Top menu

Οι Ευριπίδης Γαραντούδης και Σοφία Κολοτούρου στο Vakxikon.gr για την "Ανθολογία Νέας Ελληνικής Ποίησης"

 
Η Ανθολογία Nέας Eλληνικής Ποίησης είναι η τελευταία της σειράς Ανθολογίες Νέων Ποιητών - Young Poets και αυτή που ολοκληρώνει τον κύκλο αυτού του ιδιαίτερου project των εκδόσεων Βακχικόν που είχε στόχο να φέρει στους Έλληνες αναγνώστες σύγχρονες ποιητικές φωνές απ' όλη την Ευρώπη. Την ανθολόγηση έκαναν οι Ευριπίδης Γαραντούδης και Σοφία Κολοτούρου και με αφορμή την κυκλοφορία της μιλούν στο περιοδικό Vakxikon.gr, για το ποιητικό της περιεχόμενο και τη σύγχρονη ελληνική ποίηση. 
 
Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Πώς εργαστήκατε αναφορικά με την ανθολόγηση των ποιημάτων που περιλαμβάνονται στην Ανθολογία Νέας Ελληνικής Ποίησης; Ποια ποιητικά χαρακτηριστικά φέρουν οι ποιητές που συμπεριλαμβάνονται σε αυτή;

Η ανθολογία μας είναι ενταγμένη στην εκδοτική σειρά «Ανθολογίες νέων ποιητών» των ευρωπαϊκών γλωσσών ή χωρών. Συνεπώς εναρμονίστηκε με τις γενικές προδιαγραφές του όλου εκδοτικού προγράμματος σε ό,τι αφορά την έκταση της εισαγωγής και του βιβλίου. Στην ανθολογία λοιπόν έχουν περιληφθεί ποιητές και ποιήτριες που γράφουν στην ελληνική γλώσσα, ήταν μέχρι 40 ετών το 2021 και έχουν εκδώσει ένα τουλάχιστον ποιητικό βιβλίο. Συγκεκριμένα, έχουν περιληφθεί 18 ποιητές και 6 ποιήτριες. Για λόγους αρχής δεν έχουν συμπεριληφθεί ποιητές και ποιήτριες που έχουν εκδώσει τα βιβλία τους από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Ακόμη, δεν έχουν περιληφθεί ποιητές και ποιήτριες κυπριακής καταγωγής, που επίσης γράφουν στην ελληνική γλώσσα, καθώς αυτοί και αυτές έχουν ενταχθεί στην Ανθολογία νέων κυπρίων ποιητών, που κυκλοφόρησε το 2018 στο πλαίσιο της ίδιας σειράς.

Ποια είναι εκείνα τα σημαντικά σημεία σύγκλισης της σύγχρονης ελληνικής ποίησης που εσείς αποκομίσατε και θα σημειώνατε μέσα από την εργασία σας για την δημιουργία αυτής της ανθολογίας;

Σε σχέση με την προγενέστερη κατάτμηση του έργου των ποιητών της μεταπολίτευσης σε γενιές, δεν υπάρχει συμφωνία ότι οι νέοι έλληνες ποιητές και ποιήτριες αυτής της ανθολογίας συγκροτούν ποιητική γενιά, ενώ οι ίδιοι στη μεγάλη πλειονότητά τους δεν δέχονται έναν τέτοιο συλλογικό προσδιορισμό. Με δεδομένο ότι οι νέοι ποιητές και ποιήτριες εμφανίστηκαν στον χώρο της ποίησης προς το τέλος της δεκαετίας του 2000 και συνέχισαν να γράφουν ποίηση στη συνέχεια, τίθεται το ερώτημα αν και κατά πόσο το έργο τους προσδιορίστηκε από την κρίση. Θεωρώντας γενικότερα την εντόπια ποιητική παραγωγή, διαπιστώνουμε ότι ενώ μέχρι το 2011 η οικονομική και κοινωνική κρίση μάλλον θεματοποιήθηκε ελάχιστα στην ελληνική ποίηση, στη συνέχεια και μέχρι σήμερα τα ποιήματα που άμεσα ή υπαινικτικά, με κρυπτικά αφαιρετικό ή ρητά αναφορικό τρόπο, θεματοποίησαν πολλές και ποικίλες όψεις της κρίσης πύκνωναν ολοένα και περισσότερο. Η κρίση, λοιπόν, προσδιόρισε ένα πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον και συνάμα ένα πεδίο πολλαπλών εντάσεων λίγο πολύ αναπόδραστα από όλους και όλες και αναμφίβολα μαρτυρείται ως κοινή θεματική περιοχή στο έργο των νέων ποιητών και ποιητριών. Προφανώς υπάρχουν και άλλα, πιο εσωτερικά, σημεία σύγκλισης που αφορούν, πέρα από τη θεματική, το εκφραστικό στίγμα των ποιητών και ποιητριών, αλλά αυτά τα σημεία δεν εντοπίζονται στο σύνολό τους αλλά σε μικρότερες ομάδες.

