Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 28

Η ποίηση στα χρόνια του διαδικτύου

Την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014, στο Polis art cafe, το περιοδικό Vakxikon.gr (Νέστορας Πουλάκος) και τα blogs varelaki.blogspot.gr (Ασημίνα Ξηρογιάννη) & stigmalogou.blogspot.gr (Χριστίνα Λιναρδάκη), διοργανώσαν την ημερίδα Η ποίηση στα χρόνια του διαδικτύου, με καλεσμένους τους ποιητές Χρήστο Αρμάντο Γκέζο, Θωμά Τσαλαπάτη και Δήμητρα Αγγέλου. Παρακάτω βρίσκονται τα κείμενα αυτής της συζήτησης. 

gezosdia.jpg
φωτό: Αλ. Κατσής
 
Γράφει ο Χρήστος Αρμάντο ΓκέζοςΤο διαδίκτυο έχει επιφέρει δραστικές αλλαγές σχεδόν σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας και δεν απαιτείται ιδιαίτερη οξυδέρκεια για να παρατηρήσουμε ότι, σε πρώτο επίπεδο, έχει προσφέρει στην ποίηση τη δυνατότητα να φτάνει στον καθέναν τη στιγμή που το επιθυμεί – όπως συμβαίνει και με τις άλλες τέχνες, βέβαια. Σάιτ, μπλογκ, διευθύνσεις με πλούσιο ποιητικό έργο, ανθολογίες, ηλεκτρονικά περιοδικά με αφιερώματα, κριτικές και αναλύσεις, είναι προφανές πως παρέχουν στον χρήστη του διαδικτύου τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με την τέχνη της ποίησης πολύ εύκολα, οποτεδήποτε και δωρεάν, τόσο ως αυτούσιο σώμα, όσο και ως εμβριθή κατάδυση και μελέτη ενός ολόκληρου φιλολογικού πεδίου. Αυτό είναι ένα πολύ θετικό στοιχείο, καθώς παράλληλα δεν θεωρώ ότι βλάπτει την εκδοτική παραγωγή, αφού με τη διάχυση αυτή της ποίησης σε μεγαλύτερο κοινό, η ποίηση αποκτά περισσότερους φίλους, περισσότερους ανθρώπους που γοητευμένοι από αυτά με τα οποία έρχονται σε πρώτη ηλεκτρονική επαφή μπορούν έπειτα να πάνε στο βιβλιοπωλείο για να ψάξουν και να αγοράσουν το βιβλίο εκείνου του ποιητή που τους συνάρπασε. Από την άλλη, ο καθένας μπορεί να δημοσιεύει άκριτα και αβασάνιστα το οτιδήποτε, είτε μέσω κάποιου προσωπικού του μπλογκ είτε απλώς στην προσωπική σελίδα του στο facebook δονούμενος από μια ικανοποίηση ή και υπερηφάνεια ότι καταθέτει μια ποιητική δημιουργία. Αυτό από τη μία είναι μια θετική ένδειξη ότι υπάρχει σε μεγάλο πλήθος ανθρώπων η ανάγκη για έκφραση, ανεξαρτήτως επιπέδου, φανερώνοντας επίσης την οικουμενικότητα της ποιητικής τέχνης και το βαθμό εγχάραξής της στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση, αλλά από την άλλη συγχέει και υπερφορτώνει το ποιητικό πεδίο με καλοπροαίρετες ίσως αλλά άτεχνες και ερασιτεχνικές προσπάθειες που στερούνται επίγνωσης και ρεαλισμού για την πραγματική τους θέση και το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύουν μια διάφανη ματαιοδοξία του γράφοντος.
Από αυτήν την ευέλικτη διαδραστικότητα του διαδικτύου, η ποίηση ευνοείται και από την πρωτοφανή ευκολία με την οποία στήνονται εκδηλώσεις, αναγνωστικές λέσχες, ομάδες, ραδιοφωνικές εκπομπές, συζητήσεις σε φόρουμ, διαδικασίες που όλες συναποτελούν έναν ολοζώντανο και παλλόμενο οργανισμό, βοηθώντας την ποίηση, και τις άλλες τέχνες, να διεισδύσουν περισσότερο στην κοινωνία, κάνοντάς τη να φαντάζει έτσι κάτι λιγότερο εξωκοσμικό και περισσότερο καθημερινό. Αυτό μπορεί για κάποιους να θεωρηθεί αρνητικό, για κάποιους που μπορεί να θέλουν η ποίηση να παραμένει περιχαρακωμένη στον ελιτισμό της και πιστεύουν ότι αν αναδεύεται με τις εκδηλώσεις και τις μικρότητες της καθημερινότητας χάνει την αίγλη και τη μαγεία της. Για μένα όμως η ποίηση, όπως και η μουσική, είναι θεμελιώδης ποιοτική συνιστώσα του σύμπαντος και των πραγμάτων και αυτή η απομυθοποίηση εν τέλει την ανεβάζει ακόμα πιο ψηλά.
