Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 43

"Hδονικά ποιήματα" -Μικρή Ανθολογία από την Ασημίνα Ξηρογιάννη

photo © Στράτος Προύσαλης

ΣΤΕΛΛΑ ΔΟΥΜΟΥ
Κυρίως θέμα σε ήχο πλάγιο

Είναι ιστορίες που άρχισαν μεσάνυχτα σε κρεβάτια από σκόνη.

Είναι μέλη από κύματα, δάχτυλα-ειδύλλια, χείλη-μολότοφ, δρόμοι ψιθύρων σε σπείρα ωτική, είναι η χαμένη τιμή του αμύγδαλου, είναι το χι απ’ το χώμα που σταυρώνει το υνί. Είναι του Αδάμ το καπρίτσιο μήλο, είναι λαγόνων το εξάσφαιρο τέχνασμα, είναι που κοιμάται στην ήβη μονόλιθη Άνοιξη. Είναι των καρπών το αλάτι που τυραννόσαυροι άγιοι το γλείφουν και άλογα. Είναι έλη τον Αύγουστο. Είναι τέλη προκρούστεια. Ρε, μια σφαγή είναι!

Ψάλλε:
Είναι πετονιές από γλώσσες που κόψανε στήθη στο credere
Είναι τα ανάδελφα έθνη ερωταποκρίσεων
Είναι τα σκισμένα ευαγγέλια των φύλων
Είναι οι κιλλίβαντες που ονειρεύονται σώματα πεθαμένα από ζάχαρη
Είναι οι ατμοί που εκβάλλουν τα σκέλια της νύχτας στο κεφάλι σου μέσα
προτού εκπνεύσει από κάτοικο έρωτα.
Στο εσώρουχο η σάρκα ραμμένη
μαγγανεία από καύλα την λες, και χλομιάζεις.
Τι χλομιάζεις; Στην κηδεία θα απολαύσεις την ώχρα.
Τώρα, χόρευε!

(από την ανθολογία πεζού και ποιητικού λόγου, DiP generation 2017)

***

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
Ο βολβός

ελλειπτικό σενάριο

το σώμα σου

το λεπτό σου σώμα

                                                 Σικελίες που
                                                                             α

                                                                         π      λ

                                                                     ω     ν       ο

                                                                           ν   τ  α ι

με χέρια στήθη και μαλλιά

Ξαπλώνεις,
αργά
γυρίζεις
                το σώμα σου φτιαγμένο     να δέχεται τον έρωτα

                το σώμα σου ιδρώνω
                                                                 και κόβω το νήμα

                                                                 Έτσι θα σε αγαπούσα

για πάντα

(από την ποιητική συλλογή Είναι, [ΦΡΜΚ], 2015)

***

ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ
Θραύσμα στην ίδια μουσική

Είσαι το όνομα
που συλλαβίζει το σώμα μου

Μαχαίρι που σφήνωσε
στις ριπές των γραμμάτων

Σημείο που τέμνονται
οι σπασμοί και οι λέξεις

(Ανέκδοτο)

***

ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΡΙΤΣΙΝΙΩΤΗΣ
(Χ)άσμα (Χ)ασμάτων

Ο Άντρας:
Αγάπη μου είσαι όμορφη σαν κρίνο
Που μέσα του κοιμήθηκε ένα φίδι
Τα νύχια σου γεράκια
Που ορμούν στο στήθος μου
Η Γυναίκα:
Αγαπημένε μου πίθηκε
Που θέλεις άσπρη γυναίκα
Φίλησέ με, με όλο σου το στόμα
Δάγκωσε τις ρώγες μου
Βάλε σάλιο στ αυτιά μου
Θέλω να μυρίσω το άρωμα του πόθου σου
Όπως το μυρίζουν οι σκύλες
Που τρέχουν γύρω σου
Ο Άντρας:
Καθώς βαδίζεις
Υψώνεις το λαιμό σου
Σαν φοράδα αδάμαστη
Τα οπίσθιά σου κυματίζουν
Σαν τρικυμισμένη θάλασσα
Θα πνιγώ μέσα της
Η Γυναίκα:
Αν είμαι θάλασσα
Έλα να βυθιστείς μέσα μου
Έλα να περάσεις τη νύχτα σου
Στις σπηλιές μου
Έλα να βοσκήσεις τα φύκια μου
Ύστερα θα σου δώσω
Το πιο κρυφό κοράλλι για φιλοδώρημα
Ο Άντρας:
Το χάσμα είναι ανοιχτό
Πάνω απ τα κεφάλια μας
Κι ανάμεσα στα πόδια σου
Αυτό μας γέννησε
Κι επιθυμούμε παθιασμένα πάλι να εισέλθουμε
Η Γυναίκα:
Καλέ μου
Σαν φράουλα μυρωδάτη
Είναι η κεφαλή του πέους σου
Τρέμω όταν την αγγίζω με τη γλώσσα μου
Κι ύστερα την καταβροχθίζω ολόκληρη
Ώσπου να τελειώσει
Το τραγούδι του (κ)αυλού σου.

