Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 36

Οι Εκδόσεις των Άλλων: ένα ανεξάρητο εγχείρημα

kolaz

Γράφει ο Αλέξανδρος Τσαντίλας

Ένας φίλος και συνάδελφος – σε άλλο τομέα δραστηριότητας – μου είχε πει πριν καιρό ότι, με το ξεκίνημα της κρίσης, τα στούντιο ηχογραφήσεων έκαναν χρυσές δουλειές: όλοι έσπευδαν να ηχογραφήσουν το υλικό τους, να το προβάρουν, να το προωθήσουν, παρά το μεγάλο χρηματικό κόστος που περιλάμβανε – και που εξακολουθεί να περιλαμβάνει – η διαδικασία αυτή.

Ο τομέας των ανεξάρτητων εκδόσεων, που όλα αυτά τα χρόνια ήταν στο περιθώριο της εμπορικής εκδοτικής δραστηριότητας, δραστηριοποιούμενος ως επί το πλείστον στον τομέα του πολιτικού βιβλίου, βίωσε μια παρόμοια άνθηση ∙ στην αρχή δειλά, κυρίως ψηφιακά μέσω του Διαδικτύου, κι από ένα σημείο και μετά σε υλικό επίπεδο, ένεκα της αισθητής μείωσης της τιμής του τυπώματος σε σχέση με παλαιότερα, αλλά και που τα περισσότερα ιστολόγια και οι ιστοσελίδες λογοτεχνικού περιεχομένου έχαναν σταδιακά τη δημοφιλία και την επισκεψιμότητα τους – για κάποιους, μια ακόμη παράπλευρη απώλεια από την εξαφάνιση της μεσαίας τάξης. Ήταν ελπιδοφόρο να βλέπεις τους επίδοξους συγγραφείς και ποιητές (καταπώς μου έχουν πει, η ποίηση εξαρχής διεκδικούσε τη μερίδα του λέοντος στις κυκλοφορίες) να παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους – κι ακόμα είναι.

Μένουν, ωστόσο, δυο καθοριστικοί παράγοντες για την επιτυχία και την επιβίωση κάθε τέτοιου εγχειρήματος: πρώτον, εάν και κατά πόσο υφίσταται κοινό που να μπορεί να απορροφήσει (δεν θα πω καταναλώσει), περισσότερο από φιλαναγνωστική, και λιγότερο από οικονομική άποψη, την βιβλιοπαραγωγή του συγκεκριμένου κλάδου εκδόσεων, ο οποίος, εξάλλου, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, λειτουργεί εκτός μεγάλων και καθιερωμένων βιβλιοπωλείων, και δεύτερον, εάν και κατά πόσο οι εκδόσεις αυτές λειτουργούν με σκοπό να εδραιώσουν μια παρουσία και μια συνέχεια, έστω ηθελημένα στην περιφέρεια των εγχώριων λογοτεχνικών δρώμενων, ή εάν απλά λειτουργούν, προκειμένου ο κάθε πικραμένος και ενίοτε απορριμμένος από τα συστημικά εκδοτικά μέσα συγγραφέας να έχει έναν τρόπο να βγάλει το υλικό του παραέξω.

Είναι ένα ρίσκο, τουλάχιστον για όσους αποφασίζουν την επισφάλεια της πρώτης οδού για την επιτυχία ∙ όσον αφορά την δεύτερη οδό, αυτό απλά θα σημαίνει περισσότερο υλικό για τα διάφορα βιβλιοπάζαρα που έχουν ανοίξει και λειτουργούν, και τους πάγκους στο Μοναστηράκι και το Θησείο τα Σαββατοκύριακα. Υποθέτω ότι κι αυτά χρειάζονται.

Οι Εκδόσεις των Άλλων είναι ένα ανεξάρτητο εκδοτικό εγχείρημα που φιλοδοξεί να βαδίσει την οδό του ρίσκου, παρά τις υφιστάμενες ή τις ενδεχόμενες αντιξοότητες. Θα παραπέμψω όσους ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα στο ιστολόγιο των Εκδόσεων των Άλλων (ιστολόγιο των Άλλων, μήπως;) για το σχετικό μανιφέστο και κάθε πληροφορία περί του εγχειρήματος. Πάγια θέση μου είναι ότι πέρα από κάθε διακήρυξη αρχών, αυτό που έχει σημασία είναι το πρακτικό αποτέλεσμα, ειδικά από τη στιγμή που αφορά έντυπο, αναγνωστικό υλικό ∙ και μέχρι στιγμής, οι Εκδόσεις των Άλλων έχουν δύο κυκλοφορίες στο ενεργητικό τους.
    
