Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 28

Ο αγνός εραστής του Ντέιβιντ Πλαντ

xirogianniplant.jpg
O αγνός εραστής, αφήγημα, Ντέιβιντ Πλαντ, μτφρ. Ηλίας Μαγκλίνης, εκδόσεις Εστία 2014

Χορεύεται η απώλεια; Nαι, ακόμα και να την χορέψει μπορεί κανείς προκειμένου να την υπερβεί. Η απώλεια είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής του ανθρώπου. Και πολλές φορές αυτή μοιραία τροφοδοτεί την Τέχνη. Επειδή ο δημιουργός είναι άνθρωπος πρώτα. Και αντλεί συχνά από τις προσωπικές του εμπειρίες προκειμένου να δημιουργήσει. Αυτές οι εμπειρίες αποτελούν το πρώτο υλικό και παράλληλα τον πυρήνα της τέχνης του. Ο ιδιαίτερος τρόπος που τις φιλτράρει και τις επεξεργάζεται στοιχειοθετεί το προσωπικό του ύφος και ήθος, ήθος όχι με την έννοια της ηθικής (με την έννοια του προσώπου και τις ποιότητες του χαρακτήρα που αυτό συγκεντρώνει)
Αυτός ο μικρός πρόλογος για να πω πως το βιβλίο που κρατώ στα χέρια μου πραγματεύεται την απώλεια, με έναν τρόπο που δεν μπορεί παρά να αγγίξει τον αναγνώστη και να τον κάνει να αισθανθεί.
Πρόκειται για το βιβλίο του Αμερικανού συγγραφέα Ντέιβιντ Πλαντ με τίτλο Αγνός Εραστής, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία σε μετάφραση του Ηλία Μαγκλίνη. Σ' αυτό το οδοιπορικό του έρωτα και της απώλειας, ο Ντέιβιντ Πλαντ δίνει ανάγλυφα το πορτραίτο του επί σαράντα χρόνια έλληνα  συντρόφου του, ποιητή και επιμελητή εκδόσεων Νίκου Στάγκου. Μια πραγματική εξομολόγηση που φτάνει ως τις τελευταίες στιγμές και τον θάνατο από μια μορφή άκρως επιθετικού καρκίνου του Στάγκου το 2004 και έχει τις ρίζες της στη βαθιά αγάπη.
«Τα πρώτα ελληνικά που έμαθα ήταν να σε αποκαλώ my Love στη δική σου γλώσσα: Α γ α π ή  μ ο υ», γράφει. Ένας εξοντωτικός, τολμηρός, προσωπικός θρήνος, σύμφωνα με τον μεγάλο Αμερικανό συγγραφέα Φίλιπ Ροθ. Ο Πλαντ μας αφηγείται την δική του ιστορία αγάπης, κρατώντας όμως τις σωστές αποστάσεις. Χρησιμοποιεί το β' ενικό, μιλά με τρυφερότητα απλότητα και αλήθεια, απευθυνόμενος στον μεγάλο του έρωτα, τον άνθρωπο που στιγμάτισε τη ζωή του. Ίσως νιώθει ότι κάπως έτσι απαλύνεται ο πόνος του, κάπως καταφέρνει να διαχειριστεί τις πληγές του, τις οποίες μετουσιώνει σε πεζογραφία. Μοιράζεται το πένθος του, διακηρύττοντάς το. Κοινωνεί το προσωπικό του δράμα. Βάζει στο χαρτί την δυσβάσταχτη θλίψη του, την κάνει λέξεις, εικόνες, μύθο, με τρόπο λειτουργικό, ώστε να αφορούν όλα αυτά τον συνάνθρωπο. Δημιουργεί οικεία ατμόσφαιρα, θέλεις να μάθεις οπωσδήποτε τη συνέχεια της ιστορίας, διαβάζεις απνευστί, συγκινείσαι σαφώς. Σε καμία περίπτωση αναγνώστη, δεν θα αποφύγεις τον κόμπο στο στομάχι. Μα -ευτυχώς- δεν αγγίζει καθόλου το μελόδραμα όλη αυτή η ειλικρινής και άμεση εξιστόρηση. Οι μελοδραματικοί τόνοι θα κατέστρεφαν κάθε αληθινό συναίσθημα.

