Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 41

Η βιτρίνα, του Τάσου Ψάρρη

Η βιτρίνα, μυθιστόρημα, Τάσος Ψάρρης, εκδόσεις Σμίλη 2017

 

Το μυθιστόρημα Η βιτρίνα έρχεται να συμπληρώσει ολόκληρο το μέχρι τώρα έργο του Τάσου Ψάρρη, ως ένα ακόμη ψυχωφελές ανάγνωσμα, όχι μόνο χάρη στον πλούτο των πραγματολογικών και γλωσσικών του στοιχείων, αλλά και με βάση τους εποικοδομητικούς προβληματισμούς που θέτει και την πρόκληση σε διάλογο.

Ας ακούσουμε τι καταθέτει ο συγγραφέας για το παιδικό μυαλό μέσα από τη λογοτεχνία στη σελίδα 73 του βιβλίου:
Το παιδικό μυαλό έχει τη συνήθεια να απλοποιεί τα ηχητικά ερεθίσματα που δέχεται ανάλογα με το βαθμό στον οποίο το διασκεδάζουν, και στον Λουκά όλες οι ερωτήσεις φαίνονταν ίδιες.

Έχοντας δει πώς ο ίδιος αντιμετωπίζει τα παιδιά, θα έλεγα με βεβαιότητα ότι αυτό από μόνο του αποτελεί ένα δυνατό μήνυμα. Είναι σαν να μας παροτρύνει να χτίζουμε εικόνες στο μυαλό των παιδιών γιατί αυτό αποτελεί εφόδιο για το μέλλον τους. Ο ίδιος έχει παρακαταθήκη πολύχρωμες αναμνήσεις από τη γεωγραφία της αγάπης των παιδικών του χρόνων, που μπορούν και ομορφαίνουν τις όποιες γκρίζες μέρες.

Ξεφυλλίζοντας ο αναγνώστης τις επόμενες σελίδες θα αισθανθεί την ανάγκη να σταματήσει πολλές φορές σε δυνατές περιγραφές με πλούσιες εικόνες, δοσμένες με έναν πρωτότυπο τρόπο. Το μυθιστόρημα Η Βιτρίνα ανήκει στη μοντέρνα λογοτεχνία και ο συγγραφέας μάς θυμίζει με αξιοθαύμαστο τρόπο πως η δύναμη και η αισθητική του γραπτού λόγου είναι χωρίς αμφιβολία η τέχνη του χρόνου, αφού βασίζεται στον λόγο που εξελίσσεται χρονικά. Η μοντέρνα σκέψη και η πρακτική της εφαρμογή γίνεται εμφανής και γοητευτική σε όλη την έκταση του κειμένου. Ο Τάσος Ψάρρης αισθάνεται έτσι όπως νιώθουν οι ελεύθεροι άνθρωποι, γι’ αυτό και όταν χρειάζεται να περιγράψει την εξωτερική πραγματικότητα, την περιγράφει όπως τη νιώθει υποκειμενικά ή όπως ανακλάται βιωματικά στον δικό του ψυχισμό. Μια μετέωρη αίσθηση που δεν εκβιάζει συμπεράσματα και απαντήσεις, έρχεται να ενισχύσει τη ρευστότητα και την ευελιξία της ροής του λόγου, καθιστώντας αναγκαίο τον προβληματισμό.

Στην σελίδα 90 του βιβλίου διατυπώνονται μερικοί μόνον προβληματισμοί. Διαβάζουμε:

Η Θωμαή, η νεαρή και άμυαλη Θωμαή, το ανθρώπινο κούτσουρο με τις φακίδες και τις κοτσίδες, το εξημερωμένο αγριοκάτσικο, μπορεί και να μην είχε άδικο. Μπορεί τελικά αυτό που μοιάζει με χρονική επιτάχυνση να μην είναι κατά βάθος τίποτε άλλο πέρα από την ασυνείδητη προσπάθεια του ανθρώπου να παρέμβει στη φυσική ροή των πραγμάτων, επισπεύδοντας στην ουσία τη ζωή του. Μπορεί αυτή η αίσθηση ταχύτητας που πλανάται σαν δυσοσμία γύρω από κάθε εποχή να είναι απλά μια ψευδαίσθηση, μια πλάνη που αποκτά βαθιές ρίζες και γίνεται πραγματικότητα με τη συνδρομή της απελπισίας.

Ας προσπαθήσουμε να δούμε τι γίνεται από τη στιγμή που ο συγγραφέας πιάνει αμήχανος το πληκτρολόγιο, ή το μολύβι του, σταματά πάνω απ' τη λευκή άδεια σελίδα, ή την οθόνη του υπολογιστή. Τη στιγμή εκείνη που περιπλανάται η ματιά του και αναζητά την έμπνευση, την ιδέα, τις λέξεις. Αναρωτιέται κανείς πόσο πέρα, πόσο μακριά κοιτάζει ένας συγγραφέας και τι είναι εκείνο που αναζητά; Μάλλον μέσα του κοιτάζει θαρραλέα τις περισσότερες φορές κι αναζητά κάτι και από τον εαυτό του.

