Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 36

Αναστασία Καλλιοντζή: "Αρχίζω να ανησυχώ πως τα μοιραία πάθη αρχίζουν να εκλείπουν"

kalliontzi

Συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

Συναντήσαμε την συγγραφέα Αναστασία Καλλιοντζή, με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματός της "Μη μου λες αντίο" (εκδόσεις Μεταίχμιο).

Η ιστορία σας «Μη μου λες αντίο» εκτυλίσσεται στην Κομοτηνή, «πόλη που όσοι πέρασαν από εκεί έστω και για λίγο την κουβαλάνε πάντα μέσα τους και νιώθουν παντοτινά αποτυπωμένο σε κάθε μόριο του κορμιού τους το άρωμα Ανατολής που αποπνέει». Την αγαπήσατε πολύ την πόλη αυτή, ως φαίνεται, ίσως επειδή εκεί περάσατε τα φοιτητικά σας χρόνια; Ή πάλι ίσως εκεί επειδή κάποιον κάποτε πολύ αγαπήσατε;
Προφανώς, λάτρεψα την Κομοτηνή και τους ανθρώπους της! Τα φοιτητικά χρόνια, κακά τα ψέματα, είναι τα τελευταία ανέμελα χρόνια στη ζωή του ανθρώπου, διότι μετά μπαίνουμε στην παραγωγική διαδικασία, αρχίζουν οι ευθύνες και τα άγχη της βιωτής και προσγειωνόμαστε ανώμαλα… Νιώθω ευλογημένη που πέρασα τα φοιτητικά μου χρόνια σ’ αυτόν τον μαγικό, σχεδόν εξωτικό τόπο. Εκεί έζησα μερικές από τις καλύτερες στιγμές που έχω να θυμάμαι στη ζωή μου. Και ναι, εκεί, κάποτε, κάποιον αγάπησα πολύ. Έχει φύγει πλέον από τη ζωή. Όμως δεν ξεχνώ…

Στο μυθιστόρημά σας μιλάτε για δυο μεγάλους έρωτες, αυτόν της πρωταγωνίστριάς σας Χριστίνας για τον Μουράτ, αλλά και εκείνον του Φίλιππου για το ίδιο κορίτσι.  Στους ψυχρούς καιρούς που ζούμε αυτά τα μοιραία πάθη λέτε να μπορούν να δημιουργούνται;
Είναι γεγονός ότι, προϊούσης και βαθαίνουσας της οικονομικής κρίσης στην οποία έχουμε ως χώρα καταβυθιστεί, έχω την αίσθηση ότι οι άνθρωποι ασχολούνται ως επί το πλείστον είτε με πιεστικά και επείγοντα πρακτικά ζητήματα, όπως ο επιούσιος, είτε με τους φόβους τους είτε με το διαδίκτυο. Αρχίζω να ανησυχώ πως τα μοιραία πάθη αρχίζουν να εκλείπουν. Κι όχι τίποτα, αλλά αν εκλείψουν εντελώς, με τι θα έχει να καταγίνεται η λογοτεχνία;

Οι τρεις βασικοί ήρωες του βιβλίου σας είναι εξαιρετικά καλά παιδιά, άτυχα μεν αλλά καλά. Κι αυτή την καλοσύνη όμως δεν την απαντάμε συχνά στις μέρες μας, δεν είναι έτσι;
Η καλοσύνη, ως έννοια, προϋποθέτει κάποιου είδους κοινωνία με τους άλλους, ένα πεδίο όπου ο καθένας μας δείχνει ποιος είναι. Όσο ο άνθρωπος επικεντρώνεται στον εαυτό του και στις δικές του επιθυμίες και ανάγκες, τόσο περισσότερο η καλοσύνη υποχωρεί. Οι μέρες που διανύουμε είναι περίεργες, και κρύβουν πολλές εκπλήξεις, δυσάρεστες ως επί το πλείστον, αλλά και ευχάριστες. Προσεύχομαι ολόψυχα να μη χαθεί η καλοσύνη από τις καρδιές των ανθρώπων γιατί τότε ο κόσμος θα γίνει επί γης Κόλαση.

