Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 42

Από τη μεριά του Πάρκου, του Βασίλη Νούλα & Ο προσκυνητής του Βυζαντίου, του Ράμι Σαάρι

Από τη μεριά του πάρκου, ποιήματα, Βασίλης Νούλας, εκδόσεις Γαβριηλίδη 2014

Ο προσκυνητής του Βυζαντίου, ανθολόγιο, Ράμι Σαάρι, μτφρ. Θ. Σκλαβούνος εκδόσεις Βακχικόν 2017

Στα τέλη του Κ' και τις αρχές του επόμενου αιώνα η queer θεωρία αμφισβήτησε τις παραδοσιακές λογοτεχνικές αναγνώσεις δίνοντας έμφαση στο φύλο και ιδιαίτερα στη σεξουαλικότητα. Συνυφασμένη με τη φεμινιστική θεωρία, η queer1 θεωρία συνδέει το κοινωνικό φύλο με τη σεξουαλικότητα και εξετάζει πώς διαμορφώνει την συναίσθηση της ταυτότητας.

Κατά τον Joseph Bristow2, η queer theory αναπτύχθηκε στη Νέα Υόρκη μετά το 1990, αμφισβητώντας τις λεγόμενες «πολιτικές της ταυτότητας» που συνδέονταν με τις οργανώσεις των ομοφυλόφιλων από την εποχή των κινημάτων του 1960. Η θεωρία επεξεργάζεται την αποδόμηση του ιεραρχικού δίπολου ετεροφυλόφιλος/ομοφυλόφιλος, εκκινώντας από την παραδοχή ότι όλες οι κατηγορίες ταυτότητας, όπως «γκέι», «ετεροφυλόφιλος» κλπ., τείνουν να γίνονται εργαλεία των ρυθμιστικών συστημάτων3.

Επιχειρεί, βάσει της ιστορίας της σεξουαλικότητας του Foucault και της θεώρησης της Μπάτλερ, να προσεγγίσει ως κριτική την κοινή καταπίεση και υποτίμηση που βιώνουν οι ομοφυλόφιλοι. Ανατρέπει τις δήθεν επιστημονικές κατηγοριοποιήσεις της σεξουαλικής συμπεριφοράς και αποδομεί το δίπολο ετεροφυλόφιλος/ομοφυλόφιλος με τον ίδιο τρόπο που ο μεταδομιστικός φεμινισμός αποδομεί το δίπολο άνδρας/γυναίκα.

«Μέσα από τις αναγνώσεις κειμένων καταδεικνύεται ότι η ομοφυλοφιλία και ως εκ τούτου και η ετεροφυλοφιλία και η αμφιφυλοφιλία αποτελούν κοινωνικά προϊόντα και η ανάπτυξη μιας διακριτής ομοφυλοφιλικής (λεσβιακής ή γκέι) ταυτότητας καθορίζεται μέσα από τις ιδεολογικές συνθήκες μιας συγκεκριμένης εποχής. Βασικός στόχος της θεωρίας είναι ακόμη να εντοπιστούν και να αναδειχθούν τα έργα μη ετεροφυλόφιλων συγγραφέων»4.

Στην Ελλάδα όμως παρά την ανάπτυξη των σπουδών φύλου, η κριτική φαίνεται να στέκεται σε απόσταση από την ομοφυλοφιλική ποίηση, παρά την προσέγγιση ορισμένων επιφανών καλλιτεχνών. Χαρακτηριστικό είναι ότι κριτικά δοκίμια δεν απαντώνται πολλά, πλην εκείνων που προσανατολίζονται σε γνωστούς ποιητές.

Η περίπτωση του Κ. Π. Καβάφη είναι ίσως η μόνη τόσο μελετημένη από την κριτική και τη φιλολογία, καθώς ο ποιητής λειτούργησε ως πρόδρομος της επίσημης ομοερωτικής ποίησης, έστω κι αν ποιήματα αυτής της κατηγορίας δεν κυκλοφόρησαν επίσημα. Μόλο που η ποιητική του Καβάφη δεν μπορεί να ειδωθεί μέσα από τούτο το πρίσμα αποκλειστικά, επειδή είναι πολυεπίπεδη, το ομοερωτικό στοιχείο είναι ισχυρότατο και συνδεόμενο με το υπαρξιακό και το ιστορικό5 τόσο με σύμβολα6 όσο με εικόνες θηλυπρέπειας σε μη ερωτικά ποιήματα7. Άλλοτε, το ομοφυλοφιλικό στοιχείο αποτελεί μία εικόνα που ξεπερνά τον ερωτισμό και θυμίζει την ομορφιά ως σύμβολο της νιότης8.

Η δε περίπτωση του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη ξεχωρίζει, μολονότι στη στιχουργική του δε διακρίνεται εύκολα το φύλο των εραστών, αν κι εκείνος ποτέ δεν έκρυψε τον προσανατολισμό του. Η ηδονιστική γραφή του προκαλεί εκείνη την εποχή με την ελευθερία του, επηρεασμένος από το κίνημα του αισθητισμού στη μορφή και τον στίχο.

