Top menu

Ορέστης του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα στην Επίδαυρο

Ηλέκτρα: Όλα τα αντέχει ο άνθρωπος, θεοί μην μας λυπάστε! Στείλτε μας περισσότερο κακό. Πιο αβάσταχτο δώστε μας πόνο. Ρημάξτε μας με τις πιο μεγάλες συμφορές. Αντέχουμε ακόμα, ζούμε!

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου

 

Οι Ατρείδες, αυτή η καταραμένη γενιά, έφθανε στο τέλος της, με θεϊκή τιμωρία· οι κλασικοί τραγικοί Αισχύλος (Ορέστεια - Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες, Πρωτέας 458 π.Χ.), Σοφοκλής (Ηλέκτρα, 412 π.Χ.), και Ευριπίδης (Ηλέκτρα 413 π.Χ.- Ορέστης 408 π.Χ.) προσέγγισαν τον μύθο μεγαλοφυώς και ανεβίβασαν τους ήρωες σε παραδείγματα, προς διδαχήν των αμύητων θεατών· οι απανωτές δολοφονίες του θριαμβευτή Αγαμέμνονα από την σύζυγό του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο και της συζυγοκτόνου άνασσας από τα τέκνα τους Ορέστη και Ηλέκτρα, συνέθεσαν μια ακριβή ακραία ψυχογραφία, όπου σκιαγραφείται η απόγνωση, η θλίψη, η παράνοια των θνητών, όταν μετέχουν σε πράξεις ανώτερες των δυνάμεών τους.

Ο Ευριπίδης (480-406 π.Χ.) στον «Ορέστη» παρουσιάζει δύο βασιλόπαιδες, να διώκονται από τις φθονερές Ερινύες, αλλά και από τον λαό του Άργους, που καταδικάζει την μητροκτονία· η δικαιολογία των δραστών, ότι εκδικήθηκαν τον βίαιο θάνατο του πατέρα τους δεν στέκει στα βλέμματα των πολιτών· τα πλήθη θεωρούν ότι το έγκλημα των τέκνων να σκοτώσουν την μητέρα τους δεν απαλείφεται από την επισυμβάσα σύγκρουση καθηκόντων· «ο λαός όταν ξεσπάει αγριεμένος / είναι ως να θες να σβήσεις φωτιά λάβρα», παρατηρεί ο Τυνδάρεως και ο Μενέλαος συμπληρώνει: «αν όμως, σαν φρενιάζει, χαλαρώνεις / ζώντας την κατάλληλη ευκαιρία, / μπορεί να ξεθυμάνει την ορμή του / κι αν γίνει ετούτο, μ’ ευκολία τότε / πέτυχες απ’ αυτόν ό,τι θελήσεις»· ο έμπειρος πολέμαρχος συμβουλεύει σοφά να διαφύγουν οι δράστες μέχρι να καταλαγιάσει το μένος του πλήθους.

Ο Ευριπίδης, όμως, δεν επιθυμεί ήρωες ριψάσπιδες· με μαεστρία υπεισέρχεται στον εσωτερικό τους κόσμο και τους οδηγεί περίλυπους στον θάνατο· ο Ρώσος ποιητής Μ. Λέρμοντοφ (1814-1841) διερωτάται: «Μα εσύ, ξέφρενη πλάνη, τις τρικυμίες κυνηγάς / ωσάν στις τρικυμίες να’ ναι η γαλήνη». Πρόκειται για καταβύθιση· η μόνη λύση, κατά τον ποιητή, είναι να νικήσεις τους δαίμονές σου, οπότε θα κατορθώσεις να φτάσεις στην ηρεμία και στην ψυχική πλήρωση. Άλλωστε «δεν είναι άνθρωπος στη γη / χωρίς φορτίο τις συμφορές που του ’δωσε ο Δίας» (Μίμνερμος, ο Κολοφώνιος) και κατά την Σοφόκλειο ρήση «πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει».

Ο καινοτόμος Ευριπίδης φαντάζεται τους θεούς να κυκλοφορούν ανάμεσα στους θνητούς, ως υπερφυσικές δυνάμεις· οι ήρωες του κινούνται σε νέφη αγνοίας και αδυναμίας. Θίγονται εύστοχα οι έννοιες της εκδίκησης, της συγχώρεσης, της άφεσης, ως εάν είναι αναγκαίοι όροι της ανθρώπινης συμβίωσης· συνακόλουθα και η Ύβρις, αυτό το τερατώδες έγκλημα καθοσίωσης.    

