Top menu

Περί ανάγνωσης: Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη με τον Λευκάδιο Χερν (ΙΙ)

Γράφει η Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού

Ερώτηση: Επανέρχομαι στο κρίσιμο ζήτημα της επιλογής ενός βιβλίου. Είναι γεγονός ότι στις μέρες μας, καθώς εντείνεται ολοένα η παραγωγή και η δημοσίευση βιβλίων κάθε κατηγορίας, γούστου και ποιότητας, και φυσικά και το βιβλίο υποκύπτει στον «πανθεϊσμό» της εμπορευματοποίησης και του κέρδους, η επιλογή του «καλού βιβλίου» είναι πολύ δύσκολη υπόθεση… Πώς δοκιμάζεται η αξία ενός βιβλίου στο χρόνο;
Απάντηση: Αναφέρατε το «καλό βιβλίο». Εγώ θα μιλούσα καλύτερα για το «μεγάλο βιβλίο». Για το βιβλίο δηλαδή που γράφεται για να αντέξει στο χρόνο. Να έχει να πει πράγματα στον άνθρωπο, έξω από τις εποχές, την ιστορία, τις εξωτερικές μεταβολές που υφίσταται ο ανθρώπινος πολιτισμός. Λοιπόν, σας απαντώ: Κατ’αρχήν ένα κριτήριο είναι το αν θα αισθανθούμε την ανάγκη να διαβάσουμε ένα βιβλίο μία ή περισσότερες φορές. Και σε διαφορετικές φάσεις της ζωής μας. Σημαντικό βιβλίο είναι εκείνο στο οποίο αισθανόμαστε την ανάγκη να επανέλθουμε πολλές φορές. Και κάθε φορά να ανακαλύπτουμε σ’αυτό νέες ιδέες, ανανεωμένη ομορφιά. Αν ένας πεπαιδευμένος αναγνώστης και με καλό γούστο δεν ενδιαφέρεται να ξαναδιαβάσει ένα βιβλίο, τότε πιθανότατα το βιβλίο αυτό να μην έχει την αξία που του αποδίδουν. Υπήρξε κάποτε μια έξυπνη συζήτηση σχετικά με την τέχνη του μεγάλου Γάλλου συγγραφέα Εμίλ Ζολά. Κάποιοι ισχυρίζονταν ότι διέθετε απόλυτη μεγαλοφυΐα. Και κάποιοι άλλοι ότι είχε απλώς ένα πολύ μεγάλο ταλέντο. Η μάχη των επιχειρημάτων οδήγησε σε υπερβολές και αδιέξοδο. Τότε, ένας πολύ σημαντικός κριτικός έθεσε την ερώτηση: Πόσοι από σας έχετε διαβάσει ή θα επιθυμούσατε να διαβάσετε ένα βιβλίο του Ζολά περισσότερες από μία φορές; Δεν υπήρξε απάντηση… Πιθανόν κανείς δεν θα μπορούσε να διαβάσει ένα έργο του Ζολά πάνω από μία φορά. Το γεγονός ενδεχομένως να αποτελεί απόδειξη ότι στα έργα του Ζολά δεν υπάρχει αυτή η μεγαλοφυΐα και η αυθεντικότητα της υψηλότερης μορφής συναισθημάτων. Δεν μπορεί να είναι πειστικό ένα βιβλίο που αν και αγοράζεται από 100.000 αναγνώστες, εντούτοις δεν διαβάζεται περισσότερο από μια φορά.

Ερώτηση: Μπορούμε να θεωρήσουμε όμως αλάθητη την κρίση ενός ατόμου;
Απάντηση: Οπωσδήποτε όχι, ακόμα και αν πρόκειται για έναν μεγάλο και αναγνωρισμένο κριτικό ή δημιουργό. Ας πούμε, ο Carlyle,για παράδειγμα, δεν μπορούσε να υπομείνει τον Browning. Και ο Byron μερικούς από τους μεγαλύτερους Άγγλους ποιητές. Ένας άνθρωπος θα πρέπει να έχει μια ευρεία θεώρηση των πραγμάτων για να εκφέρει μιαν αξιόπιστη κρίση για πολλά βιβλία. Ασφαλώς, η κρίση ενός ατόμου δεν μπορεί να είναι οριστική και απόλυτη.

