Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 41

Γ.Ν. Περαντωνάκης: "Βλέπω αισιόδοξα το μέλλον της κριτικής"

Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη

 

Συνομιλήσαμε με τον κριτικό λογοτεχνίας και συγγραφέα Γ.Ν. Περαντωνάκη για την εκδοτική και λογοτεχνική πραγματικότητα στη χώρα μας.

 

K. Περαντωνάκη, σας καλωσορίζω στο Βακχικόν και ξεκινώ αμέσως να ρωτήσω πώς βλέπετε τη σύγχρονη λογοτεχνική μας πραγματικότητα. Κάποια σχόλια, παρατηρήσεις, προβληματισμοί, ενδεχομένως!
Από το 1974 και κυρίως από το 1989 ώς σήμερα η ελληνική λογοτεχνία δείχνει πόσο φυγόκεντρη είναι, πόσο εκτείνεται προς διάφορες κατευθύνσεις, πόσο συνδυάζει την παράδοση και τον έξωθεν εκσυγχρονισμό. Συνοψίζω πρόχειρα μερικά συμπεράσματα:
α. η γλώσσα αποτελεί πάντα μόνιμη έγνοια των συγγραφέων μας, γόνιμη έγνοια που πλάθει ύφη, φωνές, οπτικές, δημιουργεί επίπεδα μέσα στο ίδιο το έργο, κατασκευάζει πολυφωνικές οικοδομές. Αλλά μερικές φορές αποπροσανατολίζει, κρατώντας όλη την προσοχή στον λόγο και όχι στην πλοκή, στο βάθος, στον λαβύρινθο της μυθοπλασίας.
β. τρία είδη καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό της παραγωγής. Το ιστορικό μυθιστόρημα με όλες του τις μορφές του (οικογενειακή σάγκα, κλασική ιστορική αφήγηση, μοντέρνα μυθοπλασία, ιστοριογραφική μεταμυθοπλασία κ.λπ.) επιχειρεί να αποδώσει το εθνικό στίγμα μας σε μια διαρκή προσπάθεια αυτογνωσίας. Το αστυνομικό αφήγημα κερδίζει συνεχώς την εκτίμηση των ειδικών και του κοινού, ειδικά όταν πετυχαίνει άρτιες πλοκές και σχολιάζει άμεσα ή έμμεσα την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Και τέλος η λογοτεχνία του φανταστικού αποπειράται να αποδώσει την πραγματικότητα με πλάγιο τρόπο, με αλληγορίες και φανταστικούς κόσμους, με ρωγμές στον ρεαλισμό και με μεταφυσικά ή τεχνολογικά σενάρια.
γ. η πολυστρωματικότητα της ελληνικής πεζογραφίας φαίνεται στο γεγονός ότι αυτή περιλαμβάνει τόσο ρεαλιστικά κείμενα με κλασικότροπη αληθοφανή γραφή, όσο και μοντέρνα πειραματικά έργα εσωστρέφειας και ανάλυσης του εγώ, αλλά και μεταμοντέρνες αυτοαναφορικές κατασκευές.
δ. θεματικά μιλάνε πολλοί για την πολιτική λογοτεχνία που διαδραματίζει τελευταία καίριο ρόλο, όσο κι αν το άλλο μισό του φεγγαριού δείχνει ιδιώτευση και αυτοβιογραφικές καταγραφές. Το κοινωνικό δηλαδή εναλλάσσεται με το ατομικό. Από εκεί και πέρα, ο ρατσισμός κι ο εθνικισμός δείχνει τα δόντια του, καθώς ο Άλλος, ο Εβραίος, ο διαφορετικός συχνά περιθωριοποιούνται ή υφίστανται βία. Από την πολιτική όμως περνάμε και στην πολιτισμική θέαση, με ζητήματα ταυτότητας και φύλου, με τον θεσμό της οικογένειας να αποκαθηλώνεται, με το φαγητό να είναι δείκτης κουλτούρας, με τον ρόλο των ΜΜΕ να απογυμνώνεται, με την αναζήτηση της θέσης μας μέσα στην παγκοσμιοποίηση, με τη βιοηθική να τίθεται στο τραπέζι κ.ά. Άλλοτε δειλά κι άλλοτε γενναία η λογοτεχνία θίγει φλέγοντα ζητήματα και δοκιμάζει τις αντοχές της σ’ αυτά.
ε. η ποίηση διατηρεί πάντα την υψηλή της περιεκτικότητα και τροφοδοτείται από την παράδοση και τη γλωσσική μας περιουσία. Έτσι, μπορεί να ελίσσεται, να χαμαιλεοντίζει, να προσαρμόζεται στο σήμερα χωρίς να χάνει το διαχρονικό της φορτίο.
ς. το διήγημα, το υποτιμημένο διήγημα, είναι κατά μέσο όρο ίσως σε υψηλότερη στάθμη από το μυθιστόρημα, γιατί ο έλληνας πεζογράφος μπορεί να αποτυπώσει το μεγάλο μέσα σε λίγη έκταση, να χρησιμοποιήσει τον ρου της γλώσσας, να φωτογραφίσει το αποκορύφωμα, να συμπυκνώσει και να απαθανατίσει το σπουδαίο σε λίγες λέξεις. Το πρόβλημά του είναι η μεγάλη πολυφωνική σύνθεση. Επίσης, τελευταία εγκαθιδρύεται στη συνείδηση των αναγνωστών και η νουβέλα, η οποία καταφέρνει να συνδυάσει τη μεγάλη με τη μικρή φόρμα και να διατηρήσει μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο καίριο και το πολυσύνθετο.

