Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 36

"Σε μια γερμανική πανσιόν", της Κάθριν Μάνσφιλντ

mansfild

Σε μια γερμανική πανσιόν, μυθιστόρημα, Κάθρην Μάνσφηλντ, μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής, εκδόσεις Ποικίλη Στοά 2016

Η -μάλλον άγνωστη στη χώρα μας- Κάθρην Μάνσφηλντ είναι η πιο διακεκριμένη συγγραφέας της Νέας Ζηλανδίας. Γεννημένη το 1888, εγκατέλειψε την χώρα της στα 15 για να πάει Κολλέγιο στο Λονδίνο και δεν ξαναγύρισε ποτέ. Ανήσυχο πνεύμα, κατάφερε στα λιγοστά χρόνια της ζωής της να ανανεώσει τη φόρμα του διηγήματος, να σχετιστεί με πολλούς μοντερνιστές συγγραφείς, την Γουλφ, τον Έλιοτ, και να δημιουργήσει ακραία σκάνδαλα με την συμπεριφορά της.

Ήδη από το σχολείο την απασχόλησε η θέση των γυναικών της εποχής της και αποφάσισε να παλέψει για αυτήν. Παρ’ όλα αυτά όταν το 1909 κατέφτασε η μητέρα της στο Λονδίνο ανήσυχη, ούτε εκείνη κατάφερε να μην την στείλουν «σε μια γερμανική πανσιόν» για να αναρρώσει. Ήταν 21 ετών, είχε μόλις παντρευτεί έναν άντρα- που τον παράτησε σε ένα μήνα- είχε ερωτική σχέση με μία γυναίκα, ενώ κυοφορούσε το παιδί ενός άλλου άντρα.

Εκεί στην Γερμανία η Μάνσφηλντ θα γράψει τα πρώτα της διηγήματα, βασισμένα πάνω στις εμπειρίες της, θα αποβάλλει και θα εμφανίσει και τα πρώτα συμπτώματα πλευρίτιδας. Θα γυρίσει το 1911 για να μπλεχτεί σχεδόν αμέσως σε μια καρμική συζυγική σχέση με τον συγγραφέα Τζων Μάρυ και να συνεχίσει τις ερωτικές συνευρέσεις με δυο διαφορετικές γυναίκες. Μέσα στην καταιγίδα της προσωπικής της ζωής κατάφερε να εκδώσει άλλες δύο συλλογές διηγημάτων και να λάβει μέρος στην συντακτική επιτροπή του λογοτεχνικού περιοδικού που έβγαζε ο άντρας της. Πέθανε στα 34 της από φυματίωση και μετά θάνατον εκδόθηκαν ακόμα δύο συλλογές.

Στο «Σε μια Γερμανική πανσιόν» κάνει εντύπωση από την αρχή στον αναγνώστη η καθαρότητα της γραφής της, το πικρό της χιούμορ, η απόσταση που κρατά από την ιστορία, αν και είναι βίωμα. Πολύ συχνά οι ήρωες της μένουν χωρίς όνομα – ο Κύριος Σύμβουλος, ο Βαρώνος- γιατί αυτό δεν έχει καμία σημασία. Ακόμα συχνότερα τα διηγήματα μοιάζουν απλά με επεισόδια, όπως θα γύριζε κανείς μια μικρού μήκους ταινία σήμερα, σαν να σταμάτησε ο φακός της συγγραφέως σε ένα καρέ. Η αποδομημένη, κινηματογραφική αίσθησή της για την λογοτεχνία ήταν κάτι εντελώς νεωτερικό για την εποχή. Κάτι καινούριο και φρέσκο, που έκανε τα σύγχρονα διηγήματα αυτό που είναι σήμερα.

Την απασχολούσαν τρία βασικά θέματα. Το πρώτο είναι η γυναίκες· η θέση τους στην κοινωνία, ο τρόπος που τις χειρίζονται οι συγγενείς και οι άντρες τους, το πανάρχαιο όνειρο «να  βρεις πλούσιο σύζυγο και να του κάνεις πολλά παιδιά» που τις δένει σε μια μοίρα που δεν θα επέλεγαν οι περισσότερες.

Ενδιάμεσα περιγράφει τον τρόπο που συμπεριφέρονταν οι Γερμανοί το 1910, τον σωβινισμό και της υπεροψία τους, τόσο καυστικά, που σχεδόν άθελα της προαναγγέλλει τον πόλεμο που θα έρθει.  Στήνει το φόντο της εποχής με απίστευτη ενάργεια και ενέργεια.

Τέλος, ασχολείται με το τέλος μιας εποχής όσον αφορά την κοινωνική διαστρωμάτωση. Το δραματικό διήγημα με την μικρή υπηρετριούλα που αναλαμβάνει εκείνη πάνω της όλο το νοικοκυριό μοιάζει να ‘χει βγει από τον Τσέχωφ ή τον Ντίκενς κι είναι το μόνο που ακολουθεί την κλασική δομή του διηγήματος, το μόνο που καταλήγει σε ανατροπή.

Ο τρόπος γραφής της Μάνσφηλντ είναι εντυπωσιακός. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πόσο σημερινό μοιάζει το κείμενο, κι ας έχει γραφτεί εκατό χρόνια πριν, πώς έγραφαν οι σύγχρονοί της. Όπως έγραψε η πολυαγαπημένη μου – και άσπονδη φίλη της συγγραφέως- Βιρτζίνια Γουλφ, «ζήλεψα το γράψιμό της! Ήταν το μόνο γράψιμο που ζήλεψα ποτέ».

Κατερίνα Μαλακατέ