***

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΠΑΚΟΝΙΚΑ
Άνθιζε

Χάθηκα στην ηφαιστειώδη ορμή του οργασμού
που μου έδωσες στον έρωτα.
Η ύπαρξή μου άρχισε να διαστέλλεται,
κάθε σημείο, κάθε πόρος στο δέρμα μου
άνοιγε, μπουμπούκιαζε κι άνθιζε.
Η λατρεία μου για σένα,
σαν κάτι παντοδύναμο κι άτρωτο,
συνεχώς ανατροφοδοτείται,
γιγαντώνει τη θέρμη. Στο απόγειο του οργασμού,
κάθε πόρος στο δέρμα μου ολάνθιστος τόπος.

***

ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΝΗΣ
Τα δόκανα

Στο απέναντι μπαλκόνι
απλώνει χυμώδης τα εσώρουχά της

μεσάνυχτα σκαρφαλώνω
τους τοίχους και τα κλέβω

κοιμάμαι μαζί τους τα διακορεύω
πασχίζω να ξεγελάσω το κενό
πληρώνοντας κίβδηλα νομίσματα

εθίστηκα κι ορεγόμουν
ολοένα φρεσκοπλυμένα
κι όταν την έβλεπα
να καθαρίζει την απλώστρα
αλλόφρων πρόσμενα τη νύχτα

κάποτε εκείνη παραφύλαξε
κι αντί για μανταλάκια
έβαλε δόκανα
πιαστήκανε τα δάχτυλά μου κι έμεινα
κρεμασμένος από τα σκοινιά

με μπάζει μέσα λαβωμένο

μ’ έδεσε στα κάγκελα του κρεβατιού της
και με χάραζε αργά
με μετάξι δαντέλες βελούδα σατέν
κύμα το αίμα ανέβαινε

ώσπου σε μια στιγμή
βγάζει απ’ το μπούστο αναπάντεχα
το ερεθισμένο της βυζί
και μ’ αποτελειώνει με το μυτερό

καρφί της ρώγας

(από την ποιητική συλλογή: Η τρομοκρατία της ομορφιάς, Μεταίχμιο, 2004)

***

ΑΝΤΩΝΗΣ Δ. ΣΚΙΑΘΑΣ
Γραφές στην ομορφιά

Στις ακμές των ηφαιστείων σου
λαμποκοπούν οι αμμουδιές
της ποίησης και των ποιημάτων,

τα δένδρα σου νίβονται,
καταμεσής
στα ορμητικά νερά των ηδονών
της προτελευταίας πτήσης
στο Ιδαίον άντρον,
όπου ψιθυριστά η ομορφιά
σημαδεύει το θνητό
Και
στο κουφάρι του έρωτα
καρφώνει ένα κλωνί βιολέτας.

Άλλωστε η προφητεία του κορμιού,
για το αόρατο ποίημα της γέννας
ανέφερε σε απόκρυφες γραφές,
ότι:

σ' όσες βρεγμένες πλαγιές άνθιζε
λιγωμένη η νύχτα,

ατίθασα
κλάματα παιδιών
έσερναν την αυγή
σε τεθλασμένες ελπίδες.