Το διαδίκτυο έχει επιφέρει πολύ σημαντικές αλλαγές και στην επικοινωνία μεταξύ του δημιουργού και του αναγνώστη, ο οποίος αναγνώστης μπορεί πολύ εύκολα να διαβάσει κάποια ποιήματα που του άρεσαν και να στείλει ένα μέιλ στον ποιητή, ή ακόμα πιο άμεσα να του στείλει στο facebook, για οποιοδήποτε θέμα ή απορία σχετικά με το έργο. Αυτό αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα και γόνιμη δοσοληψία, αλλά ταυτόχρονα ενέχει και κάποιους κινδύνους, κατά τη γνώμη μου. Και αναφέρομαι ειδικότερα στο facebook, μέσω του οποίου μπορεί να φτάσουμε σε μια υπέρ το δέον εξοικείωση του αναγνώστη με τον ποιητή, με αποτέλεσμα μερικές φορές να καταλήγουμε σε μια υπερκάλυψη της ποιητικής ταυτότητας από την κοινωνική ή επαγγελματική ταυτότητα. Αυτό είναι επικίνδυνο γιατί η ενδεχόμενη υπερέκθεση της προσωπικότητας του ποιητή μπορεί να προκαταλάβει τον αναγνώστη, να του δημιουργήσει εσφαλμένες εντυπώσεις και προσδοκίες για το έργο του, είτε θετικά είτε αρνητικά. Επιπλέον, δεν είναι απίθανο ο δημιουργός να επιδιώκει την προβολή και τη δημοφιλία μεταχειριζόμενος τρόπους εκτός της ποιητικής του φαρέτρας, προσπαθώντας να γίνει γενικότερα αρεστός, συμπαθής ή και θαυμαστός, με αποτέλεσμα να στήνεται κατά κάποιον τρόπο ένα ιδιόρρυθμο πεδίο διαπλοκής και σύγχυσης εννοιών που μετατοπίζει το ενδιαφέρον από την ουσία της ποιητικής δημιουργίας στην προσωπικότητα, το άτομο και την παρέα ή ακόμα και την κλίκα.
Αν προχωρήσουμε τώρα στην ουσία των πραγμάτων, έχουμε να κάνουμε μερικές πολύ σημαντικές διαπιστώσεις. Η υπερπροσφορά πληροφοριών και γνώσης που εκτοξεύεται από την οθόνη του υπολογιστή, του κινητού ή του τάμπλετ συντελείται μέσα από έναν βομβαρδισμό λέξεων, βίντεο, ειδήσεων, ο οποίος μεταβάλλει όχι μόνο τη σχέση μας με το προσληφθέν αντικείμενο αλλά και τον τρόπο που δρα ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Για να κερδηθεί το ενδιαφέρον λοιπόν μέσα σε αυτή την πληροφοριακή λαίλαπα, δίδεται μια έμφαση στο απόσπασμα και το σύνθημα, τα οποία δεν απαιτούν ούτε χρόνο ούτε κόπο και μπορούν πολύ εύκολα να προσδώσουν μια ψευδαίσθηση γνώσης ή βίωσης της τέχνης ως εμπειρίας: στο facebook, για παράδειγμα, παρελαύνουν καθημερινά τσιτάτα, δίστιχα, φωτογραφίες με σοφά λόγια ή και εκτενέστερα αποσπάσματα έργων, ένα φαινόμενο που δεν το θεωρώ κατ’ ανάγκη βλαβερό, παρά μόνο όταν καταλήγει να γίνεται μονόδρομος και μανιέρα, όταν πολύ απλά το παρακάνουμε, καθώς αυτή η αποσπασματολαγνεία, η συνθηματολογία είναι δυνατόν να αποπροσανατολίσει από το πραγματικό νόημα του έργου και να εκφράσει διαφορετικά νοήματα από αυτά που συνάγονται διαβάζοντάς το ολόκληρο.Παράλληλα, εθίζει σε μια ταχυφαγική αντίληψη για τη γνώση, που δεν προϋποθέτει προσπάθεια και πνευματική εγρήγορση για την απόκτησή της, ενισχύοντας μόνο μια κατάσταση που ευνοεί περισσότερο την πνευματική οκνηρία και την πρόσκαιρη αποθησαύριση διακριτών μονάδων τέχνης, οι οποίες μαλιστα πολύ συχνά υποβαθμίζονται στοιβαζόμενες ως τρόπαια εύκολης επίδειξης. Η καταναλωτική προσέγγιση απέναντι στον πολιτισμό γιγαντώνεται, η τέχνη υποβιβάζεται σε αντικείμενο που συλλέγεται για την απόλαυση του να το βλέπεις στη φαντασιακή σου βιτρίνα. Αλλά και ο ίδιος ο ανθρώπινος εγκέφαλος επηρεάζεται αρνητικά: η συγκέντρωση δυσχεραίνεται, οι αντιπερισπασμοί κυριαρχούν, η μνήμη βαλτώνει έτσι όπως δεν εξασκείται μια και όλα τα έχουμε διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή με ένα κλικ στο google, και εν τέλει ακρωτηριάζεται η φαντασία, η κύρια δύναμη βίωσης του ποιητικού οράματος και της υπέρβασης μέσω της τέχνης.
Δεν μπορώ να πάρω σαφή θέση ακόμα για το πού γέρνει η πλάστιγγα, πιστεύω ότι είναι αρκετά νωρίς Έχω μεγάλη πίστη όμως στην ευεργεσία της τεχνολογίας και αισιοδοξώ ότι η πληθώρα των πλεονεκτημάτων της θα αποδειχθεί συντριπτική. Το σίγουρο είναι ότι ζούμε τη διαμόρφωση ενός νέου ποιητικού πεδίου σε όλα τα επίπεδα και η αναμονή για την αποκάλυψη του δεν μπορεί παρά να είναι από μόνη της συναρπαστική.

linardakdia.jpg
φωτό: Αλ. Κατσής
 
Γράφει η Χριστίνα ΛιναρδάκηΑντί για την ποίηση, λέω να ξεκινήσω με κάτι αντισυμβατικό: με το νόμισμα. Μην βιαστείτε να αναρωτηθείτε τι σχέση έχει με την ποίηση και το διαδίκτυο, θα δείτε αμέσως.
Το νόμισμα, λοιπόν, το χρήμα γενικά, μπήκε στη ζωή του ανθρώπου στην πορεία. Πρώτος τρόπος συναλλαγής ήταν η ανταλλαγή ειδών, στη συνέχεια όμως, λόγω διαφόρων προβλημάτων της συγκεκριμένης μεθόδου (δυσκολίες στην αντιστοίχιση ειδών, η ευπάθεια ορισμένων κ.λπ.), επινοήθηκε το χρήμα ως μέτρο αξίας. Αρχικά λοιπόν κόπηκαν νομίσματα, τα οποία είχαν συγκεκριμένο βάρος και συγκεκριμένη παράσταση. Η εν λόγω παράσταση είχε πάντα σχέση με την εκδότρια αρχή: με τους θεούς της, την πηγή του πλούτου της, τον άρχοντά της ή τον περιβάλλοντα χώρο της. Σε μια τόσο μικρή επιφάνεια, ένα σύμβολο αφηγούνταν μια ολόκληρη ιστορία, μια ιστορία που δήλωνε ταυτότητα και μετέδιδε ένα μήνυμα.
