Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 3

Η ηρωϊκή έξοδος του Θεάτρου του Νότου (Αμόρε)

της Κατερίνας Καντσού

Η είδηση στεγνή έλεγε:

"Το Θέατρο Αμόρε από την ανάληψη των καθηκόντων του Γιάννη Χουβαρδά ως διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, στερείται σήμερα της φυσικής και καλλιτεχνικής του παρουσίας και της προσφοράς του ιδρυτή του. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αβέβαιη και ασταθή τα τελευταία χρόνια κρατική επιχορήγηση, δημιουργεί ένα εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον για τη συνέχιση της λειτουργίας του".

Το Αμόρε έκλεισε λοιπόν, έπειτα από 17 χρόνια λειτουργίας του. Δεν πρόλαβε καν να ενηλικιωθεί. Έκλεισε ενώ διένυε την ευαίσθητη περίοδο της εφηβείας του. Το Σάββατο 31 Μαίου 2008 στις 22:30 έριξε αυλαία με την παράσταση του Δημήτρη Καραντζά ‘’Χιόνι στο στόμα’’ στην Κεντρική Σκηνή. Μαζί του έκλεισε κι ένας 17χρονος πολιτιστικός κύκλος από 145 παραγωγές, 5 συμπαραγωγές και 1 φεστιβαλική παράσταση στην Επίδαυρο. 502.750 θεατές παρακολούθησαν τις παραστάσεις, 25 απ’ τα έργα που ανέβηκαν ήταν ελληνικά και τα 64 εκδόθηκαν. Μαζί του συνεργάστηκαν 60 σκηνοθέτες, 52 μεταφραστές, 80 σκηνογράφοι κι ενδυματολόγοι, 65 διευθυντές φωτισμού και 500 ηθοποιοί. Σε όλη τη διάρκειά του προσκάλεσε 6 ξένους θιάσους, δημιούργησε και καθιέρωσε τον ετήσιο κύκλο των <<Δοκιμών>> κάθε Μάιο δίνοντας τη δυνατότητα σε νέους συγγραφείς να παρουσιάζουν τα έργα τους, πρωτοπαρουσίασε έργα 25 ξένων, άγνωστων έως τότε στη χώρα μας, συγγραφέων, καθώς και κλασικά κείμενα που ανέβηκαν σε καινούριες μεταφράσεις.
Το κλείσιμό του ήταν ένα κοινό μυστικό, που ψιθυριζόταν από την αρχή της σεζόν, αν και κάποιοι από εμάς αρνούμασταν να το δεχτούμε και που ανακοινώθηκε πλέον επίσημα, με κείμενο που συνυπογράφουν ο ιδρυτής και επί 16 χρόνια καλλιτεχνικός διευθυντής Γιάννης Χουβαρδάς και ο Θωμάς Μοσχόπουλος, συνδιευθυντής από το 2000 και καλλιτεχνικός διευθυντής από το καλοκαίρι του 2007.

