Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 46

Χρήστος Κάρτας: Δύο ποιήματα

ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΑΡΜΥΡΑΣ

Όταν ο χρεοκοπημένος έρωτας
πετάξει τη φαρέτρα του
στης Πενθεσίλειας τον τάφο
θα κλείσω την ηχώ απ’ τα φιλιά σ’ ένα μπουκάλι
και θα το ρίξω στα νερά της Σαντορίνης
με στόχο τη φωτογραφία σου

στεκόσουν εκεί
που το γαλάζιο διαρκούσε επ’ αόριστον
τα πόδια σου ήταν γυμνά
πάνω στη στέγη ενός νησιώτικου σπιτιού
το φουστάνι
σαν λαθραία προέκταση της θάλασσας
σχημάτιζε το εξώφυλλο του εαυτού σου
έπινες τα χρώματα
με ακρίβεια κεραυνού
που βεβηλώνει το εργαστήριο του χρόνου

με μάτια ρολόγια σταθμού
υπέκλεψα τις νότες
που σου κάρφωσε το πέλαγος στο δέρμα
τις έκρυψα στο δικό μου πεντάγραμμο
μαζί με ένα χάρτινο καραβάκι
για να μπορείς να ναυαγείς
στα παιδικά μου βλέμματα

μόλις τα τριαντάφυλλα μαραθούν
πες μου να ξεμπαρκάρω

να ‘ρθω να υπογράψω
τα πρακτικά της όρασης
με κόκκινο απ’ τα δειλινά
της πρώτης εκδρομής

**

ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΑ ΦΙΛΙΑ

Φύγαμε πάνω σε αποδημητικά φιλιά
την ώρα που η θάλασσα γινόταν αόρατη
ό,τι δεν ήταν βυθός
άρχισε να καταλαγιάζει σε μία μετά πτώση
απ’ την πλευρά που μιλούσαν οι άνθρωποι
το αλάτι είχε εξαντληθεί

«ο θάνατος θα ’ρθει και θα ’χει τα μάτια σου»
με προειδοποιούσε ο Παβέζε
καθώς διατύπωνε μια νέα αρχή αβεβαιότητας
οι λέξεις φωσφόριζαν μέσα στο νερό
σαν αποτυχημένο δηλητήριο
όλες οι προσλαμβάνουσες έμοιαζαν μουσική
τα σόλο των Dire Straits κρατούσαν
το βάρος των γενεθλίων μας
πάνω από πάρκα με λεύκες
εντυπωσιακά πράσινες

δεν μας έβλεπε κανένας εδώ

έκοψα τ’ όνομά σου κι άφησα το χυμό
να τρέξει πάνω μου
το στόμα μου άνοιξε εντελώς
για να χωρέσει τη μάσκα
όλα τα χείλη που χάθηκαν
ήταν χαρτιά μουτζουρωμένα
από ανεύθυνους επιστήμονες

μετά το τέλος της δεξίωσης
έσβησα τον Νοέμβρη κι άφησα τη χροιά μου
στο αμάξι σου
δίπλα στην τσάντα με τις εμμονές

κανένα χαμόγελο δεν ήταν αντάξιο
ενός απροσπέλαστου δάσους

σκουπίσαμε το αίμα από τα χέρια μας
και κλείσαμε την πόρτα
σαν πρωταγωνιστές που παραιτήθηκαν
λίγο πριν την πρεμιέρα
γιατί φοβήθηκαν την τέχνη τους