Top menu

Τι θα έλεγε άραγε στον Θεό ο Κώστας Γραμματικόπουλος;

 

Η ιστορία ενός μικρού πρόσφυγα και της προσπάθειας ενσωμάτωσης του στην Ελλάδα είναι το θέμα της νουβέλας του Κώστα Γραμματικόπουλου με τον συγκλονιστικό τίτλο και την εξίσου συγκλονιστική, τραγική κατάληξη. Το παιδί αναζητά απεγνωσμένα μια άλλη πιο όμορφη πραγματικότητα, η οποία, ωστόσο, στέκεται τελικά αμείλικτη. Το σκληρό θέμα των παιδιών του πολέμου και η πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας παρουσιάζονται όπως είναι. Ιδωμένα όμως και μέσα από το παιδικό βλέμμα. Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του Θα τα πω όλα στον Θεό από τις εκδόσεις Βακχικόν, ο Κώστας Γραμματικόπουλος μιλάει στο Vakxikon.gr και τα λέει όλα στον αναγνώστη...

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Το νέο σας βιβλίο “Θα τα πω όλα στο Θεό” κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν. Τι σας οδήγησε να γράψετε μια ιστορία με το προσφυγικό ζήτημα στον πυρήνα της;

Ξέρετε ο πόλεμος είναι η πιο βάρβαρη πράξη του ανθρώπου, με τραγικό επακόλουθο χιλιάδες ή και εκατομμύρια νεκρούς, κυρίως άμαχο πληθυσμό, προσφυγικές ροές, τεράστιες υλικές καταστροφές, δυστυχία, πόνο, κι όμως υπάρχει χιλιάδες  χρόνια και θα υπάρχει στο διηνεκές. Και αυτομάτως τίθεται το απλό και αφελές ερώτημα. Γιατί μια τόσο βάρβαρη πράξη δεν καταργείται δια παντός; Βέβαια το αμείλικτο αυτό ερώτημα είναι ρητορικό. Όλοι γνωρίζουμε τους  λόγους. Την εξουσία και το χρήμα. Παρ’ όλα αυτά θα μπορούσε να αποτραπεί ο πόλεμος; Η απάντηση είναι ναι με μια απλή μα τόσο σύνθετη πράξη: τον γενικό αφοπλισμό. Να αρνηθούν όλοι οι πολίτες όλων των κρατών, όλων των ιδεολογιών και θρησκειών, να πολεμήσουν. Θα αναρωτηθείτε και εύλογα, αυτή είναι μια παράλογη ουτοπία. Μήπως γνωρίζετε να υποδείξετε κάποια άλλη λύση;

Γύρω από το κεντρικό, ας το πούμε έτσι ζήτημα, ξεδιπλώνονται πολλά κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας. Τι είναι αυτό που θέλετε να επικοινωνήσετε στον αναγνώστη γράφοντας αυτό το βιβλίο;

Στο έργο αυτό παρακολουθούμε την διαδρομή ενσωμάτωσης ενός οκτάχρονου πρόσφυγα του Ραφαήλ από την Συρία, στη δυστοπική ελληνική κοινωνία και την ελληνική παιδεία, με συνοδοιπόρους δύο συμμαθητές του, την Αριάδνη και τον Ηλία και αρωγό την δασκάλα τους την Αγλαΐα, μια αγνή και τραγική φύση. Το βιβλίο αιωρείται ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον παιδικό, αυτόν της αθωότητας και της φαντασίας και τον κόσμο των ενηλίκων, ένα κόσμο παρωχημένο και παρακμιακό, την σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων με τα ολέθρια αποτελέσματά της, την σύγκρουση της κακίας με την αθωότητα. Η ιστορία αυτή αποτελεί έναν ύμνο στην παιδική φιλία και στην αυτοθυσία. Ο ήρωας μου ο Ραφαήλ, το προσφυγάκι από την Συρία, αποτελεί ένα πανανθρώπινο σύμβολο, το σύμβολο του δικαίου, της αγάπης και της ελευθερίας των λαών, αυτές τις τρεις μεγάλες αξίες τις οποίες υπηρετώ στα έργα μου.