Το ποίημα ήταν στην αρχή προφορικό. Άρχισε να γράφεται στην πορεία. Έχει μικρή έκταση, μικρή επιφάνεια και αφηγείται μια σύντομη ιστορία που έχει ένα μήνυμα να μεταδώσει.  Όπως το νόμισμα, όλοι ξέρουν την προέλευσή του, αφού φέρει τη σφραγίδα της εκδότριας αρχής, δηλ. του εκδότη του.  Αυτά ισχύουν στους συμβατικούς τρόπους έκδοσης. Το διαδίκτυο όμως είναι ένας μη συμβατικός τρόπος.
Και είναι ένας μη συμβατικός τρόπος για πολλούς λόγους:  εκεί δεν υπάρχει κάποιος που μπορεί να πιστοποιήσει τι είδους νόμισμα είναι αυτό που κυκλοφορεί. Αν το βάρος του είναι το σωστό και αν την ιστορία που αφηγείται τη λέει καλά ή μήπως αυτός που το εμπνεύστηκε, το έφτιαξε λάθος, με αποτέλεσμα το νόμισμα να είναι άσχημο ή κακό. Οπότε κυκλοφορεί μέσα εκεί ό,τι θέλει ο καθένας και ό,τι νά ’ναι: πλαστό, άσχημο ή υπέροχο. Όλα δίπλα-δίπλα, αδιακρίτως.
Κάτω από το πρόσχημα της «δημοκρατίας του διαδικτύου» στήθηκε τελικά μια μεγάλη βιτρίνα όπου  επειδή μπορεί ο καθένας να δειγματίσει το προϊόν του, το καλό χάνεται δίπλα στο κακό ή το μέτριο.  Η ισοπεδωτική εξίσωση των πάντων ποτέ δεν είχε καλά αποτελέσματα. Αυτή, σε συνδυασμό με την πληθώρα των εκδόσεων, ψηφιακών ή άλλων, κάνουν οποιονδήποτε προσπαθήσει να ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι να αποκομίσει τελικά τη γενική εντύπωση ότι άκρη δεν βγαίνει. Και εκεί χάνεται η πίστη και η επαφή του κοινού.
Τελικά η διαδικασία είναι αποδομητική. Νομίζουμε ότι χτίζουμε κάτι προσθέτοντας και προσθέτοντας στις ήδη υπάρχουσες δημοσιεύσεις, ενώ τελικά αποδομούμε. Και αυτό που αποδομούμε είναι το ίδιο το σώμα του λόγου.
Η έκδοση ενός βιβλίου ποίησης δεν είναι κάτι απλό. Τα βιβλία δεν είναι καρτ βιζίτ που τα βγάζουμε για να συστηνόμαστε μέσα από αυτά όπου μας κάνει κέφι. Είναι μια παρουσία, είναι κάτι που προστίθεται σε αυτό που μόλις είπαμε: το σώμα του λόγου. Το σώμα αυτό πρέπει να φροντίζουμε να παραμένει όμορφο, εύρωστο και υγιές. Είναι η κληρονομιά μας, η ταυτότητά μας. Οφείλουμε να προσθέτουμε σε αυτό έτσι που να ανανεώνεται, να μένει ζωντανό και ωραίο. Έχουμε ευθύνη όλοι μας: οι εκδότες, οι κριτικοί, οι ίδιοι οι ποιητές.
Βέβαια, ζούμε στην εποχή της ευκολίας, δεν υπάρχει κάποιος που το αμφισβητεί. Και το διαδίκτυο είναι ακριβώς αυτό: ευκολία. Όμως είναι ετούτη η ευκολία της πρόσβασης που έχει εξαφανίσει τη χαρά της ανακάλυψης και την έννοια της σπουδαιότητας, της αξίας ενός έργου.
Είναι εύκολο, ίσως και εθιστικό, να αναρτήσω τους στίχους μου στο facebook και να βλέπω από κάτω τα Like που μαζεύω. Κι αν δεν μου φτάνουν, μπορώ να αγοράσω μερικά , έτσι ώστε να φαίνομαι πιο πιασάρικος και πιο δημοφιλής. Να κάνω παρεούλες με άλλους και να ανταλλάσσουμε κολακείες. Έπειτα, να πηγαίνουμε όλοι το βράδυ για ύπνο ικανοποιημένοι και πλήρεις για την... επιτυχία μας!
Είναι πραγματικά τέλειο να μπορεί να πατήσει κάποιος ένα κουμπί και να του εμφανιστεί το ποίημα του τάδε. Είναι τέλειο επειδή είναι γρήγορο και δωρεάν. Ακριβές, βέβαια, πάντα δεν είναι, αλλά... ωχ αδερφέ, ποιος νοιάζεται τώρα; Την περασμένη εβδομάδα γέμισε το facebook από ένα ποίημα που φερόταν να έχει γράψει ο Καβάφης:

Άκου κι εμένα, η σιωπή δε χτίζεται
κι άσε τους ποιητές να λένε·
κατεβαίνει σαν τη διάφανη ομίχλη της Αττικής
δεν την ακούς
δεν την αγγίζεις
μπερδεύει τις εποχές
παραλλάζει τα χρώματα
περαστικούς παγιδεύει·
σαν έρθει η ώρα της
ανάλαφρη οδεύει προς τους ουρανούς.

Ως πηγή αναφερόταν από κάτω: K.Π.Καβάφης, Η σιωπή, περιοδικό «Η λέξη», Δεκέμβριος 1981.
