Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 36

"Γραφείον ενικού τουρισμού", του Γιάννη Στρούμπα

stroubas

Γραφείον ενικού τουρισμού, ποίηση, Γιάννης Στρούμπας, εκδόσεις Καλλίγραφος 2016

Στο καλοκαίρι με τους ανοικτούς ορίζοντες, τα όμορφα νησιά, τις παραλίες, τα λιμάνια, τις περιηγήσεις, στο φωτεινό παραλήρημα της χαράς μάς ταξιδεύει η καινούργια ποιητική συλλογή του Γιάννη Στρούμπα. Γεμίζουμε από τη φωτεινή ευδαιμονία των χρωμάτων, όμως μέσα σε αυτό το πανηγύρι της λαχτάρας για ξενοιασιά αναδύεται κι ένας άλλος πόλος, μια έντονη τάση του για στοχασμό, κριτική τοποθέτηση απέναντι σε ζωτικά προβλήματα και καταστάσεις που επιτακτικά μας ταλανίζουν. Έτσι ο ποιητής με έξοχη μαστοριά συμπλέκει το ατομικό με το συλλογικό. Κι είναι μέσα στην προοπτική του συλλογικού που το ατομικό αναδύεται καλύτερα. Πέρα από ψευδαισθήσεις, με οξύ και διεισδυτικό πνεύμα οι  στίχοι του βάζουν βαθιά το μαχαίρι στο κόκκαλο για την κακοδαιμονία μας ως κοινωνία. Αν και γεννημένος το 1973, ένα χρόνο πριν τη Μεταπολίτευση, η ρητή καταγγελία του για την παρακμή και την έκπτωση των αξιών  αρχίζει από τα χρόνια της επταετίας της Χούντας και φτάνει μέχρι τις μέρες μας με το τέλμα της  κρίσης και χρεοκοπίας.

Ο ποιητής με εύγλωττο, πρωτότυπο και αιχμηρό σαρκασμό κάνει μια γενναία ανατομία της κοινωνικής πραγματικότητας. Σύμφωνα με την περιγραφή του στο πρώτο ποίημα της συλλογής, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «ΤΑ ΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ», η χώρα μας επί επτά χρόνια στο γύψο της Χούντας, σαν μια ελαφρόμυαλη μικροαστή, εκείνο που προσδοκούσε ήταν να ανοίξει περπατησιά  για καλοπέραση και ανεμελιά. Έτσι, σαν φυσική συνέχεια, η μικροαστική δημοκρατία της Μεταπολίτευσης, κάτω από τη βιτρίνα και τα παχιά λόγια, δεν είχε ως στόχο να πραγματοποιήσει υψηλά ιδανικά και ιδεώδη για έναν καλύτερο κόσμο με δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, αξιοκρατία. Από τότε, με έκδηλη την απουσία κάποιου οράματος που θα φέρει συλλογική ανάταση και προκοπή,  η κοινωνία στρέφεται σε ένα στενό ορίζοντα όπου κυριαρχεί η  ροπή για διασκέδαση κι απολαύσεις. Η ρηξικέλευθη αυτή καταγγελία του Στρούμπα προχωράει ακόμα περισσότερο στο  μέσο σχεδόν της συλλογής με το ποίημα   «ΕΝΤΟΣ,ΕΚΤΟΣ ΚΙ ΕΠΙ ΤΑ ΑΥΤΑ», όπου με μαστοριά εικονογραφεί το ξεσάλωμα για καταναλωτική μανία, επίδειξη πλούτου, ευμάρειας πάνω από κάθε μέτρο. Αξίζει να παραθέσουμε ενδεικτικά στίχους από το ποίημα: «Δεν περιμένει πια το αστικό./Με τέσσερα επί τέσσερα/το στερημένο παρελθόν ξορκίζει/γκαζώνοντας στην παραλιακή./Πλαστό αμερικάνικο ρόουντ μούβι/προδομένο απ’ το τσεμπέρι./ Μετοχές, επιδοτήσεις, κότερα, εξοχικά».