 

Στο βιβλίο σας με τίτλο «Η μεταπολιτευτική κριτική στον καθρέφτη» γράφετε σχετικά με τους Κριτικούς και την Κριτική, τον ρόλο και τα όριά της. Και για άλλα συναφή. Θα μας μιλήσετε, παρακαλώ, για το βιβλίο αυτό;
Πρόκειται για ένα βιβλίο που δεν επιχειρεί μια Ιστορία της μεταπολιτευτικής κριτικής, αλλά πραγματεύεται τις ιδέες και τον τρόπο θέασης της κριτικής από τους ίδιους τους κριτικούς. Έτσι διερεύνησα πώς βλέπουν οι βιβλιοκριτικοί τον ρόλο της «τέχνης» τους, τη σχέση της με τη θεωρία της λογοτεχνίας, τον εμπειρισμό, τη δυνατότητα αντικειμενικότητας, τα κριτήρια που (πρέπει να) χρησιμοποιούνται, την ενδεχόμενη πολιτική ματιά, την περιγραφική και αξιολογική της δύναμη…

 

Eχετε ο ίδιος διαβάσει και σχολιάσει τα όσα γράφτηκαν για το βιβλίο;
Διάβασα ό,τι γράφτηκε γι’ αυτό, και τα θετικά και τα αρνητικά. Είδα πράγματα που δεν είχα δει, όταν έγραφα το βιβλίο, κι έτσι βρήκα αφορμή να συζητήσω με τον εαυτό μου, ώστε να προχωρήσω τις επόμενες σκέψεις μου και τα επόμενα κείμενά μου λίγο περισσότερο. Φυσικά, σύμφωνα με την πεποίθησή μου ότι ο συγγραφέας δεν πρέπει να προβαίνει σε ανταπαντήσεις, δεν σχολίασα τίποτα απ’ όσα γράφτηκαν.

