Top menu

"Η κυρία του Μαξίμ" του Ζωρζ Φεντώ -Κριτική Θεάτρου

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου

Στην Κεντρική σκηνή του Εθνικού θεάτρου, διδάχθηκε στις 20/10/2020, η κωμωδία «Η κυρία του Μαξίμ» (La dame de chez Maxim) του Γάλλου συγγραφέα GeorgesFeydeau (1862-1921), που πρωτοπαίχθηκε το 1899, στο Theatre desNouveautes.

Η "Κυρία του Μαξίμ" εκτυλίσσεται σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, όπου ένα πρωινό ο σοβαρός και μετρημένος γιατρός Πετιπόν ξυπνάει έκπληκτος αφού στον ίδιο χώρο βρίσκεται μια πόρνη (Μωμ Κρεβέτ ή Γαριδούλα), με την οποία διασκέδασε το προηγούμενο βράδυ. Ακολουθούν απανωτά επεισόδια, όταν τον επισκέπτεται η ανυποψίαστη γυναίκα του (Γκαμπριέλ Πετιπόν) και ο θείος του πλούσιος στρατηγός Πετιπόν, ο οποίος θεωρεί την Γαριδούλα σύζυγο του ανεψιού του, ενώ η Γκαμπριέλ υποθέτει ότι η Γαριδούλα είναι σύζυγος του στρατηγού. Επί σκηνής εμφανίζεται μια πολυθρόνα, που όποιος κάθεται σε αυτήν αποσβολώνεται και επί της οποίας συμβαίνουν διάφορα κωμικά δρώμενα. Η παράσταση διανθίζεται από ξεκαρδιστικές σκηνές, κάτω από την ανηλεή επίκριση της αστικής τάξης της Belle Epoque, όπου κυριαρχεί ένα ταυτοτικό ψεύδος, αλλά εν τέλει όλα καταλήγουν σε ευτυχές τέλος.

Το έργο αυτό έτυχε πρωτοφανούς υποδοχής και επιδεικνύει ισχυρή διαχρονικότητα, αφού εξακολουθεί να παίζεται από θιάσους ανά τον κόσμο. Η μέθοδος του Φεντώ είναι ανυπέρβλητη· χρησιμοποιώντας το σχήμα της υπερβολής στα όρια του γκροτέσκο, δημιούργησε ένα πολύπλοκο υπερθέαμα, όπου τα αστεία και τα απρόοπτα διαδέχονται το ένα το άλλο, με ρυθμό πολυβόλου, αλλά πλήρως ταξινομημένα, χωρίς χάσματα, με θαυμαστή εναλλαγή προσώπων και πραγμάτων. Η φάρσα, υπό την επιρροή της κωμωδίας ηθών, κυρίως όμως της κομεντί, διατηρεί τα πρωτεία και οδηγεί αυτήν την θεατρική ίντριγκα σε ανώτατο σημείο επιτυχίας· πάντως, οι παραδόξες συμπτώσεις δεν αποτελούν αποκλειστικότητα της, αν αναλογισθούμε το λεχθέν ευφυώς, πως ο Οιδίπους βρέθηκε σε λάθος σημείο, τη λάθος στιγμή και συνάντησε το λάθος πρόσωπο.

Η "Κυρία του Μαξίμ" παρουσιάστηκε στην Ελλάδα το 1907, με πρωταγωνιστές την Μαρίκα Κοτοπούλη (Μωμ Κρεβέτ) και τον Τηλέμαχο Λεπενιώτη (Πετιπόν). Η εφημερίδα Εστία έγραφε στις 19-6-1907, ότι "Ο κόσμος εγέλασε, χάρις εις το δαιμόνιον της δεσποινίδος Κοτοπούλη, διότι, ενώ είναι κατ' εξοχήν παθαινομένη τραγωδός της ελληνικής σκηνής, η αμίμητος κομεντιέν χθές κατέπληξεν τον κόσμον ως πρωταγωνίστρια εις παρισινήν φάρσαν, ως σαντέζα του Μαξίμ". Επιπλέον και εις κατάδειξιν των κρατούντων παλαιότερα ηθών στην Βιβλιοθήκη ΙΒ', 1912, καταχωρείται το εξής σχόλιον για την μεγάλη αυτήν πρωταγωνίστρια: "Υπήρξεν η σημαιοφόρος της πολιτογραφήσεως παρ' ημίν των ασέμνων κωμωδιών και υπέστη διωγμόν εκ μέρους της Αστυνομίας".

