Top menu

"Ιππείς", Αριστοφάνη - Κριτική θεάτρου

Γράφει ο Κ. Γ. Βασιλείου

Το παρόν κείμενο ξεκινά ανορθόδοξα· αναφέρεται σε δύο γεγονότα του 424 π.χ. Οι “Ιππείς” του Αριστοφάνη (445-386 π.χ.) απετέλεσαν ένα κοσμικό γεγονός, μια παρωδία προσώπων, έναν αληθή λίβελλο· στόχος του ήταν η διαφθορά των πολιτικών της εποχής, μεσούντος του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.χ.). Ο φιλοπόλεμος, δημοφιλής στρατηγός Κλέων, είχε καταγάγει τον προηγούμενο χρόνο περηφανή νίκη κατά των Σπαρτιατών στην Σφακτηρία και αιχμαλώτισε πολλούς εχθρούς· όμως, ο συντοπίτης του, από τον Δήμο των Κυδαθηναίων, Αριστοφάνης τον μισούσε και είχε μάλιστα συρθεί στα δικαστήρια, αθωωθείς τελικά· έτσι είχε εμμονή με το πρόσωπο του πολέμαρχου· σε όλη του τη ζωή έγραφε αρνητικά σχόλια για την προσωπικότητα του Κλέωνα.

Οι εύστροφοι Αθηναίοι, εθισμένοι στα θεατρικά δρώμενα και στα σκηνικά ευρήματα, χάρισαν τη πρώτη θέση στα Λήναια στον Αριστοφάνη και σε λίγους μήνες επέλεξαν στρατηγό τον Κλέωνα· άραγε τους άρεσαν και οι δύο; Ενώ τούτο φαίνεται ολίγον αντιφατικό, όμως σημαίνει αναγνώριση στο πρόσωπο του Κλέωνα ενός σπουδαίου ηγέτη, πλην του επισήμαιναν, ότι δεν θα ανέχονταν την σοβούσα διαφθορά.

Οι "Ιππείς" πάντως κατόρθωσαν να υπερβούν την εποχή τους· η ακραία περιγραφή των υπογείων συναλλαγών και υποσχέσεων, που μόνο στόχο είχαν την κατάληψη της εξουσίας, μέσω τεχνασμάτων, διατηρούν διαχρονική ισχύ και υποδόρια διδάσκουν τους θεατές να είναι επιφυλακτικοί με τα πολιτικά πρόσωπα, έστω και αν είναι προβεβλημένα· στην ουσία ευτελίζεται ο δημόσιος βίος, σε υπερβάλλοντα βαθμό και καθαιρούνται είδωλα από τις συνειδήσεις των εύπιστων πολιτών· ο θεατρικός λόγος, έστω και αν είναι υπερβολικός, πολλάκις μάλιστα ανατρεπτικός και συχνά συκοφαντικός, δεν παύει να επιτελεί την αποστολή του και να σχολιάζει τα τρωτά των κοινών.

Οι «Ιππείς» αποτελούνται από 1407 στίχους, μέσα στους οποίους εξελίσσεται η αγωνιώδης προσπάθεια του ποιητή (και σκηνοθέτη) να ευτελίσει τα δημόσια πράγματα της Αθήνας, με κύριο χαρακτηριστικό, πως δεν υποδεικνύει κάποια σωτήρια λύση ή ένα υγιές καθεστώς ή λαμπρούς και ανιδιοτελείς άντρες, που θα παρέμβουν αποφασιστικά προς την ορθή κατεύθυνση· ο επικρατήσας τελικά αλλαντοπώλης είναι χειρότερος από τον διεφθαρμένο Παφλαγόνα, οπότε η κατάληξη των δρωμένων οδηγείται σε αδιέξοδο.

Τρία είναι τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του έργου: α).- ο βυρσοδέψης - δερματάς Παφλαγόνας = Κλέων, ήτοι ένας πανούργος, συκοφάντης, χωριάτης, ρουφιάνος, θρασύς, διαβολέας, κέρβερος, γλείφτης, μέθυσος, απατεώνας, χείμαρρος, αγριοφωνακλάς, άρπαγας, άθλιος, κτήνος, κατεργάρης, σκυλοπίθηκος, κλέφτης, λιποτάκτης, αχρείος, θρασίμι, αυθάδης, στούρνος, βρομιάρης (ενδεικτικά του χαρακτήρα του είναι η φράση: “πως είμαι κλέφτης εγώ τ’ ομολογώ”, στ. 296), β).- ο αλλαντοπώλης Αγοράκριτος, που ηγείται του αντιεξουσιαστικού αγώνα (Θα γίνεις μεγάλος, επειδή είσαι πονηρός και περπατημένος και θρασύς, με γονείς τιποτένιους, ξύλο απελέκητο, γομάρι, αιμοβόρος, ψεύτης, σκυλομεγαλωμένος, καραγωγέας) και γ).- ο γέρος και βαρήκοος Δήμος, που περιπαίζεται από τους ιθύνοντες.  