Αφορμή γι΄ αυτή την ανατροπή υπήρξε η λήξη του δεκαετούς συμβολαίου του «Θεάτρου του Νότου» με την ιδιοκτησία του κτιρίου. Ένα καινούργιο συμβόλαιο, με ανανεωμένους, προς τα πάνω, τους οικονομικούς όρους, ήταν η αρχή του προβληματισμού για τη συνέχιση ή όχι της λειτουργίας του. Έτσι, υπερίσχυσε η άποψη πως ακόμα κι αν βρισκόταν λύση στα ανυπέρβλητα οικονομικά προβλήματα, η συνέχειά του θα χρειαζόταν επανεξέταση. Γιατί η πορεία του «Αμόρε», ενός θεάτρου που πρωτοπόρησε στη θεατρική ζωή, που τήρησε αυστηρό προγραμματισμό, που πρότεινε το πολυρεπερτόριο, που ανέδειξε νέες καλλιτεχνικές δυνάμεις, που μας έκανε κοινωνούς των ευρωπαϊκών ρευμάτων, που ανανέωσε το θεατρικό κοινό και εισχώρησε στη ζωή της πόλης, θα χρειαζόταν να συνεχίσει πάνω σε καινούργια φιλοσοφία.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Το Θέατρο Αμόρε, στο οποίο στεγαζόταν το Θέατρο του Νότου, χτίστηκε το 1960. Στο παρελθόν λειτουργούσε ως χειμερινός και θερινός κινηματογράφος. Το 1982 μετατράπηκε σε θέατρο, το 1998 ανακαινίστηκε και διέθετε δύο σκηνές (την Κεντρική Σκηνή, χωρητικότητας 170-220 θέσεων και τον Εξώστη, μια δεύτερη Σκηνή χωρητικότητας 80 θέσεων), ένα φουαγιέ το οποίο μπορούσε να φιλοξενήσει εκθέσεις και μικρά μουσικά σύνολα, καμαρίνια σε τρεις ορόφους, γραφεία και μπαρ.

Το Θέατρο ιδρύθηκε τον Μάιο του 1991 από τον σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά, που ήταν και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του. Βασικοί στόχοι του ήταν η προσφορά προς το ελληνικό κοινό ενός πολυδιάστατου διεθνούς και ελληνικού ρεπερτορίου με πολλές και διαφορετικές τάσεις, η συνεργασία με διεθνούς φήμης ξένα θέατρα και καλλιτέχνες και η εξερεύνηση των νέων τάσεων στις σύγχρονες παραστατικές τέχνες. Και δίχως αμφιβολία, τους πέτυχε και πραγματοποίησε όλους. Από της συλλογικότητας και του πλουραλισμού στο ρεπερτόριο μέχρι της δυνατότητας να μπαινοβγαίνουν άνθρωποι, ιδέες, έργα, κοινό. Λόγω του περιεχομένου της δουλειάς του, είχε προσελκύσει, εκτός των θεατρόφιλων, και την μεγάλη πλειοψηφία του νεανικού κοινού. Το θέατρο ανέβαζε κατά μέσον όρο επτά ή οκτώ παραγωγές τον χρόνο, οι οποίες κάλυπταν ένα ευρύτατο φάσμα κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου.

Ένα από τα πολλά στα οποία πρωτοπόρησε ήταν και η διοργάνωση διαγωνισμού για τη συγγραφή θεατρικού έργου από νέους έλληνες συγγραφείς. Η επιτυχία που είχε αλλά και το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε από νέους συγγραφείς οδήγησαν το Θέατρο στην απόφαση να θεσμοθετήσει αυτόν τον διαγωνισμό σε διετή βάση και να εντάξει τα δύο πρώτα βραβεία του διαγωνισμού στο ρεπερτόριό του. Επίσης, η ανάγκη για συστηματική επαφή και συνεργασία με νέους καλλιτέχνες στο χώρο του θεάτρου είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του ‘’Εργαστηρίου Νέων Συγγραφέων’’. Στόχος της λειτουργίας του ‘’Εργαστηρίου’’ ήταν η συστηματική συγγραφή νέων θεατρικών έργων μέσα από την τριβή της θεατρικής πράξης (αυτοσχεδιασμοί, πρόβες και αναγνώσεις πάνω σε κείμενα που γράφονταν ειδικά για το εργαστήριο), ο δημιουργικός διάλογος μεταξύ των συγγραφέων και η μεθοδική τους συνεργασία με ηθοποιούς, σκηνοθέτες και άλλους νέους καλλιτέχνες. Βλέποντας τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα του πρώτου χρόνου λειτουργίας του οδήγησαν το Θέατρο στην απόφαση περαιτέρω ανάπτυξης της λειτουργίας του εργαστηρίου προς τρεις βασικές κατευθύνσεις: τη σύνδεση της δουλειάς του εργαστηρίου με τις επαγγελματικές παραγωγές του Θεάτρου, τη συνέχιση της πειραματικής δουλειάς του που σκοπό θα έχει τη βελτίωση των εκφραστικών μέσων των συγγραφέων και τον εμπλουτισμό της λειτουργίας του με διεθνείς ανταλλαγές και συνεργασίες.

ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Κάποιες απ’ τις παραγωγές που ανέβασε καθ’ όλη τη διάρκειά του είναι οι εξής:

Η Κουζίνα του Κυανοπώγωνα (Mark von Henning)
Κόλπερτ (Ντάβιντ Γκίζελμαν )
Διπλή Απιστία (Μαριβώ)
Πίστη (Εργαστήριο Νέων Συγγραφέων)
Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών (Γιασουνάρι Καβαμπάτα)
Kennel (Χοροθέατρο Griffon)
Οι μέρες πριν έρθεις (Ανδρέα Φλουράκη)
Another Spring (Σεραφίτα Γρηγοριάδου)
Χειμώνας (Jon Fosse)
Γυναίκα - διάβολος (Καρλ Σένχερ)
Mainstream (David Greig)
Push-up (Ρόλαντ Σιμελπφένιχ)
Ιδιωτικές ζωές (Noel Coward)
Τάπερ (Χοροθέατρο Griffσn Ιωάννας Πορτόλου)
Disco Pigs (Enda Walsh)
Διαδικασίες Διακανονισμού Διαφορών (Δημήτρη Δημητριάδη)
No(r)way Today (Igor Bauersima)
Ο θάνατος του Δαντόν (Γκέοργκ Μπύχνερ)
Υψηλή Τάση (Άμπι Μόργκαν)
Η Ζωή είναι ένα Όνειρο (Καλντερόν ντε λα Μπάρκα)
Τόσο όμορφα (Γιον Φόσσε)
Έρωτες (Αρτουρ Σνίτσλερ)
Ενοικιάζεται παππούς ιντερνάσιοναλ (Φένια Παπαδόδημα)
Τα τέσσερα κοριτσάκια (Πάμπλο Πικάσσο)
Αραβική νύχτα (Ρόλαντ Σιμελπφένιχ)
Χειμωνιάτικο παραμύθι (Oυίλλιαμ Σαίξπηρ)
Τέσσερις εικόνες αγάπης (Λούκας Μπέρφους)
Πολύ μακριά (Κάριλ Τσέρτσιλ)

Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Ένας άνθρωπος με όραμα, φρέσκιες ιδέες, μεράκι, διαφορετική ματιά και πρωτοποριακές σκηνοθεσίες ιδρύει ένα χώρο ισάξιο των προσδοκιών του που από απλό θέατρο έμελλε να γίνει σιγά-σιγά θεσμός αλλά και ανάγκη.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ - ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ/ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Γεννήθηκε το 1950.
Απόφοιτος του Κολλεγίου Αθηνών (1969). Απόφοιτος της Royal Academy of Dramatic Art του Λονδίνου (1975). Σπούδασε δραματολογία και σκηνοθεσία στο Κρατικό Θέατρο της Βυρτεμβέργης (1980).

Ηθοποιός στα The Open Space Theatre, Charles Marowitz, Λονδίνο (1974-75). Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν (1975-77), Θεατρική Συντεχνία (1997-1980)
Συνιδρυτής, σκηνοθέτης και ηθοποιός στη Θεατρική Συντεχνία, 1977-1980. Παραστάσεις: Ο Αλέκος με τα Κυδώνια, 1977-1979, Χριστός Πάσχων, 1979-1980.
Περιοδείες σε πολλά Φεστιβάλ της Ελλάδας και του εξωτερικού (Αγγλία, Γερμανία, Νορβηγία, Σουηδία, Δανία, Φιλανδία, Πολωνία).
Οργάνωση διεθνούς Φεστιβάλ: Διεθνείς Ημέρες Ανοιχτού Θεάτρου, με εναλλακτικά θεατρικά συγκροτήματα από την Πολωνία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Σουηδία, τη Φιλανδία, την Αργεντινή, την Κύπρο κ.α. (Μάιος 1980).

