Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 46

Φιλοσοφία και ποίηση

photo © Στράτος Προύσαλης

Γράφει ο Γιώργος Καράμπελας

Τι είναι φιλοσοφία; Είναι η φιλοσοφία μια ψηλαφητή διαδρομή στον κόσμο των εννοιών; Αν απαντήσουμε καταφατικά, πρέπει συγχρόνως να ομολογήσουμε ότι πολλές φορές οι έννοιες φανερώνονται εξαίφνης, κατονομάζοντας έτσι την κίνηση· ως μητέρα της φανερώσεως αυτής. Ωστόσο, μόνο με το επίμοχθο ενδιαφέρον του στοχαζόμενου, θίγονται ερωτήσεις για ν’ απαντηθούν και προκαταλήψεις για ν’ απορριφθούν. Κάθε όμως απάντηση είναι μια επιτυχημένη ερώτηση κ’ έτσι επανερχόμαστε στην έννοια της κινήσεως. Οι Ντελεζ και Γκουαταρί, συνυφαίνοντας από κοινού το ερώτημα του τι είναι φιλοσοφία, μίλησαν για «μία τέχνη σχηματισμού, επινόησης και κατασκευής εννοιών»[1]. Σαν το ταξίδι όπου κάθε προορισμός, μπορεί να τεθεί εν αμφιβόλω, μέσα από μια διαλεκτική της αναχώρησης, δείχνοντας έτσι πως ακόμη και στην άφιξη της πιο εμπνευσμένης του σύλληψης, ο στοχασμός βρίσκεται πάντοτε καθ’ οδόν. Εν κινήσει λοιπόν, η φιλοσοφία φωτίζει ένα ξέφωτο «πραγμάτων ου βλεπομένων»[2] ή κεκαλυμμένων από το σκότος κοινωνικών και προσωπικών προκαταλήψεων.

Μέσα από την ιστορία του προϋπάρχοντος, ο άνθρωπος καθίσταται δυνατό να επιλέξει τη δική του αλήθεια, «η σύλληψη της οποίας σημαίνει ιδιοποίηση, παραγωγή και ταυτοχρόνως να ‘χεις για αυτήν ένα άπειρο ενδιαφέρον»[3]. Το άπειρο της γνώσεως, ταυτίζεται με την ανεξάντλητη φύση του ανθρώπου να την κατακτά. Στη φιλοσοφία ενυπάρχει μια αιώνια κοσμική κουβέντα της ανθρωπότητας με τον εαυτό της· όπως το ερωτικό εν-δια-φέρον, όπου ενώνει τα αιτήματα των δύο εραστών. Άλλωστε, η δραστηριότητα της ανθρώπινης σκέψης είναι ασυγκέραστη, με μία μόνο – συμβατική – στοιχειοθεσία.  Αν εννοήσουμε την ποίηση ως ένα «παιχνίδι που θέλει να ζεύξη την αισθησιακή περιοχή της φαντασίας με την νοητική περιοχή του πνεύματος»[4] ίσως μπορεί να συναντήσουμε τη φιλοσοφία και σε ποιητές όπως ο Μαλαρμέ, διαβάζουμε:

         «Μη σε παρασύρουν σ’ όνειρα τα αράχνινα πέπλα που τρέμουν στα ύψη των

         αψιδωτών φεγγιτών.[5]

                                                              [...]

         Μα δίχως στεναγμό ή θλίψη γι’ αυτό το σύννεφο το λαμπερό,

         Το πύρωμα της φωτιάς, της πάντα εσωτερικής

         Αυτής της μιας και μόνης, αδιάκοπα υπάρχει

         Στο σπίθισμα της καθαρής και γελαστής ματιάς».[6]

Αναγνωρίζοντας έτσι τη συμπόρευση της φιλοσοφίας με την ποίηση, όπως του πνεύματος με την ψυχή.

