Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 16

[To] Ημερολόγιο [μου] (ποιήματα) - Άννα Μαρία Ιακώβου

Δεκέμβριος

Ποιος ποιητής δεν έγραψε για μέρες απαράλλαχτες,
για μέρες που διαδοχικά περνούν και τίποτα δε μένει
Ποιος ποιητής δε χόρτασε αηδία για το αύριο
Ποιος ποιητής δεν ένιωσε άσκοπα να περνά ο καιρός
Που να ‘ξεραν σαν μας το λέγανε
πως όσο πάει όλο πιο άπληστοι γινόμαστε
και τις δικές τους μέρες
Νοσταλγούμε
Ποιος εραστής δεν έγραψε για σώματα κόντρα στο χρόνο
Γράμματα ερωτικά μέσα στη μέση του χειμώνα
Ποιος εραστής δεν έχασε το χρόνο μέσα στα σώματα
Ποιος εραστής ξεχώρισε ποιο σώμα ήταν δικό του
Που να ‘ξεραν σαν βυθιζόντουσαν
Πως τα σώματα είναι σαν τις μέρες

Νοέμβριος

πάντα υπάρχουν άνθρωποι να θυμούνται το τότε¨
εκείνοι που δε τους απόμεινε τίποτα, το νοσταλγούν κιόλας

εμείς διαγράφουμε από τις μνήμες μας ότι δεν περιλαμβάνει αλκοόλ
γαμήσι και πολλές άδειες ψυχές

τα βλέφαρά μας βάρυναν μαζί με το βάρος που επιλέξαμε να φορτώσουμε στο σώμα μας, φέρουμε μαζί μας μια ατέρμονη προσπάθεια να οδηγήσουμε τη ζωή μας κάπου

και καταντάμε να την οδηγούμε σε μεγάλα, κενά σπίτια, σε διπλά κρεβάτια για έναν, σε βροχερά βράδια που πατάμε σκατά στο δρόμο.

περνάει ο καιρός κι ακόμη
φοβόμαστε μην μεταδώσουμε ο ένας στον άλλο την αρρώστια που κουβαλάμε όλοι.

*Καλό μήνα! Αυτός ο μήνας ας αφιερωθεί στη jazz. Ταιριάζουν άλλωστε.

Οκτώβριος

ήταν έξυπνος, τριαντάριζε, δεν έκανε τίποτα με τη ζωή του
μια φορά χορέψαμε σουίνγκ σε ένα μπαρ ξεχασμένο απ' το Θεό
είχα βάλει το καλό μου φόρεμα, πέθαινε να τον φιλήσω
πέθαινα να τον πηδήξω

μια μέρα ήπιε μια μπίρα -ποτέ δεν έπινε μπίρα-
μου είπε πως μ' αγαπάει, του είπα να πάει να γαμηθεί
με φίλησε στο δεξί μάγουλο και γύρισε σπίτι
να παίξει το ηλεκτρονικό του παιχνίδι.

κι αυτός ήταν ο Οκτώβρης μας.

Σεπτέμβριος

που καιρός για σονέτα
καταμεσής της κοιμισμένης επανάστασης

που καιρός για έρωτες
καταμεσής της τελεσίδικης αρρώστιας

κι όταν η ψυχεδέλεια οδηγεί σε παραλήρημα
που να χωρέσει ένας επίπλαστος οργασμός;

*Καλό μεταβατικό μήνα! Αλλαγή εποχής. Άλλαξε τον πρωινό σου καφέ. Άλλαξε τα πρωινά σου. Άλλαξε.

Αύγουστος

Φεύγω από το σπίτι.
θα πάρω μαζί μου τους καναπέδες
ξέρεις, εκείνους τους πορτοκαλί καναπέδες, που ξάπλωνες τα μεσημέρια
μα τι λέω, ποτέ δε βρέθηκες εδώ μέρα μεσημέρι
νύχτα ήταν, νύχτες

έμπαινες κι έλαμπε το σπίτι
σαν το τριφύλλι τ' ανοιχτό
κι είχες το φως του αποσπερίτη
στ' άγια σου μάτια φυλαχτό

Θα πάρω και το κρεβάτι.
Ξεχαρβαλώθηκε λίγο
αλλά εκείνη την ανείπωτη ηρεμία
μετά τις σάρκες
μόνο αυτό μου την προσέφερε.