Θα ήταν χρήσιμη μια ιδιαίτερη αναφορά στα πρόσωπα του δράματος σε συνδυασμό με τους ηθοποιούς, που ανέλαβαν τη μετουσίωση μια; ερεβώδους ψυχικής επικράτειας:

Ι.- Ο Ορέστης έχει περιέλθει σε κατάσταση παράνοιας· δεν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει στο περιβάλλον· διώκεται από τις Ερινύες· φέρεται ως σπαστικό άτομο· δεν τον ενδιαφέρει η τιμωρία από τους συμπολίτες του· γνωρίζει το μέγεθος του εγκλήματός του· θεωρεί τις συνέπειες αυτονόητη εξέλιξη· μόνη του παρηγοριά είναι η σκληροτράχηλη αδελφή του Ηλέκτρα, που προσπαθεί να τον επαναφέρει στα σύγκαλά του· παρ’ όλον ότι το έγκλημα της μητροκτονίας, το έχουν διαπράξει μαζί, εκείνος επωμίζεται όλη την ευθύνη. Η σύγχρονη ψυχιατρική επιστήμη αγγίζει τον Ορέστη, ως αντικείμενο έρευνας και διακρίνει στον συγγραφέα ικανότητες περιγραφής συμπτωματολογίας, ως εάν προέρχονται από εξειδικευμένους θεράποντες της ιατρικής επιστήμης. Ο Άρης Σερβετάλης με συγκλονιστική μέθοδο και έξοχη υποκριτική τέχνη, επέδειξε υψηλή τεχνική κατάρτιση και έπεισε τους φιλοθεάμονες, ότι ανήκει στους κορυφαίους του εγχωρίου δράματος· «δεν ανέχομαι σωπαίνοντας / να πεθάνω, θα πάω, κι ας με σκοτώσουν / προτού ανοίξω το στόμα μου. Θέλω όλοι / να με δουν, έστω για να μην με πουν δειλό. / Δεν υπάρχει πιο άνανδρο τέλος, τέλος άδικο, από το να πεθαίνεις άδοξα».

ΙΙ.- Παράλληλα, η Ηλέκτρα, σε νευρική υπερδιέγερση, πλην δυνατός χαρακτήρας, επηρεασμένη ακόμη από εκδικητικό μένος κατά της άψυχης μητέρας της, τραυματισμένη από την περιθωριοποίησή της, αποτελεί ίσως την «πιο έκδηλα μαρτυρική μορφή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας»· λάτρης του· πατέρα της Αγαμέμνονα, ήτοι του ετερόφυλου γονέα, μισούσε την μητέρα της, κατά το “οιδιπόδειο σύμπλεγμα”, αν και ο Jung ονόμασε την σχέση  “σύμπλεγμα της Ηλέκτρας”, τουτέστιν απευθείας ανταγωνιστική σχέση μίσους κόρης μητέρας. Επιμελής, στοργική αδελφή συνδράμει τον συντετριμμένο Ορέστη και επιχειρεί με λόγια παρηγορητικά να τον συνεφέρει από τον λήθαργο. Η πρωτοεμφανιζόμενη στην Επίδαυρο Μαίρη Μηνά ήταν συγκλονιστική· έπεισε και τους πλέον δύσπιστους ότι το μέλλον της ανήκει· με πολύσημες υποκριτικές ικανότητες, εξαιρετική άρθρωση, με άκρα επιμέλεια και πειθαρχία εκινείτο με λειτουργική ευλάβεια προς την ηρωΐδα που υπεδύετο. Ήταν κορυφαία τραγωδός με πλήρη επίγνωση του Ευριπίδειου ύφους· με εκφραστική δεινότητα και ανυπέρβλητο ηχόχρωμα, ανέδειξε τον λόγο σε περίοπτη θέση, ειδικότερα στον αρχικό μονόλογο τότε που ο αδελφός της κοιμόταν. Με τους έξαλλους Αργείους να μαίνονται, ζητώντας τιμωρία των ενόχων μητροκτονίας, οι εγκλωβισμένοι αδελφοί βυθισμένοι στα άδυτα της συνείδησής τους, κυμαίνονται ανάμεσα στην διαφυγή προς διάσωσιν και στην κάθαρση μέσω της δημόσιας εκτέλεσης. Ο Ευριπίδης αναπτύσσει επιχειρήματα αντικρουόμενα, που δεν καταλήγουν πουθενά.