(Ανέκδοτο)

***

ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ

Ένα μήλο δίπλα σε μια κανάτα,
είναι άλλη μια «νεκρή φύση»
που περιμένει υπομονετικά
το πινέλο ενός έμπειρου ζωγράφου
για να ζωντανέψει πάνω στον καμβά του.
Ένα μήλο όμως στο στόμα της αγαπημένης σου
είναι «an entirely different story»,
όπως θα ’λεγε και ο Πέιτερ.
Καθώς βλέπεις τα αιχμηρά της δόντια
να μπήγονται με δύναμη στο λαμπερό, λείο κορμί του
και στη συνέχεια τη γλώσσα της να σκουπίζει
με αργές, κυκλικές κινήσεις τα χείλη –
υγρά ακόμη από τη λαίμαργη επαφή,
κάνεις αυτό που επιτάσσει η στιγμή:
με μια αστραπιαία κίνηση το αρπάζεις από το στόμα της
και το χώνεις βίαια στο δικό σου,
για να της το επιστρέψεις λίγα δευτερόλεπτα μετά -
μισό.

Αυτό δεν είναι ο έρωτας;
Αυτά τα σημάδια του;

(από την ποιητική συλλογή Aυτοπροσωπογραφία του λευκού, Πατάκης 2018)

***

ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ
Σαν αγρίμια

"...κι όμως, μου λες, μονάχα
μέσα από τα κορμιά μας
υπάρχουμε"

Σαν αγρίμια
γαντζώνεστε ο ένας πάνω στον άλλο
τον μυρίζεις
κάθε που έρχεται απ ΄έξω
μπαίνεις μέσα στο στόμα του
ελέγχεις την υγρότητα της γλώσσας του
έπειτα αρχίζεις να τον τρως
μετά μανίας
επιδεικτικά
ξεδιάντροπα
κι αυτός αφήνεται
κι ενδίδει
και σκληραίνει
και σου επιτίθεται
σε βιάζει
κι αρχίζει τώρα να σε τρώει εκείνος
με λύσσα
να σου διαλύει το αιδοίο
με τους πιο απίθανους τρόπους
οδηγώντας σε
κάπου πολύ μακριά…

(Εκείνη την ώρα η Ποίηση
δεν έχει κανένα απολύτως νόημα)

(Από το ανέκδοτο ακόμα βιβλίο Η μυστική ζωή της Μάγιας Μ.)

***

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Καπνός

Θυμάμαι τον καπνό του τσιγάρου σου
να τον φυσάς και να τον παίρνει ο αέρας προς τα πάνω,
το τζάμι του αυτοκινήτου που θόλωνε άπ' την ανάσα σου
και συ ζωγράφιζες πάνω του αστεία ανθρωπάκια,
τον ζεστό αχνό από το φλιτζάνι σου
που το φερνες στο στόμα σου προσεκτικά,
έπινες μια μικρή γουλιά και τέντωνες τα χείλη σου
να στα φιλήσω που καιγόσουν.

Θυμάμαι στο σπίτι στο βουνό
που ξυπνούσαμε το πρωί
και δεν κρατιόσουν, μου λεγες,
μ ΄έπαιρνες έξω, πίσω από τους θάμνους,
κατέβαζες με μια σου κίνηση
το παντελόνι σου μαζί με το βρακάκι
λύγιζες τα πόδια σου,
και ουρούσες μ ΄ανακούφιση,
στον παγωμένο αέρα του πρωινού
κι άχνιζε ανάμεσα στα πόδια σου
ατμός ανέβαινε από μέσα σου
και μου μιλούσες ακατάληπτες κουβέντες
σαν την Πυθία πάνω στον τρίποδα
και μην κοιτάς μου έλεγες

μα εγώ κοιτούσα και τώρα τα θυμάμαι.

***

ΑΝΝΑ ΓΡΙΒΑ
Λυτρωμένοι

Να μην αφήσεις σπιθαμή
ανάμεσά μας
να γείρεις πάνω στην καρδιά μου
με το φορτίο της ηδονής
και να πατήσεις το θηρίο
το τέρας το κεντρί
όλα αυτά τα μυθικά
τα πλάσματα της νύχτας
που έχουν χώμα το κορμί
που έχουν στρώμα το κλειδί
μιας πόρτας βυθισμένης

ας πλέουμε πια τρομακτικά
σαν φύλλα στο σκοτάδι
σαν ναυαγοί
σε μαύρη θάλασσα.

