Top menu

Με τον Κώστα Γραμματικόπουλο για το νέο του μυθιστόρημα "Ολιέβιν"

 

Ο Κώστας Γραμματικόπουλος μετά τη νουβέλα του "Θα τα πω όλα στον Θεό" παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό το μυθιστόρημά του Ολιέβιν, ένα βιβλίο - ταξίδι στο χώρο και στον χρόνο με ένα πρωταγωνιστή που οδεύει στα χνάρια του Οιδίποδα, όπως μας λέει στη συνένευξη που ακολουθεί. 

Συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

 

Το νέο σας μυθιστόρημα Ολιέβιν κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν. Πως νιώθετε που το κρατάτε στα χέρια σας;

Νιώθω ένα βάρος και μια ευθύνη. Και βέβαια μια τεράστια ικανοποίηση, μιας και ολοκληρώθηκε αυτό το δύσκολο εγχείρημα κι αυτό διότι η συγγραφή ενός μυθιστορήματος εμπεριέχει έναν μεγάλο κίνδυνο: να γελοιοποιηθείς μιας και ο συγγραφέας εκτίθεται στο αναγνωστικό κοινό, εκθέτει γυμνή την ψυχή του βορά στο άγνωστο πλήθος. Αξίζει άραγε τον κόπο; Πολλές φορές αναρωτιέμαι. Άλλες φορές απαντώ θετικά και άλλες, τις περισσότερες αρνητικά. Να το αμείλικτο ερώτημα που τίθεται: Αξίζει άραγε ένας συγγραφέας να εκθέσει γυμνή την ψυχή του στο άγνωστο πλήθος;

Ένα μυθιστόρημα εποχής. Πως εμπνευστήκατε την ιστορία και γιατί αποφασίσατε να την τοποθετήσετε στην συγκεκριμένη εποχή;

Το βιβλίο διαδραματίζεται 100 χρόνια πριν, στα 1923, σε τέσσερα διαφορετικά μέρη: Στην Κηφισιά, στην Άνδρο, στην Οδησσό και στην Μόσχα. Ουσιαστικά είναι ένα μαγικό ταξίδι στον χρόνο και στον χώρο. Η εποχή εκείνη έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα από πολιτική και κοινωνική διάσταση. Μετά από δέκα χρόνια πολέμου, μετά από δύο βαλκανικούς πολέμους, τον Α' Παγκόσμιο και την Μικρασιατική καταστροφή, η Ελλάδα πρέπει να αναμετρηθεί με την ιστορική της ευθύνη και να επιζήσει. Αλλά εμένα με ενδιέφερε περισσότερο η κοινωνική διάσταση εκείνης της εποχής όπου στην Κηφισιά -εκεί  διαδραματίζεται  όλο το πρώτο μέρος  του μυθιστορήματος- κατοικούν τρεις τάξεις ανθρώπων. Η αστική τάξη και ο πνευματικός κόσμος εκείνης της εποχής, οι γηγενείς Κηφισιώτες (αμαξάδες, νερουλάδες, αγρότες κ.λπ.) καθώς και 1800 περίπου πρόσφυγες από το Λυθρί και τα Βουρλά της Μικράς Ασίας οι οποίοι πήγαν στην Κηφισιά για να δουλέψουν στα χωράφια των μεγαλοκτηματιών. Αυτή ήταν η κοινωνική διαστρωμάτωση όπου εξελίσσεται η ιστορία μας. Από τη μια πλευρά η αστική τάξη και από την άλλη οι κατατρεγμένοι πρόσφυγες.

Πως δουλέψατε για να δημιουργήσετε την ατμόσφαιρα, να εκμεταλλευτείτε τα ιστορικά στοιχεία αλλά και να δημιουργήσετε τους βασικούς χαρακτήρες;

Είμαι πεπεισμένος ότι οι ήρωες με βρήκαν και όχι εγώ αυτούς και μέσα από τους χαρακτήρες γεννήθηκε όλος αυτός ο μαγικός κόσμος και η ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης. Από τη στιγμή εκείνη, την στιγμή δηλαδή που οι ήρωες παίρνουν σάρκα και οστά, η ροή του μυθιστορήματος κυλάει απρόσκοπτα. Και μάλιστα συμβαίνει κάτι παράδοξο. Όταν ο συγγραφέας υποκύπτει σε κάποιο σφάλμα, τότε οι ήρωες του τον επαναφέρουν στην τάξη, του δείχνουν τον σωστό δρόμο, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω το πώς, παραμένει ένα άλυτο μυστήριο ακόμα και σε εμένα.

