Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 28

Όταν το μυθικό διψά για νόημα - Ανδρέας Χρυσοχού

Είμαι η πηγή όλων των πραγμάτων
που βρίσκονται στη συνείδησή μου – κόσμοι δημιουργούνται
Καζιμίρ  Μάλεβιτς

Το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης ΔΙΑΤΟΠΟΣ  στη Λευκωσία παρουσιάζει (7-25 Οκτωβρίου) την ατομική έκθεση ενός από τους αντιπροσωπευτικότερους καλλιτέχνες της Κύπρου, του Ανδρέα Χρυσοχού, με τίτλο Η γοητεία του μύθου – μια αέναη κίνηση προς εξερεύνηση νοήματος. Πρόκειται για μια έκθεση ζωγραφικής που φιλοδοξεί να είναι γόνιμη τόσο για τις νέες ηλικίες όσο και για τις πιο ώριμες, καθώς γινόμαστε μάρτυρες ενός παράδοξου συμβάντος, το οποίο επιτελείται σε έναν χώρο άκρως φινετσάτο και μεταμοντέρνα διευθετημένο: με απροσδιόριστο τρόπο, φαίνεται να εγκαθιδρύεται μία γοητευτικά περίεργη μα αρκούντως αισθαντική συγγένεια ανάμεσα στον εικαστικό (γενν. το 1929) που φιλοξενείται και την (όχι μόνο τεχνοκριτικό αλλά και) ποιήτρια Δάφνη Νικήτα (γενν. το 1973) που τον φιλοξενεί. Αποκαλύπτοντάς μας εξ αρχής ο ζωγράφος πως η αγάπη του για τον μύθο πηγάζει από τη λαχτάρα του να βρει νόημα μέσα σε ένα χαοτικό κόσμο φαινομένων, δείχνει να εκλαμβάνει το ανθρώπινο σώμα ως το κατεξοχήν αναπαραστατικό μοτίβο ενός κόσμου που υπερβαίνει την πραγματικότητα˙μια υπέρβαση που mutatis mutandis προοικονομείται ήδη σ’ ένα στίχο της Νικήτα όταν γράφει πως ‹‹κρύβω στις τσέπες / τριαντάφυλλα από ζάχαρη /…/βγαίνω σε ξέφωτο / γεμάτο μυρωδιές από παραμύθια ξεχασμένα››.
   Έτσι, ο Χρυσοχός σχεδιάζει με διαύγεια την ανθρώπινη μορφή μέσα σε πλαίσια φωτεινά, άνετα και ευδιάκριτα, προκειμένου να αποδώσει μια νηφάλια και συνάμα ξέγνοιαστη σύμπνοια μεταξύ βλέμματος ( του προσώπου) και στάσης σώματος. Η πινελιά του προσδίδει χρωματική αυτονομία που επ’ ουδενί  (δεν) εξαντλεί το νόημα της εικόνας ˙ αντίθετα,  σε συνθήκες αχρωμίας αρκείται στο να σκιαγραφεί έναν ελάχιστο, σχεδόν αραχνοΰφαντο, βαθμό ύπαρξης που όμως ξεχειλίζει από άκρατο ερωτισμό, του οποίου ο συναισθηματισμός φέγγει λαμπερά σε όλη την έκταση του καμβά. Οι μυθικής χροιάς μορφές που πραγματεύεται ο εικαστικός, αφενός είναι ηθικές, μια και εκφράζουν μία ιδιαίτερη καλλι-τεχνική πειθαρχία, αφετέρου είναι και ανήθικες, εφόσον προσπαθούν να καθυποτάξουν το ηθικό στοιχείο κάτω από το επιβλητικά περήφανο σκήπτρο μιας γοητείας με ανέμελο ύφος. Απαλή, ανένδοτη, άηχη: τούτες οι τρεις ιδιότητες χαρακτηρίζουν την κίνηση που υπονοείται πάνω στις μορφές και οριοθετούν μια χειροπιαστή διάσταση του μυθικού (στοιχείου). Είναι ο ιδιότυπος κατά Χρυσοχό ρεαλισμός – ως προς την απεικόνιση του ανθρωπίνου – που αιματώνει μια ισχνή πιθανόν τάση για εξιδανίκευση που μπορεί να διαφανεί στις μορφές ˙ εξ ου και η επιτυχία του στο να μην παγιδεύεται σε μορφικά αδιέξοδα ενός ουτοπικού ιδανικού, δεδομένου ότι ο ίδιος δεν θα επιθυμούσε να γίνει όπως λέει και η ποιήτρια