Ελεύθερος σκηνοθέτης: Από το 1977 μέχρι το 1990 συνεργάζεται με Εθνικά και Κρατικά Θέατρα της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ανεβάζει πάνω από 30 έργα, μεταξύ άλλων των: Ευριπίδη (Τρωάδες, Φοίνισσες, Μήδεια, Ηλέκτρα, Ιππόλυτος, Ιφιγένεια εν Αυλίδι), Σοφοκλή (Ηλέκτρα), Ηρώνδα (Μιμίαμβοι), Μπεν Τζόνσον (Βολπόνε), Τίρσο Ντε Μολίνα (Δον Χουάν), Φερνάντο ντε Ρόχας (Σελεστίνα), Μολιέρου (Ταρτούφος), Κλάιστ (Πενθεσίλεια), Στρίντμπεργκ (Η Σονάτα των φαντασμάτων, Η Καταιγίδα), Βέντεκιντ (Λούλου), Μπρεχτ (Ο Καλός Ανθρωπος του Σετσουάν, Άντρας ίσον Άντρας, Μπάαλ), Ζενέ (Το Μπαλκόνι, Οι Δούλες), Ουίλλιαμς (Καλοκαίρι και Καταχνιά), Ξενόπουλου (Πειρασμός), ζώντων συγχρόνων συγγραφέων, μιούζικαλ κ.α. στα εξής θέατρα: Εθνικό Θέατρο της Ελλάδος, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Βασιλικό Δραματικό Θέατρο της Σουηδίας, Εθνικό Θέατρο της Νορβηγίας, Νορβηγικό Θέατρο του Όσλο, Κρατικό Θέατρο του Τρόντχαιμ Νορβηγίας, Δημοτικό Θέατρο της Στοκχόλμης, Κρατικό Θέατρο του Βιζμπάντεν, Λίλλα Τεάτερν του Ελσίνκι, Θέατρο Τριμπύνε της Στουτγάρδης κ.α.

Το 1991 ιδρύει το Θέατρο του Νότου, έναν πολιτιστικό οργανισμό αφιερωμένο στην ανανεωτική δουλειά και στη διεθνή συνεργασία στον τομέα του θεάτρου, με τον οποίο έκτοτε συνεργάζεται αποκλειστικά, έχοντας ανεβάσει έργα των Σαίξπηρ (Οθέλλος, Δωδέκατη νύχτα, Μακμπέθ), Γκαίτε (Στέλλα, Κλαβίγκο), Ευριπίδη (Ιφιγένεια εν Ταύροις σε συμπαραγωγή με το θέατρο La Mama της Νέας Υόρκης), Ρακίνα (Φαίδρα, Βερενίκη), Μπρούκνερ (Η αρρώστια της νιότης), Ίμπσεν (Εντα Γκάμπλερ), Τσέχωφ (Τρεις αδελφές), Κουρτελίν (Η κουνημένη αχλαδιά), Χόρβατ (Μπελβεντέρε), Ζολά (Τερέζ Ρακέν), Ουέμπστερ (Η Δούκισσα του Μάλφι), Στέρνχαϊμ (Το βρακί), Ευριπίδη (Ελένη), Λεσάζ (Τουρκαρέ), Δημητριάδη (Η ζάλη των ζώων πριν τη σφαγή), Καβαμπάτα (Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών), Κάουαρντ (Ιδιωτικές ζωές), Φόσσε (Τόσο όμορφα), Λέσσινγκ (Σάρα).
Παράλληλα οργανώνει και διευθύνει το θέατρο, με το οποίο έχουν συνεργαστεί σημαντικότατοι Έλληνες και ξένοι καλλιτέχνες τους θεάτρου.