Θα μας συστήσετε στον κεντρικό σας ήρωα τον Ολιέβιν;

Ο Ολιέβιν, ένας εβδομηντάχρονος καθηγητής πιάνου, ακολουθεί τα χνάρια του Οιδίποδα. Είναι αυτός ο άνθρωπος που μπορεί να αντέξει τα πάντα στη ζωή του, όλες τις συμφορές και δυστυχίες, όπου μέσα από την τέφρα του αναγεννάται. Αντιφατικός και δαιδαλώδης συνθλίβεται ανάμεσα σε τεράστια διλήμματα, ενώ η πνευματική του σχέση με την δεκαοχτάχρονη μαθήτρια του Δάφνη, θα καθορίσει την μετέπειτα ζωή του.

Ποιες είναι οι σκέψεις σας όταν φαντάζεστε έναν αναγνώστη να διαβάζει το βιβλίο σας;

Αναζητώ τον ιδανικό αναγνώστη, αυτόν με τον συναισθηματικό πλούτο και την πνευματική διαύγεια και η αλήθεια είναι  ότι συναντήθηκα μαζί του και η χαρά μου ήταν τεράστια. Θα σας διηγηθώ μια συγκλονιστική ιστορία που με ταρακούνησε ως συγγραφέα. Πριν από 3-4 χρόνια, είχα γράψει ένα μικρό διήγημα με τίτλο Το αηδόνι και το ρόδο εμπνευσμένο από το ομώνυμο παραμύθι του Όσκαρ Ουάιλντ. Την επόμενη μέρα της δημοσίευσης  έλαβα το εξής  μήνυμα: Αγαπητέ κύριε Γραμματικόπουλε, λέγομαι Μ.Κ. και είμαι νοσηλεύτρια. Στην απογευματινή μου βάρδια υπήρχε στο θάλαμο μου ένα κορίτσι 18 ετών που έπασχε από σκλήρυνση κατά πλάκας και από το πρωί έκλαιγε  από τους αφόρητους πόνους και παρ’ όλες τις προσπάθειες μου δεν μπορούσα να τη συνεφέρω. Τότε αποφάσισα να της διαβάσω το διήγημα σας παρ’ όλες  τις αντιρρήσεις της συναδέλφου μου ότι η προσπάθεια μου θα ήταν μάταιη. Όταν τελείωσα το διήγημα, ω του θαύματος ,το κορίτσι σταμάτησε να κλαίει και μου είπε: Να πείτε ένα μεγάλο ευχαριστώ στον συγγραφέα και να του πείτε ότι δεν θα ξανακλάψω ποτέ Συγκινήθηκα βαθιά. Ναι, στην ψυχή αυτού του κοριτσιού το διήγημα μου βρήκε τον ιδανικό αναγνώστη. Ελπίζω ότι και ο Ολιέβιν θα συναντήσει αυτόν τον αναγνώστη και είμαι πεπεισμένος ότι τελικά αυτή η επιθυμία μου θα πραγματοποιηθεί.

Κάθε συγγραφέας επιθυμεί φυσικά να διαβαστεί το βιβλίο του. Όμως τι σημαίνει για εσάς προσωπικά η συγγραφή;

Όταν βρίσκομαι στη διαδικασία της συγγραφής νιώθω ένας ευτυχισμένος άνθρωπος, έχω την αίσθηση της πληρότητας, ότι δεν μου λείπει τίποτα, δημιουργώντας ένα παράλληλο σύμπαν, το σύμπαν της μυθοπλασίας με τους ήρωες μου - πρωταγωνιστές και γνωρίζοντας ότι δεν θα με προδώσουν ποτέ, μιας και νιώθω ότι με εμπιστεύονται, ελπίζοντας ότι έχω φανεί αντάξιος των προσδοκιών τους.