Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 43

Στρατός ξυπόλητων λέξεων, της Ιωάννας Διαμαντοπούλου

Στρατός ξυπόλητων λέξεων, ποιήματα, Ιωάννα Διαμαντοπούλου, εκδόσεις Βακχικόν 2018

 

Διαβάζουμε στο εξώφυλλο του βιβλίου έναν απολύτως ποιητικό τίτλο: "Στρατός ξυπόλητων λέξεων".
Τι είναι ο "Στρατός ξυπόλητων λέξεων";

Είναι, απλώς, ένα τμήμα του τελευταίου στίχου από το ποίημα "Πορτραίτο σε σταθμό";

Ένας πρωτότυπος, δελεαστικός τίτλος για μια γενναία ποιητική συλλογή;

Μήπως είναι μια ποιητική φράση που μας προετοιμάζει ν' ακούσουμε γυμνές λέξεις χωρίς φτιασίδια και κοσμητικά επίθετα, χωρίς παγίδες και περιττούς ελιγμούς;

Είναι, αλήθεια, τόσο πολλές οι λέξεις της συλλογής που συγκροτούν στρατό;

Γιατί είναι ξυπόλητες; Επιθυμούν την απευθείας επαφή με τη γη που τις γέννησε; Βαδίζουν στα χνάρια που άφησαν πέλματα απ' το παρελθόν; Βαδίζουν σε άμμο χρυσή που ο μπάτης θα σβήσει και ξανά θα διαβούν;

Άραγε ποιος διοικεί ή καλύτερα οργανώνει ή ακόμα καλύτερα καταθέτει με γνήσιο αίσθημα σεβασμού και αγάπης τούτες τις λέξεις;

Η Ιωάννα Διαμαντοπούλου συλλάβισε τις πρώτες της λέξεις στην Αθήνα και έλυσε τις πρώτες δύσκολες εξισώσεις της στην Πάτρα. Στη συνέχεια έφυγε για τη Γερμανία για να βρει άλλες λύσεις στην εξίσωση της ζωής και να οργανώσει ένα προσωπικό σύστημα εσωτερικού διαλόγου που στην αρχή την έφερε κοντά στο θέατρο κι αργότερα κοντά στην ποίηση. Ο στρατός άρχισε να καλλιεργείται συστηματικά και ενίοτε λάμβανε ενισχύσεις από ξένες γλώσσες, όπως τα γερμανικά και τα γαλλικά. Τη γλώσσα, όμως, της την έδωσαν ελληνική κι αυτή τη γλώσσα τίμησε και αξιοποιεί για να κατακτήσει τον ποιητικό μας κόσμο.

Στην αρχή όλα έμοιαζαν μ' ένα "παραμύθι στερνό και παράλογο γι' απογευματινές ώρες", όπως τιτλοφόρησε την πρώτη της συλλογή. Αργότερα, οι ώρες έγιναν μέρα, "ξυπόλητοι κυνηγοί του χρόνου", ίνα δικαιωθεί ο τίτλος της δεύτερης συλλογής "η άστεγη μέρα". Για να φτάσουμε ν' αντικρίσουμε σήμερα τον "στρατό ξυπόλητων λέξεων", μια γνήσια ποιητική και ταυτόχρονα ποιοτική γραφή, ένας εξελικτικός σταθμός που κατέκτησε την ευθυβολία μες από τη λιτότητα. Το επόμενο βήμα είναι μόνο σιωπή.

Η σιωπή γεννάει λέξεις. Και οι λέξεις σα λόγχες καρφώνονται μες στη σκέψη μας, καθώς η ποιήτρια τις παρατάσσει με ευαισθησία, με μουσικότητα, με φροντίδα. Λιτός ο λόγος της, άμεσος, προθετικός.

Δεν την αφήνουν αδιάφορη ούτε η Ιστορία, ούτε το παρόν του ανθρώπινου είδους. Η έμπνευση έρχεται μες από γεγονότα που σημαδεύει ο χρόνος, είτε για μια επέτειο πρόκειται, είτε για τις ειδήσεις, είτε για μια γυναίκα σε καφέ είτε για το Γιώργο στη φωτογραφία. Και η μνήμη ανάγεται σε μια συνεχή αναμέτρηση με όσους έφυγαν, μια βασανιστική αναμέτρηση, γι' αυτό "τις νύχτες κλειδώνει η λύπη και φεύγει".

Βασανιστική είναι κι η αναμέτρηση με τις λέξεις. Γιατί υπάρχουν κάποιες λέξεις, που "μένουν πεισματικά εκεί" σ' ένα παλιό της ποίημα κι ας τρέχει η βροχή, που είναι κάτι σαν "ημιτελείς προσευχές, ανολοκλήρωτες" στη συνάντηση με το Θεό, που τις παίρνει ο άνεμος της γραφής αντί της ανάγνωσης "σα να τις σταύρωσαν την άνοιξη κι η θύμηση του πόνου φτάνει μέχρι το φθινόπωρο", που ο επιβάτης στο σταθμό "μετράει τα λόγια του, χάνοντας το τρένο του κι όλο κάτι λείπει", που "με λόγια απλά μείναμε ακτήμονες, έτσι από τη μια μέρα στην άλλη".

Οι λέξεις δένονται η μια με την άλλη και άλλοτε γίνονται αλυσίδες που περικλείουν τον πόνο, άλλοτε γίνονται κομπολόι που μετρούν τα χαμόγελα. Και καθώς κινούνται αρμονικά μες στο ποίημα, ξύνουν παράλληλα τις πληγές και φανερώνουν τις ενδοφλέβιες διαδρομές της ζωής μας, αφουγκράζονται τις βαθύτερές μας ανάσες. Η εκτροπή, ωστόσο, κρύβεται σε κάθε καμπή του χρόνου, γίνεται αναπόσπαστο τμήμα των στίχων που προελαύνουν.

Η ποιήτρια αγαπά τη φύση και ιδιαίτερα τα δέντρα, τον ήλιο, τον άνεμο, τη βροχή. Όλα τους, όμως, περνούν από το φίλτρο της ψυχής της κι αναδύουν μια νέα πραγματικότητα:

"τις Κυριακές, όταν ο ήλιος περπατάει πάνω τους, γεννιέται ένας χρόνος ουδέτερος",
"κρύψου στον ίσκιο μιας λέξης, θα δεις. Αλλάζουν οι μέρες και θα κατοικηθούν αλλιώς",
"έσχισα μια φθινοπωρινή μέρα και τα κουρέλια της έφτασαν να ντυθεί ένα ολόκληρο καλοκαίρι",
"έχοντας φάει το μήλο της Γνώσης, έπρεπε να ξέρεις τι σε περιμένει. Σε ξερίζωσε το καλοκαιρινό αεράκι και σε πήγε αλλού.
"αγαπώ τα δέντρα κι ας ψηλώνουν σκόπιμα. Καθένα μου κρύβει ένα κομμάτι ουρανού, καθένα με καρφώνει στο παρόν".

Ο "Στρατός ξυπόλητων λέξεων" αναδύει τη μοναξιά του ανθρώπου, τα λάθη που τον ταλανίζουν, τις πληγές που θέλει να κλείσει. Από ποίημα σε ποίημα συνθέτουμε το ψηφιδωτό μιας πορείας με γυμνό, ολοκάθαρο πέλμα, με ανθρωπιστικό προσανατολισμό, με ανήσυχο πνεύμα. Ατόφια ποίηση σε εξαίσιες στιγμές. Ας πορευθούμε μαζί της!

Θανάσης Βαβλίδας