Ο διεφθαρμένος  Παφλαγόνας κατέχει τα ηνία της δύναμης και ο άξεστος αλλαντοπώλης Αγοράκριτος, που επιλέγεται από τους δούλους και τους ιππείς, εξέχοντες της πόλης, να διαδεχθεί τον άρχοντα και να αναλάβει αυτός την διεύθυνση του Δήμου. Δευτερεύοντες ρόλους  παίζουν οι επίσης δούλοι Δημοσθένης και Νικίας, που εισάγουν τους θεατές στην υπόθεση με έξυπνους διαλόγους· τα ονόματά τους παραπέμπουν στους δύο στρατηγούς της μάχης της Σφακτηρίας, που ολιγωρούσαν και ο Κλέων παρενέβη αποφασιστικά με συνέπεια τη νίκη των Αθηναίων· αυτή η δόξα του επιφανούς στρατηγού ο Αριστοφάνης θεωρούσε ότι εισεπράχθη με δόλο. Κάποιος Υπέρβολος, με μεγαλεπίβολα σχέδια επέκτασης του Κράτους των Αθηνών στην Καρχηδόνα, βρίσκεται και αυτός στο στόχαστρο του ποιητή (στ. 1304-1308, 1382-1383).

Σημειώνεται, ότι η τάξη των ιππέων επηρέαζε με τη δύναμή της τις πολιτικές εξελίξεις· οι ιππείς συγκροτήθηκαν (από νέους και φυσικώ τω λόγω, παρορμητικούς) σε αποτελεσματικό πολεμικό σώμα, που απελάμβαναν την “κατάσταση”, ένα βοήθημα για να μπορούν να συντηρούν τα άλογά τους· η δύναμη που ανέδιδε το ιππικό, δημιούργησε αλαζονικές τάσεις· οι ιππείς μετείχαν ενεργά στη πολιτική στάση του 403 π.χ., όταν οι ηττημένοι πολίτες αποδέχθηκαν την επικράτηση των ολιγαρχικών.                   

Ο Χορός (δηλαδή οι ιππείς), αναδεικνύει την “παράβαση”, θεμελιώδες εύρημα της κλασσικής κωμωδίας, όπου, κατά κανόνα, οι υποκριτές συνομιλούν με τους θεατές και απευθύνουν διδαχές ή ευφυολογήματα ή κρίσεις για τα κύρια πρόσωπα της παράστασης ή συμπεράσματα για την εν γένει κατάσταση της πόλης. Τα άσματα ή οι ακουόμενες διεγερτικές φωνές, ενώ κατ’ αρχήν δεν φαίνονται ως συγκροτημένος λόγος, στην πραγματικότητα υπηρετούν μια άκρως επιμελημένη συγχορδία, που υποβοηθά την κυρίως υπόθεση: αποτελείται από τον κατακελευσμό (στ. 498-506), την κυρίως παράβαση ή το αναπαιστικό τετράμετρο ή ανάπαιστους (στ. 507-594), τον πνιγμό (στ. 547-550), την ωδή (στ. 551-564), το επίρρημα (στ. 565-580), την αντωδή (στ. 581-594) και το αντεπίρρημα (στ. 595-610).

Το έργο αυτό αποτελεί παρωδία της πολιτικής απάτης· ένα συμβολικό κείμενο, όπου καθ’ υπέρβασιν περιπαίζονται οι θεσμοί, όχι για να καταρρεύσουν, αλλά για να βελτιωθούν· η κοινωνία οφείλει να αποβάλλει από τα δημόσια πράγματα τους αδίστακτους, τους συμφεροντολόγους, τους χυδαίους, τους λαϊκιστές, τους φαύλους, τους απαίδευτους, τους δημαγωγούς· ο κορυφαίος κωμωδιογράφος εκμεταλλεύθηκε τις άσχημες βιοτικές συνθήκες της Αθήνας, λόγω του πολέμου, οπότε οι βολές εναντίον της άρχουσας τάξης ήταν ευκολοχώνευτες από τους δεινά διαβιούντες κατοίκους της Αττικής.