Υπάρχουν κατά τη γνώμη σας τρέχοντα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα που επηρεάζουν ιδιαίτερα τη σύγχρονη ελληνική ποίηση;

Όπως προαναφέραμε, το έργο των νέων ποιητών και ποιητριών προσδιορίστηκε από την κρίση, νοούμενη ως το σύνολο των διάφορων και αλληλοεξαρτώμενων όψεών της (οικονομική στενότητα ή και εξαθλίωση στρωμάτων του πληθυσμού, ριζική αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού, κοινωνική αναταραχή και ανασφάλεια, αλλαγή ή ανατροπή αξιών, ανυποληψία των θεσμών ή και θεσμική κατάρρευση, εξαναγκασμός πολλών νέων, ιδίως επιστημόνων, σε φυγή στο εξωτερικό κ.α.) Αλλά δεν έχει, κατά τη γνώμη μας, σημασία να αντιληφθούμε την κρίση ως όρο κοινού γραμματολογικού προσδιορισμού τους -θα ήταν αφελές να τους ονομάσουμε «γενιά της κρίσης» ή κάτι συναφές- όσο κυρίως να θεωρήσουμε την κρίση ως εκείνη τη δεσπόζουσα συνθήκη μέσα στην οποία διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό το λογοτεχνικό και κριτικό πεδίο της νεανικής ποίησης.

Γιατί θα προτείνατε στους αναγνώστες να διαβάσουν την Ανθολογία Νέας Ελληνικής Ποίησης;

Η νεανική ποίηση της κάθε γλώσσας - χώρας συνδέεται με τις κατά τόπους ιδιαιτερότητες, όπως αυτές προέκυψαν από την τοπική πολιτικοκοινωνική ιστορία, με άλλα λόγια τις επί μέρους ανά χώρα, κοινωνία και κουλτούρα εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών, βιωμένες από τους ποιητές. Υπό αυτό το πρίσμα, η συνανάγνωση των ποιημάτων της παρούσας ανθολογίας προσφέρει ένα, έστω μερικό και προφανώς διαθλασμένο μέσα από τις επιλογές των ανθολόγων, πανόραμα της ποίησης των νέων ελλήνων ποιητών και ποιητριών, το οποίο προκαλεί ερεθίσματα και τροφοδοτεί σκέψεις.

Πόσο σημαντικό είναι κατά τη γνώμη σας να «ακούμε» τις νεότερες ποιητικές φωνές;

Όπως έγραψε ο Γιώργος Σεφέρης: «Εμείς, δεν μπορεί, θυμόμαστε ακόμη τί δώσαμε. Εκείνος θα θυμάται μονάχα τί κέρδισε από την κάθε του προσφορά. Τί μπορεί να θυμάται μια φλόγα; Α θυμηθεί λίγο λιγότερο απ’ ό,τι χρειάζεται, σβήνει· α θυμηθεί λίγο περισσότερο απ’ ό,τι χρειάζεται, σβήνει. Να μπορούσε να μας διδάξει, όσο ανάβει, να θυμόμαστε σωστά. Εγώ τελείωσα· να γινότανε τουλάχιστο να αρχίσει κάποιος άλλος αποκεί που τελείωσα εγώ».[1] Εμείς, οι μεγαλύτεροι ηλικιακά ποιητές και αναγνώστες της ποίησης ακούμε τις νεότερες ποιητικές φωνές έχοντας πάντοτε τη λαχτάρα να ανακαλύψουμε τους επιγόνους μας, εκείνους που θα παραλάβουν την ποιητική σκυτάλη και θα συνεχίσουν το νήμα της ποίησης από το σημείο όπου το φτάσαμε και το αφήνουμε. Επίσης, όμως, έχουμε και την προσμονή της αλληλεπίδρασης, της ποιητικής ώσμωσης και της συνομιλίας μεταξύ μας, οι μεγαλύτεροι και οι νεότεροι, προκειμένου να καλλιεργηθεί μια υγιής ποιητική άμιλλα και να επιτευχθεί μια διασύνδεση τέτοια που θα μας κάνει κι εμάς καλύτερους στο έργο μας.

Τι κρατάτε από την ενασχόλησή σας με την συγκεκριμένη ανθολογία;

Αυτό που κρατάμε είναι το ότι η ποίηση, νεανική και μη, είναι ουσιαστικά μία, ενιαία και αδιαίρετη, καθώς συνεχίζει και θα συνεχίσει τον μοναχικό δρόμο της, δίπλα στην πλημμυρίδα της πεζογραφίας, ως έκφραση της ανάγκης, εν προκειμένω της ανάγκης του πιο δυναμικού πυρήνα της, των νέων δημιουργών της, για την όσο το δυνατό πιο συμπυκνωμένη και στοχαστική έκφραση της ανθρώπινης κατάστασης.

[1] Γιώργος Σεφέρης, «Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο», Τετράδιο Γυμνασμάτων. Ποιήματα, Αθήνα, Ίκαρος 1992 (17η έκδοση), σ. 120-123