Καθώς, βέβαια, στη Φιλοσοφία της Ιστορίας το παρελθόν εξετάζεται κάθε φορά μέσα από τα ερωτήματα που θέτει το παρόν του ερευνητή9 έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κριτική της λογοτεχνίας το πώς εξετάζεται διαχρονικά το ομοφυλοφιλικό στοιχείο στην ποίηση των δύο προηγούμενων ανδρών. «Μια κοινωνία δε διαβάζει μόνο το παρελθόν με συγχρονικούς όρους, αλλά και το παρόν της με τον κώδικα με τον οποίο έχει μάθει να διαβάζει το παρελθόν. Μέσα από την κουλτούρα το παρελθόν ενσωματώνεται στις τωρινές αντιλήψεις για τον χρόνο και τη χρονικότητα»10. Εξάλλου, κατά τον Καρ «η ίδια η ερώτηση του “τι είναι Ιστορία” συνειδητά ή ασυνείδητα αντικατοπτρίζει τη θέση μας στο χρόνο και αποτελεί μέρος της απάντησής μας στο γενικότερο ερώτημα πώς βλέπουμε την κοινωνία πού ζούμε»11.

Χαρακτηριστικά για την ομοφυλοφιλική προσέγγιση του Καβάφη ο Τζιόβας τονίζει τις ποικίλες μορφές της πρόσληψης του καβαφικής ποίησης παρατηρώντας ότι «από την παλαιότερη κριτική αντιμετωπιζόταν ως ποιητής ηδονικός, πολιτικός, διδακτικός και ειρωνικός, ενώ σήμερα προβάλλεται η εικόνα του ποιητή ως ομοφυλόφιλου, διασπορικού και συγκρητικού(…) Για την ομοφυλοφιλική προσέγγιση του Καβάφη, η ποίησή του συνιστά περισσότερο έναν χώρο ταύτισης και διαπραγμάτευσης της ταυτότητας και ως προς αυτό συγκλίνει με τη διασπορική ή συγκρητική προσέγγισή του, που και αυτή έχει προβληθεί τα τελευταία χρόνια από μελετητές του Καβάφη εκτός Ελλάδος»12.

Ας μην λησμονούμε πως «στα ώριμα ποιήματά του γράφει για τον έρωτα ανθρώπων που βρίσκονται υπό πίεση, υπό καταπίεση, στο περιθώριο ή στο υπόγειο της κοινωνίας, ακριβώς λόγω της ερωτικής τους επιλογής. Μιλάει δηλαδή όχι μόνο για το συναίσθημα, αλλά και για την κοινωνική διαχείριση της ταυτότητας που έρχεται λόγω αυτού. Μιλάει όχι μόνο για την επιθυμία, αλλά και για τις ριζοσπαστικές επιλογές στις οποίες αυτή οδηγεί»13.

Βέβαια, στο κλίμα της εποχής και των "χρηστών ηθών" σπάνια η κριτική προσέγγισε τα ποιητικά έργα μέσα από ένα ελεύθερο μάτι, ενώ ακόμη και σήμερα λίγες φορές γίνονται αναφορές στον σεξουαλικό προσανατολισμό της τριανδρίας της Θεσσαλονίκης (Χριστιανόπουλος, Αλσάνογλου, Ιωάννου).

Ας θυμίσουμε πως ανάλογο πρόβλημα εντοπίζεται και στην αμερικανική κριτική με τον "εθνικό" ποιητή Walt Whitman (1819-1892). Βέβαια, ο Αμερικανός ποτέ δε δημοσιοποίησε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, σε αντίθεση με τον Καβάφη και τον Χριστιανόπουλο ή την Χρηστάρα, αλλά σε ανάλογο κλίμα με άλλους Έλληνες, με κοινό παρονομαστή τον πουριτανισμό μερίδας των κριτικών. Αντίστοιχα, κατά τον Γκίμπσον «αυτό που η Ισπανία δεν μπορούσε να αποδεχθεί ήταν ότι ο μεγαλύτερος ποιητής της υπήρξε ομοφυλόφιλος(...) Λογοκρίνονταν για να εμφανίζεται ως στρέιτ, ακόμα και μετά τη δεκαετία του '80, όταν πια η σεξουαλική του ταυτότητα είχε γίνει γνωστή»14.

Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι τόσο για την κριτική όσο και για τους ίδιους συχνά τους δημιουργούς η ομοφυλοφιλία δεν αποτέλεσε έναν στόχο, ένα κριτήριο ποιητικής. Τόσο τα ήθη της εποχής (που σαφώς επηρεάζουν τους δημιουργούς) όσο και οι μοντερνιστικές τάσεις με την κρυπτικότητα, τα υπονοούμενα και τα σύμβολά τους οδήγησαν την ποίηση των ομοφυλόφιλων στη διαμόρφωση ορισμένων σταδίων.

Πολλοί ποιητές –ειδικά παλαιότερα– δεν κηρύττουν την σεξουαλική ελευθερία, παρά τη φιληδονία που ελλοχεύει στις συνθέσεις τους. Δεν κάνουν λόγο για τη διαφορετικότητα –μολονότι τούτη λειτουργεί ως κινητήριος δύναμη της ποιητικής τους– και σαφώς δε διεκδικούν έναν χώρο με βάση τη σεξουαλική ταυτότητα. Έτσι, ο ερωτικός προσανατολισμός στιχουργικά μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, απλώνοντας το έργο τους και σε ένα μεγαλύτερο κοινό, με βασικό όμως στοιχείο την εσωτερικότητα του ψυχισμού του "διαφορετικού".