***

ΑΝΝΑ ΑΦΕΝΤΟΥΛΙΔΟΥ
Μια σελίδα στη λίμνη

Τα χαστούκια που του έριξε άνοιξαν το παράθυρο και πέταξαν μακριά. Άδικα τής κοκκίνισε το χέρι. Η καταχνιά πάνω στη λίμνη έσπρωχνε τα φύλλα από το κόκκινο σχεδόν στο μαύρο. Αν δεν έψαχνε για τσιγάρα ίσως να της φαινόταν και ρομαντικό. Η Στοά το βράδυ ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Κορμιά κολλημένα σε παλιό ρυθμό. Ο υπολογιστής μπλόκαρε και το γράμμα έμεινε μισό. Εξάλλου είχε καθυστερήσει σε έναν προηγούμενο αιώνα.

Α, η ξανθιά σκύλα ήταν ό,τι ακριβώς χρειαζόταν. Μακριά πόδια, αιχμηρά τακούνια και πρόστυχο φόρεμα. Η τουαλέτα χτισμένη πάνω στο διάφανο κρύσταλλο. Ο ίλιγγος του υπογείου. Της έμπηξε κόκκινα τα νύχια στην πλάτη. Κι εκείνη τής έμαθε το φιλί της χήνας. Τα χείλη της σίγουρα σήμερα θα είναι ελαφρώς πρησμένα. Ανακουφίστηκε για λίγο. Μέχρι να ορμήσει πάλι η πείνα σαν θηρίο που σου τρώει τα σωθικά.

***

ΒΙΚΥ ΔΕΡΜΑΝΗ
Λάβα μου

Όταν στο μυρωμένο σου κορμί αναζητώ
τη λάγνα οσμή του άκρατου πόθου
αλύπητα πυρπολούν το σώμα μου
τα φλογισμένα χνάρια των χεριών σου
όταν διψασμένη άπληστα ρουφώ
το νέκταρ των ανθών απ’ τα χείλη σου
του πάθους μου τη δίψα μεγαλώνεις

πυρωμένο σίδερο βυθίζεσαι εντός μου
μ’ ανάσες βαθιές και ηδονής ιαχές
αθέατους κουρσεύεις κόσμους

(Από την ποιητική συλλογή Έρωτας κραταιός ως θάνατος, ΑΩ)

***

ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΑΚΙΑ
Πο(ρ)νογράφημα

Εγώ
Σεξ εναγώ
Μες στου μυαλού μου τα τοπία
Τα οποία
Περιλαμβάνουν το "εσύ"
Στην συνουσία…
Ενώ εσύ
Σεξ ένους τόπους
Παροικείς
Με το "εγώ" στητό στον τοίχο
Την ουτοπία βάζεις στόχο
Μ' ένα στίχο.
Κι οι δυο μαζί
-και χωριστά-
Σεξ όδιους θρήνους
Ταμένοι
Με το μελάνι
Τη στιγμή ορίζουμε
Ως τεθλασμένη

(Ανέκδοτο)

***

ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΑΧΜΕΤΗΣ
Εγκλωβισμένος ποιητής

Ιδρωμένα τα κορμιά μας
εδώ και ώρα
δεν έχει ζέστη απόψε
μα η καύλα αλλάζει την θερμοκρασία
και τους παλμούς μας.

Ένα βοριαδάκι μόνο
δροσίζει τις πατούσες,
θα ξεκινήσω από τα χείλη σου
θα βάλω την γλώσσα πίσω από τα δόντια
για να εξασφαλίσω την σιωπή σου˙

Αν στα δαγκώσω μην φοβηθείς
είναι αρχή, στο τέλος θα ξέρουμε
αν στην ηδονής το σκοτάδι
διαβάσουμε το ποίημα.

Στα στήθη σου θα σταθώ
να γευτώ στις ρώγες σου
την ομορφιά του Αυγούστου.

