Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 36

"Τυρκουάζ", της Μαρίας Στρίγκου

strigkou

Τυρκουάζ, ποίηση, Μαρία Στρίγκου, εκδόσεις Vakxikon.gr 2016

Για όσους δεν το ξέρετε η Μαρία Στρίγκου γεννήθηκε στη Λέσβο. Λόγω αυτής της συγκυρίας πανιά φύτρωσαν στη πλάτη της και ταξιδεύει σε κόσμους δικούς της, μαγικούς, ΤΥΡΚΟΥΑΖ στη συγκεκριμένη περίπτωση. Δεν ξέρω τι έχετε διαβάσει από τα παλιότερα έργα της μα Κάθε βιβλίο  και κείμενο της αποτελούν μια πρόσκληση αλλά και μια πρόκληση συνάμα να μπούμε σ’ αυτούς τους δικούς της ξεχωριστούς κόσμους και να ταξιδέψουμε μαζί της.
Μόλις πήρα το Τυρκουάζ στα χέρια μου κι άρχισα να διαβάζω τα κείμενα της Μαρίας Στρίγκου τής έγραψα: Όνειρο, είναι όνειρο. Και πραγματικά όταν τα διαβάζεις   μπαίνεις σ’ έναν κόσμο ονειρικό όπου όλα μεταμορφώνονται, αποκτούν οντότητα και ψυχή.

‘Έχει σημασία, νομίζω, να σας πω μια λεπτομέρεια για το πώς ένιωσα όταν άρχισα το τελευταίο της βιβλίο: Ένιωσα πως ήθελα να βγάλω κυριολεκτικά τα παπούτσια μου, να τ’ αφήσω δίπλα στην πόρτα και να μπω να περπατήσω στον χώρο το φανταστικό που ανοιγόταν μπροστά μου. Ήθελα μάλιστα να ακροπατώ για να μην ταράξω τον κόσμο αυτόν παρά μόνο να επιτρέψω να ταραχτώ εγώ από εκείνον.

Κι ομολογώ πως ταράχτηκα. Ταράχτηκα με πολλούς τρόπους. Τρεμούλιασε το μέσα μου από όλα αυτά που υπάρχουν διάχυτα στα κείμενά της. Από τον ερωτισμό, την τρυφεράδα, την αγωνία για τη ζωή και το είναι, για το ζω στο τώρα και στο μετά, μέσα από μια δυαδική σχέση καθώς αποτυπώνονται τ’ αχνάρια του ενός  συντρόφου μου πάνω στον άλλον.

Ο έρωτας όπως εμφανίζεται στο βιβλίο της είναι πολύμορφος, πολυπρόσωπος, πολυπράγμων και πολύ καταφερτζής, γεμάτος υποσχέσεις:

‘Θα κυλάω πάνω σου όλη μέρα σήμερα
Σα ρίγος ανέμου    
Θα φυσώ καράβια μεθυσμένα στις φλέβες σου
Φορτωμένα δαμασκηνά σπαθιά, ακονισμένα με μέλι’ βάζει λόγια στο στόμα του, η Μαρία
 
Μα πάνω απ’ όλα, ο έρωτας στα κείμενά της, εμφανίζεται με πολλές αντιθέσεις να εμπεριέχονται στην ίδια ένωση, όλες τις στιγμές. Γράφει: ‘Μήτε το γονιδιακό αποτύπωμα μου στην πλάση δεν θα διασωθεί. Στάχτη παντού. Και τα μάτια σου μέλι και φωτιά. Να ιερουργούν, να μανιάζουν, να ανυψώνουν και να καταστρέφουν. Εντός μου καρπός και θάνατος’. Γιατί ο έρωτας της Μαρίας Στρίγκου είναι γαλήνη και ταραχή μαζί, έχει ανάσταση και τελειωμό μαζί, τη γλύκα ενός ψωμιού που θρέφει αλλά και την αψάδα του πικραμύγδαλου. Έχει τη βεβαιότητα και την αμφιβολία φορτωμένες στο δισάκι του.  