Και το κλίμα τούτο που εντοπίζεται στην Ελλάδα, σαφώς δε διαφέρει πολύ από την παγκόσμια ποίηση. Είναι χαρακτηριστικό πως στην ανθολογία του Timothy Liu15 εγγράφεται προσεκτικά μια σειρά ποιητικών παραδόσεων, από τη σκοπιά του Φορμαλισμού, χωρίς να βρει κάτι που γεννήθηκε από μια βασικά αισθητική γκέι. «Φυσικά υπάρχουν ποιήματα που φανερώνουν απροκάλυπτα τη σεξουαλικότητά τους, αλλά υπάρχουν τόσα πιο ήσυχα ποιήματα (και ποιητές) που θα μπορούσαν να διαφεύγουν από την πιο λεπτή gaydar16». Ενώ ο Robert Duncan σημείωσε ότι «θα μπορούσε εύκολα κάποιος ποιητής να διαβαστεί ως αποκαλυπτικός/κραυγάζων ή εσωστρεφής ανάλογα με τα ποιήματα που κάποιος επέλεξε να τον εκπροσωπήσει»17.

Η ομοερωτική ποίηση μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ελλάδα δεν αποκτά ακτιβιστικά χαρακτηριστικά. Περισσότερο συνδέεται με την εσωστρέφεια και την αξιοποίηση του ερωτικού στοιχείου χωρίς ή με κοινωνικά χαρακτηριστικά (πχ Ασλάνογλου, Χρονάς). Η τριανδρία των Χριστιανόπουλου, Ασλάνογλου και Ιωάννου ενσωμάτωσε την καταπίεση -που εισήγαγαν οι αριστεροί- στη λογική του εσωτερικού μονολόγου -που προϋπήρχε- υπό τη μορφή μιας ερωτικής κοινωνικής απομόνωσης με καβαφικά πεζολογικά χαρακτηριστικά και αίσθημα καρυωτακικής απογοήτευσης.

Ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου ήταν ένας ποιητής του οποίου το έργο δε φαίνεται να διαφέρει θεματικά από την υπόλοιπη μεταπολεμική ομοερωτική ποίηση (λαϊκά αγόρια, ανεκπλήρωτος έρωτας, εσωστρέφεια κι ένα εχθρικό περιβάλλον που οδηγεί σε απομόνωση). Η συναισθηματική ασφυξία, που συνδέεται άμεσα με το σεξουαλικό προσανατολισμό σε ένα περιβάλλον πιεστικό κι επιθετικό, επιτείνει την απομόνωση.

Η σύγκρουση εξωτερικού και εσωτερικού κόσμου είναι κατά τον Ασλάνογλου η γενεσιουργός αιτία της ποίησης, με μέσο τον ιδιαίτερο ψυχισμό του υποκειμένου. Οι περιδιαβάσεις του δεν είναι παρά οι απατηλές έξοδοι και η επιβεβαίωση της μοναξιάς του. Ο ποιητής μέσω της ιδιαίτερης απομόνωσής του, καταλήγει στη συγκρότηση μιας αισθητικής της απομόνωσης, μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας εικονοποιήσεών της. «Πρόκειται για τη συγκρότηση μιας αισθητικής της απομόνωσης –αρκετά κοντά στις νιτσεϊκές ιδέες– καθώς ο ίδιος έχει ήδη βιώσει τη συντριβή του ερωτικού και του ανθρωπολογικού. Μοιάζει να προσπαθεί να συλλάβει τις παρηχήσεις του αφανισμού του»18.

Η δε ποιητική του Ντίνου Χριστιανόπουλου είναι αντισυμβολική, αμεσότερη κι σαφώς πιο σεξουαλική. Πιο "ωμή" από άλλους ποιητές εκθέτει τον ομοερωτικό έρωτα στην πεζή φόρμα αναφερόμενος στο παρελθόν19. Πρόθεση του ποιητή είναι να αποκαλυφθεί ως ομοφυλόφιλος και να προκαλέσει αυτοτοποθετούμενος στους φετιχιστές. Είναι τολμηρός και εκφράζεται ρεαλιστικά.

Τα περισσότερα ποιήματα αναφέρονται σε ιστορίες με φόντο γειτονιές και πρόσωπα της Θεσσαλονίκης. Πιο ερωτικά, με ημιδιαφανή χαρακτηριστικά ομοερωτικής σχέσης, είναι τα ποιήματα που αναφέρονται σε ένστολους ή λαϊκούς τύπους, που συναντά τυχαία ή σε κοινωνικές συναναστροφές. Υμνεί τη –στρατιωτική συχνότερα– στολή. «Εξυμνούν τον ανδρισμό, τους νταβραντισμένους άνδρες, όπως τους αναφέρει ο ίδιος ο ποιητής. Στην τελευταία ομάδα ποιημάτων της συλλογής, τον ποιητή απασχολεί η έλλειψη τέτοιων ανδρών στην εποχή του, ανδρών ικανών για έρωτα και βιασμό20.