Τα τελευταία έξι χρόνια, σκηνοθετεί και πάλι στο εξωτερικό, ιδίως όπερες. Έχει συνεργαστεί με την Όπερα του Γκέτεμποργκ, την Όπερα της Κοπεγχάγης, το Βασιλικό Δραματικό Θέατρο της Σουηδίας, το Εθνικό Θέατρο της Νορβηγίας κ.α.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς έχει αποσπάσει βραβεία για τις σκηνοθεσίες του, έχει γράψει τέσσερα θεατρικά έργα, άρθρα για το θέατρο, ποίηση, μεταφράσεις, έχει συμμετάσχει σε πολλά διεθνή συνέδρια. Έχει διατελέσει μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων του Εθνικού Θεάτρου, της ΕΡΤ Α.Ε. και του Ο.Π.Ε.Π

H ΠΗΓΗ TOY KAKOY

Μοναδικός υπαίτιος αυτής της απώλειας είναι ποιος άλλος, εκτός απ’ το Υπουργείο Πολιτισμού… Και ως Υπουργείο που θα έπρεπε να κάνει αυτό ακριβώς που λέει τ’ όνομά του, δηλ. να προάγει τον πολιτισμό, αυτό τον καταρρακώνει και τον εξαφανίζει. Για πρώτη φορά στα χρονικά λοιπόν, τόλμησε να μην συμπεριλάβει στους επιχορηγούμενους θιάσους το Θέατρο του Νότου. Και είναι ν’ απορεί κανείς με την κατάντια της Γνωμοδοτικής Επιτροπής που ενώ θέλει να παρουσιάζεται ως καθ’ όλα ενημερωμένη, ακριβής, δίκαιη κι αμερόληπτη σ’ αυτό που κάνει φαίνεται για μία ακόμη φορά πόσο απαρχαιωμένες αντιλήψεις διαθέτουν τα μέλη που την απαρτίζουν, πόσο αψυχολόγητα λειτουργεί, πόσο ανημέρωτη κι άδικη τελικώς παρουσιάζεται. Τα επιχειρήματα που δικαιολογούν μια τέτοια απόρριψη δεν θα μπορούσαν φυσικά παρά να είναι αβάσιμα, άστοχα, κούφια και κενά. Θλίβομαι πραγματικά που άνθρωποι σαν αυτοί που έχουν οριστεί απ’ τους εκάστοτε Υπουργούς κρατούν στα χέρια τους την προώθηση του πολιτισμού κι αποφασίζουν για την τύχη ανθρώπων που μέσα απ’ το έργο τους έχουν φωνή και έχουν να δείξουν τόσα που αν οι παραπάνω έκαναν λίγο τον κόπο να ξεκουνηθούν απ’ την καρέκλα τους και να πάνε να παρακολουθήσουν τις παραστάσεις τους- πράγμα που αν μη τι άλλο είναι υποχρεωμένοι να