Τι είναι η ποίηση; Είναι η ποίηση ένας τόπος, μια συνάντηση με εμάς τους ίδιους και με τους άλλους; ´Ίσως η αίσθηση, η σκέψη και η δημιουργία, είναι οι κύριοι εκφραστές των στάσεων του πνεύματος καθ’ οδόν προς την ποιητική του έκφραση, η οποία, κάποτε θα μιλήσει και νουθετώντας θα προειδοποιήσει: «Κοίταζε κατάματα τα εις εαυτόν, ρώτα με ειλικρίνεια, τη καταγωγή των επιθυμιών». Συχνά, οι πιο επικίνδυνες ώρες είναι αυτές της εκπλήρωσης – ενός ονείρου, ενός στόχου, ενός ποιήματος – κι αυτό διότι τότε, τίθεται το ερώτημα· «Ωραία, και τώρα, τι; Είναι ειλικρινές αυτό που επιθυμούσα και κατέκτησα;» Στο ερώτημα αυτό η φλύαρη ματαιοδοξία, δίνει τη θέση της σε μιαν εύγλωττη σιωπή.[7]  Υπάρχει άραγε έστω και μία επιθυμία που να είναι γνησίως δική μας και ταυτόχρονα απομακρυσμένη από ανθρώπους, συμβάντα και συναισθήματα; Υπάρχει έστω και ένα νόημα που να μη φέρει μέσα του κρυφά και άρρητα την προσδοκία αποδοχής, απευχόμενο συνάμα τη μοναξιά; Ίσως όχι. Ακόμα κι έτσι όμως: Πρέπει κανείς να ξέρει, ποιες θυσίες αξίζει να κάνει. Πώς όμως τις αναγνωρίζει; Είναι αυτές που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα της στιγμής, στην κατάσταση εντός της οποίας βρίσκεται, τώρα. Να λοιπόν η επιλογή.

Τι γίνεται όμως όταν μια στιγμή τελειώνει; Στην πραγματικότητα δεν τελειώνει, καθότι, αενάως την διαδέχεται η επόμενη· μονοπωλώντας κι αυτή – όπως η προηγούμενη – μια ξεχωριστή θέση εντός του ανθρώπου που τη βιώνει. «Η στιγμή είναι η συνάντηση του χρόνου και της αιωνιότητας» μας λέει ο Κίργκεγκωρ.[8] Αυτό που οφείλουμε σε εμάς, τους άλλους και σε όλο τον κόσμο, είναι να μάθουμε να ζούμε, μέσα στην αλήθεια των στιγμών. Υπάρχει το εξής παράδοξο με τις στιγμές, όταν κάποιος τις τραβά, τότε αυτές καταστρέφονται, ενώ όταν κάποιος αφήνεται εντός τους, τις συναντά. Θα μπορούσαμε ασφαλώς να πούμε πως «είμαστε οι συναντήσεις μας».

Η τέχνη ως εκπεφρασμένη συνάντηση: Κάποτε ο Valéry είχε γράψει: «Μόνο στις αντιδράσεις της ζωής ενυπάρχει η δύναμη και ό,τι θα ονομάζαμε αναγκαιότητα της αλήθειας».[9]Πράγματι. Η τέχνη αναδύεται στη δράση της ζωής, ως μια εκπεφρασμένη συνάντηση του ανθρώπου με ένα σύνολο στιγμών που απαρτίζουν αυτό που ονομάζουμε βίωμα. Η ένταση του βιώματος – παρ’ όλο που εγγράφεται στη μνήμη – είναι φευγαλέα, ωστόσο, αν το πνεύμα εργασθεί στην αποτύπωση και επεξεργασία του αρχικού συναισθήματος, γίνεται ο αρχιτέκτονας της καλλιτεχνικής, ποιητικής ή οποιασδήποτε δημιουργίας.[10]

Επιστρέφοντας στη στιγμή της συνάντησης θα εντοπίσουμε μιαν ενιαία ώρα, ένα απόλυτο παρόν των πραγμάτων[11] όπου παράγει στην υπόσταση μια έκταση, η οποία ακολούθως γεννά την ένταση, που εξελίσσεται σε έκσταση. Θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε δύο από τις ιδιότητες που φέρει η έννοια της συνάντησης, με τη σκέψη δύο στοχαστών. Ο Χάιντεγκερ μιλώντας για την έκσταση, παρατήρησε πως το να υπάρχεις, σημαίνει «να ίστασαι εκτός εαυτού, μέσα στον κόσμο».[12] Ο Αντισθένης μιλώντας για την αρετή, παρατήρησε πως άπαξ και αποκτηθεί, ύστερα δεν χάνεται.[13] Είναι λοιπόν η συνάντηση, μια απόλυτος προσωπική ένωση του Ανθρώπου με τον Κόσμο, μία κίνηση αφύπνισης που άπαξ και συμβεί, σημαδεύει το πνεύμα και την ψυχή; Η απάντηση μας είναι καταφατική.