(από την ποιητική συλλογή Ιντερμέδιο, Εκάτη)

***

ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΣΟΚΟΣ
Οστικός έρωτας

Δεν είχε σάρκα.
Είχε οστά.
Κρίνα φυτεμένα στον εγκέφαλο.
Ένα ερωτικό σημείωμα
σφηνωμένο στην κλείδα.
Στη θέση της καρδιάς είχε καρδιά.
Στους πνεύμονες άγρια βλάστηση.
Τα πλευρά λιτά. Δίχως περιττές πολυτέλειες.
Τα μηριαία της οστά
απέβαιναν μοιραία για πολλούς εραστές.
Την ερωτεύθηκα.
Έναν αιώνα αργότερα,
ανακαλύφθηκε ο έρωτας.

(Από την ποιητική συλλογή Ένα ποτήρι ακόμη, Τσαρλς, Γαβριηλίδης)

***

ΑΓΓΕΛΑ ΓΑΒΡΙΛΗ
Τι είναι δικό μου και τι όχι

Το ξέρω:
Οι Απόλλωνες σπάζουν κομμάτι κομμάτι από τους βανδάλους.
Οι Ερμείες αποκεφαλίζονται στην αγορά.
Οι Αντίνοοι χάνονται από πυρετούς ύπουλους.
Οι Νάρκισσοι πνίγονται στις λίμνες
και οι Ντόριαν Γκρέυ καταστρέφουν τα πορτρέτα τους.

Μα εκείνη η πάλλουσα καμπύλη της κοιλιάς,
(απ’ όλη την ομορφιά σου, αυτή μόνο)
είναι δική μου.
Στους αιώνες.

***

ΝΙΚΟΣ ΦΙΛΝΤΙΣΗΣ
στιγνή βιολογία

άλλες φορές πάλι
το χέρι μου
το χέρι θέλω να πω
πάει μόνο του
εκεί
μηχανικά

λες και επείγεται να δει αν ζω ή
αν είμαι ακόμα ένας άντρας ή
όπως ένα ζώο σκύβει κι ακροάζεται τη φύση του

βλέπεις δεν έχω πια
κανέναν να εννοήσω.
κανέναν να ποθήσω.
αισχρότητες
θα πεις εσύ
μα εγώ
λίγα κορμιά σημάδεψα
τά ’χα
τα σπούδασα
κι είναι ένα τίμημα βαρύ
μιας και δε φόρτωνα τους έρωτες με το κιλό
τι κι άμα λιπόσαρκος
λαχτάριζα

***

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΛΛΙΑ
Ηδονή νυν και αεί

Η επανάσταση
των αυτόφωτων άστρων.
Η διαδρομή
της ευθύνης από τους ώμους στα χέρια.
Η κάθοδος
της βαρβαρότητας.
Η έξοδος
από το πλατωνικό σπήλαιο.
Η ανάβαση
στο ουράνιο τόξο.
Η μετενσάρκωση
της ποίησης.

Κι
ένα φιλί
από χείλη που μάτωσαν αλλά δεν παραμορφώθηκαν.

***

ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΛΙΑΣ

Από το κορμί σου
ξεκινάει ο χρόνος μου
νήπιος της αφής
διδάσκομαι των αγγιγμάτων
προσανατολισμό.