Επαναλήφθηκε από διάφορα θεατρικά σχήματα: το 1914 με πρωταγωνιστές πάλι την Μ. Κοτοπούλη (Μωμ Κρεβέτ) και τον Νέστορα Παλμύρα (Πατιπόν), το 1921 με πρωταγωνιστές την Ροζαλία Νίκα (Μωμ Κρεβέτ) και τον Νέστορα Παλμύρα (Πατιπόν), το 1951 με πρωταγωνιστές την Ίλια Λιβυκού (Μωμ Κρεβέτ) και τον Βασίλη Λογοθετίδη (Πατιπόν), το 1967 με πρωταγωνιστές την Κάκια Αναλυτή (Μωμ Κρεβέτ) και τον Κώστα Ρηγόπουλου (Πατιπόν), το 1979 με πρωταγωνιστές την Ζωή Λάσκαρη (Μωμ Κρεβέτ) και τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο (Πετιπόν), το 1991 με πρωταγωνιστές την Νόνιμα Γαληνέα (Μωμ Κρεβετ) και τον Αλέκο Αλεξανδράκη (Πετιπόν), κ.ά.

Ο Φεντώ ήταν γιός του μυθιστοριογράφου Ερνέστ Φεντώ. Από μικρός είχε λογοτεχνική φλέβα, την οποία διείδε ο γνωστός κωμωδιογράφος Eugene Labiche (1815-1888) και τον ώθησε να ασχοληθεί με θεατρικούς μονόλογους. Το 1887 παίχθηκε το Tailleur pour dames και έπρεπε να περάσουν πέντε χρόνια για να γνωρίσει πάλι επιτυχία με το Monsieur shasse. Άλλα έργα του είναι το Un fil a la patte, το On purge Bebe, το L' hotel du libre eshange, το Ne te promera pas toute nue, το Lapuce a l' Oreille, το Occupe toi d' Amelie, το Le lindon, το Shampignol malge lui,to L' affaire Edouard, το La systeme Ribadier, το Feu la mere de madame, το Un bain de menage, το Amour et piano, κ.ά.

Στις κωμωδίες του ανεμείγνυε μυστηριωδώς ανάλαφρα στοιχεία με υποδόρια τραγικά υπονοούμενα. Υπήρξε δεξιοτέχνης της αεικινησίας, του απρόοπτου, του παράλογου, της αταξίας, των ελιγμών, του ευφάνταστου, του σπαραξικάρδιου, του ακατανόητου, της επινοητικότητας, του εξωφρενικού, της σάτιρας, της ατάκας.

Υπηρέτησε πρωτευόντως το Boulevard, ήτοι το αστικό θέατρο, όπου εμπλέκονται κάτοικοι των πόλεων, επαγγελματίες, υπάλληλοι, έμποροι, ιερωμένοι, γιατροί, δικηγόροι, μεταπράτες. Στράφηκε εναντίον της υποκρισίας, που αναπτύχθηκε στις διαπροσωπικές σχέσεις και εξελίχθηκε σε αληθή ερευνητή της συνείδησης, σε κήνσορα των ανθρωπίνων αδυναμιών, σε μάστορα της ερωτικής ίντριγκας, σε επιτήδειο αναλυτή πονηρών στρατηγημάτων. Όλα αυτά υπό το πρίσμα της εύπεπτης κωμωδίας, που είχε κύρια αποστολή την διασκέδαση των θεατών. Πρωτεύον χαρακτηριστικό του είναι η σφιχτοδεμένη φόρμα, με την ανατρεπτική αφήγηση να οδηγεί νομοτελειακά, μέσα από το απρόσμενο, στην τελική λύτρωση.

Παράλληλα ο Φεντώ θεωρείται κύριος εκφραστής της Vaudeville (άνθισε ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και στον Καναδά), τουτέστιν της θεατρικής δημιουργίας, στην οποία συναπαντώνται χορός, μουσική, τραγούδια, προκλητικό λεξιλόγιο, αλλά όχι άσεμνο, και διακωμωδούνται τα αστικά ήθη. Ο Μότσαρτ (1756-1791) υπεστήριζε, ότι το μελόδραμά του "Απαγωγή από το Σεράι (1782) είχε τα χαρακτηριστικά της Vaudeville.

Ο σκηνοθέτης (και μεταφραστής) Θωμάς Μοσχόπουλος επιτέλεσε ευόρκως το καθήκον του· υπήρξε άψογος στην αποστολή του· είχε κατανοήσει πλήρως το πνεύμα του Φεντώ· συνεχής, αδιάκοπη κίνηση, ταχύτητα στον λόγο. Η σκηνή του μεγαλοπρεπούς και τεχνικά αρτίου Εθνικού θεάτρου συνέβαλε αποφασιστικά στην επιτυχία· το μεγάλο μέγεθος της σκηνής, όμως, δεν είναι απαραιτήτως θετικό στοιχείο, αν δεν μπορεί να το τιθασεύσει ο σκηνοθέτης· παραμονεύει ο κίνδυνος να περιφέρονται ασκόπως, εική και ως έτυχε, οι ηθοποιοί· αυτό ακριβώς ανέδειξε τον Θ. Μοσχόπουλο· ήλεγξε τον χώρο. Επιπλέον καθοδήγησε σωστά τους υποκριτές και τους εισήγαγε στα μυστικά του βουλεβάρτου· έτσι κατορθώθηκε εναλλαγή προσώπων, χωρίς αδικαιολόγητα κενά. Διαχειρίσθηκε με επιτυχία είκοσι οκτώ χαρακτήρες· επέβαλλε μια αρμονική, ευέλικτη, ανατρεπτική, μαεστρική, εξωπραγματική, καταιγιστική, ονειρώδη ατμόσφαιρα, χωρίς να αποστεί από το πνεύμα και την εποχή του 1900· δεν αλλοίωσε το κείμενο με γαργαλιστικές αναφορές σε σημερινά γεγονότα.

