Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 26

Ανδρέας Καραντώνης: Σωτήρη Κακίση, Τα σύρματα

karantonis1.jpg
Ποιητικό άτομο, αλλά που μιλάει και για λογαριασμό κάποιων ανθρώπινων πραγματικοτήτων, έξω-ατομικών, είναι ο Σωτήρης Κακίσης, ο πιο προσωπικός, ίσως, και σαν ποιητική αίσθηση και σαν βάθος ευαισθησίας και σαν γραφή, από πολλούς άλλους. Τα ποιήματα του, ένα είδος μοντέρνων πεζοτράγουδων όπου δεν ακούμε τραγούδια αλλά την ψιθυριστή φωνή ενός αόρατου υποβολέα που παρατηρεί τον γύρω κόσμο και κάτι σημαντικό βλέπει κάθε τόσο, αφανέρωτο στο κοινό μάτι, είναι μια ανθοδέσμη στιγμών από ακαριαία σενάρια καθημερινής ζωής, γκρίζας, ταπεινής, μα πληγωμένης από οδύνη και μοναξιά. ΙΙολλά μάς λέει αυτό το θαμπό σκιαγράφημα:«Πατήσια είναι; Πατήσια• το διαβάζετε όταν μπαίνετε• ναι, έχω νου να διαβάσω• απ’ τον Ευαγγελισμό έρχομαι-
ο εισπράκτορας μαλακώνει• σκύβουνε
είναι άσχημα, ήτανε να πεθάνει ό άνθρωπος, ήταν ανάγκη τώρα που πήγα εγώ επίσκεψη, άσε-
ανταλλαγή βλεμμάτων• ό εισπράχτορας μελαγχολεί».

Μια σκηνή ανθρώπινου πόνου, μέσα στην πυκνή, μαζική αδιαφορία των επιβατών ενός λεωφορείου. Μα είναι ποίημα (στην κυριολεξία) αυτό το σε πεζό σκιαγράφημα, ή φευγαλέα στιγμή από αστραπιαίο «διήγημα-εντύπωση» ή φωτογραφικό εφφέ; Το νιώθουμε σαν κάτι από όλα: μια σύνθεση αποσιωπητική, με «φρασούλες-γεφύρια» επάνω από τα χάσματα, που όμως, όλες μαζί, υποβάλλουν ποιητικά και ταυτόχρονα μας δείχνουν κάτι που δεν το είχαμε προσέξει και που μάς θυμίζει την τραγική διαπίστωση του Παλαμά: «Είναι κάποια δράματα — σκληρά ξετυλιγμένα — στης ζωής τα ταπεινά — και τα συνηθισμένα». Θέματα χίλια μύρια, πού μόνο μια λεπτότατη ευαισθησία μπορεί να πιάσει και μάλιστα να τα αποδώσει μ’ αυτό πού λέμε υπερρεαλιστική έκφραση υπαρξιακής υφής:

karantonis2.jpg
«Ο προλετάριος πού ξεκινάει έχει στο νου του ένα δρόμο γεμάτο με ευθείες παρατημένο στη μέση των θορύβων». Ένας στρατευμένος θα έλεγε: «Ο προλετάριος πού ξεκινάει έχει στο νου του τη «Γραγκάντα» του Ρίτσου». Μα ο Κακίσης δεν ψευτίζει τον άνθρωπο που λειτουργεί μέσα σε κάθε δήθεν «κοινωνικό άτομο». Έτσι αισθάνθηκε και πρόσεξε και διατύπωσε «περιπτώσεις καθημερινότητας» όπως θα έλεγε ο Κρίτων "Αθανασούλης, όπως λ.χ. είναι οι κινήσεις των γερόντων στους σύγχρονους δρόμους («οι γέροι δυσκολεύονται αφάνταστα στο πέρασμα των δρόμων• διστάζουν, τρέχουν, δεν μπο¬ρούν να υπολογίσουν σωστά, κινδυνεύουν• τ’ αυτοκίνητα προσπαθούν να τους τυφλώσουν, χωρίς να κρατάνε την ταχύτητα σταθερή, περιφρονούν τους γέρους και παίζουν μαζί τους»), κι ακόμα, πρόσεξε και ανάσυρε από την ταπεινά δραματική τους αφάνεια, τους δύστυχους μεροκαματιάρηδες, που "κυβερνάν" τα ασανσέρ: "Λυπόμουνα τους χειριστές των ασανσέρ γιατί ήτανε τυλιγμένοι στην πραγματική μοναξιά• μερικές φορές ψάχνανε για κάποιο χαμόγελο κι άλλοτε, χωρίς διάθεση, μένανε ώρες αμίλητοι, με τα δάχτυλα στά κουμπιά, παρατηρώντας τα παπούτσια».

Άκουσε ο Κακίσης και τη μυστική γλώσσα των τηλεφωνικών καλωδίων:

«Τα τηλεφωνικά καλώδια είναι γεμάτα από απελπισμένες κουβέντες, όχι πολύ δραματικές άλλα δυνατές και συγχρονισμένες• είναι περισσότερο κουβέντες ανδρικές πού ψάχνουν, τυφλά, χωρίς να βλέπει κανείς τα πρόσωπά τους...».

Κι αυτό το πικρό ψιθύρισμα, πένθιμο επιμύθιο τής όλης ζωής, σαν παρμένο από τη σοφία της αρχαίας ποίησης, που ο Κακίσης την έχει κάνει αίμα του, καθώς το μαρτυράν οι μεταφράσεις του των ποιημάτων της Σαπφώς και του "Αλκαίου: «-Κι αύριο, Ελένη, δε θα 'μαστε. -Μήπως θα μείνει κανένας;».

Ένας σύγχρονος «μινόρε», γνήσιος και πρωτότυπος, ο Σωτήρης Κακίσης. «Τα Σύρματά» του είναι ένα «άνοιγμα» και μια μεστή πραγματοποίηση.

 

Ανδρέας Καραντώνης(περ. Νέα Εστία, τ. 1264, 1η Μαρτίου 1980)

karantonis3.jpg