ΙΙΙ.- Ο θείος τους Μενέλαος, αντί να πανηγυρίζει τον θρίαμβο της άλωσης της Τροίας αναγκάζεται να παρέμβει προς διάσωσιν των ανεψιών του (τέκνα του αδελφού του)· βρίσκεται σε δύσκολη θέση, διότι, ως αληθής ηγέτης, δεν μπορεί να παραβλέψει την κοινή γνώμη και τα ήθη της πόλης· απευθύνεται στον Ορέστη και τον ερωτά: «πες μου τι σε τυραννά, ποια είναι η αρρώστια που σε τρώει;» για να πάρει τη συντριπτική απάντηση: «Η συνείδησή μου». Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται το μυστήριο της ψυχής, εκείνων των αόρατων δυνάμεων, που κατατρύχουν τους ευτελείς πεισιθάνατους· ένας διαλυμένος εσωτερικός κόσμος αναδύεται τιμωρός, για να οδηγήσει τους τετελειωμένους στην άβυσσο των παθών.

Ο Μενέλαος, όμως, εκπροσωπεί τη συντήρηση, δηλαδή τις κρατούσες ηθικές και κοινωνικές αρχές· το έγκλημα τιμωρείται απαρεγκλίτως, άλλως οι παραβάτες θα υπόκεινται αενάως σε απαλλαγή από τα ανομήματά τους και τα ηθικά προτάγματα θα χάσουν το κύρος τους· επομένως οι ένοχοι πρέπει να υποστούν τις συνέπειες των πράξεών τους. Ο Πάνος Βλάχος διεκπεραίωσε την αποστολή του επαρκώς· με επιβλητικό παρουσιαστικό, ως έπρεπε λόγω του αξιώματός του, έθεσε επί τάπητος την κρατούσα άποψη της πολιτείας και δεν υπεισήλθε στην ταραχή του Ορέστη.

ΙV.- Ο Τυνδάρεως παππούς των ηρώων ήταν πιο κατηγορηματικός· δεν επιτρεπόταν να παρανομήσει χάριν της συγγενείας· οι αρχές και οι κανόνες πρέπει να τηρούνται αυστηρά· ο κατ’ εντολήν του θεού Απόλλωνα φόνος των εγγονών του δεν απαλλάσσει τους δράστες από τη δέουσα ποινή· αν απαλλαγούν οι ένοχοι εγκλήματος, τότε αιωνίως οι αποτρόπαιες πράξεις θα νομιμοποιούνταν. Ο Γιώργος Ψυχογιός, πειστικός στον ρόλο του Σπαρτιάτη άνακτα, διαλέγεται με τους ενόχους, ανταλλάσσοντας ρητορικά επιχειρήματα· έπεισε για την υποκριτική του αξία και προσέθεσε θετική αύρα στην παράσταση.

V.- Ο Πυλάδης, αδελφικός φίλος του Ορέστη, με την παρουσία του έδωσε ζωογονητική πνοή στον απελπισμένο μελλοθάνατο εξάδελφό του, κατηγορώντας την Ηλέκτρα: «αθώος είσαι εσύ, αυτή φταίει για όλα»· προτείνει να εκδικηθούν τον Μενέλαο, που δεν τους βοήθησε, στο πρόσωπο της συζύγου του Ωραίας Ελένης και της θυγατέρας της Ερμιόνης. Ο Αιμιλιανός Σταματάκης, με περισσά υποκριτικά προσόντα και αξιοπρόσεκτες χορευτικές κινήσεις, απέδωσε τον ρόλο του με ενάργεια, πειστικότητα και απόλυτη φυσικότητα: προσέθεσε μια διακριτική πινελιά στην επιτυχία της παράστασης.

VI.- Η Νικολέτα Κοτσαηλίδου, αγέρωχη και απρόσιτη, ως έπρεπε να είναι η Ωραία Ελένη και η Άλκηστις Ζιρό, φοβισμένη θυγατέρα της Σπαρτιάτισσας βασίλισσας, υποδύθηκαν ευπρεπώς τον ρόλο τους.