Έχει άρωμα απ’ την πατρίδα της, την πατρίδα μας, βαμμένο μπλε και πράσινο σαν τα νερά της Λέσβος αυτός ο έρωτας. Ο έρωτας που είναι ταυτόχρονα πανταχού παρών μα κι απών,  για να τον έχουν ανάγκη και να τον αποζητούν ακατάπαυστα οι μορφές των κειμένων της και που όταν έρχεται γεμίζει τον καθένα με λαχτάρα εναγώνια για τον άλλον. ‘Μυρίζει καμένο ξύλο το ρήμα ‘θέλω’ κι αναζητά την πρόθεση. Που θα το ζευγαρώσει δυνατά με την επιθυμία.

Σε θέλω. Λιγώνω, λιώνω, λαχταράω, λαβώνομαι’, μας λέει η Μαρία.

Ο έρωτας, που, έτσι όπως τον παρουσιάζει, χαρίζει μέσα από το άγγιγμά του την αίσθηση της απεραντοσύνης και της αιωνιότητας και συνάμα την αίσθηση του εφήμερου που γεννά το φόβο της απώλειας του αγαπημένου. Ο έρωτας, με το βάλσαμο κι όλα τα γιατρικά που μπορεί να σταλάξει στον άνθρωπο, ξεπηδά ανάγλυφος όχι μόνο μέσα από τις προτάσεις της Στρίγκου μα και μέσα από κάθε συλλαβή των λέξεων που διαλέγει για να τον προσεγγίσει, να τον ακουμπήσει, να τον κάνει δικό της.

Τι με ζητάς στους ανέμους και στα κύματα; Χαράζει στο χαρτί.  Από τότε που ήταν να γεννηθώ ορίστηκε πως θα ζώ μέσα σου.
Ο έρωτας της Μαρίας, με την αποδοχή και την απόρριψη να καραδοκούν στο στήθος του, το ΟΛΟΝ και το ΤΙΠΟΤΑ  ταυτόχρονα. Ο έρωτας που κρατά το μετάξι του καλά ακονισμένο και σφάζει σε μια στροφή του χορού του για να γιάνει μ’ ένα άγγιγμά του στην επόμενη. Ένας έρωτας που μπορεί να γεννήσει το ανέφικτο, το οποίο η Μαρία το περιγράφει με το ‘αγγίζω το στήθος σου και ανθίζουν κυκλάμινα στην Αφρική’

- Τι έγραψες τώρα, ρώτησαν τη Στρίγκου.
- Ερωτική ποίηση, αποκρίθηκε.
Κι έχει δίκιο γιατί ο έρωτας γεννιέται κι αντρειώνεται μέσα στα κείμενά της αυτά.
- Πού γεννήθηκες, την ξαναρώτησαν.
- Στη Λέσβο, δήλωσε.

Στη Λέσβο, που τη διατρέχει ολόκληρη, που έχει σταλάξει μέσα της ολόκληρη, που οδηγεί και καθοδηγεί την πένα της πολύ συχνά μα και το είναι της, που τη γεμίζει εικόνες και εκείνη μας τις μεταφέρει: ‘κι ύστερα βρέθηκα στην Καλλονή κατακαλόκαιρο. Να ‘μαι μέχρι τα γόνατα στο νερό, να συνάζω όστρακα δίχως μαργαριτάρι και να μετρώ τους διαβατάρικους αμανέδες που κινούσαν για κολύμπι πέρα από τις ξέρες του Μεσότοπου’.

Στη Λέσβο που πραγματικά γεννά έρωτα, τον θρέφει σαν την καλομάνα και του δίνει χώρο να θεριέψει και να σκεπάσει τους ανθρώπους και την πλάση της. Έναν έρωτα που είναι διάχυτος στον τόπο και μας σημαδεύει θέλουμε δεν θέλουμε.  Με αυτόν τον έρωτα οδηγό σ’ ένα από τα κείμενά της όπου αναφέρεται ξανά στην πατρίδα γράφει: ‘Πέτρες μεγάλες κι ορθογώνιες σκάσανε από το τρυφερό του δέρματος. Με ντύσαν ως απάνω. Τα Μάκαρα κι ο Μεσότοπος. Και το δασάκι το σγουρό της Άγρας ριγμένο αταίριαστα μέσα στην ξεραΐλα……… στη στροφή, εκεί που απαντέχει τον άνεμο το παλιό πλατάνι, σκύψε να με φιλήσεις. Θα μαλακώσουν οι πέτρες, θα δεις, θα γίνω πάλι άνθρωπος’.