άφηνες πάνω στο τραπέζι
γάλα και μέλι και ψωμί
κι έβλεπα τ' όνειρο να παίζει
στο πελαγίσιο σου κορμί
Όχι δεν ήσουν εσύ
εγώ ήμουν

Σ’  ευχαριστώ, σ' ευχαριστώ
ήσουν παιδί σαν το Χριστό

Πολύ ζεστό αυτό το καλοκαίρι
τώρα που φεύγω
όχι όπως όταν έφευγες εσύ βέβαια
χειμώνες, καλοκαίρια όλα ασφυκτικά
γιατί θυμόμουν

Κύμα και βότσαλο κι αλμύρα
και καλοκαίρι μου ζεστό
ούτε ένα δάκρυ σου δεν πήρα
στην παγωνιά για να λουστώ

μια μουσική νωχελική
κι ατέλειωτη να αναβλύζει από τα μάτια σου
πάνω στα μάτια μου
πάνω στους καναπέδες
πάνω στο κρεβάτι

Σ' ευχαριστώ, σ' ευχαριστώ
ήσουν παιδί σαν το Χριστό

νύχτα ήταν, νύχτες
μα τι λέω, ποτέ δε βρέθηκες εδώ μέρα μεσημέρι
ξέρεις, εκείνους τους πορτοκαλί καναπέδες, που ξάπλωνες τα μεσημέρια
θα πάρω μαζί μου τους καναπέδες
Φεύγω από το σπίτι.

Ιούλιος

Δεν έχω να πω τίποτα. Σε κανέναν. Για κανέναν.
Όμως κάτι θα 'πρεπε να πω. Οφείλω.
Τι να πω λοιπόν; Και πως;
Θάλασσες, ήλιοι, καρπούζια και παγωτά.
Δεν έχω να πω τίποτα για τις θάλασσες.
Ούτε για τους ήλιους. Ούτε για τα καρπούζια. Ούτε για τα παγωτά.
Δεν τα αγαπώ.
Δεν έχω να πω τίποτα. Σε κανέναν. Για κανέναν.

Ιούνιος

Τι μήνας κι αυτός!
Σ' αγαπούσα.
Κάθε Ιούνιο σ' αγαπούσα.
Σε υποδεχόμουν φορώντας λευκά
κι ήταν όλα ανάλαφρα.
Τα ρούχα, τα καλοκαιρινά βράδια, εσύ.
Σ' Αγαπούσα.
Κάθε Ιούνιο Σ' Αγαπούσα.
Σε υποδεχόμουν φορώντας τίποτα
κι ήταν όλα καυτά.
Τα σεντόνια, η αγκαλιά σου, οι μέρες που ξημέρωναν.
Σ' ΑΓΑΠΟΥΣΑ.
ΚΑΘΕ ΙΟΥΝΙΟ Σ' ΑΓΑΠΟΥΣΑ.
Σε άφηνα φορώντας φτερά
κι ήταν καλοκαίρι.
Ένα καλοκαίρι, άλλο καλοκαίρι, κάθε καλοκαίρι.
σ' αγαπούσα.
κάθε ιούνιο σ' αγαπούσα.
πως μπορεί η αγάπη μου να αξίζει λιγότερο
από μερικές θάλασσες;

Μάιος

Απ' το πολύ το τίποτα
Κουράστηκες απ' την πολλή αγάπη
απ' την πολλή πίεση
απ' τα πολλά λόγια
απ’ το πολύ το τίποτα κουράστηκες.
Απ’ την πολλή πίεση
απ’ τα πολλά λόγια
απ’ το πολύ το τίποτα κουράστηκες
κουράστηκες απ’ την πολλή αγάπη.

*Καλό μήνα. Τα μουντά απογεύματα αυτής της Άνοιξης προσφέρονται για Erik Satie.

Απρίλιος

Άνθισαν τα σκουπίδια
Κυριακή μεσημέρι. Άπλετο φως, όλα στη φόρα.
Ήρθε η Άνοιξη στο σκουπιδότοπό μας.
Κι εσύ χαίρεσαι.
Είδες ποτέ στη χωματερή λουλούδια; Αναρωτήθηκες ποτέ;
Χωριστήκαμε πια σε δύο στρατόπεδα, το καθένα με τη βρωμιά του.
Τι είναι όμως χειρότερο;
Να έχεις λάσπη ή να είσαι λάσπη;
Ο ήλιος φωτίζει πάνω απ' όλους μας.
Όσο σφιχτά κι αν κλείσεις τα μάτια σου, Άνοιξη δε θα μυρίσεις.
Έχασες την ώρα σου, η ημέρα σου μεγάλωσε, ή τουλάχιστον έτσι νομίζεις.
Μην ενοχλείσαι όμως.
Προπάντων τα φρου φρου και τα αρώματα, γιατί μας είπαν πως
ήρθε η άνοιξη.