Φυσικά το ποίημα δεν είναι του Καβάφη και, αν έχει διαβάσει κανείς έστω έναν στίχο Καβάφη στη ζωή του, το καταλαβαίνει αμέσως. Από τη γλώσσα, το ύφος, την αναφορά στην Αττική. Το ποίημα είναι της Αμαλίας Τσακνιά, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει αν περιηγηθεί στο ψηφιοποιημένο από το ΕΚΕΒΙ τεύχος αρ. 10 της Λέξης. Ψηφιοποιημένο και αναρτημένο στο διαδίκτυο, άρα εύκολα προσβάσιμο – δεν αρνούμαι το γεγονός ότι αυτή η συνιστώσα του διαδικτύου έχει και θετικά στοιχεία.
Όμως, σε σχέση με το δήθεν ποίημα του Καβάφη, δεν μπορώ και να μην παρατηρήσω ότι όπου το μέτρο είναι η χαλαρότητα, η ποιότητα της μεταδιδόμενης πληροφορίας πέφτει και μάλιστα κατακόρυφα... Και γιατί λοιπόν θα πρέπει να συμβιβαζόμαστε με ο,τιδήποτε δεν είναι σωστό, δεν είναι ποιοτικό, δεν είναι καλό; Δεν πρέπει. Καθόλου δεν πρέπει. Δεν πρέπει να συμβιβαζόμαστε και να προσεταιριζόμαστε τη μετριότητα από απελπισία για το ωραίο που ονειρευτήκαμε. Έπειτα, ένα «όχι» που βγαίνει από μια βαθιά πεποίθηση είναι πάντα πολύ καλύτερο -και πιο μεγαλειώδες- από ένα «ναι» που λέγεται για να ευχαριστήσει.
Και μια σημείωση για το τέλος, η οποία αφορά μάλλον την ψηφιακή εποχή γενικά και όχι την εποχή του διαδικτύου μόνο, αλλά είναι στο πνεύμα της συζήτησης: οι ερευνητές που εργάζονται στο πρόγραμμα “Moral Storytelling System” του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία ανακοίνωσαν τον Αύγουστο του 2014 τη δημιουργία ενός προγράμματος το οποίο, τροφοδοτούμενο με τα στοιχεία μιας αφήγησης (θέμα, πλοκή, χαρακτήρες κ.λπ.), μπορεί να παράγει αφηγήσεις. Για την ώρα τα αποτελέσματα είναι πρωτόλεια ηθικοδιδακτικά παραμύθια στο πρότυπο των μύθων του Αισώπου, αλλά το πρόγραμμα εξελίσσεται διαρκώς. Προφανώς σύντομα θα μπορέσει να γράψει και ποίηση, οπότε καθένας θα μπορεί να αγοράζει από ένα τέτοιο προγραμματάκι και να τελειώνει μια και καλή με τα ζητήματα ποιότητας, τη σκοτούρα του διαδικτύου και τα παρόμοια. Γιατί σίγουρα η πρώτη αναβαθμισμένη έκδοση του προγράμματος θα ποστάρει αυτόματα τα παραγόμενα από το πρόγραμμα ποιήματα στον λογαριασμό του ποιητή στο facebook και ενδεχομένως θα αποκλείει όσους φίλους δεν κάνουν Like αρκετά γρήγορα. Όλα τα έχουμε δει, γιατί όχι και αυτό;

xirogidia.jpg
φωτό: Αλ. Κατσής
Γράφει η Ασημίνα ΞηρογιάννηΤο θέμα Η ποίηση στα χρόνια του διαδικτύου φυσικά δεν εξαντλείται. Είναι τεράστιο. Απλό και σύνθετο συνάμα. Όλα πρέπει να εξετάζονται και να επανεξετάζονται. Έχω την αίσθηση ότι πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι η αλήθεια είναι πολλαπλή. Αν δεν το έχουμε αυτό στο μυαλό μας, έχουμε χάσει το παιχνίδι, νομιζω.
Διανύουμε τα λεγόμενα διαδικτυακά χρόνια, λοιπόν, είναι αλήθεια. Ο Καναδός δημοσιογράφος Μάικλ Χάρις (Μichael Ηarris) στο βιβλίο του Το τέλος της απουσίας, γράφει: Πολύ σύντομα κανείς δεν θα θυμάται τη ζωή πριν από το διαδίκτυο. Θεωρώ ότι αυτό ήδη έχει αρχίσει να συμβαίνει και δεν ξέρω αν είναι απαραίτητα κακό. Η ζωή προχωρά, εξελίσσεται και το διαδίκτυο είναι μια νέα πραγματικότητα, συνυφασμένη με τη ζωή μας πια. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος λόγος να το αρνηθούμε. Γιατί μονίμως να νιώθουμε στοιχειωμένοι από ανύπαρκτα φαντάσματα;
Όσο για την ποίηση, έχει και αυτή τη δική της ιστορία. Πορεύεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ταξιδεύει αενάως μέσα στους αιώνες, ξεπερνά τις εποχές, τα ρεύματα, τους δημιουργούς, προσαρμόζεται ή δεν προσαρμόζεται στα εκάστοτε κοινωνικοπολιτικά δεδομένα. Πάντως υπάρχει. Η ποίηση πάντα παρούσα, έχει ένα κοινό που την ακολουθεί και την λατρεύει, και της παραδίδεται και την υπερασπίζεται. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και στα χρόνια του διαδικτύου.
