Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 42

So Long, Marianne, του Σταύρου Σταυρόπουλου

So Long, Marianne, ποιήματα, Σταύρος Σταυρόπουλος, εκδόσεις Σμίλη 2017

Το αρσενικό ίσως και να είναι εκείνο που θυματοποιείται τις περισσότερες φορές στον έρωτα, ενώ το θηλυκό διασκεδάζει και ματαιοδοξεί διότι έχει την γνώση της σύντομης λήξης του. Η ισορροπία μεταξύ θηλυκού και αρσενικού πιθανόν να επιτύχει τον στόχο της όταν το αρσενικό καταφέρει να περιέχει το θηλυκό, όπως και το θηλυκό αντιστοίχως να πράξει το ίδιο.

Κι εκεί θα είναι που θα συναντηθεί η αρμονία, η ομορφιά του αιώνιου παιδιού σε ένα ανώτερο σμίξιμο.

Η Λίλιθ σύμφωνα με απόκρυφα κείμενα της καθολικής εκκλησίας ήταν η πρωτόπλαστη γυναίκα και φτιάχτηκε όπως ο Αδάμ από χώμα σε αντίθεση με την Εύα η οποία ποιήθηκε από ένα πλευρό του, όταν εκείνος βρισκόταν εν υπνώσει. Όταν ο Αδάμ θέλησε να καθυποτάξει τη Λίλιθ εκείνη έφυγε και υψώθηκε στον ουρανό.

Και γράφει ο ποιητής- «το σπίτι μας ήταν τελικά ο εξώστης του ουρανού από τη σωστή πλευρά του Παραδείσου που χώλαινε όλες τις χιλιετίες»

Η ανυπότακτη Λίλιθ η "θεϊκή γυναίκα" σύμβολο θηλυκότητας, πλάσμα δαιμονικό, η προσωποποίηση του πειρασμού είναι η γυναίκα που ταλαιπωρεί τον ποιητή και στο πρόσωπό της μπορεί να της αναγνωριστεί οποιοδήποτε όνομα.

Μέσα στα ποιήματα του Σταύρου Σταυρόπουλου η γυναίκα ενδυναμώνεται τόσο ώστε να καταφέρνει την αποδόμηση του αρσενικού.

Ο ποιητής προσπαθεί με οποιοδήποτε τρόπο να πιαστεί από κάπου, να βρει την σωτηρία του, και τελικά την βρίσκει μέσα από το αρσενικό άνιμους δηλαδή την καταπιεσμένη υπερευαίσθητή του πλευρά.

Επιθυμεί να αποκτήσει τα μάτια της γυναίκας αυτής, να δει τον ίδιο κόσμο, θέλει κατά κάποιο τρόπο να σωματοποιηθεί με τα γνωρίσματά της, να ενσωματώσει τη φύση του στην φύση της, να ενωθεί στη σφαίρα μιας ανώτερης συμφωνίας, όπου το θηλυκό θα βγάζει εξοχή και το αρσενικό θα την υποδέχεται.

Το αρσενικό ποιητής βάζει όλες του τις δυνάμεις, εξαντλεί τις αντοχές του προς στην επίτευξη της κατανόησης της Γυναίκας.

Και γράφει- «όλα όσα μάθαινα για την αγάπη, τα μάθαινα επειδή με κοιτούσες.»

Ο ίδιος μέσα από αυτή του την προσπάθεια μιας βαθύτερης διείσδυσης, αποτραβιέται, φοβάται, γίνεται ατελής μπροστά στο τέλειο θηλυκό.

Και γράφει- «όλα μου τα ποιήματα είναι φτιαγμένα από την απουσία σου, φοβάμαι να τινάξω τα φύλλα τους μην ξαφνικά εμφανιστείς και παγώσεις πάνω μου σαν εκτυφλωτικό χιόνι όλο τον υπόλοιπο κόσμο.»

Το αρσενικό - ποιητής συρρικνώνεται και η Αγάπη τον κατεδαφίζει.

Η γυναίκα στοιχειό που κατοικεί κάτω από το δέρμα του ποιητή, η ανυπότακτη αυτή Λίλιθ, έχει χαθεί σε ένα βαθύ άγνωστο, ο ποιητής δείχνει τον χαμένο της δρόμο, την εξαφανισμένη της εικόνα, ξοδεύει «άδικα δένδρα, απελπισμένες πορείες και χώματα.»

Οι λέξεις του τον βοηθούν να ενθυμηθεί, προσπαθεί να επαναπροσδιοριστεί και ακολουθεί μια απελπισμένη πορεία η οποία ξανά και πάλι θα καταλήξει στην χαμένη Μαρία, όμως ποτέ στην λύτρωση του ιδίου.

Και γράφει- «η αγάπη δεν απομακρύνεται ποτέ από το μέλλον της.»

Μια γυναίκα Ιανός είναι η Μαρία, αλλάζει πρόσωπα και όψη. Το κορίτσι με τα μικρά δάχτυλα γίνεται ο τόπος ώστε να φιλοξενηθεί η αιώνια νεότητα, η γυναίκα με τα γενναία μαλλιά, η ομορφιά σαν στάχυ του Αυγούστου.