Το ξήλωμα  κάθε υποκρισίας, η πλήρης απογύμνωση ως προς την ένδεια αξιών της συλλογικής πραγματικότητας, δημιουργεί στον ποιητή απογοήτευση, πνευματική και συναισθηματική ασφυξία, που εκτονώνεται στους στίχους με  καυστικό χιούμορ,  πικρή ειρωνεία, αλλά και  αυτοσαρκασμό. Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι από το ποίημα ΚΟΠΑΔΙ:  «Κοπαδιαστά το καλοκαίρι/ν’αρμυρίζουμε ζητάμε στα μπιτς μπαρ/Μα μόλις πάρει να χαλάει ο καιρός/ σε μπαρ της πόλης χειμαδιά/διαχειμάζουμε». Με δεδομένη την αποστροφή του για την κοινωνική κατάσταση αναδιπλώνεται στον εαυτό του, προσπαθώντας να τον προσδιορίσει μέσα στο αλλοπρόσαλλο χάος που τον περιβάλλει, και παράλληλα να βρει στήριγμα στις δικές του σκέψεις, επιθυμίες, αισθητικές αναζητήσεις, τις οικογενειακές σχέσεις, καθώς και στη νοσταλγία του για τα εφηβικά του χρόνια  με τις τόσες εκφάνσεις της ερωτικής αφύπνισης και των φλερτ.

Καθώς το «Γραφείον  Ενικού Τουρισμού» ( στίχος που δίνει τον τίτλο στη συλλογή) δεν είναι άλλο παρά ο ίδιος ο θάνατος που οδηγεί στον Αχέροντα, κι  ανά πάσα στιγμή ενδέχεται  να μας αρπάξει το δώρο της ζωής, το ποιητικό υποκείμενο ενδίδει εν πλήρει γνώσει στην απόλαυση   των ονειρεμένων νησιών, στην αποθέωση των ωραίων σωμάτων σε παραλίες και καταγάλανες θάλασσες. Αυτή είναι η καταφυγή του  ενάντια στα κοινωνικά αδιέξοδα αλλά και στις προσωπικές του στενάχωρες καταστάσεις.. Αποστρέφεται τους ενοχλητικούς συγγενείς, την οποιαδήποτε ρουτίνα που τον αναγκάζει  στα ίδια πληκτικά πράγματα, τις μικρές και μεγάλες ταλαιπωρίες που υφίσταται από την κακοδαιμονία  της ασυνέπειας και των αυθαιρεσιών που συναντάει γύρω του.

Σε νησιά της άγονης γραμμής, μακριά από «την κιτσάτη γκλαμουριά των κοσμικών», η ευαισθησία του ποιητή αποθησαυρίζει την ομορφιά και των πιο ταπεινών πλασμάτων όπως  αχιβάδες,  μύδια, χελώνες, μέδουσες, σπουργίτια της παραλίας, ενώ συγχρόνως μέσα από σκέψεις ανοίγει έναν νοητό  διάλογο μαζί τους που μας ξαφνιάζει ευχάριστα για την ουσιαστικές αλήθειες που ποιητικά αναδύονται. Με την προσοχή του πάντα σε εγρήγορση στα  θέρετρα και στις παραλίες, επίσης παρακολουθεί κινήσεις και συμπεριφορές των παραθεριστών που σηματοδοτούν τις αντιφάσεις στα δίπολα: σκληρότητα και τρυφερότητα, χαλάρωση και απειλή, ερωτική προδιάθεση και πρόκληση, αισθητική ομορφιά του τοπίου και εισβολή της ασχήμιας από τα μέσα της τεχνολογίας, όπως οι κεραίες της κινητής τηλεφωνίας.

Μέσα στον ανοικτό ορίζοντα της θάλασσας, των παραλιών, των Εθνικών οδών, του ήλιου και της  άμμου, ο Στρούμπας βγάζει μια κραυγή αγωνίας, ενώ συγχρόνως  προσπαθεί να  την κατευνάσει με την παράδοσή του στην ευδαιμονία των αισθήσεων και τη διονυσιακή όψη της ζωής.  Αφήνει ένα δυνατό στίγμα της  ιδιότυπης αντισυμβατικότητάς του, αλλά και της ικανότητάς του να εμβαθύνει σε προβληματισμούς που αγγίζουν καίρια και φτάνουν μέχρι το ζήτημα της τωρινής κρίσης και χρεοκοπίας. Με μεστή κι εύστοχη γραφή κατορθώνει να μας πείσει για τους προβληματισμούς του και να μας παρασύρει στο «καυτό κύμα δροσιάς» του καλοκαιριού με τις ποικίλες εκφάνσεις του.

Αλεξάνδρα Μπακονίκα