Όσοι δεν μπορούν να κάνουν χωρίς αυτήν, την κουβαλάνε στο λάπτοπ τους. Τους αρέσει να διαβάζουν ψηφιακά βιβλία ποίησης, στο facebook την διαδίδουν. Την ποστάρουν στους τοίχους τους, την αναζητούν στις αναρτήσεις των διαδικτυακών τους φίλων, την κάνουν share, γίνονται followers των ποιητών, ισχωρούν αυτοθέλητα σε ομάδες ποίησης, κάνουν like σε σελίδες ελλήνων και ξένων δημιουργών. Αναζητούν τα λογοτεχνικά blogs και ηλεκτρονικά περιοδικά που έχουν αδυναμία στην ποίηση, ψάχνουν τις διαδικτυακές ανθολογίες που είναι ουκ ολίγες  και μάλιστα όλο και εμπλουτίζονται καθημερινά, αν ερευνήσει κανείς σχετικά.
Λογοτεχνία και Διαδίκτυο ακούγεται σχήμα οξύμωρο, όμως τελικά, φαίνεται πως η ηλεκτρονική μας εποχή συμβιβάζει τα ασυμβίβαστα. Πρώτα-πρώτα πάρα πολλοί γνωστοί σύγχρονοι ποιητές έχουν προφίλ στο facebook και προβάλλουν με ζέση τη δουλειά τους ή το θέμα ποίηση γενικά. Αυτοί οι ποιητές λοιπόν συνομιλούν με το κοινό τους ή γνωστοποιούν το έργο τους σε αναγνώστες που δεν το γνωρίζουν. Και είναι πράγματι ωραίο αν είσαι λάτρης της Ποίησης! Είναι ωραίο να έχεις την ευκαιρία να κάνεις διάλογο και να γνωρίσεις τον αγαπημένο σου ποιητή και να του υποβάλλεις ερωτήσεις και να λάβεις απαντήσεις! Τα παλαιά τα χρόνια δεν υπήρχε τέτοια δυνατότητα. Όλες οι ερωτήσεις που γεννούσε ένα ποίημα στο μυαλό του αναγνώστη, έμεναν στο μυαλό του. Πού να βρεις τον Καβάφη ή τον Παλαμά ή τον Σικελιανό να τους ρωτήσεις! Σήμερα τα πράγματα λειτουργούν διαφορετικά και, κακά τα ψέμματα, το facebook συμβάλλει θετικά σε αυτό. Και υπάρχουν άνθρωποι που το επιβεβαιώνουν με περιστατικά και εμπειρίες από το facebook που έχουν να διηγηθούν.
Πέρα από τους καταξιωμένους ποιητές που συμμετεχουν στα social media, υπάρχουν και άλλοι λιγότερο γνωστοί ή άγνωστοι ποιητές που κοινοποιούν και διαδίδουν την αγαπημένη τους τέχνη, την Ποίηση. Ακόμα, υπάρχουν και πολλές ομάδες που αφορούν στην Ποίηση και στη Λογοτεχνία γενικότερα και σελίδες και blogs φιλικά προς την τέχνη του λόγου. Να μην ξεχνάμε και την διοργάνωση διαγωνισμών λογοτεχνίας μέσω facebook! Και μεσα από όλα αυτά διαφαίνεται πως την Ποίηση και τη γραφή αγαπούν ουκ ολίγοι. Και φαίνεται επίσης πως ακούγεται τελικά η φωνή και των ποιητών και των εραστών της ποίησης. Αλλά και των εκδοτών της λογοτεχνίας (όλοι σχεδόν οι εκδοτικοί οίκοι έχουν λογαριασμό στο φατσοβιβλίο). Και μέσω του facebook διοργανώνονται και λογοτεχνικές βραδιές και παρουσιάσεις βιβλίων και άλλα παρόμοια που δίνουν την ευκαιρία στους διαδικτυακούς φίλους να γνωριστούν και να γίνουν, σε κάποιες περιπτώσεις, και αληθινοί φίλοι.
Ποίηση μεν, λοιπόν! Ζεστό, ανθρώπινο, πνευματικό, ουσιώδες που όμως διακινείται μεσω του Διαδικτύου και δη του facebook (που όλοι το κατακρίνουν και όλοι είναι μέσα). Αυτό και αν είναι αντίφαση των καιρών! Ποίηση μεν, επαναλαμβάνω! Facebook δε! Αλλά συμπλέουν, συμβαδίζουν, συνυπάρχουν αρμονικά στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, συμφιλιώνουν τις αντιθέσεις και είναι σοκαριστικός και ταυτόχρονα μεγαλειώδης ο τρόπος που γίνεται αυτό! Ειναι αισιόδοξο που η Ποιηση δεν σιωπά, που οι Ποιητές κάνουν αισθητή την παρουσία τους μέσα στον ηλεκτρονικό κόσμο και ταυτόχρονα τις συνδέσεις τους με τον πραγματικό κόσμο. Ειναι ελπιδοφόρο που μέσα σε τόσο δύστροπους και ανισόρροπους καιρούς οι άνθρωποι, δημιουργοί και αναγνώστες, αναζητούν τρόπους να υπάρξουν για να μην αφανιστούν από τα κάθε λογής τέρατα που επιβουλεύονται τις ζωές μας. Που αναζητούν λύσεις και που τις βρίσκουν!
Υπάρχει μια απόψη που λέει το εξής: Το Διαδίκτυο έχει επαναφέρει μια λογοτεχνικότητα και μάλιστα πιο ανοιχτή στο προσκήνιο. Υπάρχει μια δυναμική που δεν έχει μάλιστα δείξει ακόμα τα δόντια της. Πιστεύω οι άνθρωποι γράφουν περισσότερο στην εποχή μας χάρη στο Διαδίκτυο, περισσότερο από κάθε προηγούμενη εποχή. Ο παθητικός δέκτης της τηλεόρασης και η τηλεόραση νομίζω πως είναι είδη προς εξαφάνιση. (Γιώργος Παναγιωτίδης, στήλη Τhe Αrtmaniacs, Ωarelaki blog). Έχει πιστεύω μεγάλη δόση αλήθειας η άποψη αυτή και ο,τι έχω γράψει παραπάνω το αποδεικνύει.