Και γράφει- «είσαι το πιο όμορφο μέρος για να είναι κανείς νέος.»

Όμως ξαφνικά μεταμορφώνεται μες το ποίημα και αλλάζει σε κάτι το γκροτέσκο, γίνεται ένα φάντασμα, ένας ηλικιωμένος κήπος, μια σκιά που την παρακολουθεί ο ποιητής να σκεπάζει σιγά σιγά το φως, ένα πλάσμα που σιγοτρώει και καίει τις μνήμες του.

Και γράφει- «σε παντρεύτηκα αργά σιωπηλά σωτήρια, παντρεύτηκα τα οστά σου που έκαιγαν, την κόλαση του μυαλού σου, πήρα την οδύνη που έπεφτε από το δέρμα σου…»

Ο Σταύρος Σταυρόπουλος τα αφηγείται όλα με μια ειλικρινή, βιωματική, τρεμάμενη ευαισθησία, σχεδόν ανήλικη.

Και γράφει – «έζησες σε όλα τα μέρη που ήμουν παιδί.»

Τα περιγράφει μέσα από έναν στιβαρό και ανώτερο λόγο.

Και γράφει- «όλα τα μπαρ έχουν πια το όνομά σου γραμμένο ανορθόγραφα…»

Μέσα στο ποίημα κάθε τόπος διευρύνεται, πλαταίνει, μεγαλώνει με την παρουσία της Μαρίας, της γυναίκας αυτής που δημιουργεί έκταση και απεραντοσύνη. Η σχεδόν θεϊκή της μορφή, το βλέμμα της πιο μακρύ και από το πλάτος της θάλασσας. Μέσα στο ποίημα κάθε τόπος και εποχή έχει χαρτογραφηθεί από το βλέμμα της, διότι ο κόσμος θα ήταν ακόμα άγραφος δίχως την παρουσία αυτής.

Υπάρχει κίνηση μέσα στις μνήμες, μέσα από τις φωτογραφίες και μια υπόνοια του φανταστικού, ένα ντελίριο του έρωτα μες στο οποίο χάνεται ο πραγματικός χρόνος και οι εποχές διαδέχονται η μία την άλλη σε άτακτη σειρά.

Και ξαφνικά ένα απόλυτο κενό, ένας νεκρός χρόνος, ο οποίος συγκροτεί κομμένα διάσπαρτα ανθρώπινα τμήματα - μάτια δάχτυλα, μαλλιά, χέρια, μόνα τους.

Ο αναγνώστης στέκει ανίκανος να συνθέσει την εικόνα της γυναίκας αυτής διότι τα πρόσωπά της διαθλούνται και πολλαπλασιάζονται την ίδια χρονική στιγμή.

Το αρσενικό - ποιητής θέλει να φέρει κοντά του ξανά την γυναίκα αυτή, θρέφει μια μεγάλη λαχτάρα και επιθυμία, όμως πως να καταστρώσει ένα τέτοιου είδους σχέδιο, πως μπορεί να μην δεν φοβάται τη σκιά;

Βρίσκεται σε μια συνεχή, αγωνιώδη αναζήτηση η οποία στο τέλος αρκείται στα φαντάσματα και στην δημόσια διαδρομή τους, στις μνήμες τις φωτογραφικές και σε φαντασιώσεις που περνούν μέσα από το μυαλό του.

Και γράφει – «οι ειδήσεις σου είχαν μέλλον και μάτια που έσταζαν ύπνους παιδιών, για μια στιγμή νόμισα ότι έκαναν τον κόσμο να γυρίζει με τριαντάφυλλα…»

Ο θάνατος και η γέννηση, η γέννηση και ο θάνατος και στη μέση ο έρωτας στη διαρκή του πάλη με το ατελέσφορο.

Και γράφει – «κανένας θάνατος ποτέ δεν μπορεί να είναι πιο όμορφος από σένα.»

Ο ποιητής εκεί που γεννά ή ανασταίνει τον έρωτα, τον σκοτώνει ταυτόχρονα, τον πεθαίνει, ομολογεί στον εαυτό του πως η γυναίκα ετούτη είναι ανύπαρκτη και ύστερα από λίγο αυτή αναδύεται μέσα από τους στίχους του, προσπαθώντας να γλυτώσει από την ανυπαρξία της, φοβούμενη μήπως και πνιγεί στην λήθη του ποιητή - εραστή της.

Και πάλι όμως ο ποιητής, κατεβάζει το κεφάλι της γυναίκας στις σελίδες του, ρίχνει χώμα, ρίχνει λίγο ακόμα χώμα και θάβει την αγάπη του. Όπως και αν μπορεί.

Και στο τέλος γράφει – «Να θυμηθώ να σ' αγαπήσω καλύτερα στο τέλος και του επόμενου κόσμου.»

Ειρήνη Βακαλοπούλου