Κάπου ανάμεσα τους δύο άνδρες, ο νεότερος Γιώργος Χρονάς στη δεκαετία του '70 εκθέτει έναν ερωτισμό "αιρετικό" ξεπερνώντας το απαγορευμένο κατά τη χριστιανική ηθική και αποκτά έναν παγανιστικό χαρακτήρα πανσεξουαλισμού και πλήρους αποδοχής της λαγνείας σε κάθε της μορφή, ομοφυλοφιλική, αγοραία, κρυφή ή φανερή. Στον σεξουαλισμό του Χρονά βλέπουμε την αναβίωση της αρχαιοελληνικής αντίληψης για τον έρωτα.

Στην ποιητική του λέξεις-κλειδιά εκδηλώνουν συγκαλυμμένα χαρακτηριστικά που αγκαλιάζουν τον ομοερωτισμό (ναύτες), ενώ άλλες (λουτρά και χαμάμ) λειτουργούν εκφραστικά και ως ερωτικά υπονοούμενα, τόσο με το γυμνό ως έννοια να αιωρείται όσο και ως τόπος συνάντησης ή αναζήτησης ερωτικών συντρόφων. Κι ας μη λησμονούμε αναλόγως πως τα γυμναστήρια και οι παλαίστρες είναι χώροι που διακρίνονται για τη ρώμη των ανδρών και το αρχαιοελληνικό κάλλος. Βέβαια, στο ερωτικό αυτό μοτίβο τα ανοιχτά πουκάμισα τραβούν την προσοχή του ποιητικού υποκειμένου. Άλλωστε, έμμεσες αναφορές στον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό εντοπίζονται αρκετές στο έργο του, όπως συναντήσεις ανδρών σε ασφαλή δωμάτια. Ωστόσο, το ερωτικό στοιχείο στον Χρονά είναι παρόν διαρκώς, δίχως να τίθεται σε πρώτο πλάνο. Με ποιητική ασάφεια και δίχως προκλητικότητα, η ποίησή του παραμένει ερωτική21.

Σε μία κατεύθυνση αποκάλυψης του ομοερωτικού προσανατολισμού κινείται και η Θεσσαλονικιά Χαρά Χρηστάρα, που ακολουθεί όμως τον "εσωτερικό μονόλογο" που όρισε η λογοτεχνική παράδοση της πόλης και υιοθέτησαν πολλοί ποιητές υπό την έντονη καβαφική και καρυωτακική επιρροή. Πρόκειται για ποίηση κάθαρσης κι ανθρωποκεντρική. Η ποίησή της είναι προσωπική και κινείται σε υπαρξιακό επίπεδο, όπου εκεί εκτίθεται το ομοερωτικό βίωμα με αφοπλιστική ειλικρίνεια πλάι όμως στην κοινωνική αγωνία για τον ρόλο της γυναίκας, την κρίση, τις σχέσεις των γειτόνων και τα ανώνυμα -μα τόσο οικεία- στέκια που δένονται με τους θαμώνες22.

Αναφορές στη σεξουαλική διαφορετικότητα απαντώνται και σε πιο νέους ποιητές, ενταγμένες μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της προβληματικής τους23. Χαρακτηριστική είναι η ποιητική του Βαγγέλη Αλεξόπουλου24, όπου λέξεις τοποθετημένες μελετημένα εκθέτουν μία οπτική του ομοερωτικού προσανατολισμού25. Ο εξπρεσιονιστικός λόγος τροφοδοτεί με αλληγορίες την ερωτική στιχουργική του Αλεξόπουλου, όπου ξεχωρίζουν οι ερωτικές συνδέσεις με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, ακόμα κι αν εκτίθεται τούτος αλληγορικά26 θίγοντας έμμεσα και την απόγνωση του διαφορετικού. Ας σημειώσουμε όμως πως οι αναφορές αυτές δεν έχουν κάποιο ακτιβιστικό ή κοινωνικό υπόβαθρο. Άλλωστε, ο Αλεξόπουλος αναζητά στον στίχο το συναίσθημα μέσα από έναν εξπρεσιονιστικό λυρισμό. Και τούτο τον ερωτικό λυρισμό υπηρετεί και η συχνή παρουσία αγγέλων, άλλοτε εκπεσόντων κι άλλοτε γυμνών27.

Σήμερα πια αυτό που ονομάζουμε «ομοφυλοφιλική ποίηση» έχει χαρακτηριστικά πιο ακτιβιστικά, πιο πολιτικά –με την ευρύτερη έννοια του όρου. Το κυριότερο χαρακτηριστικό της είναι η απροκάλυπτη αποκάλυψη του σεξουαλικού προσανατολισμού. Έτσι αποκτά έναν χαρακτήρα πολιτικό που ανάλογα με τη χώρα οξύνεται ή αμβλύνεται, φέρνοντας στην επιφάνεια τον κόσμο των συναισθημάτων, όπως τον νιώθει ο ποιητής.

Για τον Μπράνε Μοζέτιτς, άλλωστε, «η ίδια η πράξη της λογοτεχνίας εμπεριέχει τον ακτιβισμό, την κοινωνική δέσμευση, αποτελεί ακόμα και πολιτική πράξη. Ιδιαίτερα αν πρόκειται για λογοτεχνία που γράφεται από κάποια μειονότητα (γυναικεία λογοτεχνία, άλλης φυλής, ΛΟΑΤ κτλ.), τότε, είναι ακόμα περισσότερο μια πολιτική και ακτιβιστική πράξη» ενώ για την Σουζάνα Τράτνικ «ένας ΛΟΑΤ αναγνώστης είναι σημαντικό να μπορεί να συνταυτιστεί με κάποιους λογοτεχνικούς ήρωες –και τότε η λογοτεχνία αποκτά ακτιβιστική λειτουργία", ενώ κάθε "καλό βιβλίο είναι στρατευμένο κάπου, στην πολιτική, σε κοινωνικά ερωτήματα, στα παγκόσμια προβλήματα, σε προσωπικά ζητήματα, σε θέματα μειονοτήτων»28.

