Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 16

Λόγια πείνας (διήγημα) - Λίνα Παπάζογλου

Όταν ήμουν μικρή ο παππούς μου είχε τη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη του κόσμου. Και διάβαζε. Όσο η γιαγιά μου σιδέρωνε ατελείωτες ρυτίδες και διάβαζε όσο η γιαγιά ξεδιψούσε τριανταφυλλιές και διάβαζε όσο η γιαγιά μαγείρευε στο καζάνι του κόσμου συνταγές της γιαγιάς της, που ποτέ της δεν διάβασε. Και ύστερα όσο ο παππούς διάβαζε, ξανα-τάιζε τριανταφυλλιές, ξανα-τάιζε κότες, ξανα-τάιζε παιδιά… Για ένα χόρτασμα αγωνίζονται οι άνθρωποι. Κάθε ιδέα ευλογήθηκε να γίνει ψωμιά να χορτάσουμε όλοι. Μια σκάλα χώριζε παππού και γιαγιά, μόνο που η γιαγιά έφτανε μέχρι το τρίτο σκαλί, μετά χτυπούσε η καμπάνα-που καιρός για διάβασμα. Η γιαγιά είχε μόνο ένα βιβλίο, η Βίβλος ήταν η βίβλος της, τα υπόλοιπα παιδί μου είναι για αργόσχολους. Όταν έφτανε στην τελευταία σελίδα γυρνούσε πάλι στην πρώτη ώσπου δεν ήξερε πια πιο το τέλος και ποια η αρχή, διάβαζε το κυκλικό βιβλίο. Έτσι, ποτέ της δεν ξέμεινε από υλικό και μας βγήκε και φτηνή η συνήθειά της αυτή, εκτός των άλλων. Οι γυναίκες λένε, κινούνται σε κύκλους, ένα επαναλαμβανόμενο τελετουργικό η ζωή τους, χορεύουν σε ένα αιώνιο etc, χωρίς να καταλήγουν ποτέ. Αλήθεια είναι. Πολιτική ορθότητα στην επιστήμη της ζωής δε χωράει. Μετά άρχισα και γω να διαβάζω βιβλία, βιβλία που μου δάνειζε ο παππούς μου από παλιές εκδόσεις σαν απ’ το πρωτότυπο. Ακολουθούσε προφορική ανάλυση του κειμένου, κάτι σαν προφορικές εξετάσεις, για να διαπιστωθεί αν μάσησα ή απλώς κατάπια, αν αφομοίωσα τα θρεπτικά συστατικά ή απλώς προστέθηκαν στους στρογγυλούς γοφούς μου. Και υποσχέθηκα μετά από λίγο-ποτέ μου δεν ορκίστηκα- από φόβο μη πατήσω τον όρκο- υποσχέθηκα όμως σαν να είχα ορκιστεί-να μη γίνω ποτέ σαν τη γιαγιά μου-από φόβο μη γίνω η γιαγιά μου η ίδια. Ο παππούς μου/μου παρέδωσε στα χέρια τον Όμηρο. Καλός ο Όμηρος παππού, έλεγα, αφού απ’ την πρώτη σελίδα πήγαινα στην εικοστή πέμπτη, οι ενδιάμεσες είκοσι τρεις έχουν αποτυπώματα σοκολάτας. Ποτέ δεν σβήστηκαν οι δαχτυλιές-που καιρός να γλύψει ο Αχιλλέας- γι άλλη πείνα πολεμούσε. Άντε θνητή να ξεγελάσει τον αθάνατο.