κάνουν- θα καταλάβαιναν το λάθος που κάνουν να παίρνουν αδικαιολόγητες αποφάσεις και θα το ξανασκέφτονταν. Και είναι άξιο απορίας επίσης, πώς υπάλληλοι του Τμήματος Θεάτρου (σς. Γραμματέας και προιστάμενος) που απαρτίζουν κι εκείνοι την Επιτροπή μαζί με τα υπόλοιπα μέλη άφησαν και ίσως, συμφώνησαν στο να παρθεί μια τέτοια απόφαση. Υπήρξαν και στο παρελθόν διαφωνίες στο αν θα έπρεπε ή όχι να επιχορηγηθεί το Αμόρε, αλλά τότε όποιες ενστάσεις κι αν είχαν κάποια απ’ τα μέλη της Επιτροπής, ικανοί προηγούμενοι υπάλληλοι τους έπειθαν και τους οδηγούσαν προς τη σωστή κατεύθυνση. Τώρα που εκείνοι απουσιάζουν, οι μένοντες φαίνεται ότι δεν διαθέτουν την ίδια ικανότητα και το ίδιο σθένος ώστε να μην επιτρέψουν μια τέτοια κατάληξη.
Για ένα χρόνο το Θέατρο έμεινε χωρίς τον βασικό του καπετάνιο στο τιμόνι, αφού ο Χουβαρδάς έκανε την μετάβασή του στο Εθνικό, κι έτσι απέμεινε και χωρίς την πολύτιμη οικονομική του υποστήριξη. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος έμεινε μόνος στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή για τη φετινή σεζόν αντιμετωπίζοντας όμως, δυσκολίες κι έχοντας προβληματισμούς για τη συνέχεια. Παρ’όλο που ο Χουβαρδάς ‘εγκατέλειψε’ το πρώιμο σπιτικό του για να χτίσει ένα νέο σε μια άλλη στέγη, δεν άφησε όμως τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε μαζί τους όλα αυτά τα χρόνια και συνεχίζει να τους έχει κοντά του στηρίζοντάς τους. Ο Μοσχόπουλος είναι πιθανό να βρει νέα θεατρική στέγη και να συνεχίσει εκεί τη δουλειά του με την ομάδα του ΘτΝ. Ευτυχώς για όλους εμάς που θα συνεχίσουν να υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι.
Παρακάτω παρατίθεται μια διαμαρτυρία-καταγγελία για τη στάση και τακτική της Πολιτείας απέναντι σ’ έναν τόσο σημαντικό θεσμό όσο το θέατρο, που αντί να εισπράττει τη βοήθεια και στήριξή της, εισπράττει την αδιαφορία της.