 

Ποιο το μέλλον, πιστεύετε, της ελληνικής λογοτεχνίας, αλλά και ποιο το μέλλον της Κριτικής;
Θέλω να τη βλέπω αισιόδοξα. Πιστεύω στις νέες γενιές που διαθέτουν υψηλή (πανεπιστημιακή) παιδεία και έχουν συχνές επαφές με το εξωτερικό (διαβάζουν ξενόγλωσση λογοτεχνία, ταξιδεύουν, μένουν σε ξένες χώρες, συναντιούνται με νέες ιδέες). Βλέπω στην πράξη ότι υπάρχουν προοπτικές, καθώς νέοι συγγραφείς κατεβαίνουν στη λογοτεχνική κονίστρα με φρέσκιες ιδέες, με ευρεία γκάμα τρόπων και τεχνικών, με ειδικεύσεις που ανανεώνουν τη λογοτεχνική ματιά, μερικοί και με δουλεμένο ύφος. Όσον αφορά στην κριτική, δεν βλέπω μεγάλες αλλαγές, αφού δεν έχουν όσοι ασχολούνται με αυτή γερό υπόβαθρο. Δεν γνωρίζουν θεωρία, βλέπουν μόνο το συγκεκριμένο βιβλίο και δεν μπορούν να δουν σφαιρικότερα τη λογοτεχνία, τόσο στις μεταξύ των κειμένων σχέσεις όσο και στη διασταύρωσή της με τους άλλους λόγους της κοινωνίας.

 

Πιστεύετε στα Λογοτεχνικά Βραβεία; Είναι αναγκαία;
Τα Λογοτεχνικά Βραβεία είναι αναγκαία, όχι επειδή, όπως ίσως πιστεύει ο πολύς κόσμος, καταξιώνουν ένα βιβλίο και εκτοξεύουν τις πωλήσεις του. Αντίθετα είναι αναγκαία αφενός επειδή βραχυπρόθεσμα δημιουργούν μια βάση συζήτησης και πολιτισμικής ζύμωσης για την τρέχουσα παραγωγή κι αφετέρου επειδή δουλεύουν για τον μελλοντικό Ιστορικό της Λογοτεχνίας.

 

Λογοτεχνία και Διαδίκτυο.
Το διαδίκτυο είναι ένας δεύτερος παράλληλος κόσμος, που έχει εδραιωθεί στη ζωή μας. Οι πολλές του δυνατότητες δουλεύουν και μέσα στη λογοτεχνία προς ποικίλες κατευθύνσεις: από τις αφορμές που δίνει στον δημιουργό για προβληματισμό, για έρευνα και για προβολή του έργου του μέχρι τις ευκαιρίες που βρίσκει ο αναγνώστης να ενημερωθεί, να συζητήσει, να προβάλει τις δικές του αναγνωστικές απόψεις και να γίνει ο φωνήεις αποδέκτης που αλληλεπιδρά με το έργο, τον συγγραφέα και τους άλλους αναγνώστες. Η ψηφιακή πόλη έχει σπίτια και δρόμους, έχει ηλεκτρονικά περιοδικά, σελίδες συγγραφέων, ιστολόγια αναγνωστών, κοινωνικά δίκτυα με έντονη βιβλιοφιλική δράση, έχει σελίδες εκδοτικών οίκων και βιβλιοπωλείων, στέκια με φιλαναγνωστικούς διαλόγους, διαθέτει ένα ευρύ πλέγμα προβολής καλών -και κακών- βιβλίων…

 

Διαβάζετε ποίηση, θέατρο;
Διαβάζω ποίηση (λιγότερο βέβαια από πεζογραφία). Στην κυριαρχία της πεζογραφίας, η ποίηση αποτελεί την αναπνοή της ψυχής, που δεν μπαίνει σε καλούπια και μπορεί να ανατρέψει τις καθημερινές βεβαιότητες.

 