Ε! αυτός ο έρωτας, που έχει πρόσωπο και υφή ζουμερού ροδάκινου, τρύπωσε και στα κείμενα της Μαρίας. Και βγαίνει ελπιδοφόρος μα και άπελπις πολλές φορές, που μπορεί να τυλίγει και να ζεσταίνει μα και που μπορεί να απογυμνώσει και να αποτελειώσει και που τον περιγράφει με το: ‘μήτε χιόνι πια, μήτε βροχή, μήτε άστρα. Άμμος μοναχά – ιαματική της πατρίδας μου – και ποτάμια σωρό. Να σε διατρέχουν απ’ άκρη σ’ άκρη. Ταξιδεύοντας. Και το στόμα σου, που μου λείπει. Αφίλητο.’ Ένας έρωτας που στα κείμενά της στάζει πόθο και λαχτάρα: ‘Σήμερα λέω τ’ όνομά σου συνέχεια. Αγγίζω τις συλλαβές του, δοκιμάζω τη γεύση των γραμμάτων του.’

Δεν είναι εύκολη η γραφή της Μαρίας. Δεν είναι κάτι που το διαβάζεις, το αφήνεις στη πάντα και το ξεχνάς. Ο λόγος της είναι λίγο περίπλοκος μερικές φορές και πολύ, μα πολύ συμβολικός και απαιτεί να τον προσεγγίσεις ξανά και ξανά με όλα τα συναισθήματα και τις σκέψεις που αναδύονται μέσα σου όσο προχωράς. Θέλουν μελέτη πολλές φορές τα γραπτά της. Γιατί ο λόγος της είναι λόγος με την αμφιβολία και τη βεβαιότητα να χορεύουν αντάμα σε όλο του το εύρος και που σε προσκαλεί να τον διερευνήσεις. Είναι λόγος που απορρέει από την απεριόριστη φαντασία της Στρίγκου, η οποία γεννά εικόνες εξωπραγματικές κι ανεπανάληπτες και που όσο παράξενες κι αν σου φαίνονται δημιουργούν μια περίεργη οικειότητα, σα να τις ζεις ο ίδιος, σαν να είσαι μέσα στην εικόνα, σαν να είσαι εσύ η εικόνα. Τελικά, κατά την δική μου άποψη,  η Μαρία αρθρώνει έναν λόγο που θα ήταν άδικο να τον συγκρίνουμε με αυτόν κάποιου άλλου δημιουργού. Γιατί τα εκφραστικά της εργαλεία είναι αποκλειστικά δικά της και παράγουν μια σύνθεση που αποτελεί και το σήμα κατατεθέν της δικής γραφής.

Με τα προηγούμενα βιβλία της η Μαρία μας είχε βάλει για τα καλά στη χώρα του μύθου, του παραμυθιού. Τώρα μέσα από το ‘Τυρκουάζ’ της, με όλες τις εικόνες που μας πλημμυρίζει, η Στρίγκου μας καλεί να γνωρίσουμε τον έρωτα έτσι όπως όλοι θα θέλαμε να τον περιγράψουμε. Σαν τον έρωτα που είναι ο τρόπος του Θεού να πει το δικό του σ’ αγαπώ σ’  αυτούς που ονομάζει εκλεκτούς του.

Μαρία σε σένα εύχομαι ο καρπός της καρδιάς σου να είναι καλοτάξιδος. Σ’ όσους πήραμε τον καρπό αυτό στα χέρια μας, όσοι θα διαβάσουμε το ‘Τυρκουάζ’ καλές βουτιές στον έρωτα εύχομαι. Είναι αφοπλιστικά και απεριόριστα θεραπευτικές

Mαρία Σαμαρτζή