Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 23

Στήλη: Εξ αφορμής - Βαθιά στο σπόρο της η μελαγχολία

Γράφει η Αναστασία Γκίτση
 
Θυμάμαι, την είχε φέρει από την Αγία Πετρούπολη ο πατέρας. Σ’ ένα από τα λιγοστά ταξίδια του. Είχε τυλίξει «Το όνειρο ενός γελοίου» σε μια κιτρινόχρωμη εφημερίδα και τη μικρή μπάμπουσκα (ή Matryoshka όπως συνήθιζε ν’ αποκαλεί)  σε ένα βελούδινο κουτάκι. Ακόμη και τώρα, κάθε φορά που το ανοίγω, μυρίζει λιβάνι και νοσταλγία. Θυμάμαι, η μητέρα την τοποθέτησε στο περβάζι του δωματίου μου, από την πρώτη κιόλας μέρα. Κάθε που έβρεχε και πλησίαζα το μέτωπο στο κρύο τζάμι την έπαιρνα στα χέρια μου. Μηχανικά σχεδόν την άνοιγα για να βγει η μικρότερη και μετά η πιο μικρή και μετά η επόμενη σαν να ‘ψαχνα από πάντα να φτάσω στον καρπό. Την ξέντυνα όχι από ρούχα μα από εαυτούς. 

«Κι εγώ, σκυφτός στου παραθυριού την κώχη,
ακούω και πέφτει, αργά, το πρωτοβρόχι,
και κρυώνω.» (1)


Ποτέ μου δεν την ένιωσα σαν παιδικό παιχνίδι. Αυτό το παράξενο ξύλινο αντικείμενο των πολλαπλών εαυτών που για να φτάσεις στο κουκούτσι, πρέπει να απεκδυθείς όλους τους προηγούμενους εαυτούς. Για να φτάσεις στον καρπό, πρέπει να ξεγυμνωθείς μια και καλά στη νύχτα. Η φλόγα του κεριού φωτίζει τη μπάμπουσκά μου.

«...Κίτρινη η φλόγα του κεριού μου,
στη νύχτα, απάνω στo τραπέζι
σαν έρημη πνοή ανασαίνει..»


Η κόκκινη μικρή μπάμπουσκα της ψυχής μου. Παιχνίδι συνήθειας σε στιγμές βροχερές. Ένα παιχνίδι ξεφλουδίσματος του άλλου, μια κίνηση επαναληπτική δεξιού χεριού που ψάχνει να βρει το πιο μέσα και από το μέσα, που αποζητά το ξεφλούδισμα του έξω από το πιο έξω. Η κόκκινη μπάμπουσκα που σέρνει πάντοτε μέσα στο κούφιο σώμα της τη στριγκλιά της σφαγής σε δυο κομμάτια. Μια ιαχή που σχίζει το χώρο και την απόσταση ανάμεσα σ’ όποιον την αφήνει και όποιον την ακούει.

 «Μια φωνή, που γρικιέται μεσ’ στο σάλο,
και που σε λίγο παύει –τίποτα άλλο.»


Πίσω από το μικρό στρουμπουλό σώμα με το χαμογελαστό πρόσωπο με τις καλλίγραμμες πινελιές η επώδυνη διαδικασία απέκδυσης κάθε εαυτού, το εναγώνιο ξεγύμνωμα του χονδροειδούς περιβλήματος μέχρι να χτυπήσουμε κόκκαλο, το σωτήριο γδάρσιμο κάθε κομματιού της ψυχής ώσπου να μείνει μόνη με τη μελαγχολία της.

«Είναι μια σκέψη άρρωστην απόψε στην καρδιά μου,
μια σκέψη έτσι μακρυνή, κι έτσι θλιμμένη μόνη•
είναι μια σκέψη άρρωστη, που ζη μεσ’ στην καρδιά μου.»

Επειδή τελικά ό,τι πιο βαθιά ζει στην καρδιά μας αυτό και μας πεθαίνει, όσα σώματα και να φορέσουμε, όσα...
 

Σημειώσεις:
1.Τα αποσπάσματα είναι από ποιήματα του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.
Η Αναστασία Γκίτση έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Ξέρω! Είναι κάπως αργά... (Παρατηρητής 2000) και Κορίτσι των σκοτεινών δασών (Μπαρμπουνάκης 2010). Έχει συμμετάσχει σε συλλογές και ανθολογίες ποίησης από τις Εκδόσεις Εν Πλω και Μπαρμπουνάκης. Ζει και εργάζεται στo Βίρτσμπουργκ της Γερμανίας.