Η ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ, Η ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ. Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Σύνταγμα της Ελλάδος, αρθρ.16
Φίλοι θεατές,
Κάθε μέρα που περνάει διαπιστώνουμε όλο και περισσότερο την υποβαθμισμένη θέση του Πολιτισμού στις προτεραιότητες της Πολιτείας. Κάθε μέρα που περνάει μεγαλώνει η αγωνία μας ότι σε λίγο τα μόνα πολιτιστικά προϊόντα που θα υπάρχουν στην Ελλάδα θα είναι οι παραγωγές κάποιων μεγάλων εταιρειών ή οι μετακλήσεις εντυπωσιακών συγκροτημάτων από εμπόρους του θεάματος.
Και κάθε μέρα που περνάει βλέπουμε ότι το θέατρο εκείνο που έχει για στόχο την αναζήτηση, το θέατρο εκείνο που ανησυχεί, που ανακαλύπτει και προτείνει, που δοκιμάζει και δοκιμάζεται, κινδυνεύει να συρρικνωθεί αφού η Πολιτεία του έχει γυρίσει την πλάτη.
Και όλοι το ξέρουμε πως σε καμία χώρα δεν υπάρχει τέχνη χωρίς την έρευνα και τον πειραματισμό, που όμως δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την στήριξη του Κράτους. Όλες οι πολιτισμένες χώρες του κόσμου το έχουν συνειδητοποιήσει και επιδοτούν τα θεατρικά σχήματα που συμβάλλουν στην καλλιτεχνική έρευνα, στην ανάπτυξη του σύγχρονου πολιτισμού και στη διάδοση της θεατρικής παιδείας. Γι’ αυτό η στήριξη των Τεχνών αποτελεί υποχρέωση του Κράτους.
Αισθανόμαστε την ανάγκη να κάνουμε γνωστές κάποιες λεπτομέρειες:
-οι δυο κρατικές σκηνές μας επιχορηγούνται περίπου με το ποσόν των 15.000.000 € απασχολώντας 600 άτομα για 25-30 περίπου παραγωγές.
- για τις επιχορηγήσεις του ελεύθερου θεάτρου, στο οποίο ανήκουμε, η Πολιτεία διαθέτει ένα κονδύλι 3.500.000 € περίπου, που ανταποκρίνεται στο 20% του κόστους 200-220 παραγωγών και το μοιράζει σε 60-70 θέατρα, που απασχολούν περισσότερα από 1000 άτομα.
Η επιχορήγηση στο ελεύθερο θέατρο δίδεται τα τελευταία χρόνια με τον εξής ρυθμό: της περιόδου 2005-2006 εξοφλήθηκε τον Ιούνιο του 2007, από την επιχορήγηση της περιόδου 2006-2007 δεν έχει δοθεί ούτε ένα ευρώ και για την περίοδο 2007-2008 που ήδη διανύσαμε τη μισή, δεν έχει καν συνεδριάσει η αρμόδια επιτροπή για να ξέρουμε αν θα εγκριθούν οι προτάσεις που υποβάλαμε, προγραμματίσαμε και ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη μέσα σε ασφυκτικές συνθήκες, με δάνεια και χρέη που μας έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδο.
Έτσι καταλήξαμε να είμαστε επιχορηγούμενοι θίασοι χωρίς επιχορήγηση. Κατά καιρούς έχουμε ενημερώσει με επιστολές, επισκέψεις και τηλεφωνήματα τον εκάστοτε Υπουργό για τα προβλήματα μας, εισπράττοντας τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις που ή υλοποιήθηκαν με πολύ μεγάλη καθυστέρηση ή έμειναν κούφια λόγια.
Άνθρωποι της Τέχνης που επί δεκαετίες προσφέρουμε πολιτισμό στη χώρα μας μεταμορφωθήκαμε από την Πολιτεία σε επαίτες.
Εμείς όμως αυτή τη στιγμή δεν επαιτούμε, απαιτούμε.
Μπροστά σ’ αυτή την αδιαφορία απαιτούμε να μάθουμε ποιες είναι οι θέσεις της Πολιτείας απέναντι στον σύγχρονο Πολιτισμό.
Έχει σκοπό να επιχορηγεί τις Τέχνες ή επέλεξε να είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα που αδιαφορεί για την ανάπτυξη τους;
Θέλει να δώσει τη δυνατότητα στους καλλιτέχνες να ερευνήσουν, να δοκιμάσουν και να δημιουργήσουν, ανοίγοντας νέους ορίζοντες όπως οφείλει η αληθινή Τέχνη;
Την ενδιαφέρει να έχει επαφή με το καλλιτεχνικό δυναμικό της χώρας και να συνεργάζεται για το κοινό όφελος ή προτιμά να αποκοπεί εντελώς απ’ αυτό που λέγεται πνευματική δημιουργία;
Έχει συνειδητοποιήσει ότι αν υπάρχει σήμερα καλό θέατρο αυτό παράγεται κυρίως από τα επιχορηγούμενα θέατρα;
Δυστυχώς βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να καταγγείλουμε την αδιαφορία της Πολιτείας για τον σύγχρονο θεατρικό πολιτισμό, την έλλειψη οποιασδήποτε πολιτιστικής πολιτικής, την εγκατάλειψη του ελεύθερου θεάτρου στην τύχη του με κίνδυνο να οδηγηθεί σε μαρασμό ένα κατ’ εξοχήν ζωντανό κομμάτι της πνευματικής ζωής του τόπου.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ

Ο σκηνοθέτης και τελευταίος καλλιτεχνικός διευθυντής Θωμάς Μοσχόπουλος λέει: «Και μόνο το γεγονός ότι το μοντέλο του "Αμόρε" βρήκε μιμητές, είναι μια αισιόδοξη πλευρά. Τώρα κάνει ηρωική έξοδο, κλείνοντας έναν κύκλο ζωής σε πολύ καλή καλλιτεχνική κατάσταση».

Συμπίπτει πράγματι αυτό το οδυνηρό όριο του κλεισίματος ενός θεάτρου που πρωτοπόρησε, σπάζοντας καλούπια, να είναι και θριαμβευτικό. Κλείνει εν πλήρει τιμή και δόξα, μεταγγίζοντας την άυλη προσφορά του στον θεατρικό χώρο. Δικαίως οι υπογράφοντες την ανακοίνωση έχουν όλους τους λόγους να λένε:

«Αισθανόμαστε ότι ολοκληρώσαμε έναν μεγάλο κύκλο και ότι με μια τέτοια ξεκάθαρη τοποθέτηση, όσο οδυνηρή και αν φαίνεται, τιμάμε την καλλιτεχνική αξία, τη στάση, το ήθος και τον επαγγελματισμό των ανθρώπων με τους οποίους συμπορευτήκαμε σε όλες τις δύσκολες και εύκολες, ενδιαφέρουσες και αποκαλυπτικές διαδρομές μας. Το "Αμόρε" δημιούργησε μόνιμους, σταθερούς, διαρκείς και ανθεκτικούς δεσμούς με την τέχνη, με το επάγγελμά μας, με τους γύρω μας και τον εαυτό μας. Μας έδωσε την ταυτότητα που μας οδήγησε στον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοκατάφαση, μας δημιούργησε το βαθύ αίσθημα της ασφάλειας. Στο "Αμόρε" βγήκαμε από τον ατομικισμό και οδηγηθήκαμε στη συλλογικότητα, στην αυτονομία, την εμπιστοσύνη και τη δέσμευση. Ευχαριστούμε όλους τους θεατές που μας ακολούθησαν σε εύκολες και δύσκολες επιλογές, τους συνδρομητές, τους φίλους του θεάτρου, τους χορηγούς. Ξεχωριστά ευχαριστούμε τους φίλους μας, καλλιτέχνες και δημιουργούς, με τους οποίους μοιραστήκαμε το όραμα, τα όνειρα και τις ανησυχίες αυτής της θεατρικής κυψέλης. Είναι αυτοί που έδωσαν το βάρος, το καλλιτεχνικό κύρος και διαμόρφωσαν το στίγμα του θεάτρου, απέναντι στο οποίο στεκόμαστε σήμερα με σεβασμό».

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΑ ΤΗΣ LIFOLAND

"Κλείνει και το Αμόρε. Τέλος εποχής για το θέατρο της Πριγκηποννήσων, όπου περάσαμε ώρες αμέτρητες παρακολουθώντας παραστάσεις που δύσκολα άλλοι χώροι θα τολμούσαν να παρουσιάσουν. Από Ίψεν και Σέξπιρ μέχρι Ρακίνα και Γκαίτε, από τα δραματοποιημένα διηγήματα του Ρέιμοντ Κάρβερ μέχρι το in-yer-face θέατρο του Μαρκ Ρέιβενχιλ, από τα σπάνια παιγμένα έργα του Χάινριχ Φον Κλάιστ μέχρι τα εξπρεσιονιστικά έργα του Χεντλ Κλάους και από τον σκοτεινό Τζον Γουέμπστερ μέχρι τα λυρικά αριστουργήματα της Κάριλ Τσέρτσιλ, το Θέατρο του Νότου ήταν μια όαση δημιουργίας και αναζήτησης σε ένα θεατρικό τοπίο κορεσμένο με δεκάδες σκηνές και άπειρα σχήματα. Το Θέατρο του Νότου ανέδειξε ηθοποιούς που βάδισαν με στιβαρά βήματα στο θέατρο δικαιώνοντας την επιλογή και τις προβλέψεις του Γιάννη Χουβαρδά, έδωσε φωνή σε πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες, ενθάρρυνε τα νέα ταλέντα, ξέθαψε έργα από το διεθνές ρεπερτόριο και τα ανέβασε σε αστραφτερές παραστάσεις, θύμισε στο κοινό ονόματα και κείμενα ξεχασμένα και καταχωνιασμένα σε σκονισμένες βιβλιοθήκες".