*Καλό μήνα. Δε θα πάνε όλα καλά. Το θέμα είναι να πάνε τα περισσότερα καλά κι όσα δεν πάνε να μη μας εμποδίσουν.

Μάρτιος

έφτασε ο μήνας σου
η Άνοιξή μου
κι ακόμη ορθογραφία δεν έμαθες, να διορθώνεις τα λάθη.
Κάποτε εγώ λάτρευα τις αμυγδαλιές
γιατί το τοπίο μου δεν ήταν ποτέ λευκό και ροζ
κι από την άλλη εσύ
λάτρεψες κάποτε
ένα σαρκοβόρο λουλούδι
και ξέρανες τα πάντα, γιατί νόμιζες πως όλα έτσι είναι, πάντα.
Μωρό μου...
έφτασε ο μήνας μου
η Άνοιξή σου
κι ακόμη να μάθεις πως είμαι άλλο ένα λουλούδι στον κήπο ετούτο.
έφτασε αυτός ο μήνας
αυτή η Άνοιξη
κι ακόμη δε μιλήσαμε, δε μαράθηκα, δεν άνθισες.
Να σου πω κάτι;
ο μήνας μας
η Άνοιξη μας
ναι, είναι δικά μας.
Εγώ, Εσύ...
Αγάπη μου, η σωστή λέξη είναι το "εμείς".

*Καλό μήνα, θα αρχίσουν να ανθίζουν οι αμυγδαλιές και οι έρωτες. Αυτό το μήνα, περπάτα πολύ. Αν με συναντήσεις, πες μου αντίο.

Φεβρουάριος

κι εσύ τρως γιαουρτάκι (λευκό) και κάθεσαι στο (μαύρο) καναπέ σου
τα (γκρίζα) χείλη σου γέμισαν τώρα γιαούρτι
και ξυπόλητα τα πόδια σου φαίνονται πιο χλωμά από ποτέ.
οι άλλοι κοιμούνται κάτω
κι εσύ εδώ διαβάζεις (λευκές) καλοκαιρινές ιστορίες που δεν έζησες, με μια (γκρίζα) μουσική υπόκρουση.
το γιαούρτι δε σου αρέσει και πολύ.
τρως όμως άλλη μία κουταλιά.
έχεις ακόμα (μαύρο) μολύβι στα μάτια σου.
και σκέφτεσαι.
τι σκέφτεσαι;
τι παρατηρείς;
ναι, είναι χειμώνας. ένας γκρίζος χειμώνας.
ναι, είναι ασπρόμαυρα, όχι μόνο το γιαούρτι και ο καναπές. όλα.
κοίτα γύρω σου. κοίτα ξανά.
το μόνο χρώμα ήμουν εγώ.

*Καλό (μωβ) μήνα, άφησε τη μουσική να παίξει, άκου Yann Tiersen, άκου και το παραπάνω, αγρύπνα.

Ιανουάριος

κάθεσαι στη γωνιά σου μόνος και τρως το φαγητό σου
ό,τι και να ‘ναι το ίδιο κάνει, δεν είναι η γεύση του φαγητού, είναι η γεύση της ζωής σου,
πίνεις και μια μπύρα.
όσοι έρχονται, φεύγουν, καλύτερα να σταματήσουν να έρχονται
για να μη ζεις αυτή τη φυγή.
φεύγεις κι εσύ καμιά φορά.
στέκεσαι μπροστά στον καθρέφτη τα πρωινά κοιτάζεις το πρόσωπό σου, τα γένια σου, τα μάτια σου.
όχι, δε θα άλλαζε τίποτα αν ξυριζόσουν.

βλέπεις ταινίες, διαβάζεις βιβλία πριν κοιμηθείς κι όλο σκέφτεσαι.
δεν είναι τα βιβλία, ούτε οι ταινίες.
Είναι ο χρόνος που περνάει και δεν είναι δικός σου. Ή είναι μόνο δικός σου.

τα βγάζεις πέρα μόνος σου, δεν εξαρτάσαι από κανέναν, έχεις τη δουλειά σου, καλά είναι εκεί.

δεν εξαρτάσαι από κανέναν, κανέναν δε χρειάζεσαι.
κανέναν δε χρειάζεσαι.
αυτό σου φταίει;

Η Άννα Μαρία Ιακώβου ζει στη Θεσσαλονίκη. Το παραπάνω πρότζεκτ δημοσιευόταν κάθε μήνα στο μπλογκ της. Είναι μέλος της ομάδας που εκδίδει το περιοδικό Stain.