Πόσο δύσκολο ήταν να προσεγγίσετε την ιστορία και κυρίως τα συναισθήματα και να την πείτε μέσα από το παιδικό βλέμμα του μικρού πρωταγωνιστή;

Ήταν απλό, αρκούσε να εμπιστευθώ τους ήρωες μου και να αφεθώ στα συναισθήματα τους και στην συγκεκριμένη περίπτωση να ταξιδέψω στον παιδικό κόσμο της φαντασίας και της αθωότητας. Ξέρετε θα σας φανεί παράδοξο, αλλά νιώθω ότι τα έργα μου δεν τα γράφω εγώ αλλά οι ήρωες μου, εγώ απλώς μεσολαβώ και αυτό γιατί έχουν υπόσταση, βάθος και προσωπικότητα. Αυτοί με καθοδηγούν και όταν κάποιες φορές λοξοδρομώ, έχουν ένα μαγικό τρόπο να με επαναφέρουν στο σωστό δρόμο, σε αυτόν τον αρχέγονο δρόμο την λογοτεχνίας: στην ομορφιά και την αλήθεια και τους ευγνωμονώ γι’ αυτό.

Νιώσατε γράφοντας ότι θέλετε να τα πείτε όλα στο Θεό;

Όχι, δεν έχω απολύτως τίποτα να του πω. Δεν ξέρω αν αυτός έχει κάτι να μου πει. Όμως ο ήρωας της νουβέλας ο Ραφαήλ, το οκτάχρονο προσφυγάκι από την Συρία, φαντάζομαι ότι έχει να του πει πολλά.

Έχετε γράψει εκτός από πεζογραφία, ποίηση και θέατρο. Τι αντιπροσωπεύει για εσάς το κάθε είδος και πως το προσεγγίζετε;

Η ποίηση είναι το δυσκολότερο λογοτεχνικό είδος, επειδή είναι συμπυκνωμένη γνώση. Μία λάθος λέξη, ένας άστοχος στίχος μπορεί να καταστρέψει ένα ποίημα, γι’ αυτό την αντιμετωπίζω με δέος και φόβο. Η ποίηση είναι πόνος. Θυμάμαι ένα ποίημα μου το “Γαβριάς” από την ποιητική μου συλλογή “Νεκρό φιλί’’, το οποίο έκανα να το ολοκληρώσω τρία χρόνια. Ένιωθα το βάρος και την δυσκολία του ποιήματος και δεν ήθελα να το αδικήσω. Από την άλλη μεριά η θεατρική συγγραφή είναι μια ατελής τέχνη, κι αυτό γιατί για να μετουσιωθεί το έργο σε παράσταση παρεμβαίνουν δύο άλλοι παράγοντες πλην του συγγραφέα, ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί. Βέβαια υπάρχουν έργα και είναι αρκετά αυτά  τα οποία αποτελούν ένα άρτιο λογοτεχνικό έργο και προσωπικά ακόμα και αν δεν τα έβλεπα σε παραστάσεις, θα μου αρκούσε και μόνο η ανάγνωση τους, όπως για παράδειγμα ο Άμλετ του Σαίξπηρ, Το λεωφορείον ο πόθος του Τενεσί Ουίλιαμς, Ο θεός και ο διάβολος του Σάρτρ (καταπληκτικό έργο) καθώς και τα θεατρικά έργα των τραγικών μας συγγραφέων. Όσον αφορά την πεζογραφία εκεί μου ανοίγεται ένας μαγικός κόσμος, αυτός της μυθοπλασίας, και την ώρα της δημιουργίας νιώθω το αίσθημα της πληρότητας να με κατακλύζει και μέσα από τους χαρακτήρες ανακαλύπτω την αντιφατική και ατελή φύση του ανθρώπου, αυτή που τόσο αγνοώ και πάντα με εκπλήσσει. 

Δουλεύετε πάνω σε κάτι καινούργιο;

Ναι, αυτή την εποχή ολοκληρώνω μια συλλογή με 25 διηγήματα, με εντελώς διαφορετική θεματολογία, με τίτλο “Η ακοίμητη κοιλάδα’’ και θα είναι αφιερωμένη στον Έντγκαρ Άλαν Πόε, κι αυτό γιατί ενώ ήταν ένα φωτεινό μυαλό, ένας μεγάλος λογοτέχνης, εν τούτοις πέθανε φτωχός και αλκοολικός.