνει όλη την αίγλη και την πνευματικότητα του πολιτισμού της. Οι Έλληνες, στον φυσικό τους χώρο, όπως στάθηκε για πάντα αυτή η πλευρά του Αιγαίου, οραματιστές και οικουμενικοί την ίδια στιγμή, σφραγίζουν το τέλος της ελληνιστικής εποχής, διασώζοντας όμως την ίδια στιγμή όλα τα εξαίσια δείγματα ενός ανεπανάληπτου πολιτισμού. Οι Έλληνες βρίσκουν πια τον Θεό τους και η Κωνσταντινούπολη μεταμορφώνεται σε μια μυθική πόλη, σε ένα παράγωγο του ονείρου και σύμβολο μιας ιστορικής συνείδησης που διατρέχει τη σπονδυλική στήλη κάθε εποχής και κάθε γενιάς. Ίσως σ΄αυτήν τη συνείδηση που αδιάκοπα ιχνηλατεί η συγγραφέας καθώς θέτει έναν ουσιώδη προβληματισμό για τη διαμόρφωση της σύγχρονης ταυτότητας του ελληνισμού να εντοπίζεται και η βαθύτερη σχέση της σημερινής Ελλάδας με τον πολιτισμό που βαδίζοντας στα χνάρια του Αλέξανδρου αναζωπυρώνεται μες σε ένα οικείο περιβάλλον. Η Πόλη και όσα συμβολίζει σήμερα για τον παρελθόντα καιρό φέρουν μέσα τους έναν αέρα που δεν ανεπνέεται. Η σημασία τους περνά στη σφαίρα του θρύλου και των ψυχικών καταστάσεων.Μέσα της κοιμούνται ένας σωρός σπουδαίες ιδέες. Τίποτε το αληθινό και το χειροπιαστό δεν συνοδεύει αυτή τη μυστική σχέση του σύγχρονου ελληνισμού με την τελευταία ακμή του. Και όμως, μια τέτοια διαπίστωση είναι παντελώς αδιάφορη για ένα σύμπαν που κυμαίνεται από τη ζωή ως τις σελίδες της ιστορίας μεταφέροντας δίχως κανένα δισταγμό τις θεμελιώδεις αξίες της γλώσσας, της θρησκείας και του κοσμοπολιτισμού.

Η εμβληματική αυτή πόλη, θεμελιωμένη στο σύνορο Ανατολής και Δύσης καθίσταται πνευματικό και οικονομικό κέντρο για τους νεοέλληνες οι οποίοι αναγνωρίζουν στη σημασία της μια διάσταση μεταφυσική, συνώνυμη της ιστορικής συνείδησης αλλά και ενός εθνικού οράματος που ανατροφοδοτείται, χάνεται και κερδίζεται ως συνθετικό στοιχείο μιας συλλογικής ταυτότητας. Έτσι συλλογικό και πολυσυλλεκτικό είναι το Βυζάντιο της Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ που με άξονα το ρωμαϊκό δίκαιο και τη φυσική του σχέση με την Ευρώπη, αλλά και την καταλυτική επίδραση της ελληνογλωσσίας στέκει στο περιθώριο της σύγχρονης, ελληνικής ιστορίας διατηρώντας μυστικές τις ολοφάνερες αναγωγές με τη νεοελληνική πραγματικότητα.