***

ΣΟΝΙΑ ΖΑΧΑΡΑΤΟΥ
Ο έρωτας

Μνήμη μέσα στη μνήμη, σπείρα στην πυρωμένη χόβολη,
μνήμη από τον ίδιον ήλιο, από τα ίδια μάτια,
ίδιος ήλιος, ίδια μάτια, αλλά σαν άλλος ήλιος, σαν άλλα μάτια...
Μνήμη θυμιατό, δώσ' της κλώτσο να γυρίσει...
Όταν, όταν μια φορά κι έναν καιρό...
Όταν ανάσκελα, το θάμβος...
Όταν στην άμμο... Όταν άμμος, κοσκινισμένο ασήμι...
Όταν ανάσκελα, μάτια στον ήλιο, μάτια γεμάτα ήλιο... μάτια μαύρα άτια, και κόκκινο στο κόκκινο του μεσημεριού...
Όταν γιγαντωμένος καστροπολεμίτης...'"Έλα, μαργαριταρένια μου..."
Όταν έρωτας, πόθος, αρπάγη και αρπαγή... Πάλη σώμα με σώμα κι εκείνος δαμαστής...
Το 'χρτς' του πουκάμισου, το 'φρρρ' της σαύρας, το 'βζζζ' του μελισσιού, το 'σσσς' της σιωπής...
Συριγμός βαθιάς ανάσας και βουβό αναφιλητό, βουητό νεκρού ναυτίλου, αχνά χνάρια αστερία και σκιά από γεράκι περαστικό...
Όταν διάπυρος και ανεβάσταγος... Θέρος, κάψα, καίει... Δρεπάνι, δρεπανηφόρος, θερισμός... Αλμύρα γδέρνει, τσούζει... Άλας... Άτλας... Ανοχύρωτες ηδονές και φλεγόμενες παριές...
Εσταυρωμένη στον τροχό... "Παραδίδομαι! Και δίνομαι! Και χάρισμά σου! Και κάνε με ό,τι θες!" Εσταυρωμένοι στην άμμο, απέθαντοι, παντοτινοί...
Όταν εντός του και εντός της με έναν λυγμό...
"Μη λες! αλλά και μίλα μου κι άλλο, προσκυνώ σε και σε παρακαλώ!"
Αθάνατη κλωστή δεμένη, όρκοι από τις μοίρες φασκιωμένοι...
Σκίνα και αψάδα και γιορτή, κρίνοι εξαπέταλοι θαλασσινοί, μολόχες και βάτοι αγκαθωτοί...
Όταν σάρκα γλυφή, γλώσσα τραχιά, σερνάμενη σε ιερή σπονδή...
Όταν καταβύθιση, -σπονδή και πάλι...
"Χρυσάφι και ολόχρυση και χρυσαφιά και χρυσαφένια μου και χρυσογιορντάνι μου και χρυσοπλουμιστή μου..."
Γυμνά χείλη, γυμνά μάτια, γυμνά δάχτυλα, γυμνά θαυμαστικά...
"Φτου, ξελεφτερία! Ουρανοί! Σας κέρδισα! Εγώ, ο νικητής και παραμύθι στη ζωή μας αρχινίζει... Εϊ, θάλασσα απαστράπτουσα κι εκτυφλωτική! Απόλλωνα και Ποσειδώνα μου!"...

Μνήμη στην ανέμη τυλιγμένη...
Ίδιος ήλιος, ίδια μάτια...
Την κτυπά ο ήλιος στα μάτια και δακρύζει...
Την κτυπά ο ήλιος στα μάτια και δακρύζει...
Όταν μια φορά κι έναν καιρό...
Μνήμη από σώματα, μνήματα σώματα...

(Από την ποιητική συλλογή Madre Dolorosa -Ο Έρωτας, Μελάνι)

***

ΒΑΣΩ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
[άτιτλο]

Σε θαυμάζω
με όλο μου το είναι.
Ενίοτε και με το βλέμμα μου
που σε ψάχνει μέσα στο χώρο.
Στο κελί σου,
σ΄ αυτό που δε χρειάζεσαι προσωπείο,
μάσκα, στολή,
ψευτοχαμόγελα αυτάρκειας και ευτυχίας δήθεν.
Εκεί που μεγαλώνεις, εκεί που γερνάς.
Σε φοβάμαι,
σε τρέμω.
Θαρρώ σ΄ ερωτεύομαι.
Η μοναδική στιγμή που δεν φοβάσαι θεό,
ανθρώπους ούτε θάνατο
είναι η στιγμή του αμοιβαίου οργασμού.
Θα σε κάνω εραστή μου.

***

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΟΡΡΥΒΑΝΤΗ
Μόνο τα σύννεφα μένουν πιστά στο βουνό

Φέρνουν βροχή ,ξεπλένουν αμαρτίες
επίδοξους αναρριχητές
και πασσάλους.

Οί γάντζοι σκουριάζουν, οι τροχαλίες κολλάνε
κι εσένα απόψε σου λείπει
ένας πόντος
από εκείνο το καλσόν με τη ραφή.

Θα τον ανέβαζε τόσο πολύ.

(Ανέκδοτο)

*Ο τίτλος του ποιήματος είναι παροιμία από την Κίνα.

***

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΛΙΩΤΗΣ
[άτιτλο]

Αναδυόμαστε
άπ' τα ζεστά νερά
για μια στιγμή
φαινόμαστε
να επιπλέουμε
πλήρεις κι ενωμένοι
-με βλέπω
όπως κάποιον
που΄ χες αγαπήσει
όταν ήσουν νέα.

