Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 36

Το μέλλον της ποίησης -Άρθρο του Θεοχάρη Παπαδόπουλου

photo © Στράτος Προύσαλης

photo © Στράτος Προύσαλης

Στις μέρες μας, παρατηρούμε μία άνθηση στον εκδοτικό χώρο, όσον αφορά τις ποιητικές συλλογές. Κάθε τόσο εμφανίζονται νέοι ποιητές και νέες ποιήτριες, που σε πείσμα της δύσκολης εποχής και της πεζής καθημερινότητας, επιμένουν να εκδίδουν ποιητικές συλλογές και με την βοήθεια, που δίνει σήμερα η χρήση του διαδικτύου να προωθούν το έργο τους.

Όμως, παρά την πληθώρα των καινούργιων ποιητικών συλλογών και τον ενθουσιασμό των νέων ποιητικών γενιών, παρατηρείται μια στασιμότητα στην εξέλιξη της ποίησης μέσω καινούργιων ειδών, πειραματισμών και δημιουργικότητας. Δεν εμφανίζεται σήμερα ένας Καβάφης ή ένας Καββαδίας. Οι σύγχρονοι ποιητές ακολουθούν την πεπατημένη, που χαράχτηκε από πολύ παλιότερους. Τα κυριότερα είδη, που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι ο υπερρεαλισμός, η μεταμοντέρνα ποίηση, ο γλωσσοκεντρισμός και η υπερμοντέρνα ποίηση, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις συναντάμε και νέους ποιητές επηρεασμένους από την ποίηση underground και την beat-λογοτεχνία. Τα περισσότερα από αυτά τα είδη κοντεύουν έναν αιώνα ζωής, ενώ τα νεότερα έχουν ήδη πίσω τους αρκετές δεκαετίες. Ακόμα και αν κάποια είδη νεότερης ποίησης άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα, σήμερα μπορούμε να πούμε ότι έχουν παλιώσει. Αξιοσημείωτο δε είναι ότι από τη δεκαετία του ’20, η ποίηση στην Ελλάδα χωρίζεται σε γενιές ανά δεκαετία, έτσι έχουμε τη γενιά του ’20 και του ’30, τη γενιά του πολέμου και της κατοχής, την πρώτη και τη δεύτερη μεταπολεμική γενιά ή «γενιά της ήττας», τη γενιά της «αμφισβήτησης» και τη γενιά του ιδιωτικού οράματος, όμως, από τη δεκαετία του ’90 και μετά δεν υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός σα να λέμε ότι από το συγκεκριμένο σημείο και μετά ακολουθεί το χάος!

Ο βασικότερος λόγος, που η ποίηση σήμερα εξακολουθεί να περιδιαβαίνει σε γνώριμα μονοπάτια, είναι οι κοινωνικές συνθήκες, στις οποίες ζει ο σύγχρονος άνθρωπος. Ο ποιητής δεν είναι θεός. Είναι άνθρωπος, που ζει στις ίδιες συνθήκες με όλους τους υπόλοιπους και έτσι η καθημερινή ρουτίνα σπίτι-δουλειά, δουλειά-σπίτι σκοτώνει την έμπνευση και κατ’ επέκταση αφήνει την ποίηση βαλτωμένη και στάσιμη. Η διαρκής συρρίκνωση του ελεύθερου χρόνου-το οχτάωρο στην πράξη έχει ουσιαστικά καταργηθεί-οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε τέλμα, όχι μόνο την ποίηση αλλά και την τέχνη γενικότερα.

Αρωγός στην τάση τελμάτωσης της σύγχρονης ποίησης είναι και το εκδοτομιντιακό κατεστημένο, που διαφημίζει ό,τι θεωρεί ευπώλητο με αποτέλεσμα ακόμα και αν υπάρχουν κάποιοι νέοι ελπιδοφόροι πειραματισμοί να τους θάβει στα τελευταία ράφια των βιβλιοθηκών, αν φιλοτιμηθεί να τους εκδόσει.

Θα πρέπει, βέβαια, να παραδεχτούμε ότι τα καλύτερα ποιήματα έχουν γραφτεί σε στιγμές μεγάλου πόνου. Η συγγραφή ποιημάτων είναι ξέσπασμα για έναν ποιητή. Αφού γράψει το ποίημα και ξεσπάσει, νιώθει ελαφρωμένος από ένα βάρος.

Με βάση, λοιπόν, τον παραπάνω ισχυρισμό, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι σε ένα κόσμο, που δεν θα υπάρχει πόλεμος, φτώχεια, πείνα και στέρηση, θα υπάρχει η ανάγκη ενός ποιητικού ξεσπάσματος; Ποιος, όμως, μπορεί να ισχυριστεί ότι σε μια άλλη κοινωνία θα ξεπεραστούν όλα τα προβλήματα, που ταλανίζουν τον άνθρωπο; Ο κόσμος μπορεί να αλλάξει, όμως, δεν είναι σίγουρο ότι θα απαντηθούν τα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου ή ακόμα και αν απαντηθούν, δεν γνωρίζουμε αν οι απαντήσεις θα είναι ικανοποιητικές. Ο έρωτας δεν θα πάψει να υπάρχει και να είναι μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης, είτε τα ειδύλλια έχουν ευτυχή κατάληξη, είτε όχι.

Σε μια καλύτερη κοινωνία, ο άνθρωπος απελευθερωμένος από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, μακριά από τις επίπλαστες ανάγκες, που δημιουργούνται από το κοινωνικό σύστημα και έχοντας καταργήσει την κοινωνική ανισότητα, θα μπορεί να δημιουργήσει πιο απελευθερωμένα και, όπως έχει εκφραστεί ένας σπουδαίος κοινωνικός επαναστάτης, σε μια μελλοντική κοινωνία η ποίηση θα φτάσει σε πρωτόγνωρα ύψη.