VII.- Ο πληθωρικός Jerome Kaluta εξέπληξε ευχάριστα στον μικρό του ρόλο του Φρύγα δούλου και τον μονόλογό του: «τι δούλος και άρχοντας μου λες / που είμαι άνθρωπος, αυτό δεν φτάνει για να / ζήσω; Έτσι μονάχα για το φως. Να βλέπω κάθε / μέρα να χαράζει, να λέω – χάραξε λοιπόν και / σήμερα. Υπάρχει ακόμα στον κόσμο φως. Δεν είναι λίγο. Δεν είναι λίγο». Πρόκειται για αποφασιστικό λόγο του ποιητή, με τον οποίο εισάγεται συζήτηση για την κατάργηση της δουλείας.

VIII.- Ο Χορός (Κατερίνα Ζαφειροπούλου, Άλκηστις Ζιρώ, Νίκη Λάμη, Ιωάννα Λέκκα, Δανάη Μουτσοπούλου, Ματίνα Γεωργιουδάκη, Ελίζα Σκολίδη, Αναστασία Στυλιανίδη, Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη) δεν μετείχε αποφασιστικά στα δρώμενα, πλην έδωσε μια σύγχρονη αναφορά στα αδιέξοδα των ηρώων, ως εάν μετείχαν οιονεί σε αυτά· η ενδυμασία τους με μαύρα στενά φορέματα λειτούργησε ως underground απόκρυφα, αδόκητα σημαινόμενα, παρορμητικά στίφη, επιζητούντα άμεσες λύσεις στα χρονίζοντα προβλήματα· όμως, τα παρακμιακά αυτά προσωπεία έδωσαν, προς εξιλασμόν, ιδιαίτερο χρώμα με τις λευκές εσθήτες, ως Ευμενίδες.       

Εν τέλει επινίκια άσματα, λυτρωτικά, συνόδευσαν τον από μηχανής θεό Απόλλωνα, που χάρισε ευτυχή λύση στα ανθρώπινα αδιέξοδα. 

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τη μουσική επένδυση του Σταύρου Γασπαράτου και για τον ακριβή συγχρονισμό του με τις κινήσεις των ηθοποιών. Το ίδιο ισχύει και για τους φωτισμούς της Στέλλας Κάλτσου. Τα σκηνικά και τα κοστούμια των Ηλέκτρας Λουλαρίδη και Γιάννη Κακλέα, ενώ στην αρχή παραξένεψαν, στη συνέχεια έγιναν αποδεκτά και εντάχθηκαν δεόντως στη ροή της παράστασης. Ο χώρος της ορχήστρας, όπου διαδραματίστηκε ο κύριος όγκος των δρωμένων, ήταν στρωμένος με λάσπη, ένδειξη του γήινου, της γονιμότητας, της βρωμιάς από τις ανθρώπινες πράξεις· συμπληρωματικά υπήρχαν ορισμένα φυτά, ένα μεγάλο ορθογώνιο τραπέζι και λίγες καρέκλες που συνέθεταν μια λιτή ατμόσφαιρα, όπου κυριαρχούσαν τα δύο τραγικά αδέλφια και το αιματοβαμμένο σεντόνι γύρω από το σώμα του Ορέστη, ενδεικτικό του προηγηθέντος εγκλήματος. Πίσω από την ορχήστρα του θεάτρου είχε στηθεί μια δεύτερη σκηνή, ανεξάρτητη της πρώτης με επίπλωση μεσοπολέμου, όπου εκινείτο κυρίως ο χορός· ο ανομοιόμορφος αυτός χώρος αποτύπωνε τη διαχρονικότητα των τρομακτικών προβλημάτων που διεκτραγωδούσε ο μέγιστος ποιητής.  

Ο σκηνοθέτης Γιάννης Κακλέας, με τη συνδρομή της μετάφρασης του Γιώργου Χειμωνά, υπεισήλθε στο πνεύμα της τραγωδίας και το απέδωσε λίαν επιτυχώς· καθοδήγησε τους υποκριτές με άκρα επιμέλεια· τους δίδαξε πως έπρεπε να κινούνται στον χώρο, ώστε να αποφεύγονται κενά· επέβαλλε σκληρή πειθαρχία, που απαιτούσε το κείμενο. Γενικά δημιούργησε μια λαμπρή παράσταση στις 18/7/2021, που συγκίνησε έντονα τους θεατές.   

Ο «Ορέστης», ένα από τα απαιτητικότερα έργα της κλασικής ελληνικής τραγωδίας, έδωσε στις λάμψη στο αργολικό μεγαλειώδες θέατρο της Επιδαύρου και μετέφερε με σαφήνεια τα μηνύματα που ήθελε να διδάξει ο Ευριπίδης.