Η πρώτη τους κυκλοφορία είναι μια νουάρ νουβέλα, με τίτλο Σχεδόν Αδέρφια, με συγγραφέα τον Μπάμπη Κολτράνη. Όπως κάθε νουάρ νουβέλα που σέβεται τον εαυτό της, στις σελίδες της περιλαμβάνει βία, έγκλημα, προδοσία – και, πάνω απ’ όλα, ματαίωση. Η ιστορία διαδραματίζεται μεταξύ ενός νησιού του Αιγαίου – που δεν κατονομάζεται – και του λεκανοπεδίου της Αττικής, όπου δύο αδερφικοί φίλοι, μαζί από παιδιά, αποφασίζουν, ο καθένας για δικούς του λόγους, να αλλάξουν ζωή δια της παρανομίας. Μέχρι εδώ, η συνταγή είναι παγκοσμίως γνωστή ∙ η δομή του κειμένου, ωστόσο, είναι παράδοξη, τουλάχιστον συγκριτικά με το τυπικό νουάρ μοτίβο συγγραφής: το κάθε κεφάλαιο αποτελεί ένα χρονολογικό, αλλά και γεωγραφικό άλμα στον βίο των δύο βασικών πρωταγωνιστών, είτε προς τα εμπρός, είτε προς τα πίσω. Τα στιγμιότυπα, και τα γεγονότα, δεν ακολουθούν κανονική ροή ∙ αυτό που φαίνεται ως αρχή, δεν είναι στ’ αλήθεια η αφετηρία της όλης ιστορίας, ενώ το τέλος, το ουσιαστικό τέλος, συντελείται κάπου προς τα μέσα του βιβλίου. Συνολικά, πρόκειται για ένα ενδιαφέρον συγγραφικό πείραμα – κι όχι τέχνασμα – το οποίο, όμως, ο αναγνώστης μπορεί να το αντιληφθεί, και κατά συνέπεια να το εκτιμήσει, μόνο αφού έχει ήδη ολοκληρώσει την πρώτη συνολική ανάγνωση του βιβλίου. Ως αυτόνομα κεφάλαια, τα κείμενα του Σχεδόν Αδέρφια είναι σε μεγάλο βαθμό καλογραμμένα και οι περιγραφές κεντρίζουν το ενδιαφέρον ∙ η συνολική ροή, όμως, δεν βοηθάει τον αναγνώστη να κάνει απευθείας τις πρώτες συνδέσεις. Το Σχεδόν Αδέρφια δεν είναι σε καμία περίπτωση κουραστικό σαν ανάγνωσμα ∙ ωστόσο, απαιτεί προσοχή εκ μέρους του αναγνώστη, μολονότι η απαίτηση αυτή δεν λειτουργεί αποτρεπτικά κατά την ανάγνωση. Σ’ αυτό βοηθάει τόσο η μικρή έκταση τόσο των επιμέρους κεφαλαίων, όσο και ο μικρός όγκος του βιβλίου.
    
Η δεύτερη κυκλοφορία είναι μια συλλογή ποιημάτων και πεζογραφημάτων, με τίτλο Ένα Γυμνό Κρεμμύδι, από την Χαρά Παπαδοπούλου. Το υλικό χωρίζεται σε δύο ενότητες, που καλύπτουν στο σύνολο τους μια ολόκληρη δεκαετία, από το 2005 έως το 2015. Η επιλογή του τίτλου είναι αρκετά εύστοχη: η πρώτη ανάγνωση ξεγελάει, δίνοντας την εντύπωση ότι τα όσα γράφονται στις σελίδες αποτελούν εντυπώσεις, στιγμές και σπαράγματα αυστηρά προσωπικού χαρακτήρα ∙ μέχρι που ξαφνικά σε κάνουν να συνειδητοποιείς ότι όλα αυτά ξεφεύγουν από προσωπικά στεγανά, και το νόημα των λέξεων και φράσεων μεμιάς εκτείνεται πολύ πιο μακριά απ’ ότι φαινόταν εξαρχής. Το κρεμμύδι, εξάλλου, από φλούδες άλλο τίποτα. Όσον αφορά το σκέλος των ποιημάτων, η δουλειά που έχει γίνει είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, και εξάπτει την περιέργεια του αναγνώστη ως προς το συνολικό υλικό απ’ το οποίο και έγινε η διαλογή ∙ όσον αφορά το πεζογραφικό σκέλος, ωστόσο, χωρίς αυτό να υπολείπεται σε ποιότητα σε σχέση με τα ποιήματα, δεν έχει την ανάλογη δύναμη – παρ’ όλα αυτά, τα πεζά, ειδικά το «Ταξιδεύοντας με τον ηλεκτρικό ή διαλύοντας την ατομικότητα», που είναι και το τελευταίο κείμενο της συλλογής, είναι όλα τους όμορφα γραμμένα, και στημένα με μεράκι. Το Ένα Γυμνό Κρεμμύδι δείχνει ότι η συγγραφέας του έκανε μπόλικη, επίμονη, και σωστή δουλειά για να το συγκροτήσει, και το βιβλίο ανταμείβει τον αναγνώστη.
    
Αμφότερες οι κυκλοφορίες έχουν ένα ακόμη θετικό στοιχείο, τουλάχιστον για τον υποφαινόμενο: τον μικρό τους όγκο. Οι Εκδόσεις των Άλλων, με το ξεκίνημα τους, δείχνουν μια έφεση να βαδίσουν την πρώτη, και δυσκολότερη, οδό. Μακάρι η μετέπειτα πορεία τους να μην δείξει παρεκκλίσεις.