(Ανέκδοτο)

***

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΛΑΛΟΥ
Αόρατος Μίτος

Σκαμμένα δέρματα
Κάτω άπ' τους πόρους
Αόρατες διαδρομές
Υποδόριοι ιστοί
Οι εραστές που μας άγγιξαν
Αφήνουν πίσω τους κάτι
Να εντοπίζουν το ίχνος
Σαν τα σκυλιά
Που αναγνωρίζουν
Τις μυρωδιές
Ετσι
Να βρίσκεις το δρόμο
Με μάτια κλειστά
Ψηλαφίζοντας σώματα ξένα
Και με την άκρη των δακτύλων
Να καταλήγεις
Μέσα μου

***

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Κλυδωνισμός

Στο στόμα της συκιάς
Σήπομαι
Στις στοές της πολιτείας
Συστρέφομαι
Στη γλώσσα σου σώματος
Στέκομαι
Στη σάρκα της σκιάς
Ζαλίζομαι
Στράφηκα να σε δω
Κι ήσουν σύννεφο
Σε μια πνοή και
Σκορπίζει το σχήμα σου
Στην κλειδαρότρυπα της ζωής μόνο, να,
Κλυδωνίζομαι

Αλτισσα του ήλιου
Σκύβω στα πόδια σου
Αλλά, μα,
Ολοένα και πιο μα,
να φιλάω το άλμα σου.

***

NANA ΠΑΠΑΔΑΚΗ
Ερωτικό

Οταν το μυαλό διψάει, οι σκιές των δέντρων δεν αρκούν.
Ούτε τα αγγίγματα των χειλιών και τα άπληστα χάδια.
Μόνο αν κατάφερνες να ξεριζώσεις τον ήλιο
και να ξεσκίσεις με τα δόντια τον ομφάλιο λώρο
που τον ενώνει με τα σπλάχνα σου
θα άντεχες να γείρεις αποκαμωμένος
στο βράχο.

Προς το παρόν τριγυρνάς γύρω από τη λίμνη
σαν σαρκοφάγος γλάρος,

ενώ η νεράιδα κάνει κούνια στην καρδιά σου.

(Από την ποιητική συλλογή Το δώρο της Αγρύπνιας, Αστάρτη)

***

ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΣΙΑΦΑΚΑ
Ονομα

Εσένα την απάτητη παρθένα, Δόνα Φερνέζα Λούβινγκτον, μαγείρισσα
θέλω απόψε να υμνήσω, εγώ ο Αλφόνσο, πεταλωτής και κηπουρός,
Από το χώμα νιόβγαλτος ο τέττιξ ενθυμούμαι
στα ενενήντα χρόνια μου φτασμένος –
Όταν απ’ τον πόθο μου Κανένας
έσκαβα με τα δόντια σ’ όλο το σώμα σου οπές
ψάχνοντας νά βρω τ’ όνομά μου:
Ουλή αστεριού στα στέγαστρα της γλώσσας
λάμδα ρηχό στον ουρανίσκο η θηλή σου
Ζελέ ανθοδέσμης κοραλλιών η τροφαντή κοιλιά σου
έσπερνε δίνη λιγοθυμιάς στον ουρανό της κλίνης
Οι κρεμαστοί του κήποι μάς νυμφεύανε
με τις ολόλευκες γάζες των σαβάνων
Τα σκέλια σου μύριζαν κανέλα και μαύρο γιασεμί
Στη μύτη μου γλυκόπιοτο μοσχάτο τα υγρά σου
Η Χούλια αλαφροπατούσε στα τουρλωτά σου πισινά
γλύκαινε με τη γλώσσα τις πληγές μας
γάτα κι απάνεμη κομπρέσα από αιθάλη
Abdomen, dominus et deus
με όλα τ’ αλληλούια αναμμένα
κυλιόμουν πάνω κάτω στους γλουτούς σου
για να ροδίσω, τσούχτρα μου, τον ίκτερο του νόστου
Σε ολονυχτία αναδάσωσης
ξέπλενες στάχτες, τέρατα μύθων πλαστουργούσες
Σε ρίζα δέντρου κείμενο μεσίστιο εγώ
στ’ απόκρυφά σου αναθάρρευα ο Κανένας –
Με ψίχα στα δόντια από καρύδι και άρωμα μαστίχας
adieu, Δόνα Φερνέζα Λούβινγκτον!
Σε στάζω ακόμη Κι εκπνέω με το όνομα Αλφόνσο