σαν ‹‹τον φοβισμένο διανοούμενο με τα καμένα σπίρτα / στο χέρι / που ψάχνει απεγνωσμένα να ανάψει τα θολά / πρόσωπα των γυάλινων χρόνων››. Παρά ταύτα, κάθε (υπονοούμενη) κίνηση των μορφών του γίνεται αντιληπτή ωσάν μια αναμάρτητη αρμονία, λες κι έχει τεθεί η κάθε μορφή στην υπηρεσία της αιωνιότητας. Άλλωστε, αφήνοντας η μορφή το ‹‹γεγονός της απάνω στο λόγο, τον παραλλάζει σε μύθο, πέρα από το θάνατο›› . Γι’ αυτό το λόγο, μόλις κοιτάξεις τα έργα του Χρυσοχού, δημιουργείται μέσα σου εκείνη η τρυφερή μαρμαρυγή που έκανε τον Βαλερύ να αναφωνεί πως πρέπει να είσαι ελαφρύς σαν πουλί, κι όχι σαν πούπουλο.
   Η εικαστική συνείδηση του κύπριου καλλιτέχνη, υιοθετώντας  την έννοια της καθαρότητας στο σχέδιο και στο χρώμα, θυμίζει τον μεγάλο Μάλεβιτς όταν το 1915 απαιτούσε μία ζωγραφική χωρίς φλυαρία κι έκανε λόγο για τον βαθμο-μηδέν του έργου τέχνης.
   Ο μη αντικειμενικός χαρακτήρας της τεχνικής που χρησιμοποιεί συνάδει απόλυτα με κείνη την απογυμνωμένη από πειραματισμούς διαίσθηση, η οποία, αν και καταμαρτυρά την οξεία αντίληψη του δημιουργού περί πραγματικότητας, εντούτοις ερεθίζει τον ίδιο τον Χρυσοχό με ένταση ανάλογη της ζωής που υποθάλπουν μέσα τους τα μυθικά είδωλα κατ’ εξακολούθηση˙ τότε είναι, όπως εμβληματικά περιγράφει η Νικήτα,  σα να ‹‹πετάει από το κεφάλι / το στέμμα του δειλού άρχοντα / ξεριζώνει από το βαρύ παλτό / τα μικρά πολύτιμα εικονίδια της νίκης / ανοίγει τα μακριά του χέρια / και πηδά στο κενό›› του μυθικού σύμπαντος. Ο μύθος αποτελεί – και τούτο είναι το τόλμημα για τον Χρυσοχό  –εφαλτήριο έλευσης στην ύπαρξη˙ την ίδια στιγμή και δίχως ομολογιακές διακηρύξεις, επιχειρεί να περιγράψει όχι μόνο το αληθές αλλά – όπως εύστοχα τονίζει αλλού η Νικήτα  – κι ‹‹όλα τα θλιμμένα μυστικά / που ξέμειναν στις ρωγμές›› κάθε ανθρώπινης κατάστασης.
   Πάντως, η ανάγκη του να ξεφύγει από κάθε ανθρωποκεντρικό επαρχιωτισμό, τον οδηγεί σε έναν ποικιλότροπο στοχασμό περί του ανθρωπίνου σώματος, καθιστώντας το τελευταίο υπεύθυνο για κείνη την ομορφιά  που εγκυμονεί (συνήθως) μια ιερής φύσεως αιδώ. Ενώ ο καταξιωμένος Χρυσοχός (θέλει να) πιστεύει πως στη μάχη μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, η πρώτη είναι αυτή που υπερτερεί, εμείς ως θεατές, κι ενόσω παρακολουθούμε με προσοχή κάθε έργο του ξεχωριστά, νιώθουμε απροσδόκητα ότι κάθε πολύτιμη στιγμή από το παρελθόν κινδυνεύει να γίνει στάχτη εάν προσπαθήσουμε να τη φέρουμε στο νου μας με κάθε λεπτομέρεια. Εξ άπαντος  κάθε παράσταση, σύμφωνα και με την Νικήτα, ‹‹ψάχνει να βρει την μορφή / του χθεσινού ονείρου /…/κανείς δεν τη γυρεύει / κι όμως την αγαπούν / σαν πορτραίτο εποχής/ φτιαγμένο απ’ το δικός σου χέρι››. Οπότε, θα λέγαμε πως υπάρχει η (ανα)παράσταση με νόημα που καλείται εικαστική σκέψη, υπάρχει και η αποτυχημένη που λέγεται ζωγραφιά – η τελευταία σίγουρα δεν αφορά τον Ανδρέα Χρυσοχό.

Aπόστολος Ζιώγας
ziogas.jpg
ziogas2.jpg