  Σωστά ο μεταφραστής σημειώνει στο επίμετρο του βιβλίου ότι ο Πλάντ ανασυστήνει έναν χαμένο παράδεισο. Και συνεχίζει: Kυρίως κλείνει με αυτή τη σχεδόν σωματική, ισχυρή, ζωντανή αίσθηση του παραδείσου στο μέτρο που, τελικώς, όντως η αγάπη νικά τον θάνατο. Το βλέπει κανείς στον ίδιο τον Ντέιβιντ. Μέσα στη μοναξιά του, ο Ντέιβιντ διατηρεί μια θέρμη για τη ζωή, για τους ανθρώπους, για το γράψιμο. Τον θυμάμαι ακόμα στο όμορφο, ασκητικό διαμέρισμα της Καλλιδρομίου να διαβάζει ενθουσιασμένος Σικελιανό, στη δίγλωσση έκδοση Α Century of Greek Poetry 1900-2000, και να ζει πάντοτε ως γνήσιος πολίτης του κόσμου.
  Το αυτοβιογραφικό αυτό σύντομο μυθιστόρημα με τον λιτό, αλλά δραστικό λόγο, είναι μια σπουδή πάνω στην απώλεια. Η παντοτινή απουσία αγαπημένου προσώπου μπορεί να γεννήσει πολλά ζητήματα προς επίλυση σε όσους μένουν πίσω. Σίγουρα θα επιφέρει και μια αναθεώρηση της ίδια της ζωής και της αξίας της. Ο απολογισμός ζωής είναι αναπόφευκτος. Έπειτα είναι και τα συναισθήματα που βαραίνουν. Θυμός, θλίψη, οργή, οδύνη. Σε ποιές εμμονές μπορούν όλα αυτά να οδηγήσουν; Ποιές παρομοιώσεις και ποιές μεταφορές θα μπορούσαν να εκφράσουν όλα αυτά; Eίθε το κορμί μου να βρει τον ρυθμό του, που είναι ο ρυθμός που είχε όταν έκανε έρωτα μαζί σου. Mπορεί το απέραντο κενό να γίνει εικόνα; Mπορούν όσοι βιώνουν την θλίψη τόσο έντονα, ψυχικά και σωματικά, να την αφήσουν απόλυτα ελεύθερη, α απλωθεί, να τους ξεπεράσει, ώστε να πάψει να είναι πια δική τους;
Όσο πιο κοντά φτάνω στο ύστατο αίσθημα, στην ύστατη σκέψη για σένα νεκρό, το ίδιο το αίσθημα, η ίδια η σκέψη, στρέφονται ενάντια στον εαυτό τους, σαν να μην είναι το ύστατο αίσθημα, η ύστατη σκέψη. 
  Οι δύο εραστές προέρχονται από διαφορετικούς πολιτισμούς, έχουν διαφορετική κουλτούρα. Ο Πλάντ προσπαθεί να κατανοήσει ακριβώς την ελληνικότητα του Στάγκου, οποίος στα τελευταία στάδια της αρρώστιας του μιλούσε μόνο ελληνικά και περιγράφεται ως ο πιο απλός και ο πιο καλλιεργημένος άνθρωπος. Προσπαθεί να καταλάβει τί ακριβώς τον όριζε ως Έλληνα. Ακόμα, είναι ενδιαφέρουσα η σύνδεση ανάμεσα στον έρωτα και την αγνότητα. Πώς η λέξη /αγνότητα μπορεί να ερμηνευτεί και να οριστεί; O Στάγκος κατά τον Πλάντ χρησιμοποιούσε πολύ αυτήν την λέξη. Η αγάπη, στην πιο φωτεινή της έκφανση, είναι αγνή, διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί. Μέσα από τα θραύσματα της αφήγησης του Πλαντ ξεπηδάει σχεδόν αβίαστα μια περίεργη αίσθηση που σχετίζεται με το πρόσωπο του Νίκου Στάγκου. Ο Στάγκος ήταν φίλος του Όντεν, του Εμπειρίκου, συναναστρεφόταν τον Τσαρούχη και συνεργαζόταν με Νάνο Βαλαωρίτη και Κώστα Ταχτσή στην έκδοση του περιοδικού Πάλι. Ο ίδιος όπως μαθαίνουμε, άνθρωπος χαμηλών τόνων, δεν ενδιαφερόταν τόσο για την προώθηση του ποιητικού του έργου, γιατί δεν ήθελε να παίξει το χυδαίο συχνά παιχνίδι εκδοτών και κριτικών. Είχαν κάποια στιγμή κυκλοφορήσει ποιήματα του από τις εκδόσεις Κέρδος, αλλά είναι σήμερα εξαντλημένα. Όπως μας πληροφορεί ο Μαγκλίνης στο επίμετρο του βιβλίου αναμένουμε μια νέα έκδοση με ποιήματά του. Διαβάζοντας για αυτόν, χωρίς να μυθοποιείται ή να αγιοποιείται, έχουμε, ωστόσο, την ανάγκη να μάθουμε περισσότερα,να ασχοληθούμε πιο πολύ, να ψάξουμε τις πτυχές της δικής του ποιητικής τέχνης. Πόσο μέσα στην ποίηση ήταν; Σε ποιά θέση βρισκόταν στην συνείδησή του; Kλείνω αυτό το κείμενο με λίγους στίχους από ποίημα του Ν. Στάγκου (σελ. 94):
Θέλω το τοπίο μου να ειδωθεί μέσα στο αδυσώπητο φως,
Την ύστατη διασάφηση,την ουσιώδη μεταφορά,
το ουσιώδες και το κεντρικό ποίημα.

Ασημίνα Ξηρογιάννη