Κατά τον Kronenberg29 «οι ομοφυλόφιλοι αναγνώστες και οι ίδιοι οι ποιητές, που ζουν σε μια νέα εποχή άγχους, αισθάνονται πιεσμένοι και "χαμένοι"30 από τους ετεροφυλοφιλικούς κοινωνικούς/σεξουαλικούς κανόνες και αυτό χαρακτηρίζει τις ιδιαίτερες και συλλογικές φωνές τους σε έναν κόσμο ετεροφυλικής ηγεμονίας.»

Ο τρόπος με τον οποίο ο Καβάφης την «πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, μιλάει για την πίεση που αισθάνεται, για την απόκρυψη, για την ανάγκη να βρει μια γλώσσα που να μπορεί να λέει και να κρύβει, αποκαλύπτει μία διάθεση να εκφράσει όσους είναι σαν κι εκείνον καμωμένοι, συνδέονται ευθέως με την ομοφυλόφιλη ερωτική ταυτότητα. Το καταλαβαίνει αυτό κανείς αν διαβάσει όλες αυτές τις αναφορές μαζί αλλά κι αν τις συνδυάσει με όλο το επίσημο καβαφικό έργο που ακολούθησε. Ένα έργο που χαρακτηρίστηκε και από την επίμονη αναφορά του στον ομόφυλο έρωτα»31.

Σύμφωνα με τον Kronenberg «οι ομοφυλόφιλοι ποιητές πρέπει (must) να διακηρύσσουν, να στέκονται, να δηλώνουν, να αναπαριστούν, να αναπαριστούν την ταυτότητά τους ως ξεχωριστά σεξουαλικά όντα, διαφορετικά τα ποιήματά τους θα διαβαστούν λανθασμένα, θα εντοπιστούν εσφαλμένα και, ως εκ τούτου, θα μειωθούν»32. Εδώ, βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο περισσότερος λόγος γίνεται για τους λευκούς ομοφυλόφιλους και πολύ λιγότερο για τους αφροαμερικανούς, πόσο μάλλον αν προσανατολιστούμε στη μαύρη λεσβιακή ποίηση. Σχετικά δε η Evelynn Hammonds33 παρατηρεί πως οι λευκοί γκέι άνδρες ακτιβιστές αξιοποιούν τον ιδεολογικό χώρο που διαμορφώνεται από την επιδημία του AIDS για να αμφισβητήσουν την ιδέα της ομοφυλοφιλίας ως παθολογίας και «ανωμαλίας» και να διεκδικήσουν το δικαίωμα να ζήσουν ελεύθερα τις ερωτικές τους επιθυμίες, οι μαύρες γυναίκες αποσιωπώνται.
.
Μπροστά, βέβαια, σε αυτούς που αναρωτιούνται (ή ενοχλούνται) που γίνεται λόγος για ομοερωτική ποίηση –με το ρηχό επιχείρημα ότι μιλάμε για ερωτική λογοτεχνία ή ότι υπερπροβάλλεται η σεξουαλική ταυτότητα του δημιουργού– είναι σαν να εγείρονται ερωτήματα για την κατηγοριοποίηση της μεταναστευτικής ποίησης ή της μαύρης λογοτεχνίας. Η απάντηση κρύβεται στην προσωπικότητα του δημιουργού και τη δική του ανάγκη να ποιήσει για όσα τον ενοχλούν∙ μία προσωπικότητα στη διαμόρφωση της οποίας ο ερωτικός προσανατολισμός διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο (όπως σε άλλους η φυλή, ή η προσφυγιά και η μετανάστευση).

Έτσι, συχνά ο σεξουαλικός προσανατολισμός εκτίθεται απερίφραστα και σχεδόν προκλητικά για τα καθεστηκότα ήθη, επισημαίνοντας την αποφασιστικότητα στην αποκάλυψη της σεξουαλικής ταυτότητας και πρακτικής που αντιτίθενται στις ετεροφυλοφιλικές συμπεριφορές. Ο ερωτισμός ξεπερνά τη συναισθητική διάσταση του ερωτεύομαι/αγαπώ και αποκτά μία πιο σαρκική διάσταση –με σχεδόν εμμονικές– διαστάσεις.

Άλλωστε, κατά τον Halliday «η γλώσσα είναι ένα σύστημα για την κατασκευή νοημάτων, ένα σημειογενές σύστημα. Οι άνθρωποι, πιστεύει, κατασκευάζουμε και ανταλλάσσουμε νοήματα μεταξύ μας προκειμένου να κατανοήσουμε τον κόσμο, τον εαυτό μας και τις μεταξύ μας σχέσεις»34. Στην ουσία ορίζει πως η γλώσσα γεννά τις σημασίες κατά τη χρήση της.
Μία ξεχωριστή εκδοχή ανδρικής ομοερωτικής ποίησης αποτελεί η ποιητική συλλογή του Βασίλη Νούλα «από τη μεριά του Πάρκου» (Γαβριηλίδης, 2014)35. Η ποιητική του Νούλα διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ομοφυλοφιλικής ποίησης. Επικεντρώνεται στο σεξ με σαφή έμφυλα χαρακτηριστικά και έντονο το κοινωνικό στοιχείο. Η σεξουαλικότητα μέσα από την οπτική του ωμού ρεαλισμού διαχέεται σε όλη την έκταση της συλλογής, με έντονες επιρροές ενός "πρωτόγονου" παζολονικού πανσεξουαλισμού.