Ανήκω σε κέινους που λατρεύουν το τυπωμένο βιβλίο και έχω στο σπίτι μου άπειρα βιβλία παντού και καλά εξοπλισμένες βιβλιοθήκες. Από την άλλη δεν θέλω και δεν μπορώ να αρνηθώ το δώρο αυτό της τεχνολογίας. Πιστεύω ότι το διαδίκτυο ενισχύει τη φιλαναγνωσία. Το ότι εγώ, ως παραδοσιακός αναγνωστης δεν μπορώ να διαβασω ολοκληρο ένα βιβλιο από τον υπολογιστή, δεν σημαίνει ότι και οι άλλοι άνθρωποι δεν μπορούν. Κάποια παιδιά μεγαλώνουν με τις συνήθειες αυτής την εποχής και είναι εξοικειωμένα απίστευτα με το διαδίκτυο.
Για να γυρίσω στην ποίηση, σαφώς και ελλοχεύουν κίνδυνοι. Το δημοκρατικό διαδίκτυο που δίνει εύκολα βήμα στον καθένα μπορεί να αλλοιώνει τα κριτήρια και να διαβρώνει την ποιητική διαδικασία ή να την υποβιβάζει και να την ευτελίζει παντοιοτρόπως. Ναι, πολλές φορές, έχεις την αίσθηση ότι η ποίηση αφανίζεται, βουλιάζει, παραγκωνίζεται από τα σκουπίδια που κυκλοφορούν στο facebook, σε κάποια blogs και ιστοσελίδες. Γιατί σαφώς κυκλοφορούν και σκουπίδια και θα είσαι τελείως αφελής, αν το αρνηθείς ή  εθελοτυφλήσεις. Ανησυχείς ότι όλα τελέιωσαν, η μαγεία χάθηκε, ότι η καλή λογοτεχνία διατρέχει χίλιους δυο κινδύνους και ποιός θα την σώσει και το θέμα είναι αν σώζεται τελικά.Τρέχεις πανικόβλητος και μπουχτισμένος να βρεις καταφύγιο στο τυπωμένο χαρτί. Η πλούσια και φροντισμένη βιβλιοθήκη σου είναι πάντα εκεί. Σε περιμένει να βυθιστείς μέσα της, να ανακαλύψεις τους πραγματικούς θησαυρούς που θα σου χαρίσουν την ηδονή της ανάγνωσης. Έχεις επιλέξει ένα ένα τα βιβλία σου και είσαι περήφανος γι' αυτό. Έχεις απόλυτο δίκαιο να σκέφτεσαι έτσι.
Από την άλλη πάλι, μήπως είναι υπερβολικά όλα τούτα; Mήπως έχεις μια ροπή προς το μελόδραμα και δεν το ξέρεις; Άν το ξανασκεφτείς, έχεις πάντα το δικαίωμα της επιλογής. Διαθέτεις νόηση και κριτική σκέψη, καθώς και τα πνευματικά εργαλεία να ξεχωρίζεις κάθε φορά τί είναι αυτό που το διαδίκτυο σου σερβίρει και να το ελέγχεις. Κάνεις Like μόνο σε όσα ποιήματα θεωρείς πως το αξίζουν. Αποφεύγεις τις διαδικτυακές λογοτεχνικές κλίκες από τις οποίες δεν λείπουν -σημειωτέον- και ποιητές που θέλουν να θεωρούνται σοβαροί. Μην μπλέκεις σε παγίδες και ψευτοδιλήμματα. Εσύ δεν είσαι με κανενός το μέρος. Είσαι μόνο με το μέρος της Ποίησης. Είναι γεγονός ότι το διαδίκτυο είναι ένα απίστευτο εργαλείο, που αν το χρησιμοποιήσεις σωστά, συνετά και προς όφελός σου μπορεί να σε διδάξει και να σου αποκαλύψει πράγματα σπουδαία, θαυμαστά, αναφορικά με την τέχνη που αγαπάς και με πολλά άλλα θέματα που σε αφορούν. Μέσα στην θάλασσα του διαδικτύου, υπάρχουν αναμφισβήτητα πολλά αξιόλογα blogs και ηλεκτρονικά περιοδικά και διαδικτυακοί τόποι που αναδεικνύουν με σοβαρότητα, εγκυρότητα και αλήθεια την καλή ποίηση και τους καλούς ποιητές, προβάλλοντας την ελληνική ποιητική παράδοση, αλλά και την διεθνή, διευρύνοντας τους ορίζοντες των ψαγμένων και ενημερωμένων και απαιτητικών αναγνωστών. Ο κάθε ενδιαφερόμενος ψάχνει και βρίσκει. Ανακαλύπτει, κρίνει, διακρίνει, επιλέγει, αξιολογεί, ζυγίζει,. Ας μην δαιμονοποιούμε τα πράγματα, πιστεύω. Ας κρατάμε αποστάσεις και ισορροπίες μέσα μας και έξω μας. Να 'ναι πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μας. Ας μην γίνουμε σαν και κείνους τους ποιητές, και είναι πολλά τα παραδείγματα, που, από τη μία βρίζουν το facebook και τα blogs, καθώς και όλους όσους πάνε κάτι να γράψουν στον δικό τους τοίχο, αλλά από την άλλη, οι ίδιοι δέχονται τα like αυτών που την ίδια στιγμή απαξιώνουν. Και διψάνε να τους δημοσιεύσεις το νέο τους ποίημα στο blog σου, σου το ζητάνε διακαώς μάλιστα. Και με κάθε τρόπο προσπαθούν να διαδώσουν και οι ίδιοι τα μικρά ή μεγάλα τους αριστουργήματα, και να προπαγανδίσουν υπέρ των αξιόλογων βιβλίων τους που επιβάλλεται ολοι οι διαδικτυακοί φίλοι να αγοράσουν.
Ας μην μοιάσουμε σε όλους αυτούς. Ας τους υπερβούμε, έχοντας κατά νου τα εξής: α. Kαλή και κακή ποίηση συναντά κανείς και εκτός διαδικτύου, β. Η αληθινή ποίηση έχει την μαγική ικανότητα να παραμένει αναλλοίωτη, να συγκεντρώνει γύρω της όλο το φως. Και ένα είναι βέβαιο, ότι δεν μας έχει καμία ανάγκη. Εμείς, όμως την έχουμε.