Και ο Τάσος Ψάρρης μέσα του ψάχνει τις πολλές φορές, αφήνοντας όμως με ρεαλισμό τα ερεθίσματα που φτάνουν στην ψυχή του, να κατασταλάζουν και να ωριμάζουν στοχαστικά με τον χρόνο. Αυτό τού επιτρέπει έναν επαναπροσδιορισμό της ζωής σε κάθε πλαίσιο, με ακρίβεια και ορθότητα.

Τι έχει οδηγήσει λοιπόν τη σκέψη του συγγραφέα ώστε να ταξιδέψει και να αποτυπωθεί στο χαρτί; Έχοντας διαβάσει και το ποιητικό του έργο, θα τολμούσα να εκφράσω την άποψη πως κάποιες φορές μπορεί να γράφει και μέσα από την πολυτέλεια μιας επιλεκτικής μοναξιάς. Για παράδειγμα, σε ένα ποίημά του διαβάζουμε:

Το ξέρω τώρα δεν υπάρχει τίποτα άλλο
που να μπορεί να πολεμήσει ό,τι με πνίγει.
Κοίτα ωραία η μοναξιά που με τυλίγει!
Κοίτα στα χέρια της η θλίψη πώς με κλείνει!

Ίσως όμως γράφει για να κατανοήσει, να συμφιλιωθεί ή για να σταματήσει τον χρόνο και τα έργα του ή ακόμη και για να υπερβεί τον εαυτό του, μπορεί όμως και για να λυτρωθεί ο ίδιος. Στο προηγούμενο μυθιστόρημά του με τίτλο: Το αγαπημένο της μαύρο γράφει:

Διάολε, η προηγούμενη ζωή της ήταν εκεί, εντάξει, αλλοιωμένη και κουτσουρεμένη, δεν έπαυε όμως να παραμένει μια πολύτιμη, μια θεμελιωμένη ζωή, με τις χαρές και τις λύπες της, με τις ευλογίες και τις αναποδιές της. Μια ζωή ποτέ δεν χάνει την αξία της, ακόμα κι όταν έχει υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά.

Από την τελευταία αυτή φράση είναι σχεδόν βέβαιο πως ο συγγραφέας πιστεύει στη ζωή και στην αξία της και αισιοδοξεί. Πολύ ελπιδοφόρο για την κοινωνία μας, να αισιοδοξούν περισσότερο οι νέοι άνθρωποι.

Εν τέλει, για όποιον λόγο και αν έχει οδηγηθεί να καταθέσει τη σκέψη του, η γραφή του είναι οπωσδήποτε αποτέλεσμα επίπονης, μεθοδικής και σχολαστικής εργασίας.

Ο συγγραφέας την ώρα της δημιουργίας του, ψάχνει ένα άνοιγμα, έναν ορίζοντα πιο οικείο έτσι καθώς βγαίνει από μέσα του και τείνει να επικοινωνήσει με την αλήθεια και τον κόσμο γύρω του.

Ο Τάσος Ψάρρης σε συνέντευξή του παλαιότερα δηλώνει πως: «η λογοτεχνία είναι μια μεγάλη αλήθεια που απαρτίζεται από πολλές μικρές αλήθειες, χιλιάδες, όσα και τα λογοτεχνικά έργα» και «το βάθος, το εύρος και τα χαρακτηριστικά της κάθε αλήθειας εξαρτώνται από την προσωπικότητα του συγγραφέα, από την κουλτούρα και τις συνθήκες στις οποίες ζει και εργάζεται».

Η προσωπικότητα του Τάσου Ψάρρη, η συγγραφική του κουλτούρα και η σχέση του απέναντι στη ζωή συνηγορούν διασφαλίζοντάς του τις ιδανικότερες συνθήκες για το έργο του. Παραπέμπω σε ένα άλλο ποίημα:

Μεθάμε με ξεχωριστό κρασί – κι όμως
είναι ατέλειωτες οι στιγμές που είμαστε μαζί
και που λιώνουμε κάτω από το φως του
ακοίμητου ουρανού.
Τα αστέρια που ξεχάστηκαν από πάνω μας
είναι τα τεκμήρια μιας ασάλευτης μνήμης,
στίγματα του νου που μείνανε αναμμένα
γιατί δεν τόλμησε κανείς να τα σκουπίσει.

Ο Τάσος Ψάρρης έχει αυτογνωσία και ξέρει καλά τα όριά του. Είναι οργανωτικός και αυστηρός με τον εαυτό του, τελειομανής. Ανήκει σε αυτούς που δεν επαναπαύονται αλλά αντίθετα εξελίσσονται όλο και περισσότερο. Πιστεύει στη δύναμη της γνώσης, την αναγκαιότητα του ορθού ρεαλιστικού λόγου και τη μοναδική αξία των καλών κειμένων. Ξέρει ακόμη πως το βιβλίο είναι ένας ολόκληρος κόσμος.

