Top menu

Όνειρα και ελπίδες του Πράσινου Ακρωτηρίου

Γράφει ο Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης

Αν κρίνουμε από το βιογραφικό της σημείωμα, όπως τουλάχιστον επιθυμεί η ίδια να μας παρουσιάζει στην επίσημη ιστοσελίδα της (https://gloriasvmonteiro.wixsite.com/gloriasofia), η Γκλόρια Μοντέιρο ή Γκλόρια Σοφία (Glória Sofia, 1985- ), όπως λανσάρει το όνομά της στο λογοτεχνικό στερέωμα, είναι μια ονειροπαρμένη ή ονειροπόλα ποιήτρια, σαν τους περισσότερους άλλωστε ποιητές, θα προσθέταμε με σχετική ευκολία. Γεννημένη στην πόλη Πράγια (Praia) στο Πράσινο Ακρωτήριο, η Γκλόρια μοιράζεται τη ζωή και τα όνειρα με τα δύο παιδιά της, κάτι που γρήγορα μας κάνει γνωστό διαβάζοντας ετούτη τη συλλογή ποιημάτων της (Η θάλασσα του Πράσινου Ακρωτηρίου) από τις εκδόσεις Βακχικόν, στο αντίστοιχο ποίημα (Τα παιδιά μου):

«… Ο γιος μου πίνει ένα δάκρυ, που επιμένει να κυλήσει από το μάτι μου/Η κόρη μου, με το μικρό της χέρι/Τραβάει ξεχασμένα φιλιά από τα χείλη μου», μας εκμυστηρεύεται δίνοντας προς τα έξω τον βαθύτερο εσωτερικό της κόσμο και το στίγμα της.

Αποφοίτησε από τη Σχολή Μηχανικής και τη Διαχείρισης Περιβάλλοντος στις Αζόρες, ένα άλλο μέρος που λατρεύει να ζει αφού της επιτρέψει να συνεχίσει να είναι κάτοικος νησιού, αφενός, και επειδή ομιλείται η πορτογαλική γλώσσα αφ’ ετέρου, η οποία είναι και η επίσημη γλώσσα της πατρίδας της, μαζί με την κρεολική που αποτελεί κράμα της πορτογαλικής και κάποιων δυτικοαφρικανικών στοιχείων. Γοητευμένη από το γράψιμο, από την παιδική της ηλικία, έχει εκδώσει έως τώρα έξι βιβλία και κάποιες ανθολογίες. Τα ποιήματα της είναι γεμάτα πάθος και συναισθήματα όπως και η ίδια η συγγραφέας. Αρέσκεται στο ταξίδι και έχει παρακολουθήσει αρκετά φεστιβάλ ποίησης σε διάφορα μέρη του κόσμου. Συμμετείχε στο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης στην Ρουμανία (2016), στην Κωνσταντινούπολη (2017), στην Αλβανία (2018) καθώς και σε μερικές άλλες χώρες. Έτσι παρά το απομονωμένο γεωγραφικά μέρος της πατρίδας της, θέλει διακαώς να κάνει γνωστή τη φωνή της σε διαφορετικές γωνιές του πλανήτη, να μιλήσει, να φωνάξει ή να αναλάβει δράση για ορισμένες πραγματικότητες, κάνοντας εντατικά χρήση όλων των νέων τεχνολογιών και κυρίως του διαδικτύου, συνεργαζόμενη με ηλεκτρονικές εφημερίδες και πολιτιστικά περιοδικά σε όλο τον κόσμο. Αφού έγινε γνωστή στους λογοτεχνικούς κύκλους, δεν είναι παράξενο πως μόνο στο έτος 2019 προσκλήθηκε από τρία Πανεπιστήμια της Βοστώνης (Harvard University, Tufts University και Boston University) για να διαβάσει ποιήματά της και να λάβει μέρος σε συζητήσεις σχετικά με την ποίηση και τη λογοτεχνία, γενικότερα. Τα ποιήματά της γενικώς έχουν μεταφρασθεί σε πολλές γλώσσες και έχουν μελοποιηθεί από τον τραγουδιστή Αμέρικο Μπρίτο.