Αναρωτιέμαι όμως συχνά αν ο Καβάφης και ο Ελύτης και άλλοι σπουδαίοι ποιητές, αν ειχαν facebook, για παράδειγμα, θα άνοιγαν ποτέ λογαριασμό; Kι αν άνοιγαν λογαριασμό, θα έσπευδαν με ποικίλους τρόπους να διαλαλήσουν την ποιότητά τους; Για τον Καβάφη ειδικά δεν πιστεύω ότι θα άνοιγε ποτέ λογαριασμό στο facebook. O Eλύτης μπορεί, δεν γίνεται να πω με βεβαιότητα...

poulakdia.jpg
φωτό: Αλ. Κατσής
Γράφει ο Νέστορας ΠουλάκοςΖούμε στην εποχή της απογείωσης. Και η ποίηση το ίδιο –μάλιστα θεωρώ ότι το βιώνει περισσότερο από τον οποιοδήποτε. Δεν ξέρω αν ζούμε στην εποχή του Big Brother, γι’ αυτήν την κατάσταση δηλαδή που πρόβλεψε ο Όργουελ. Αυτό ίσως δεν θα το μάθουμε ποτέ, και θα το γράψει η Ιστορία μετά από δεκάδες χρόνια. Η Ιστορία όμως θα γράψει για την «επανάσταση» του διαδικτύου, για το «σύγκρυο» που έπιασε τους εκδότες του χαρτιού, για τον ιδρώτα που έλουσε τις περίκλειστες λογοτεχνικές ομάδες, τα μουχλιασμένα καφενεία και σινάφια πάσης φύσεως που έφτιαχναν την δική τους επετηρίδα για την είσοδο ή όχι κάποιοι ποιητή σε αυτόν τον μικρόκοσμο. Καθότι δεν μιλάμε πια για κάποιον μικρόκοσμο, αλλά για έναν πραγματικό, γεμάτο, ολόκληρο κόσμο –μάλιστα θα έλεγα πολύ μεγαλύτερο κι από τον κανονικό.
Και γιατί να μας φοβίζει το διαδίκτυο; Και γιατί να αμφισβητήσουμε με το στανιό την δημοκρατικότητα του, μια δημοκρατία που δεν θα μπορούσε να φανταστεί ούτε ο ίδιος ο θεμελιωτής της. Και γιατί να παραξενευόμαστε που υπάρχουν bloggers-δημοσιογράφοι, ποιητές του facebook, φωτογράφοι του instagram και εκδότες των sites; Η απάντηση που δίνουμε εμείς στο Vakxikon.gr είναι: γιατί όλα αυτά χαλάνε την βολή του κατεστημένου, σπάνε την κανονικότητα και τους συνήθεις ρυθμούς του συστήματος. Δεν είναι τυχαία όσο προανέφερα. Οι κλάδοι αυτοί, ο δημοσιογραφικός, της φωτογραφίας και ο εκδοτικός ακόμη δεν έχουν συνέλθει πλήρως από την διαδικτυακή «σφαλιάρα» και παλεύουν να ευθυγραμμισθούν με την τάση και την εποχή.
Το διαδίκτυο έδειξε στην ποίηση νέα μονοπάτια για να περπατήσει και στους ποιητές έναν νέο κόσμο για να «ζήσουν». Από την εποχή των στατικών sites, σε εκείνη του blog και από εκεί στην εποχή του facebook και του twitter, η πλειοψηφία του ποιητικού κόσμου είτε το ήθελε είτε όχι εντάχθηκε και μάλιστα «παίζει» με τους κανόνες των «παιχνιδιών» αυτών. Την ίδια στιγμή, και πάλι θέλει δεν θέλει, γύρω τους υπάρχουν εκατομμύρια ποιητές που μεταδίδουν τη «φωνή» τους παντοιοτρόπως και διαθέτουν τους ακροατές που τους αξίζουν. Γιατί δεν είναι απαραίτητο να μπούμε στη διαδικασία ποιοι τους ακούνε και τους διαβάζουν. Αυτοί που τους αξίζουν. Όπως συνέβαινε πάντα άλλωστε.
Έχοντας «μεγαλώσει» στο διαδίκτυο. Έχοντας σχεδόν ξεκινήσει τόσο την δημοσιογραφική όσο και την εκδοτική μου πορεία μέσα σε αυτό, πότε μου δεν κατάλαβα γιατί η μουχλιασμένη ιντελεγκέντσια που ενυπάρχει σε αυτά τα συστήματα ως άλλη Καμόρα ταράχθηκε τόσο. Μιλούν άπαντες για μια ανεξέλεγκτη κατάσταση, για μια άνευ όρων δημοσίευση, για μια αχαλίνωτη έκθεση και προσπάθεια προβολής. Μήπως τους έχει «πειράξει» που δεν έχουν ελέγχουν οι ίδιοι πια όλα αυτά; Πως πλέον η επιρροή τους ολοένα και μειώνεται, η φωνή τους ίσα που ακούγεται, που τα κάθε λογής λόμπι τους αποδυναμώνονται κάθε μέρα;
Η ποίηση όσμωση του διαδικτύου συγκρίνεται με εκείνη των συναφιών και των παλιών περιοδικών. Και τότε όπως και τώρα υπήρχαν καλοί και κακοί ποιητές, υπήρχαν σημαντικές και αδιάφορες φωνές, υπήρχαν άξιοι και ανάξιοι ποιητές. Αμφισβητεί κανείς ότι όλα αυτά ισχύουν και στις μέρες μας; Φυσικά και ισχύουν. Μόνο που τώρα ποια, άπαντες, καλοί – κακοί, άξιοι – ανάξιοι, σημαντικοί – αδιάφοροι, δεν έχουν απαραιτήτως την ανάγκη μιας περίκλειστης συντακτικής ομάδας. Μπορείς να τους κρίνει χιλιάδες κόσμος και να τους απορρίψει κιόλας. Εκεί να δείτε πως μετατρέπεται η δημοκρατία σε όχλο.