Η ποιητική του με την αμεσότητά της και το έντονο κοινωνικό στοιχείο της εντάσσεται στην «ποίηση της αγανάκτησης». Η στιχουργική του Νούλα χτίζεται με λέξεις τετριμμένες, όπως δίδασκε ο Μίμης Σουλιώτης. Αξιοποιεί το οικείο λεξιλόγιο, προκαλώντας συχνά με την ελευθεροστομία του. Πειραματίζεται με τον στίχο και τον ρυθμό, γράφοντας άλλοτε σε θρυμματισμένο βραχυλογικό ύφος και άλλες φορές σε μεγαλύτερο στίχο στη σύντομη έκταση των συνθέσεών του. Παρωδίες και σαρκασμός ενισχύουν την αγωνία και τον πόνο του δημιουργού.

Ο Νούλας γράφει αδιαμεσολάβητα. Εγκαταλείπει, στο αντιρομαντικό κλίμα που οικοδομεί, τα σύμβολα άλλων δημιουργών και μιλά απροκάλυπτα. Και η πρόζα –πλην ολίγων έμμετρων συνθέσεων– εντείνει το συναίσθημα τούτο. Άλλωστε, το πρωτοενικό υποκείμενο ενισχύει την αμεσότητα της στιχουργικής του.

Ο κόσμος του διαφέρει από τον συνήθη ποιητικό κόσμο. Είναι ο κρυφός χώρος συνάντησης των ομοφυλοφίλων, σχεδόν πάντα νυχτερινός, κρυμμένος από τα αδιάκριτα βλέμματα μέσα σε συστάδες δέντρων και φυλλώματα. Είναι ένας κόσμος συνωμοτικός, μα αδιάκριτος για τους μυημένους, άμεσος και ιδιαίτερα λάγνος. Κάθε ρομαντισμός χάνεται μόλις οι ποιητικοί χαρακτήρες περάσουν τα όρια του πάρκου.

Ο αντιλυρισμός εντείνει το κλίμα του ρεαλισμού και ταυτόχρονα λειτουργεί ως μία κραυγή αγωνίας για τη μοναξιά του ομοφυλόφιλου. Το φιλήδονο κλίμα και ο εκστατικός σεξουαλισμός περιγράφουν με ενάργεια/διαύγεια τον κόσμο ενός ομοφυλόφιλου, διατηρώντας σε έναν χαρακτήρα μανιφέστου. Ταυτόχρονα, όμως, διαφαίνεται η κριτική διάθεση του δημιουργού τόσο για τον χώρο (πάρκο) όσο και για τη συμπεριφορά των ανθρώπων, ομοφυλοφίλων και ετεροφυλόφιλων, μέσα από τις μεταμορφώσεις του πάρκου στον χρόνο.

Εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά έχει από την άλλη η ομοφυλοφιλική ποίηση του Ράμι Σαάρι36 όπου η έκθεση του ομοφυλοφιλικού έρωτα δεν κατέχει κάποια πολιτική πτυχή, καθώς αποτελεί λειτουργικό τμήμα της οδυσσειακής φιλοσοφίας του ποιητή.

Αν και αρχικά εκεί εκτίθενταν με υπονοούμενα σε μία μη ερωτική ποίηση, με τον καιρό αποκτά πιο άμεσα χαρακτηριστικά. Μέσα στην κοσμοπολίτικη-στοχαστική στιχουργική του το ομοερωτικό στοιχείο αρχικά κινείται "αθόρυβα", δίχως όμως να εντάσσεται σε ένα κρυπτικό ύφος.

Λεπτά υπονοούμενα, που προστατεύονται από την προσεκτική χρήση των λέξεων, αφήνουν την αχλή του ομόφυλου έρωτα. Ο Ράμι Σαάρι δε διδάσκει, δε λειτουργεί ακτιβιστικά αλλά συναισθηματικά με έντονο το κοσμοπολίτικο στοιχείο και μία πανσεξουαλική διάθεση37.

Στην ενότητα όμως «ωραίοι άντρες στις διασταυρώσεις» απαντώνται συνθέσεις πιο κοντά στις σύγχρονες τάσεις. Γράφει ελεύθερα με εμφανή έμφυλα χαρακτηριστικά και ένα πρωτοενικό εξομολογητικό υποκείμενο. Ακόμα και αν απέχει από την "ωμή" εκφραστική της ομοφυλοφιλικής στιχουργικής, παραμένει ένα διακριτό σημείο στην εβραϊκή ομοερωτική ποίηση, διατηρώντας τον προσωπικό οδυσσειακό τόνο και τον βαθύ συναισθηματισμό του38.

