Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 46

Για μια καλύτερη ποίηση

photo © Στράτος Προύσαλης

Γράφει ο Θεοχάρης Παπαδόπουλος

Στις μέρες μας οι ποιητές είναι πολλοί, οι ποιητικές συλλογές, που εκδίδονται είναι πάρα πολλές, ενώ το διαδίκτυο προσφέρει διάφορους τρόπους δημοσίευσης και αναδημοσίευσης ποιημάτων. Πως, όμως, ένας ποιητής μπορεί να έχει ενδείξεις ότι το έργο του αξίζει; Πως μπορεί να έχει μια αντικειμενική άποψη πέρα από τα σχόλια φίλων και γνωστών και τις κριτικές, που συνήθως είναι θετικές;

Πέρα από τον αφορισμό του Ρίλκε, που λέει ότι ο πραγματικός ποιητής δεν μπορεί να ζήσει δίχως να γράφει, υπάρχουν δύο πολύ σημαντικές παράμετροι, που μπορούν να βοηθήσουν έναν ποιητή να γράψει κάτι, που να αξίζει πραγματικά.

Πριν εξετάσουμε αυτές τις δύο παραμέτρους, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι δεν έχουμε και ούτε υπάρχει συνταγή για την δημιουργία ενός ωραίου ποιήματος. Ακόμα και όποιος ακολουθήσει πιστά τις δύο παραμέτρους, που θα αναφέρουμε δεν είναι σίγουρο ότι οποιοδήποτε ποίημα γράψει, θα αξίζει. Όμως, αν δεν ακολουθήσει αυτές τις δύο παραμέτρους, τότε οποιοδήποτε ποίημα γράψει δύσκολα θα έχει κάποια αξία.

Η πρώτη παράμετρος είναι το διάβασμα ποίησης, τόσο παλιότερης όσο και νεότερης, τόσο ελληνικής όσο και ξένης συμπεριλαμβάνοντας όλες τις τεχνοτροπίες και όλες τις φόρμες. Μπορεί ο δακτυλικός εξάμετρος, που έγραφε ο Όμηρος ή η παλιά παραδοσιακή ποίηση με την απαραίτητη ρίμα να θεωρούνται σήμερα από πολλούς ξεπερασμένες φόρμες, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να διαβαστούν. Άλλωστε, το πεπερασμένο στην ποίηση είναι σχετικό. Δυστυχώς, πολλοί νέοι ποιητές σήμερα δεν διαβάζουν καθόλου ποίηση ή διαβάζουν πολύ λίγο, ή διαβάζουν μόνο ξένη ποίηση. Κάποτε, ένας νεαρός ποιητής απατώντας σε ερώτηση συνέντευξης, που του είχαν πάρει, για το ποιους προτιμά να διαβάζει, είχε πει ότι διάβαζε πολύ λίγο για να μην επηρεαστεί η έμπνευσή του! Όμως, η ποίηση είναι σαν ένα οικοδόμημα. Ακόμα και οι πιο σπουδαίοι ποιητές έχουν ξεκινήσει με μιμήσεις πριν διαμορφώσουν το δικό τους προσωπικό στυλ. Το ταλέντο μπορεί να υπάρχει, χρειάζεται, όμως και καλλιέργεια. Αν υπάρχει κάτι που μπορεί να ξεχωρίσει έναν ποιητή από ένα απλό ταλέντο, αυτό είναι η καλλιέργεια αυτού του ταλέντου. Το διάβασμα ποίησης είναι το καλύτερο σχολείο και κατά τη γνώμη μας, ξεπερνά όλες τις σχολές δημιουργικής γραφής, πόσο μάλλον που κι εκείνες προτείνουν ορισμένες ποιητικές συλλογές για μελέτη.

Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με την ίδια τη γραφή του ποιήματος. Η έμπνευση είναι μεθύσι. Μπορεί κάποιος να γράψει ακόμα και εντελώς παράλογα, που αν δεν το επιδιώκει ή αν δεν είναι αυτόματη γραφή, τότε μπορεί να μετανιώσει, αν ξαναδεί τα ποιήματα σε πιο νηφάλια κατάσταση. Γι’ αυτό χρειάζεται σβήσιμο και ξαναγράψιμο. Γι’ αυτό χρειάζονται διορθώσεις. Γι’ αυτό χρειάζεται και σκίσιμο ακόμα αν το ποίημα δεν διορθώνεται. Πρόσφατα ακούσαμε από μια νέα ποιήτρια ότι δεν διορθώνει ποτέ τα ποιήματά της, γιατί θεωρεί ότι θα χάσουν την αυθεντικότητά τους. Ένα ποίημα, όμως, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο Paul Valery έχει γράψει «Τον πρώτο στίχο δίνουν μόνο οι θεοί», ενώ ο Διονύσιος Σολωμός έχει γράψει πως το ποίημα μετά την πρώτη έμπνευση γράφεται με καιρό και κόπο. Μπορεί ένα ποίημα να γραφτεί και να διορθωθεί μετά από χρόνια, ενώ υπάρχουν ποιητές, που δημοσιεύουν ένα ποίημα σε κάποιο έντυπο ή σε κάποιο ηλεκτρονικό μέσο και όταν είναι να το συμπεριλάβουν σε κάποια ποιητική συλλογή το διορθώνουν ξανά.

Αυτές είναι οι δύο παράμετροι για να γράφονται ποιήματα, που αξίζουν. Βέβαια, όπως είπαμε παραπάνω συνταγή απόλυτης επιτυχίας δεν υπάρχει στην ποίηση, όμως υπάρχουν τουλάχιστον αυτές οι δύο παράμετροι έτσι ώστε να μην βαδίζουμε εντελώς στα τυφλά.