Ενδιαφέρον εύρημα είναι η επίκληση χρησμών (στ. 998-1099 και 1270 επ.) εκ μέρους των ανταγωνιζομένων, προκειμένου να υπερισχύσουν στην αγωνιώδη προσπάθεια προσεταιρισμού του αγόμενου και φερόμενου λαού· ο επίμαχος σημαντικότερος χρησμός, που οι δούλοι έκλεψαν από τον Παφλαγόνα, αναγράφει πως τον δερματέμπορα αυτόν θα διαδεχθεί ένας "πιο καπάτσος αλλαντοπώλης" (στ. 115-143).

Ειδική γίνεται αναφορά στη σατιρική ποίηση (στ. 515-517, “η κωμωδία είναι το ποιο δύσκολο είδος απ’ όλα/ και πολλοί προσπαθούν, μα λίγοι τα καταφέρνουν”), κυρίως όμως στους παλαιότερους κωμωδιογράφους, που κατέληξαν λησμονημένοι από τους πολλούς: ο Μάγνης (στ. 519-525), ποιητής του 5ου π.χ. αιώνα, που είχε νικήσει στα Μεγάλα Διονύσια (“εκείνος που με τόσους χορούς, τόσους ενίκησε, εκείνος που/ όλους τους ήχους έβαλε και ψαλμούς και φτερουγίσματα/ και κιθάρες κι ανατολίτικα και βουίσματα και βατράχους έντυσε”)· ο πολυβραβευμένος και ιδιαίτερα δηκτικός Κρατίνος (519-422 π.χ.) που υπηρέτησε την Αττική Κωμωδία με 24 θεατρικά έργα και ένα από αυτά το “Πυτίνη” έλαβε το 1ο βραβείο, ενώ οι “Νεφέλες” του Αριστοφάνη ήλθαν τελευταίες (“όλα τότε μόνο τη «συκόπεδη Δωρώ» τον άκουγες/ και το «τεχνίτες ύμνων, καλόφτιαχτων», την επιτυχία του”)· ο Κράτης (στ. 537-540), βραβευμένος 3 φορές στα Μεγάλα Διονύσια (“αυτός που με τα λίγα σας χόρταινε και με τη μελίστακτη/ φωνή του ιδέες κι αστεία υπέροχα σας σέρβιρε”). Σημειώνεται ότι δεν έχουν διασωθεί ολόκληρα έργα των παραπάνω ποιητών, παρά μόνον σπαράγματα. 

Η παράσταση στην Επίδαυρο (27-6-2021) ήταν επιτυχής· ο σκηνοθέτης (και χορογράφος και σκηνογράφος) Κωνσταντίνος Ρήγος κατάφερε να συντάξει αριστοτεχνικά την τάξη των ιππέων, που εκπροσωπούσαν την ανατροπή και την αλλαγή· δίδαξε τους αεικίνητους εύπλαστους ταλαντούχους ηθοποιούς, πώς να λειτουργούν ως ομάδα, χωρίς να χάνουν την προσωπική τους αυτοτέλεια· κατάφερε να δώσει το πανηγυριώτικο αριστοφανικό κλίμα και τις ιδιότυπες εκλάμψεις της κλασσικής κωμωδίας· δεν υπερέβαλλε στους χαρακτηρισμούς, τουλάχιστον όχι παραπάνω από τον ποιητή· τα σκηνικά (πλινθία δίκην αλόγων, λείψανα στύλων κλπ), λιτά και απέριττα. Στην θετική εικόνα συνεισέφερε αποφασιστικά η διεγερτική, ως όφειλε, μουσική του  Θ. Ρεγκλή.