Ένας ιδιότυπος αντιλυρικός ρομαντισμός διαπνέει το ύφος του σύμμικτο όμως με το σεξουαλικό στοιχείο και τον σαρκικό πόθο του39 παρά την ύπαρξη μιας σπάνιας ωμότητας με κριτική διάθεση που εντείνει την απογοήτευση του και τους ανθρώπους40. Οφείλουμε, βέβαια, επιλογικά, να σημειώσουμε πως πάντα το (ομο)ερωτικό στοιχείο μπαίνει στο πολυκεντρικό κάδρο του, ενίοτε με καβαφικά χαρακτηριστικά41 συνδέοντας τον έρωτα με τη φθορά και τον χρόνο.

Επιλογικά, η ομοερωτική ποίηση ακολουθεί τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της αποκάλυψης του σεξουαλικού προσανατολισμού. Ως θεματική απαντάται ενσωματωμένη σε έναν ευρύτερο λυρικό, κοινωνικό ή υπαρξιακό προβληματισμό (Καβάφης, Χρηστάρα, Αγγελόπουλος, Σαάρι), δημιουργώντας μία πολυκεντρικότητα, δίχως να επιτρέπεται να εξεταστεί η ποιητική τους μόνο μέσα από τούτη τη σκοπιά (διότι ακριβώς μία μονοδιάστατη οπτική θα διασπάσει την πολυθεματική τους οπτική). Παράλληλα, άλλοτε η ίδια η ερωτική κατεύθυνσή της λειτουργεί ως πολιτικός ακτιβισμός (Νούλας) ή οδηγεί σε μία εσωστρέφεια (Ασλάνογλου, Χριστιανόπουλος) που ακολουθεί την απομόνωση του ίδιου του ποιητικού υποκειμένου. Η στάθμη της κοινωνικής αποδοχής της κάθε εποχής ορίζει και τον τρόπο διαπραγμάτευσης του θέματος, μέσα στη γενικότερη προβληματική του δημιουργού.