Η σκηνογράφος Ευαγγελία Θεριανού σχεδίασε ένα περιβάλλον οικείο και ανταποκρινόμενο σε παρελθοντική εποχή (σημειώνω, πάντως, ότι η διάρκεια του videoήταν υπερβολική). Το ίδιο και η Κλαιρ Μπρέισγουελ με τα όμορφα ρούχα που έντυσε τους ηθοποιούς. Για την κίνηση έγινε ήδη αναφορά· η υπεύθυνη Σοφία Πάσχου αρίστευσε· Ο Κορνήλιος Σελαμσής με την επιδραστική του μουσική και ο Νίκος Βλασόπουλος με τους διακριτικούς φωτισμούς συνέβαλαν αποφασιστικά σε μια ολοκληρωμένη προσπάθεια.

Οι ηθοποιοί ακολούθησαν με σεβασμό τις σκηνοθετικές οδηγίες και έτσι σχηματίσθηκε ένα στιβαρό πολυμελές σύνολο.

Η Έμιλυ Κολιανδρή (Γκαμπριέλ Πετιπόν) υποδύθηκε με ακρίβεια την σύζυγο του παραστρατημένου άντρα της, διακατεχομένη από υπερβολική θρησκοληψία. Το φινετσάτο παίξιμό της είχε μια αξιοσημείωτη σοβαρότητα, που ανέδιδε ιλαρότητα, χωρίς να χαμογελάσει σε κανένα σημείο.

Η Γαλήνη Χατζηπασχάλη (Πωμ Κρεβέτ ή Γαριδούλα) μετατράπηκε νοερά, με επιμέλεια και περισσή ικανότητα, σε μια πανέξυπνη πόρνη, που άθελά της βρέθηκε μπλεγμένη σε ένα ξένο γι' αυτήν περιβάλλον· ήταν πραγματική αποκάλυψη.

Ο Θανάσης Αλευράς (Πετιπόν), άξιος υποκριτής, με πολύπλευρο ταλέντο, σωστός και πειστικός σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, βρισκόταν συνέχεια επί σκηνής, γεγονός ιδιαίτερα επίπονο· χιουμορίστας ολκής, απέδειξε ότι το γέλιο δεν παράγεται μόνον με ευκολοχώνευτα χωρατά.

Ο Κώστας Φιλίππογλου (στρατηγός Πετιπόν) ήταν, ως ώφειλε, σοβαρός, αφελής, καλοκάγαθος, σταθερός, αφοσιωμένος στη στολή του και δεν υπέπεσε σε κανένα λάθος.

Η παράσταση ενθουσίασε τους θεατές, διότι οι ηθοποιοί προσέφεραν το είναι τους στην επίτευξη ενός άκρως επιτυχημένου αποτελέσματος· όλοι τους ήταν άψογοι: Ο Θανάσης Δήμου (Μονζικύρ), ο Κωνσταντίνος Αρνόκουρος (Μαρρολιέ/ Αββάς), ο Πέτρος Σκαρμέας Γκερισσά/ αχθοφόρος), ο Γιώργος Τζαβάρας (κύριος Βιντωμπάν / οδοκαθαριστής), ο Γιάννης Φιλίππου (Εμίλ), ο Δημήτρης Φουρλής (Σαμερό/ αχθοφόρος), ο Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος (Δούκας), η Στέλλα Αντύπα (Βαρώνη), η Αφροδίτη Αντωνάκη (κυρία Ωτινιόλ), η Μελίνα Βαμπούλα (Κλεμαντίν), η Ηλιάννα Γαϊτάνη (κυρία Βιντωμπάν), η Ευαγγελία Καρακατσάνη (Ετιέν/ Δούκισσα του Βαλμοντέ), η Πέλλα Μακροδημήτρη (κυρία Κλω), η Αθηνά Μουστάκα (κυρία Βιρέτ), η Ελπίδα Νικολάου (κυρία Πονάν), η Άννα Πατητή (κυρία Σωβαρέλ).

Οι συντελεστές της παράστασης "Η κυρία του Μαξίμ" εμπέδωσαν τη δαιμονιώδη μυθοπλασία του Φεντώ και προσέγγισαν ιδανικά το ύφος του.