Top menu

Ράνια Καραχάλιου: "Με τη "Σκλήθρα" χαμογελώ λοξά στον Αργύρη Χιόνη"

Συνέντευξη στον Θεοχάρη Παπαδόπουλο

 

Συνομιλήσαμε με τη συγγραφέα Ράνια Καραχάλιου με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου της "Σκλήθρα" από τις εκδόσεις Εκάτη.

 

Όλο και πιο συχνά διαβάζουμε βιβλία με μικρές ιστορίες. Πιστεύετε ότι αυτό είναι μια νέα μόδα;
Όντως, οι μικρές ιστορίες, η μικρομυθοπλασία, τα μικροδιηγήματα, οι ιστορίες μπονζάι, τα μικρά αφηγήματα, ή πεζογραφήματα, ή όπως αλλιώς βαφτίζονται οι εξιστορήσεις σύντομης έκτασης και υψηλού βαθμού πύκνωσης, γνωρίζουν ιδιαίτερη άνθιση τις τελευταίες δεκαετίες. Για τα ελληνικά δεδομένα, αντιπροσωπευτικά αναφέρω το ιστολόγιο Ιστορίες Μπονζάι: Η αισθητική του μικρού με τις τακτικές μικρο-αναρτήσεις του και τον πρόσφατο τόμο Μικροκύματα, 99+1 μικρο-διηγήματα από την Εταιρεία Συγγραφέων. Το ενδιαφέρον για τη μικρή φόρμα έχει συνδεθεί με τη ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη και την επακόλουθη εστίαση στο θραυσματικό. Οι μικρές ιστορίες μπορεί να εκκολάπτονται ταχύτερα στα ψηφιακά μέσα, εξαιτίας των κειμενικών προδιαγραφών που αυτά ορίζουν, αλλά δεν γεννήθηκαν σε αυτά. Από τους μύθους του Αισώπου ως τον Τσέχοφ, τον Μπόρχες, τον Μπέρνχαρντ, τον Ιωάννου, τον Χάκκα, τον Γονατά, τον Παπαδημητρακόπουλο, τον Κυριακίδη και άλλους, η μικρή φόρμα βρίσκει σπουδαίους εκφραστές. Το ότι ολοένα και περισσότεροι δημιουργοί (με όλη τη σημασία της λέξης) καταφεύγουν σε αυτό το είδος δεν συνιστά μόδα εποχής, αλλά ανάγκη.

Εσείς γιατί προτιμάτε να γράφετε μικρές ιστορίες; Έχετε πειραματιστεί ποτέ να γράψετε ένα μεγαλύτερο διήγημα;
Σε καταλαμβάνει μια σκέψη, μια εικόνα, μια λέξη και σου υπαγορεύει έναν τρόπο πραγμάτευσης. Στη δική μου περίπτωση, οι σπινθήρες έμπνευσης διοχετεύονται στο χαρτί μέσω της μικρής φόρμας. Αυτό που απολαμβάνω σε αυτό τον τρόπο είναι το μπαλαντζάρισμα μεταξύ ποιητικού και αφηγηματικού λόγου, η κατάλυση των συνόρων. Σε προ-τεφλόν εποχή, είχα γράψει ένα δυο διήγηματα μεγαλύτερης έκτασης, μετά ποιήματα, πεζοποιήματα, μικρές ιστορίες. Άραγε αν η Σκλήθρα περιελάμβανε διηγήματα μεγαλύτερης έκτασης, θα μου κάνατε την αντίστροφη ερώτηση; Και το λέω αυτό, γιατί συχνά, και αδίκως, η μικρή φόρμα λογίζεται ως παρίας, ως κάτι εύκολο και εύπεπτο, ως εφαλτήριο για να ασχοληθείς με την αληθινή λογοτεχνία. Δεν ξέρω αν στο μέλλον γράψω μεγαλύτερης έκτασης διήγημα, νουβέλα ή μυθιστόρημα. Δεν με ενδιαφέρουν οι λογοτεχνικές μεζούρες. Πηγαίνω όπου η ιδέα με οδηγεί. Προς το παρόν, με πάει στη μικρή φόρμα.

Μέσα στο βιβλίο σας υπάρχουν και 12 πολύ μικρά διηγήματα, τιτλοφορημένα ως επιστολές. Ποιος θα μπορούσε να είναι ο παραλήπτης; Ένα υποθετικό πρόσωπο ή ο εκάστοτε αναγνώστης;
Οι επιστολές αποτελούν σκέψεις/αποστροφές που έχουν έναν κοινό παραλήπτη, τον σκοτεινό κύριο, όπως αποκαλύπτεται στην ομολογία. Σε αυτόν αφιερώνω τη "Σκλήθρα", χαμογελώντας λοξά στον Αργύρη Χιόνη. Στη δική μου αφηγηματική αρχιτεκτονική, ο σκοτεινός κύριος έχει συγκεκριμένη υπόσταση. Όμως, τι σημασία έχει η δική μου πρόθεση και οπτική, σημασία έχει για εσάς ποιος είναι.

Στο διήγημά σας «Το προξενιό» αναφέρεστε σε παλιότερη εποχή. Μπορούν τέτοια διηγήματα να τραβήξουν το ενδιαφέρον των νέων αναγνωστών;
Τα περισσότερα διηγήματα του πρώτου μέρους κωδικοποιούν μια μετατόπιση σε ένα άλλοτε, ένα αλλού και ένα αλλιώς. Όσοι και όσες μεγαλώσαμε σε επαρχία, σε μη ψηφιακή εποχή, μπορούμε πιο εύκολα να ζωντανέψουμε τον καμβά των ιστοριών. Συμβαίνει, όμως, στις ιστορίες να μας συνεπαίρνει το ανοίκειο. Επομένως, η απάντηση είναι και ναι και όχι.

Έχετε σκεφτεί ποιο θα είναι το επόμενο βήμα σας στον χώρο της λογοτεχνίας;
Τελευταία μου καρφώνονται στο νου λέξεις/φράσεις με ιδιαίτερο ηχητικό αποτύπωμα και τους γράφω (αντι)ωδές π.χ. αντιωδή στο βδελυρό κουνούπι, ωδή στην παπάγια, στην οδό Σισίνη, στον μίμο Μίμη (βλ. Τεφλόν τεύχος 20). Δεν ξέρω αν θα τις κάνω κάτι, αλλά έχουν αρχίσει να μαζεύονται.