Δήμος Χλωπτσιούδης

Σημειώσεις
1. Σ.τ.Σ: queer=αλλόκοτος. Ο όρος όμως από προσβλητικός, στη δεκαετία του ‘90 απέκτησε πολιτικά κι ακτιβιστικά χαρακτηριστικά.
2. Joseph Bristow, Sexuality, Routledge, London & New York 2010, pp. 216, 217.
3. Ας θυμίσουμε εδώ την «ημερολογιακή» βιντεογραφική απόδοση της Peggy Phelan (1995) που εκθέτει την πορεία ενός γκέι άνδρα προς το θάνατο από AIDS και του πένθους του επί είκοσι δυο χρόνια συντρόφου του. Έτσι διαμορφώνει τον δικό της χώρο για το προσωπικό της –λεσβιακό- πένθος για τη νεκρή από ανορεξία σύντροφο και να υποστηρίξει ότι οι λεσβίες και οι γκέι άνδρες έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με το θάνατο εξαιτίας της επιβεβλημένης σ’ αυτές/ούς βίωσης του κοινωνικού θανάτου της ομοφοβίας.
4. Ευτέρπη Μήτση, Φύλο και λογοτεχνία, φυλοπαιδεια (26/5/2009).
5. βλ. σχετ. και Δρ. Ιωάννης Λίλλης, Η ομοφυλοφιλία στην ποίηση του Καβάφη, Νέα Κρήτη (14/05/2018).
6. Για παράδειγμα, η λέξη έφηβοι λειτουργεί ως σύμβολο σεξουαλικό στην ποιητική του Καβάφη.
7. Όπως στο ποίημα «περιμένοντας τους βαρβάρους» όπου η ενδυμασία των αρχόντων διατηρεί μία θηλυπρέπεια ή σωστότερα μία τρυφηλότητα, που τη συναντάμε και σε άλλα ποιήματα, όπως στο «Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.)»
8. Όπως για παράδειγμα στα ποιήματα «27 Ιουνίου 1906» και «τριάντα χρόνια μετά».
9. βλ. και Δήμος Χλωπτσιούδης, «Ιστορία: νέες εποχές, νέα ερωτήματα, νέες αναζητήσεις» στο 7 δοκίμια, τοβιβλίο, 2013.
10. βλ. Αντώνης Λιάκος, Πώς το παρελθόν γίνεται ιστορία;, Πόλις, Αθήνα 2007.
11. βλ. Ε. Χ. Καρ, Τι είναι Ιστορία;, Γνώση, Αθήνα 1997.
12. βλ. Δημήτρης Τζιόβας, Η ομοφυλοφιλία του Καβάφη, ΤοΒήμα (14/12/2003)
13. βλ. Δημήτρης Παπανικολάου: Ποίηση, ομοφυλοφιλία, ομοφοβία και πολιτική, συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη, Αυγή (21/0902014).
14. βλ. Ian Gibson, Ο Λόρκα και ο γκέι κόσμος.
15. βλ. Timothy Liu, Word of Mouth: An Anthology of Gay American Poetry (2000).
16. Σ.τ.Σ: gaydar: ευαισθησία στην ομοφυλόφιλη ταυτότητα των άλλων.
17. βλ. Edward Halsey Foster, Gay Literature: Poetry and Prose, Oxford Research Encyclopedia of Literature, Ιούλιος 2017.
18. Δάνης Κουμασίδης, μνήμη Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου, μια αισθητική της απομόνωσης, βακχικόν, τεύχ. 12.
19. Χρίστος Παπαγεωργίου, «Ποίηση ζωής ή Ζωή: Τα ποιήματά σου. Ντίνος Χριστιανόπουλος», στον τόμο Δημήτρης Κόκορης (επιμ), Για τον Χριστιανόπουλο. Κριτικά κείμενα για την ποίησή του, Αιγαίον, Λευκωσία 2003, σελ. 333-27.
20. Αλέξανδρος Αντωνίου, Η ποιητική διαχείριση του «στίγματος» της ομοφυλοφιλίας: Ιωάννου – Ασλάνογλου – Χριστιανόπουλος.
21. βλ. Δήμος Χλωπτσιούδης, «Γιώργος Χρονάς: Νυχτερινό οδοιπορικό σε έναν αντιηρωικό κόσμο», Ο Σίσυφος, τεύχ. 14, Δεκέμβριος 2017.
22. βλ. και Δήμος Χλωπτσιούδης, Αναζητώντας την παρουσία υπόγειων ρευμάτων στην ποίηση της Χαράς Χρηστάρα, κριτική στις ποιητικές συλλογές «υπόγεια ρεύματα» (Μανδραγόρας, 2008) και («παρουσίες απουσίες», Μανδραγόρας, 2014).
23. Ο υπογράφων το δοκίμιο, για παράδειγμα, εκθέτει την ομοφυλοφιλία σε μία έκφραση κοινωνικής αγωνίας (βλ. Δήμος Χλωπτσιούδης, ακατάλληλο (Μανδραγόρας, 2016).
24. βλ. και Δήμος Χλωπτσιούδης, «Ο ποιητής τελικά είναι λύκος ή ταύρος;», Οδός Πανός, τεύχ. 175, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2017.
25. βλ. «ο Αρχίλοχος έπεσε από τη Σελήνη με αλεξίπτωτο στην πόλη», τα φεγγάρια, παράξενες νύχτες.
26. βλ. «η πλατεία των ταύρων» μάτια με φωτογραφία, δύο τετράστιχα, ο ουρανός, ταυροκαθάψια, περίπατος, άνοιξη του '16, το λευκό, οι άγγελοι, έξι το πρωί μέχρι τα μεσάνυχτα.
27. βλ. «ο Αρχίλοχος έπεσε από τη Σελήνη με αλεξίπτωτο στην πόλη» η άνοιξη, στο καφενείο των αγγέλων, ενηλικίωση, παράξενες νύχτες, γιατί το φεγγάρι είναι κόκκινο.
28. βλ. «Συνάντηση με τρεις Σλοβένους ποιητές της ομοερωτικής λογοτεχνίας», συνέντευξη των Μπράνε Μοζέτιτς, Σουζάνας Τράτνικ και Χριστίνας Χότσεβαρ στην Αγγελική Δημουλή, βακχικόν, ένθετο της Δευτέρας.
29. Simeon Kronenberg, Love in Contemporary American Gay Male Poetry in the Works of Richard Siken, Eduardo C Corral and Jericho Brown, Cordite Poetry Review, October 2015.
30. Σ.τ.Σ.: dislocation στο αρχικό κείμενο.
31. βλ. Δημήτρης Παπανικολάου: Ποίηση, ομοφυλοφιλία, ομοφοβία και πολιτική, ό.π.
32. Simeon Kronenberg, Love in Contemporary American Gay Male Poetry…, ό.π.
33. Evelynn M. Hammonds, «Toward a genealogy of black female sexuality: the problematic of silence», στο J. Alexander and C. T. Mohanry (eds), Feminist Genealogies, Colonial Legacies, Democratic Futures, New York: Routledge, 1997.
34. βλ. Μ.Α.Κ. Halliday, Language as social semiotic. The social interpretation of language and meaning. Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Μελβούρνη, Auckand: Edward Arnold, 1978 και Spoken and written language. Οξφόρδη: Oxford University Press, 1989.
35. Ας μνημονεύσουμε και την προϋπάρχουσα στήλη του ιδίου στο φανζίν περιοδικό «Κυψέλη», η οποία αποτέλεσε και το κεντρικό υλικό της συλλογής.
36. βλ. σχετ. «ο προσκυνητής του Βυζαντίου», ανθολογία, μτφρ. Θοδωρής Σκλαβούνος, πρόλογος Αγγελική Δημουλή (βακχικόν, 2017).
37. βλ. η αποχέτευση της ερήμου, ο βασιλιάς των δρόμων, τώρα παράγουν καρπούς, το μέτρο της αγάπης, ο δικός μου νεκρός, οι Ρόμα στο δρόμο για τον ουρανό, ερείπια, τουρκομαχαλάς στα Γιαννιτσά, ο Έλληνας κινάει να πάει, δημογραφικά.
38. βλ. Δημήτρης, η Εδέμ του φιλήδονο, έχει μία καρδιά, χωρισμός, στο απόμερο χωριό, βαριά νοσούντα δωμάτια, για το νεκρό που πάντα ζει.
39. βλ. ήλιος νέος εφ' ήμερη, επιστροφή, δώρο, εσύ είσαι ο νεαρός, Αναγέννηση.
40. βλ. φτώχεια, όταν η νύχτα κλείνει τα βλέφαρά της, los declarados.
41. βλ. χάραζε τα στυλό, είδαμε τον κόσμο να αλλάζει, είπε ο ποιητής Β.