Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 3

Ο Γιάννης Λειβαδάς μεταφράζει Κ. Ρέξροθ & Τ. Μπέρρυμαν

του Γιάννη Λειβαδά

leivadas 1.gifΚΕΝΝΕΘ ΡΕΞΡΟΘ : ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Η ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ

ΙΙΙ.

Όταν τράβηξα το σάπιο κούτσουρο
Από τον πάτο της λίμνης,
Ήταν βαρύ σαν βράχος.
Το άφησα στον ήλιο
Για ένα μήνα, κι ύστερα το ‘κοψα
κομμάτια, και μετά σε μικρότερα
Για προσάναμμα, και τα άπλωσα έξω
Να στεγνώσουν καλύτερα. Αργά τη νύχτα
Μετά από διάβασμα ωρών
Ενώ νυχτοπεταλούδες φτερούγιζαν στη λάμπα
- Άγιοι και φιλόσοφοι
Στο πεπρωμένο του ανθρώπου -
Βγήκα έξω στης καλύβας τον εξώστη
Και κοίταξα ψηλά μες από το μαύρο δάσος
Των αστεριών τα τρεμάμενα νησιά.
Ξαφνικά στο πάτωμα της νύχτας,
Κομμάτια φωσφόριζαν τρεμοσβήνοντας,
Και τριγύρω υπήρχαν σκόρπια τρίμματα
Ψυχρού χλομού φωτός ολοζώντανα.

ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΟ ΕΡΕΓΟΥΟΝ

Ανοίγεις το
Φόρεμα σου πάνω στο σκονισμένο
Κρεβάτι που κανείς
Δεν κοιμήθηκε για χρόνια
Μια κουκουβάγια βογκά πάνω στη στέγη
Λες
Αγάπη
Αγάπη μου
Στο σκονισμένο φως της παλιάς
Λάμπας πετρελαίου οι ώμοι
Η κοιλιά τα στήθη οι γλουτοί σου
Μοιάζουν με άνθη ροδακινιάς
Θεόρατα άστρα πολύ μακριά πολύ ξέχωρα
Έξω από το σπασμένο παραθυρόφυλλο
Πελώρια αθάνατα ζώα
Κάθε ζώο ένα μάτι
Κοιτάζουν
Ανοίγεις το κορμί σου
Δεν έχει τέλος η νύχτα
Δεν έχει τέλος το δάσος
Σπίτι μια ζωή παρατημένο
Μέσα στο δάσος μες στη νύχτα
Δεν θα ‘ρθει κανείς ποτέ
Στο σπίτι
Μόνοι
Στον σκοτεινό κόσμο
Στη χώρα των ματιών.

ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ

Το απόγευμα σβήνει με κόκκινες
Κηλίδες φωτός πάνω στα φύλλα
Στη βορειοανατολική πλευρά του φαραγγιού.
Η εξημερωμένη κουκουβάγια μου
Στέκει γαλήνια στο θανατικό της κλαδί.
Μια ανόητη καρακάξα σκούζει
Και ρίχνεται κατά πάνω της.
Εκείνη την αγνοεί. Χασμουριέται
Και τινάζει τα φτερά της.
Η καρακάξα πετά μακριά κράζοντας με τρομάρα.
Το βασιλικό μου φίδι κουλουριασμένο
Ακίνητο πάνω σε βιβλία και χαρτιά.
Ακόμα και η γλώσσα του είναι ακίνητη,
Μα τα κίτρινα του μάτια εποπτεύουν.
Τα ποντίκια τρέχουν χαριτωμένα
Στους τοίχους. Πέρα από τους λόφους
Το φεγγάρι είναι ψηλά, κι ο ουρανός
Γίνεται κρυστάλλινος μπρος του.
Το φαράγγι θαμπίζει στο μισόφωτο.
΄Ένα αόρατο παλάτι
Γυάλινο, γεμάτο διάφανους ανθρώπους
Βρίσκεται γύρω μου.
Πάνω από τον θαμπό καταρράκτη
Η έντονη υπόσχεση φωτός υψώνεται
Πάνω από του φαραγγιού το άνοιγμα.
Ένα γυμνό κορίτσι μπαίνει στην καλύβα μου,
Με πόδια λευκά, λικνίζοντας τη μέση,
Και με ευωδιαστό φύλο.

leivadas 2.jpgΤΖΩΝ ΜΠΕΡΡΥΜΑΝ : ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ

Η ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΧΕΝΡΥ

Διάβαζε ως αργά, στου Ρίτσαρντ, πέρα στο Μέην,
ετών 32; Ο Ρίτσαρντ και η Έλεν από ώρα ξαπλωμένοι,
η καλή μου σύζυγος από ώρα ξαπλωμένη.
Το μόνο που είχα να κάνω ήταν να γδυθώ και να πέσω στο κρεβάτι,
βάζοντας στο βιβλίο τον σελιδοδείχτη, και να κοιμηθώ,
και να ξυπνήσω για ένα ωραίο ζεστό πρόγευμα.

Αντίκρυ στην ακτή ήταν ένα νησί, το P’tit Manaan,
ο κάβος από του Ρίτσαρντ την πελούζα ήταν σχεδόν γκρεμός.
Παγιάδα στις τέσσερις τα χαράματα.
Δεν χρειάζονται παρά λίγα λεπτά για τη μεγάλη απόφαση.
Μία συγκέντρωση στο εδώ και στο τώρα.
Ξαφνικά, όχι όπως ο Μπαχ,

και φριχτά, όχι όπως ο Μπαχ, μου πέρασε από το μυαλό
τη νύχτα εκείνη, αντί για τις ζεστές πυτζάμες,
να βγάλω όλα μου τα ρούχα
και να διασχίσω την κρύα νοτισμένη πελούζα και να πέσω απ’ τον κάβο
στο φοβερό νερό και για πάντα να περπατήσω
προς το νησί υποβρυχίως.