Αρνητικά σημεία ήταν οι αναφορές στη σύγχρονη πραγματικότητα, οι οποίες δεν έχουν θέση σε ένα έργο 2500 ετών, όπως οι φράσεις: “θα το σχίσουμε το μνημόνιο”, “λεφτά υπάρχουν”, “δεν θέλω ου”, “σιγά μη πέσει η κυβέρνηση για ένα κωλόσπιτο”, “go back madame”, ή το λαϊκό άσμα “με τα φώτα νυσταγμένα”  ή το “Survivor” ή το “House of fame” ή το “Game of throne” κλπ.· τα αναφερθέντα ανήκουν στον χώρο θερινής επιθεώρησης και όχι σε Επιδαύρεια παράσταση, η οποία δεν είχε ανάγκη χοντροκομμένων παραλληλισμών· άρα ο περιορισμός στον αθυρόστομο και ιδιαίτερα τολμηρό Αριστοφάνειο λόγο άγει στην αναγκαία ισορροπία και συντρέχει τους θεατές να σκεφθούν, να αναλογισθούν να φέρουν στο μυαλό τους παρόμοιες καταστάσεις της εποχής μας· οι δέκτες μηνυμάτων πρέπει να διαθέτουν ελεύθερο χώρο, να προβαίνουν σε δικές τους κρίσεις και όχι να καθοδηγούνται με χωρατά, ενεργοποιούντα κατώτερες στοιβάδες του υποσυνείδητου. 

Οι 17 ιππείς, με ανεξάντλητο ρυθμό, οδήγησαν κυριολεκτικά την παράσταση σε υψηλά επίπεδα· δεν υστέρησε κανείς· όλοι οι αναφερόμενοι μετείχαν με θέρμη στη μεγάλη γιορτή της κωμωδίας και του σαρκασμού: Π. Αλεξανδρόπουλος, Αλ. Βαρδαξόγλου, Θ. Γρίβας, Π. Ζυγούρος, Κ. Καΐκης, Γ. Καράμπαμπας, Αλκ. Μαγκόνας, Λ. Μαλκότσης, Β. Μπούτσικος, Γ. Πατεράκης, Κ. Πλεμμένος, Π. Σιούντας, Γ. Σκαρλάτος, Αντ. Σταμόπουλος.

Οι τρείς κορυφαίοι του Χορού απέδειξαν, ότι αποτελούν το παρόν και το μέλλον της εγχώριας υποκριτικής τέχνης· Ο Γ. Χαρίσης, ο Κ. Μπιμπής και η Στ. Γουλιώτη (μοναδική γυναίκα της παράστασης, με έξοχη κινητικότητα και σωστή άρθρωση· εξαιρετική αναλαμπή της ήταν οι δύο ατομικές εξάρσεις, η πρώτη με επωδό “τα ίδια πάντοτε δεν βλέπω;” και η δεύτερη με την επίκληση των θεών), υπερέβησαν εαυτούς και οδήγησαν τη δράση σε ιδιάζουσα έξαρση. 

Ο Π. Μουζουράκης (ως Δημοσθένης, αλλά και ως τραγουδιστής) και ο Κ. Πλεμμένος (ως Νικίας) προσέθεσαν στο ενεργητικό τους εξέχοντες ρόλους.

Ο Κ. Κόκλας (ως Κλέων-Παφλαγόνας) με εμφανή σοβαροφάνεια, όπως απαιτούσε ο ποιητής, υποδύθηκε τον αδιαφανή άρχοντα της πόλης, στηριζόμενο σε αναληθή επιτεύγματα· δεν υστέρησε σε κανένα σημείο της παράστασης.

Ο Α. Αβαρικιώτης (ως αλλαντοπώλης-Αγοράκριτος, αντίπαλος και διάδοχος του Κλέωνα) με καυστική σάτιρα και ξεκαρδιστικές ατάκες σκιτσάρισε εύστοχα ένα άξεστο μικροκομπιναδόρο που εξελίχθηκε σε ηγέτη του Δήμου και ο οποίος μετά την ανάληψη του θώκου εκφράζει φιλειρηνικά αισθήματα (“ειρήνη τριαντάχρονη σου κλείνω”, στ. 1313, 1329).

Ο Στ. Ιακωβίδης (ως Δήμος) ήταν η έκπληξη, παίζοντας με στιβαρότητα και αυτοέλεγχο τον κατ’ εξοχήν αλληγορικό ρόλο του δημοσίου χώρου, όπου βακχεύονταν επίβουλοι πολιτικοί.

Συμπερασματικά, ο θίασος του Εθνικού Θεάτρου εξεπλήρωσε θετικά την αποστολή του· δεν άφησε ποιοτικές αμφιβολίες, κυρίως όμως απέδειξε ότι μπορεί να αναδεικνύει το νέο αίμα της ελληνικής σκηνής. 


(σ.σ. Η παράσταση ανέβηκε σε μετάφραση Σωτήρη Κακίση. Οι επίκαιρες παρεμβάσεις αποτελούν σκηνοθετικό εύρημα).