Στα συμπεράσματά της η κυρία Αρβελέρ είναι σαφής. Είναι πιστεύω η βυζαντινή εμπειρία  αναμφίβολα η ιστορική συνέχεια, στον ίδιο χώρο της αρχαιοελληνικής και της ελληνιστικής.  Και συμπληρώνει, σίγουρα λοιπόν το Βυζάντιο αποτελεί σταθμό στην ιστορία του Ελληνισμού. Και αναμφισβήτητα οι Νεοέλληνες έχουν τη βασική καταβολή της ταυτότητάς τους στην Ρωμιοσύνη, δηλαδή στο Βυζάντιο. Οι αμέτρητες, προφορικές παραδόσεις, που επιζούν πιστοποιούν το διαχρονικό δεσμό του ελληνισμού με τη βυζαντινή της καταγωγή. Το Βυζάντιο αποτελεί έναν απ΄τους σταθμούς του ελληνισμού πριν την τελική οριοθέτησή του. Φυσική συνέχεια της Ρώμης, η Ελλάδα δανείζει και δανείζεται από την ευρωπαϊκή διανόηση, στηρίζοντας την πνευματικότητά της σε μια εσωτερικής, σχεδόν μυστικιστική σχέση με το παρελθόν της. Η ελληνική ταυτότητα συμπλέει με την ευρωπαϊκή, καθορίζεται και καθορίζει. Η βαθιά ελληνικότητα του Βυζαντίου, η αίγλη της πόλης πάνω απ΄τον Βόσπορο που χτίστηκε για τους αυτοκράτορες και για τις πτώσεις των ανθρώπων συνιστούν έναν αυτόφωτο μηχανισμό που ξεπερνά τα εγχώρια σύνορα. Την ώρα που η Αθήνα αποτελεί μια ταπεινή πολίχνη με βαθύ και ανεξερεύνητο ακόμη παρελθόν, η Πόλη του μύθου, του “συνανήκειν”, της πολυσυλλεκτικότητας, των συνόρων που καταργούνται εμπρός στην πνευματικότητα του  πολιτισμού της παίρνει τα σκήπτρα προσδίδοντας μια άλλη κατεύθυνση στην ιδέα της  ταυτότητας. Το ομόγλωσσον, το ομόθρησκό και το ομόαιμο της ελληνικότητας συναντά το ομόηθες όπως συλλαμβάνεται στο αρχαιοελληνικό πνεύμα σε μια σπάνια συνύπαρξη  πίστης και  πολιτισμού.

Η κυρία Αρβελέρ δεν προβάλλει καμιά αμφιβολία. Αυτό το Βυζάντιο που κάθε τόσο γίνεται μόδα στις αίθουσες του πολιτισμού και τα μητροπολιτικά μουσεία, αυτός ο πολιτισμός που ανασαίνει ακόμη κάπου βαθιά στην αγία, ελληνική ενδοχώρα μεταβάλλεται κάποτε σε σταυροδρόμι του νεοελληνικού πολιτισμού. Μετά το τέλος της σκλαβιάς ο εντόπιος πολιτισμός συναντά ξανά τα σπέρματα της δικής του καταλυτικής παρουσίας. Κάπως έτσι, το Βυζάντιο καταλήγει η συγγραφέας παραμένει αδιαφιλονίκητα ελληνικό, ενώ την ίδια ακριβώς στιγμή, μες στον μεσσαίωνα της ευρωπαϊκής ανατολής στέκει σημείο αναφοράς για μια ολόκληρη ήπειρο που φλέγεται από την επανάσταση των ιδεών και των τεχνικών μέσων.

Βιβλία όπως αυτό των εκδόσεων Gutenberg συνιστούν ένα πολύτιμο, εκπαιδευτικό υλικό. Οι προοπτικές που ανοίγουν παρόμοια συγγράμματα αλλά και η καθαρότητα των απόψεων που εκφράζουν αναδεικνύονται σε πολύτιμους αρωγούς στην πνευματική καθοδήγηση ενός ολόκληρου λαού. Η κυρία Αρβελέρ σε μια κρίσιμη εποχή για τον ελληνισμό και τη συνέχειά του προσφέρει ένα έργο ουσίας, επαναπροσδιορίζοντας τις πνευματικές σταθερές. Επιστρέφει στις παλιές κοιτίδες για ν΄ατενίσει το μέλλον του έθνους. Γλώσσα, πίστη, ήθος, μέτρο. Σε τούτα τα επιγράμματα θ΄ακουμπήσει το βλέμμα της η συγγραφέας. Παραφράζοντας τους στίχους του ποιητή Χατζηγάκη που ανασύρει στο βιβλίο της η κυρία Αρβελέρ, θα λέγαμε πως το Βυζάντιο έβγαλε ξανά, την Ελλάδα από την Ελλάδα, σε μια αδαπάνητη κοινωνία του μεγαλείου του ελληνικού πνεύματος και των ανθρωποκεντρικών του ιδεών.

Απόστολος Θηβαίος