[1]Ζιλ Ντελεζ & Φέλιξ Γκουαταρί – Τι είναι φιλοσοφία;, μτφ. Σταματίνα Μανδηλαρά, εκδ. Καλέντης, Αθήνα, 2004, σ. 8

[2]Προς Εβραίους 11,1 «Ἔστι δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων.»

[3]Ζαν Βαλ – Εισαγωγή στις Φιλοσοφίες του Υπαρξισμού, μτφ. Χρήστος Μαλεβίτσης, εκδ. Αρμός, Αθήνα, 2011, σ. 174

[4]Στέφαν Μαλαρμέ – Ποίηση και μουσική, μτφ. Αλέξης Ζήρας, εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1999, σ. 25

[5]Στο ίδιο, σ.63

[6]Στο ίδιο, σ. 51

[7]Σούζαν Σονταγκ – Η αισθητική της σιωπής, μτφ. Νανά Ησαΐα, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 1983, σ.32 (Τη φράση τη δανειζόμαστε από την Σόνταγκ, ωστόσο εδώ αναφερόμαστε στη μονοσήμαντη και μη διαλεκτική της χρήση) «Ο καλλιτέχνης που δημιουργεί με τη σιωπή ή το άδειο πρέπει να παράγει κάτι το διαλεκτικό: μια εύγλωττη σιωπή.»

[8]Ζαν Βαλ – Εισαγωγή στις Φιλοσοφίες του Υπαρξισμού, μτφ. Χρήστος Μαλεβίτσης, εκδ. Αρμός, Αθήνα, 2011, σ. 130

[9] Paul Valéry – Ποιίηση και Αφηρημέμη Σκέψη. Η Καθαρή ποίηση, μτφ. Χριστόφορος Λιοντάκης, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 1980, σ. 40

[10]Στο ίδιο, σ. 71 «Κι ενώ τα ίχνη της προσπάθειας, οι επαναλήψεις, οι μεταμέλειες, ο χρόνος που αναλώθηκε, οι δύσκολες μέρες και οι δυσαρέσκειες μοιάζουν να έχουν εξαφανισθεί, σβησμένα από την υπέρτατη παρουσία του πνεύματος στο έργο, ορισμένοι που βλέπουν μόνο την τελειότητα του έργου θα το θεωρήσουν αποτέλεσμα ενός θαύματος, το οποίο ονομάζουν ΕΜΠΝΕΥΣΗ.»

[11]Στέφαν Μαλαρμέ – Ποίηση και μουσική, ό.π., σ. 89

[12]Ζαν Βαλ – Εισαγωγή στις Φιλοσοφίες του Υπαρξισμού, ό.π., σ. 94

[13]Διογένης Λαέρτιος, Άπαντα 3, Βίοι φιλοσόφων ΣΤ΄-Ζ΄, μτφ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1994, σ. 105

 

Βιβλιογραφία:

Βαλ, Ζαν, Εισαγωγή στις Φιλοσοφίες του Υπαρξισμού, μτφ. Χρήστος Μαλεβίτσης, εκδ. Αρμός, Αθήνα, 2011

Βαλερύ, Πωλ, Ποίηση και Αφηρημέμη Σκέψη. Η Καθαρή ποίηση, μτφ. Χριστόφορος Λιοντάκης, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 1980

Διογένης, Λαέρτιος, Άπαντα 3, Βίοι φιλοσόφων ΣΤ΄-Ζ΄, μτφ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1994

Καινή διαθήκη, εκδ. Ελληνική Βιβλική Εταιρία, Αθήνα, 2003

Ντελεζ, Ζιλ & Γκουαταρί,Φέλιξ, Τι είναι φιλοσοφία;, μτφ. Σταματίνα Μανδηλαρά, εκδ. Καλέντης, Αθήνα, 2004,

Μαλαρμέ, Μαλαρμέ, Ποίηση και μουσική, μτφ. Αλέξης Ζήρας, εκδ. Γαβριηλήδης, Αθήνα, 1999

Σονταγκ, Σούζαν, Η αισθητική της σιωπής, μτφ. Νανά Ησαΐα, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 1983