Το μίσος ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους το έχουμε όλοι γνωρίσει εξ απαλών ονύχων, ο καθένας για τους λόγους του. Θα έλεγε κανείς όμως ότι με τα χρόνια όλη αυτή η αντιπαλότητα έχει ατονήσει, Όμως με την τραγική πλην ελκυστική  ιστορία σας αποδεικνύετε ότι τίποτα δε έχει αλλάξει;
Ας μην παραλείψουμε να λάβουμε υπόψη ότι ο τόπος στον οποίο διαδραματίζεται η ιστορία μου είναι ένας τόπος όπου πολλά από τα πάθη του παρελθόντος παραμένουν ζωντανά -έστω και εν υπνώσει- ακριβώς λόγω της συμβίωσης χριστιανών και μουσουλμάνων, πολλοί εκ των οποίων είναι τουρκικής καταγωγής. Και όμως, έχω διαπιστώσει ότι πολλά έχουν αλλάξει. Όσο περνούν τα χρόνια και οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι είναι δεμένοι, εκόντες άκοντες, με μια κοινή μοίρα, οι αντιπαλότητες ατονούν. Και όλα βαίνουν προς το καλύτερο. Ευτυχώς.

Αν τα παιδιά αυτά, οι δυο Έλληνες και ο Τούρκος, ήταν μεγαλύτερα στην ηλικία, δεν ήταν τόσο αθώα, πολλά εξ όσων συνέβησαν θα είχαν αποτραπεί;
Κανείς δεν ξέρει. Ίσως ναι, ίσως όχι. Βέβαια η νιότη είναι αράθυμη, συνυφασμένη με το πάθος και την παρόρμηση… αλλά και πάλι, ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρος κανείς.

Άραγε τι είναι ευτυχία; Ένας ήχος, μια μυρωδιά γνώριμη κι αγαπημένη (...) γράφετε κάπου. Για εσάς κα Καλλιοντζή, τι είναι  ευτυχία; Mπορείτε να την προσδιορίσετε με λόγια;
Για μένα προσωπικά ευτυχία είναι η γαλήνη, η εσωτερική ησυχία και η απάθεια -με τη θεολογική του όρου έννοια-, που σημαίνει απομείωση και εν τέλει νέκρωση των παθών. Όλα αυτά τα βρίσκω στην προσευχή μου, στην Εκκλησία, κοντά στον Χριστό. Πολύς κόσμος φαντάζεται ότι η απάθεια εξομοιούται με απόσυρση από τον κόσμο και πλήρη απουσία από τα κοινωνικά δρώμενα. Σας διαβεβαιώ, αυτό είναι λάθος. Άλλωστε μόνο με τον εαυτό μου παλεύω… ο μεγαλύτερος εχθρός μας, το πιστεύω ακράδαντα αυτό, είναι ο εαυτός μας.

Από το 2001 που ξεκινήσατε το γράψιμο έχετε γράψει εννιά έργα, όλα ερωτικά. Πώς ξεκινάτε μια καινούργια ιστορία συνήθως; Από μια είδηση μικρή, από μια σκηνή στον δρόμο, από κάτι δικό σας παλιό και ξεχασμένο;
Το φυτίλι της έμπνευσης μπορεί να το πυροδοτήσει οτιδήποτε. Μια τυχαία σκηνή. Μια φευγαλέα εικόνα. Μια ανάμνηση από ένα γεγονός στο οποίο, όταν συνέβη, δεν είχα δώσει και τόση σημασία. Οτιδήποτε, οποτεδήποτε. Η δουλειά μου ως δικηγόρου επίσης λειτουργεί ως ανεξάντλητη δεξαμενή εμπειριών και εν δυνάμει θεμάτων για βιβλία. Και μια μικρή διόρθωση: δεν είναι όλα μου τα βιβλία αμιγώς ερωτικού περιεχομένου… ούτε καν το περί ου ο λόγος «Μη μου λες αντίο».

Φθινοπωριάζει μέρα με τη μέρα. H λιγάκι θλιμμένη αυτή ατμόσφαιρα σας βοηθάει στο γράψιμο ή η έμπνευση δεν λογάει από καιρούς;
Πολύ σωστά. Η έμπνευση δεν λογάει από καιρούς! Αυτό στο οποίο βοηθάει η μελαγχολική ατμόσφαιρα του φθινοπώρου και του χειμώνα είναι στο να κλείνομαι περισσότερες ώρες μέσα. Χρήσιμο είναι κι αυτό!

Έχετε κάτι νέο στο μυαλό σας, ετοιμάζετε κάτι ή ο Μουράτ, ο Φίλιππος και το μοιραίο κορίτσι δεν σας έχουν αφήσει ακόμη;
Βεβαίως έχω κάτι νέο στο μυαλό μου, αν και, οφείλω να ομολογήσω, τα παιδιά του «Μη μου λες αντίο» είναι από εκείνους τους ήρωες που τρόπον τινά με «στοίχειωσαν». Εδώ που τα λέμε, δεν θέλω να τους ξεπεράσω κιόλας. Μου θυμίζουν άλλες εποχές, αθωότητας, που παρήλθαν μαζί με τον χρόνο που κυλάει, τους καιρούς που αλλάζουν…