Ολοκληρώνοντας, θέλω να σημειώσω την άποψη και να τονίσω για μια ακόμη φορά τη συνθήκη που επικρατεί και έχει διαμορφώσει το Vakxikon.gr στα οχτώ και πλέον χρόνια παρουσίας του στο ελληνικό (κι όχι μόνο) διαδίκτυο: ας αφήσουμε τα λουλούδια να ανθίσουν. Γιατί και σε αυτό το απρόσωπο σύμπαν, υπάρχουν «λουλούδια» που ανθίζουν αλλά κι αυτά που μαραίνονται εύκολα, ή δεν καταφέρνουν καν να μεγαλώσουν. Όποιος θεωρεί ότι στο διαδίκτυο όλα επιτρέπονται κάνει μεγάλο λάθος. Τα πάντα φιλτράρονται. Ευτυχώς οι αναγνώστες έχουν ακόμη μυαλό, κριτική ικανότητα, αναλυτική σκέψη και στέκονται παρατηρητικά πρωτίστως μπρος στο καθετί. Τίποτα δεν κατεβαίνει αμάσητο. Ούτε τα μυαλά καίγονται εύκολα από τις οθόνες του υπολογιστή, τη φωτεινότητα των tablets και την ακτινοβολία των κινητών. Ζούμε μια «επανάσταση».

tsalapatdia.jpg
φωτό: Αλ. Κατσής
Γράφει ο Θωμάς ΤσαλαπάτηςΑνάμεσα στις κινήσεις της εποχής, της αυτονομημένες, τις επιθετικές, αυτές που συμβαίνουν χωρίς πυξίδα και χωρίς οδηγό, παρατηρούμε μια διπλή κίνηση, μια ποιητική φανέρωση με όρους θετικού και αρνητικού, έτσι όπως μας δίδεται. Από την μια η ελευθερία και από την άλλη η φλυαρία. Οι νέοι όροι όπως ορίζονται, αυτονόητα ιντερνετικά, με υπέρ και μείον ό, τι προηγήθηκε, προσπαθώντας να προσδιορίσουμε στο σήμερα το παρελθόν που εισβάλει στο παρόν μας.
Το διαδίκτυο γέννησε μια διαφορετική γενιά, διαφορετική ως προς τους όρους σκέψης και τους τρόπους διάδοσης. Ίσως να είναι η πρώτη φορά που τέτοιο πλήθος συμμετέχει στην παραγωγή γραπτού λόγου, στα σχόλια, στις πρωτότυπες παρατηρήσεις ‘ή στις αυτοτελείς σημειώσεις. Ταυτόχρονα ζούμε μια άνθηση ταυτοτήτων και προσωπείων μέσα από την ανωνυμία και το ψευδές του ίντερνετ. Η μυθοπλασία, πρακτική, τυχαία ή ακαριαία, ευνοείται ως προς την δημιουργική της διάδοση. Και ας είναι πολλοί αυτοί που γκρινιάζουν για τα κομπιούτερς που αλλοτριώνουν και δεν φτιάχνουν τέχνη και ας είναι εξίσου πολλοί αυτοί που αποθεώνουν κάθε τεχνικό βάδισμα ως ποιοτικό άλμα που μπορεί να προκαλέσει κοσμογονίες. Στην πραγματικότητα, λίγο ή πολύ το άθροισμα παραμένει το ίδιο,  ένα όμοιο συμπέρασμα για μια διαφορετική εποχή.
Η νέα εκδοχή της ποίησης μέσα από το διαδίκτυο, ήρθε να χτιστεί πάνω σε ό, τι είχε προηγηθεί. Το αμαρτωλό τρίγωνο των ποιητών-εκδοτών-κριτικών. Από την μία οι δημιουργοί χωρίς πραγματικό φίλτρο στις εκτάσεις της κατασκευής τους, αμετροεπείς, φλύαροι και αλαζόνες, από την άλλοι οι κριτικοί που για οιανδήποτε λόγο περιορίζονταν σε βιβλιοπαρουσιάσεις και όχι κριτικές στον πυρήνα της πρόθεσης και του αποτελέσματος και τέλος οι εκδότες πάντα  αφ' υψηλού απέναντι στον δημιουργό, πάντα (ή έστω σε κάποιες περιπτώσεις) να κερδίσουν την πιο ακραία υπεραξία χρεώνοντας πρώτες συλλογές τόσο ώστε να κτίσουν τα διασκεδαστικά τους μέγαρα θεμελιωμένα στα δάκρυα των νέων ποιητών (εδώ δεν θα θελα να εξαιρεθώ, έχω υποπέσει στα αμαρτήματα αυτά εκτός του τελευταίου).
Ο διαδικτυακός τρόπος βρήκε αυτή την καταγωγή. Φλυάρησε, δημιούργησε υπερβολές, κούραση, ποιητικό τίποτε. Ταυτόχρονα όμως (και άθελά του ίσως) όρισε τη μικρή φόρμα ως απόλυτο γεγονός, περιέγραψε την άμεση πρόσβαση ως μόνη ταχύτητα. Και τελικά είτα ως κατάφαση είτε ως άρνηση όρισε την ποίηση ως μια συμπύκνωση που στέκεται ως μοναδικό αντίδοτο στην σύγχρονη ιντερνετική φλυαρία. Αναδεικνύοντάς την έστω και μέσω της αστοχίας της.
Και τελικά ό, τι και να αλλάζει, όποιοι νέοι όροι και να ισχύουν, τελικά αυτό που θα ορίζει μονίμως την ποίηση, ως παρελθόν, ως παρόν και ως μέλλον θα είναι ο χρόνος.