Tι θα λέγατε σε έναν νέο λογοτέχνη που πάει να κάνει τα πρώτα του βήματα;
Καταρχάς, να έχει φιλοδοξίες. Όχι να γίνει μεγάλος συγγραφέας, αλλά να γράψει σπουδαία κείμενα. Να μην επαναπαύεται σε αυτοβιογραφικά αναμασήματα και να μην πιστεύει ότι η ζωή του ενδιαφέρει τους άλλους. Να στηριχτεί στην όποια ιδέα του και να φροντίσει να την μετουσιώσει σε αισθητική, σε ιδεολογία, σε γλώσσα. Επιπλέον, να διαβάζει πολύ• να μην μένει στα τηλεοπτικά και διαδικτυακά πρότυπα, αλλά να εντρυφήσει στη λογοτεχνία, την ξένη που θα του δείξει τρόπους σκέψης και οργάνωσης, αλλά και στην ελληνική που θα τον βαφτίσει στο παλίμψηστο της γλώσσας και της παράδοσης. Κι αφού έχει διαβάσει, να θέσει στόχους, μεγαλεπήβολους, και να προσπαθήσει να τους πετύχει. Να μην μείνει σε μια μετριότητα, ούτε να βαυκαλίζεται με ό,τι του λένε οι «φίλοι» του, σε μια περιήγηση δημόσιων σχέσεων. Να μη βολεύεται με τον έπαινο, αλλά να επιζητά την ουσία. Να ακονίζεται πάνω στην κριτική που θα δεχτεί και να βλέπει συνεχώς, με ανοιχτόμυαλο τρόπο, την αλήθεια των άλλων.

 

Tι θα λέγατε σε έναν «νέο» κριτικό λογοτεχνίας;
Θα είμαι φειδωλός. Θα του έλεγα να διαβάζει πολύ, φυσικά λογοτεχνία (κλασική και σύγχρονη), ώστε να μπορεί να εντάξει στο μυαλό του ό,τι καινούργιο αναλύει, και θεωρία λογοτεχνίας, γιατί πλέον το επιστημολογικό παράδειγμα έχει αλλάξει και τίποτα δεν μπορεί να στηρίζεται σε έναν υποκειμενικό εμπειρισμό, όπως μέχρι πρόσφατα.

 

Eχετε ως πρότυπό σας κάποιο διανοητή, φιλόσοφο; Και γενικά πιστεύετε στον ρόλο των προτύπων;
Η λέξη «πρότυπο» στην εποχή μας έχει χάσει τη δεσμευτική της δύναμη, επειδή πλέον δεν πιστεύουμε στις αυθεντίες. Ωστόσο όλοι επηρεαστήκαμε από κάποιους πρωτοπόρους του πνεύματος, που άλλαξαν την πορεία της επιστήμης ή της τέχνης. Μπορώ να δηλώσω πόσο θαυμάζω τον Μιχαήλ Μπαχτίν, φιλόσοφο και θεωρητικό της λογοτεχνίας, που είδε το μυθιστόρημα με νέο βλέμμα, που μίλησε για το βάθος του, την πολυφωνία του, τη διαλογική του δύναμη, την ώσμωση σοβαρού και αστείου.

 

Παρακολουθείτε τα πολιτικά πράγματα; Πιστεύετε ότι η όποια κρίση στην πολιτική έχει όντως αντίκτυπο στη λογοτεχνία;
Ναι, παρακολουθώ την πολιτική. Σίγουρα η οικονομική, πολιτική και πολιτισμική κρίση έχει επηρεάσει αρνητικά την ποσότητα της βιβλιοπαραγωγής. Αλλά συνήθως λένε ότι μια μεγάλη κρίση δίνει ερεθίσματα για ποιοτικότερη λογοτεχνία. Μέχρι τώρα δεν το έχω δει σε έκταση. Όσα έργα γράφτηκαν για την ίδια την κρίση ή με αφορμή αυτήν ήταν κατώτερα του προσδοκωμένου, φυσικά πλην εξαιρέσεων. Η επάνοδος βέβαια της πολιτικής λογοτεχνίας, ήδη πριν από την κρίση, ξαναθέτει ερωτήματα και δίνει τη δική της οπτική, έξω από τη λογική των Μ.Μ.Ε. και του ξύλινου πολιτικού λόγου.