Αναμφισβήτητα, ως συγγραφέας είναι εξαιρετικά προικισμένος και ευαίσθητος. Στη σελίδα 27 του βιβλίου γράφει: Οι άνθρωποι κλαίνε τόσο πολύ όταν γεννιούνται που τα αποθέματα δακρύων δεν φτάνουν για να καλύψουν τις μετέπειτα ανάγκες τους.

Όσοι κλαίνε αυθόρμητα, συνήθως είναι προσωπικότητες απείρως πιο ισχυρές από τους υπόλοιπους που προτιμούν να κάνουν την καρδιά τους πέτρα. Ο Τάσος Ψάρρης συναισθάνεται και συμπάσχει αυθόρμητα. Δεν είναι ένδειξη αδυναμίας. Η ένταση της αγωνίας ή και της λύπης στα μάτια του συγγραφέα για τον οποίο μιλάμε αποτελεί έκφραση μιας ισχυρής προσωπικότητας, που ξέρει να αντιδρά σωστά στις αντιξοότητες και να τις μετασχηματίζει σε κάτι πραγματικά καλό.
Στη σελίδα 80 του μυθιστορήματος ο Τάσος Ψάρρης αναφέρει: Οι υπόλοιποι μαθητές έσκαγαν στα γέλια όποτε συνέβαινε αυτό, αλλά ο δάσκαλος ήξερε ότι δεν ήταν αστείο, όχι, δεν μπορεί να είναι αστείο κάτι που θέτει σε αμφισβήτηση τις πανάρχαιες δομές της ύπαρξης. Και στη σελίδα 95: Γιατί ήταν κακός άνθρωπος. Κάποιος που προσπαθεί να βλάψει ένα παιδί δεν μπορεί να είναι καλός.

Από αυτή την κατάθεση του και μόνο μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε πώς ο Τάσος Ψάρρης αντιλαμβάνεται την κακία και πώς την καλοσύνη. Εστιάζει με λεπτομέρειες στην συμπεριφορά απέναντι στα παιδιά και στο μέλλον κατά κάποιον τρόπο, αφού τα παιδιά είναι αυτά που το εκπροσωπούν και θα το κατοικήσουν. Ο ίδιος υποστηρίζει πως αυτή η συμπεριφορά μας εδραιώνει ή μη τις ίδιες τις δομές της ύπαρξης.

Ο καθένας από εμάς είναι υπεύθυνος για την δική του πραγματικότητα και κατά συνέπεια και για την πραγματικότητα του άλλου, αυτό νομίζω είναι το μήνυμα που μας μεταφέρει σε αυτές τις γραμμές θυμίζοντάς μας τα λόγια του Κομφούκιου: «Αυτός που είναι πραγματικά καλός, δεν είναι ποτέ δυστυχής».

Στον ποιητικό του λόγο, στο Εγχειρίδιο ναυαγού, με αντίστοιχες αναφορές, καταθέτει:

Εντάξει ο κόσμος δεν θ’ αλλάξει
Όμως εμείς τι κάνουμε;
Και:
Έλα, ας δούμε τη σκιά που ρίχνουμε
ας τραβήξουμε γραμμές στο μονοπάτι
είναι πυκνή η ομίχλη
και το σκοτάδι ακόμα χειρότερο.

Η άψογη χρήση της γλώσσας και του σύγχρονου λογοτεχνικού ύφους του Τάσου Ψάρρη είναι βέβαιο πως αποζημιώνει τον αναγνώστη.

Έχει ειπωθεί πως τρεις είναι οι δυσκολίες της λογοτεχνικής καριέρας: να γράφεις ένα βιβλίο που ν' αξίζει να το τυπώνεις, να βρεις έναν έντιμο εκδότη και μετά σκεπτόμενους αναγνώστες να το διαβάσουν. Κάτι μού λέει πως στην περίπτωση του βιβλίου Η βιτρίνα και οι τρεις αυτές παράμετροι έχουν διασφαλιστεί και συνηγορούν στο ταξίδι του, προκαλώντας τον ίδιο τον Τάσο Ψάρρη με νέα συγγραφικά ερεθίσματα.

Περισσότερο παρά ποτέ εύχομαι οι ευαίσθητοι δέκτες του μυθιστορήματος τούτου να εντοπίσουν θέματα που μπορούν να συγκινούν, να προβληματίζουν, να ανοίγουν νέες προοπτικές ανάγνωσης, διαλόγου και επανατροφοδότησης της σκέψης.
Η Βιτρίνα είναι ένα μοντέρνο, ασυνήθιστο, κοινωνικό μυθιστόρημα γραμμένο με ρεαλισμό. Μού άφησε την αίσθηση πως ανοίγει ένα παράθυρο στο άπειρο, διατηρώντας σε όλη του την έκταση μια ηθική πειθαρχία με σεβασμό στον αναγνώστη. Έρχεται να μας συναντήσει σαν δώρο ξαφνικό προοικονομημένο ενδεχομένως από το μέλλον. Όπως και να έχει, τα μηνύματά του έχουν τη δύναμη να ταρακουνήσουν τη συνείδησή και να μας υπενθυμίσουν την ανάγκη της δημιουργικής ελευθερίας και της αξιοπρέπειας.

Ζωή Δικταίου