***

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΚΙΤΣΗ
room 000

θυμάμαι
στα σκέλια ανάμεσα
αναπνοή έταζες
στη ρυτίδα του δευτερόλεπτου
που δάγκωσε την προσμονή
λιγοθύμησες

fade into you
fade into you

έκραζε ένας τοίχος που
τα δάκτυλα γραπώσανε

ξενοδοχείο Olympia
room 3 2 1

***

ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΤαΠΕΙνΩΣΗ (THIS IS NOT A LOVE SONG)

Για εκείνη τη νύχτα που ήταν γεμάτη σκοτάδι

Το δωμάτιο ήταν λίγο
Δεν χώραγε άλλα γράμματα
Κι άρχισε να φαγώνεται σιγά σιγά
Το πεντάγραμμο απ’ τα χρόνια της
Πρώτα βγήκαν τα μάτια
Πράσινα για να ξεγελούν
Γύρισαν
Σε ανάποδα φεγγάρια
Η γλώσσα της έσταζε έως τη γη
Διπλωμένη στα τέσσερα

Μετά τα στήθη της
Στα χέρια του
Δύο άρρωστα παραμύθια
Η περιφέρειά της
Έμοιαζε με ρόδι που άνοιγε
Ή μεγάλο γκρεμισμένο βιβλιοπωλείο

Ακουγόταν ένα No clear mind
Πάνω από μια αφίσα του Τζάρμους
Χρησιμοποιημένη με όλους τους τρόπους
Το ουίσκι ήταν βήτα
Ο Σεπτέμβριος γάμα

Όλα τα άλλα δεν είχαν σημασία

Και άρχισαν να ξηλώνονται σιγά σιγά
Οι ραφές απ’ το σώμα της
Να τρίβεται η λεκάνη της ερωτευμένη
Στο πάτωμα
Σαν χαλασμένη βεντάλια

Ο άλλος μπήκε από πίσω της εύκολα
Με όλο το σύρμα της χρήσης
Που του επέτρεπε ο καθρέφτης
Προχωρώντας συνέχεια στα τυφλά
Μέχρι εκεί που ανοίγει τελείως το δέρμα
Και γίνεται τάφος
Λασπωμένο χώμα
Όνειδος

Μέχρι εκεί που δεν υπάρχει άνθρωπος
Με όνομα
Και τα κοράκια εισβάλλουν
Στα ασυγχώρητα τραύματα
Παριστάνοντας την αγάπη

Και ο κόσμος πηγαινοήρθε
Πολλές φορές
Σαν έμβολο
Από τη μέση και κάτω
Στο πίσω μέρος των στρογγυλών πολιτισμών
Μέχρι να σταθεροποιηθεί
Στον βυθό που του ανήκε
Να σταθεί σαν παγκόσμιο κουκούτσι
Ανάμεσα στις αμυγδαλές μου

Το φιλί ήταν ούτως ή άλλως εντόσθιο
Το γαμήσι χειρότερο

Κατάπια τα λέπια του άλλου
Εσπρωξα το άρρωστο σπέρμα
Και μπήκα
Αλλάζοντας γεύση στην απόγνωση

Καμία πόλη δεν μύριζε αγάπη

Αφησα τα τελευταία χειρόγραφα
Δίπλα στο λερωμένο σεντόνι
Τράβηξα τις κουρτίνες
Εφτυσα την αγάπη στο πάτωμα
Και έκλεισα πίσω μου την πόρτα

Λίγο μετά
Ήρθε ένα ασθενοφόρο

Είπα σε όλους πως δεν ήσουν ποτέ εδώ
Πως ήσουν ένα φανταστικό πρόσωπο
Ιδέα για βιβλίο
Σενάριο
Κινηματογραφική ταινία

Τους είπα πως δεν υπήρχες

Επειδή μόνο εσύ υπήρχες για μένα
Πριν τώρα και πάντοτε

(Από την ποιητική συλλογή Πράξη εξαφάνισης)