Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 15

Δύο προσεγγίσεις σ' ένα ποιητικό βιβλίο - Ανάγνωση του Γιώργου Πρεβεδουράκη

της Μαρίας Ιωαννίδου
 
Στιγμιόγραφο, Ποίηση, Γιώργος Πρεβεδουράκης, Εκδόσεις Πλανόδιον, 2011
 
Αγαπητέ Γιώργο,
Πήρα το βιβλίο σου διακοπές μαζί μου. Είχα ζητήσει κανένα «ελαφρύ» καινούργιο για να μην μου βαραίνει τις αποσκευές και η τύχη μου έφερε το δικό σου. Ευτυχώς που είναι ελαφρύ γιατί η φλυαρία, η έλλειψη μέτρου και ρυθμού με κουράζει και με κάνει να χάνω την ουσία. Το πήρα και το άπλωσα σε αρκετές από τις είκοσι μέρες που έκανα φέτος διακοπές. Γιατί το λιτό και το ουσιώδες φτάνει και για είκοσι μέρες και για μετακινήσεις.
Λοιπόν, ας σοβαρευτώ, αφού μάλλον θέλεις να μάθεις τη γνώμη μου. Αφού τα είπαμε πως είμαστε «Παπαζογλεϊκοί», τι άλλο να λέμε για επιδράσεις και σχολές; Για τα σπαράγματα της καθημερινότητας, για τις περιηγήσεις με εστία στις αθέατες λεπτομέρειες των τόπων και των στιγμών, για τις ετερο και αυτό σαρκαστικές αναφορές στους μεγάλους ποιητές και στις εκδόσεις που «γεύονται τ΄αγιάζι». Κάνει ρίμα «τ΄αγιάζι» με «τ΄αγιάζει»… Στα εργαστήρια γραφής λένε πως αυτές οι ρίμες έχουν ειδικό βάρος μεγαλύτερο.
Μιλώντας για «τεχνική», πήρα και τον ρυθμό σου μαζί μου και τον αναμάσησα κι αυτόν –Παπαζογλεϊκή γαρ- όταν ταξιδεύω τα τραγούδια δεν με βαραίνουνε ποτέ, ξέρεις γιατί; Γιατί τα τραγούδια δεν ξέρουνε από ορθογραφία. Με τόσο γαλάζιο γύρω μου ήθελα να πω, δεν «απομαγεύεται» –αλλά νάτος πάλι ο ορθογράφος δεν την αναγνωρίζει τη λέξη αυτή- πηγαίνω λοιπόν πάλι στα τραγούδια.
Να σου κάνω και μίαν ερώτηση. Γιατί μιλάς για «πλαγιοβάδισμα»; Τι είναι ο κάβουρας και τι είναι το ζουμί του; Στην ποίηση και την ψυχή δεν κάνω κριτική, διαβάζω μόνο. Αλλά αφού χρειάζεται να πει κανείς και κάποια πράγματα για δημόσια ανάγνωση, έγραψα και το παρακάτω για το Βακχικόν.
«Όταν ετοιμαζόμουν για διακοπές με όσο το δυνατόν λιγότερα βάρη στις αποσκευές και βρέθηκε στα χέρια μου το ποιητικό βιβλίο –και τοπίο- του Γιώργου Πρεβεδουράκη με τον τίτλο «Στιγμιόγραφο» από τις εκδόσεις Πλανόδιον, το πήρα μαζί μου χωρίς να φαντάζομαι πως είναι προϊόν πολλών αποστάξεων. Άρα «βαρύ».

Αυτό που αποκόμισα σαν αναγνωστική εμπειρία είναι ότι τα ποιήματα αυτά σε ακολουθούν πολύ καιρό και αντέχουν σε μεγάλες αποστάσεις. Ότι ο ποιητής έκανε πολύ επιμελή δουλειά στο να αποκλείει τα περιττά προκειμένου να καταλήξει εκεί που κατέληξε. Ότι δεν βολεύτηκε στην ευκολία που έχει με τον ρυθμό και την ουσία των πραγμάτων.

Ωστόσο μου φάνηκαν μεταξύ τους ανισομερή, δηλαδή ενώ κάποια εξυπηρετούν με την λακωνικότητα της φόρμας το μεστό, καλοζυγισμένο περιεχόμενο, κάποια άλλα μοιάζουν να φορούν δανεικά ρούχα.

Με αυτή την αφορμή, αναρωτιέμαι ακόμα γιατί οι ποιητές της ίδιας γενιάς υιοθετούν και τιτλοφορούν τις συλλογές τους με νεολογισμούς του τύπου τού «Στιγμιόγραφο». Είναι σαν να θέλει εδώ ο Γιώργος Πρεβεδουράκης να αυτοσαρκαστεί ενώ η τιμιότητα των ποιημάτων δεν το χρειάζεται. Μάλλον θα ευθύνεται γι΄ αυτό το φαινόμενο η εποχή που δεν επιτρέπει πολλά νταλαβέρια με την ευαισθησία, δεν δίνει χρόνο στους ανθρώπους να αισθανθούν, κι ακόμα κι αν τον δίνει τον παίρνει πίσω, βίαια σχεδόν. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσω αυτή τη μαζική «αντίσταση» στα λεγόμενα του Ρίλκε, σχετικά με την ειρωνεία, προς τους νέους ποιητές; Κλείνω αυτή την παρένθεση…

Αντίθετα μου άρεσαν πολύ οι ειρωνικές του αναφορές σε θέσφατα. Λείπει το χιούμορ από τη ζωή μας όπως λείπει και το καλώς εννοούμενο πάθος. Δεν ξέρω γιατί ακριβώς αλλά νομίζω ότι και ο εν λόγω ποιητής το έχει αποκλείσει από τα μάτια των αναγνωστών του. Πολλά από τα ποιήματα εκφέρουν μία «σοφία» και στοχαστική διάθεση, μία απόσταση από τα πράγματα, που τα ξενερώνει-τα ποιήματα-.  Το αντικειμενικό συστατικό παίρνει φαλάγγι το υποκειμενικό που το εξέθρεψε. Που δείχνει ότι τα συρτάρια του θα πρέπει να είναι γεμάτα από σχέδια και διαδρομές και χάρτες και ότι μας παρουσίασε μονάχα τις κουκίδες στο χάρτη από τα σημεία που υπήρξαν σταθμοί.

Και δεν ξέρω γιατί, το υπέροχο ταξίδι, μίγμα αποτυπώσεων στιγμών, περιπλανήσεων, όμορφων ματαιώσεων και οξυδερκέστατης ματιάς στα πράματα δεν είναι τελικά μεθυστικό. Ενώ θα μπορούσε αν άνοιγε το βήμα του το εσωτερικό. Αφού το μπορεί. Αφού το λέει κι ο ίδιος στην  «Αντινομία» του, «για όσα ταξίδια /έγιναν μετακινήσεις/για όσα σώματα/απέμειναν κορμιά».
Φιλικά,
imarias (η Παπαζογλεϊκή)