Η πατρίδα της, μια ομάδα νησιών κάπου στη μέση του Ατλαντικού, πολλές εκατοντάδες χιλιόμετρα από τις ακτές της Σενεγάλης, υπήρξε η πορτογαλική αποικία του Κάπο Βέρντε ή Νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα ανεμοδαρμένα και άνυδρα νησιά παρουσιάζουν μια περίεργη γεωλογική ομορφιά και μια μουσική κουλτούρα που έχει γίνει δημοφιλής σε αρκετά μέρη. Όλες οι γεωλογικές ιδιορρυθμίες και μοναδικότητες των νησιών, τα βουνά, οι κοιλάδες, τα βράχια, τα έγχρωμα σπιτάκια, οι χρυσές αμμουδιές, το εκμαυλιστικό αεράκι του μεγάλου ωκεανού, τα γαλαζοπράσινα νεράή και τα φουρτουνιασμένα, ο εξουθενωτικός ήλιος, οι απλοί και φιλόξενοι κάτοικοι που τραγουδούν τα μόρνας(mornas), βρίσκονται διάχυτα μέσα στους στίχους των ποιημάτων της Γκλόρια Σοφία.

Η θάλασσα είναι πάντοτε παρούσα ως «ο φόβος των παιδιών που άρπαξαν τα χέρια των ναυτικών», ως «την επανάσταση των γυναικών, αγκιστρωμένη στην αυτοπεποίθηση των ψαράδων της», ή ως «μια ψυχή γεμάτη πόνο», γράφει στον πρόλογο ετούτου του βιβλίου ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο των Αζορών, Φέλιξ Ροντρίγκεζ.

Στην πραγματικότητα, η Γκλόρια Σοφία μας εξομολογείται από το πρώτο ήδη ποίημα της συλλογής, την εμπλοκή της στον κόσμο της ποίησης, αφού «…ούτε το άπιστο φιλί του ανέμου/ούτε το δελεαστικό χαμόγελο του ήλιου… ούτε η οσμή της ανατολής…», προοριζόταν για αυτή. «… Το μόνο που προοριζόταν για μένα/Ήταν μια μπερδεμένη ποίηση στο λαβύρινθο της ζωής», συνεχίζει τελειώνοντας εκείνο το εξομολογητικό ποίημα. Στα περισσότερα όμως ποιήματά της, ο πρωταγωνιστής δεν είναι ούτε η πατρίδα της ποιήτριας, ούτε κάτι άλλο, παρά μόνον τα όνειρα σε όλες τους τις εκφάνσεις. Κάποιες φορές να γίνονται κομμάτια, άλλες φορές τόσο μεγάλα και απαιτητικά ώστε να μην μπορούν να χωρέσουν στο χώρο της, άλλες να παρουσιάζονται τρύπια, θανάσιμα, κουρασμένα χωρίς περαιτέρω ελπίδα, ή να μετατρέπονται σε ένα ψυχρό ρεύμα που ενοχλεί ποικιλοτρόπως, τις περισσότερες φορές όμως ανεκπλήρωτα. Στο κλασσικό της ποίημα «Εύχομαι», η ποιήτρια μας κάνει κοινωνούς των βαθύτερων σκέψεών της για τον άλλο, τον απέναντι, τον διπλανό της, εκφράζοντας με όλη της τη δύναμη την απογοήτευσή της:

«Εύχομαι να ήμουν ο ήλιος και εσύ το φεγγάρι/Για να μην σε συναντούσα ποτέ/Εύχομαι να ήμουν η μέρα κι εσύ η νύχτα/Να ζούμε πάντα δε μια ατέρμονη ασυγχρονία/ Εύχομαι να ήμουν ο θάνατος και συ η ζωή/Ώστε τα δευτερόλεπτά μας να ήταν λίγα/Εύχομαι να ήμουν η λύπη κι εσύ η χαρά/Για να μην ήξερα ποτέ πως είσαι η ύπαρξή μου/Εύχομαι να ήμουν τυφλή κι εσύ κωφός/Να μην σε έβλεπα ποτέ κι εσύ να μην με άκουγες/Εύχομαι να μπορούσα να συγχωρήσω τον εαυτό μου που σε αγάπησα/ Ω, αυτό εύχομαι»!

Μια ακόμα φιλόδοξη και ευχάριστη ποιητική φωνή που έρχεται στη χώρα μας και στην ελληνική γλώσσα με τα φτερά των εκδόσεων Βακχικόν, και με τη μετάφραση του Ανδρέα Αντωνίου.