 

Από λογοτεχνικά περιοδικά... παρακολουθείτε και ξεχωρίζετε ίσως κάποιο ή κάποια;
Δεν θέλω να μιλήσω συγκεκριμένα για το σήμερα, επειδή είμαι συνεργάτης σε ένα ηλεκτρονικό περιοδικό και συμμετέχω στην κριτική επιτροπή ενός άλλου, που απονέμει λογοτεχνικά βραβεία. Μετά το κλείσιμο του ιστορικού περιοδικού «Διαβάζω», που άνδρωσε αναγνωστικές γενιές, και άλλων ανάλογων εντύπων, ευτυχώς εξακολουθούν να υπάρχουν καλές περιοδικές εκδόσεις, που υπηρετούν την πεζογραφία και την ποίηση. Το βάρος όμως έχει ήδη μεταφερθεί στο διαδίκτυο με πολλά ηλεκτρονικά περιοδικά να κερδίζουν συνεχώς έδαφος: αυτά διευρύνουν συνεχώς τις δυνατότητές τους να καλύψουν πολλά θέματα και να διεισδύσουν στο ευρύ κοινό, το οποίο είναι πλέον διαδικτυωμένο και μπορεί να παρακολουθεί ακαριαία ό,τι δημοσιεύεται.

 

Aν σας έλεγα να μου αναφέρετε μόνο τρεις συγγραφείς που σας άλλαξαν το βλέμμα για τον κόσμο, ποιοι θα ήταν αυτοί;
Μόνο τρεις; Ας είναι. Θα δώσω μεγαλύτερη σημασία στην ελληνική λογοτεχνία: Κωνσταντίνος Καβάφης, Άρης Αλεξάνδρου και Percival Everett. Ο πρώτος με την σοβαρή του ειρωνεία και τα πολυεπίπεδα ποιήματά του, ο δεύτερος με τον πολιτικό αυτοαναιρετικό του λόγο κι ο τρίτος με τη βαθιά ανθρωπιστική του ματιά και την ανανεωτική του γραφή.

 

Διαβάζετε κάτι τώρα;
Διαβάζω συνεχώς τόσο από ενδιαφέρον όσο κι από κριτική ανάγκη. Διαβάζω από τον φόβο του κενού. Θα ήταν άδικο, λοιπόν, να μιλήσω για συγκεκριμένα βιβλία, που τυχαίνει αυτή τη στιγμή να είναι στο γραφείο μου. Προσπαθώ –όσο είναι δυνατόν- αφενός να καλύπτω μεγάλο μέρος της ελληνικής πεζογραφίας και των φιλολογικών μελετών που γράφονται γι’ αυτήν, κι αφετέρου να επεκτείνομαι στην ξένη πεζογραφία ή ποίηση, κατά βούληση.

 

Eκδοτικά δικά σας σχέδια.
Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί η «Βιβλιογραφία για τον Νίκο Καζαντζάκη» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), που εκπόνησα με την διδάκτορα Νεοελληνικής Φιλολογίας Παναγιώτα Μ. Χατζηγεωργίου. Είναι ένα μεγάλο έργο, καρπός είκοσι δύο χρόνων, όπου συγκεντρώσαμε 6350 λήμματα για τον Ν. Καζαντζάκη. Εκεί τόσο ο ερευνητής όσο και ο φιλαναγνώστης θα βρει τι έχει γραφτεί από το 1906 έως και το 2012 για τον κρητικό συγγραφέα και θα «διαβάσει» την εξέλιξή του, τους επαίνους και τις επικρίσεις που δέχτηκε, τα βιβλία και τις απόψεις του, τις ταινίες που γέννησαν νέες αντιδράσεις…

 

Tι ονειρεύεστε, τι ελπίζετε;
Επιδιώκω μια φιλήσυχη ζωή, που να περιλαμβάνει τους ανθρώπους γύρω μου, τους μαθητές μου, τα βιβλία μου. Ελπίζω στις μικρές χαρές, στα σταδιακά βήματα, όχι στις έντονες αναταράξεις. Προσδοκώ καλές αναγνώσεις. Μακροπρόθεσμα, θέλω να γράψω μια μέρα ένα βιβλίο που να συμπεριλαμβάνει τις τάσεις της σύγχρονης πεζογραφίας και να αποτυπώνει τις φυγόκεντρες προοπτικές της.