Δεν είναι τυχαίο πως κάθε Ελένη που συναντώ είναι όμορφη. Δεν είναι τυχαίο που κάθε Ελένη φέρει στο μπράτσο το όνομα του κατασκευαστή της. Αιώνια η Ομηρία, ανεξίτηλη σε όλες τις κόρες της μάνας τους.  Γι’ αυτό η μικρή ελένη κάθεται και κλαίει, γιατί δεν την παίζουνε οι φιλενάδες της, όμως σήκω Ελένη, άνοιξε τα μάτια σου και πιάσε όποιον θες. Ξύσε με τα νύχια σου το μπράτσο Ελένη και γω με το αλάτι του ονόματός σου θα απολυμαίνω την πληγή. Άντρες σ’ έγραψαν, σε καταδίκασαν, σε ξάπλωσαν σε χαρτιά κι ύστερα άλλοι σε αθώωσαν, λες κι έφταιγες εσύ που είσαι όμορφη και ρουφάς την ομορφιά των υπόλοιπων- πως αλλιώς αφού και συ την πείνα σου θέλεις να χορτάσεις. Ελένη της Τροίας, Ελένη του Πάρι, Ελένη του Ευριπίδη, Ελένη της Αιγύπτου. Ελένη μου, μια γενική κτητική θα σε συνοδεύει για πάντα; Πρέπει να βρεις την αντανάκλασή σου στο καθρεφτάκι του κόσμου. Με το σημάδι στο μπράτσο, τι πειράζει Ελένη, θα είναι το νεκρό χέρι της ιστορίας, πάλι το πιο όμορφο χέρι θα είναι. Είδα τ’ όνομά σου σε κούπες φτηνές, όλες ίδιες μεταξύ τους, μια μάνα που σήμερα τη λέμε και εργοστάσιο τις αναπαράγει  από ανακυκλώσιμο πλαστικό- η νέα μας μόδα- για να μη μείνει τίποτα μετά, λες κι έτσι εύκολα διαγράφεται η Ελένη. Κρέμεσαι σε μαγαζάκια και παζάρια στα νησιά και 5 ευρώ (με παζάρι) σε κοστολόγησαν στη δημοπρασία του κόσμου, 5 Euros or 7.1675 Αmerican dollars, σε χωρίζουν από επίδοξους ιδιοκτήτες Helen. Elenh  της κούπας. Ελένη της κούπας του καφέ της κουζίνας της μαμάς μου. Ελένη τη-σ-κούπας. Και μετά λέει, σε είδαν στο Hollywood  με μοντέρνο φουστάνι σε δείπνο με πατσινοντενίρους να βαριέσαι φρικτά και να πονούν τα πόδια σου απ’ τις γόβες , γιατί ακόμα και για το μικρότερο γυναικείο πόδι υπάρχει μικρότερο παπούτσι να το τιμωρήσει
Ελένη του Hollywood. Γύρνα πίσω ΕλένητουΟμήρουτουΕυριπίδητου ΣεφέρητουΡίτσουτηςΚούπας, να μας διδάξεις εσύ τον Όμηρο, κουραστήκαμε Ελένη, δε θέλουμε άλλους δασκάλους, Μέντορες θέλουμε. Μίλα και πες μας πως ο Αχιλλέας της Θέτιδας κατάφερε να ξεγελάσει τη γενική κτητική του. Παραπάτα και βγες απ’ το χορογραφημένο σου βήμα , ξέχνα τα γραμμένα σενάρια, τα λόγια που άλλοι σου βαλαν στο στόμα. Κατάλαβε Ελένη πως όσους εργάτες, στρατιώτες, αστυνομικούς και να γεννήσεις πάντα περισσότερους θα σου ζητάνε.

Δεν έχω τίποτε στο μανίκι μου για να τραβήξω, κανέναν άσσο για grand finale, τίποτα που να μην έχει ειπωθεί ως τώρα αλλά ξέρω ότι δεν είναι παρηγοριά πως όλοι είμαστε ίσοι  στην απόλυτη Δημοκρατία του θανάτου.
H Λίνα Παπάζογλου είναι 24 χρονών. Ζει στη Θεσσαλονίκη. Πέρασε απ’ το Αριστοτέλειο και συγκεκριμένα απ’ την Αγγλική Φιλολογία και μετά  έκανε το μάστερ της στην Λογοτεχνία. Αγαπάει τον Shakespeare και τον Καζαντζάκη (πιο πολύ) και μισεί τον  Καζαντζάκη και τον Shakespeare (πιο πολύ) όπως διδάσκονται στα (ανώτατα) Ιδρύματα.