Ερώτηση: Τότε, ποιο μπορεί να είναι το κριτήριο για τη διαχρονική αξία ενός βιβλίου;
Απάντηση: Θα έλεγα, η κρίση των γενεών. Ακόμα κι αν δεν είμαστε σε θέση να δούμε αμέσως την ομορφιά ενός μεγάλου έργου, που το έχουν επαινέσει οι αιώνες, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι στο τέλος θ’ανακαλύψουμε το λόγο αυτού του θαυμασμού και της καταξίωσης. Η καλύτερη βιβλιοθήκη για έναν φτωχό άνθρωπο θα ήταν μια βιβλιοθήκη αποτελούμενη αποκλειστικά από μεγάλα έργα, που έχουν περάσει τη δοκιμασία του χρόνου. Αυτό θα ήταν ο καλύτερος οδηγός για την επιλογή των βιβλίων μας. Θα διαβάζαμε μόνο τα βιβλία που θα επιθυμούσαμε να τα διαβάσουμε πάνω από μία φορές και δεν θα θέλαμε ν’αγοράσουμε άλλα, παρά μονάχα αν είχαμε έναν ειδικό λόγο να επενδύσουμε χρήματα. To άλλο σημαντικό γνώρισμα των μεγάλων δημιουργημάτων της λογοτεχνίας είναι η αιώνια νεότητά τους. Ο γενικός χαρακτήρας της αξίας που κρύβεται μέσα τους και που δεν ξεπερνιέται μέσα στο χρόνο. Ο νέος άνθρωπος ωστόσο δεν είναι σε θέση με την πρώτη ανάγνωση να κατανοήσει σε βάθος το μεγαλείο του σπουδαίου έργου, παρά μονάχα επιφανειακά. Συνήθως απορροφάται και απολαμβάνει την πλοκή του έργου, την αφήγηση. Μην ξεχνάτε ότι πολλές φορές χρειάστηκαν εκατοντάδες χρόνια για να μάθουμε όλους τους θησαυρούς που περικλείει ένα σπουδαίο έργο. Γι’αυτό ένα τέτοιο βιβλίο θα μας προσφέρει χαρά στα δεκαοχτώ μας χρόνια, αλλά πολύ μεγαλύτερη στα εικοσιπέντε, και στα τριάντα μας θ’αποδειχθεί σαν ένα καινούριο βιβλίο. Στα σαράντα θα το ξαναδιαβάσουμε και θ’αναρωτηθούμε γιατί δεν είχαμε δει ποτέ την τόση ομορφιά του. Στα πενήντα ή στα εξήντα μας τα ίδια πράγματα θα επαναληφθούν.

Ερώτηση: Τι είναι όμως αυτό που προκαλεί τις σταδιακές μεταβολές της κρίσης μας στο χρόνο;
Απάντηση: Τα έργα «μεγαλώνουν» μαζί με τον νου του αναγνώστη. Πόσες γενιές χρειάστηκαν για να καταλάβει η ανθρωπότητα το μέγεθος συγγραφέων όπως ο Σαίξπηρ, ο Δάντης, ο Γκαίτε; Ίσως ο Γκαίτε να μας προσφέρει αυτή τη στιγμή καλύτερη εικόνα. Έγραψε μια σειρά μικρών ιστοριών σε πρόζα, που αρέσουν στα παιδιά, γιατί μοιάζουν με παραμύθια. Ο ίδιος όμως δεν είχε σκοπό να γράψει ιστορίες για παιδιά. Αλλά κάθε ηλικία βρίσκει σ’αυτές ό,τι της ταιριάζει. Οι νέοι κάτι ευχάριστο και σοβαρό ταυτόχρονα, οι ώριμες ηλικίες ανακαλύπτουν το βάθος που έχουν αυτές οι ιστορίες. και οι ηλικιωμένοι όλη τη σοφία της ζωής.

Ερώτηση: Οι ίδιοι οι συγγραφείς έχουν συνείδηση της ιδιοφυΐας τους;
Απάντηση: Δεν θεωρώ ότι μπορούν εκ των προτέρων να διαγνώσουν όλο το εύρος και το φιλοσοφικό βάθος του έργου τους. Η μεγάλη τέχνη λειτουργεί ασυνείδητα, χωρίς ο δημιουργός της να υποψιάζεται ότι είναι μεγάλη. Και όσο μεγαλύτερη είναι η ιδιοφυΐα του συγγραφέα, τόσο λιγότερες πιθανότητες έχει να το καταλάβει. Γιατί το κοινό θ’αργήσει πολύ και μετά τον θάνατό του να καταλάβει και να τον καθιερώσει έπειτα σαν μεγάλο δημιουργό. Πριν από πολλές χιλιάδες χρόνια, κάποιος περιπλανώμενος στην Αραβία, καθώς κοίταζε στον νυχτερινό ουρανό τ’αστέρια και αναλογιζόταν τη σχέση του ανθρώπου με τις αόρατες δυνάμεις που διαμόρφωσαν τον κόσμο, έδωσε όλη του την ψυχή σε στίχους, που έχουν διασωθεί σε μας στο Βιβλίο του Ιώβ. Γι’αυτόν ο ουρανός ήταν ένας στέρεος θόλος. Τι υπήρχε πέρα απ’αυτόν ποτέ δεν θα μπορούσε να ονειρευτεί. Από τότε πόσο μεγάλα βήματα έχουν γίνει στις αστρονομικές μας γνώσεις! Τώρα γνωρίζουμε τριάντα εκατομμύρια ήλιους που πιθανόν παρακολουθούνται από πλανήτες, δίνοντας ένα πιθανό σύνολο τριακοσίων εκατομμυρίων άλλων κόσμων, σύμφωνα με τα αστρονομικά μας όργανα. Ίσως πολλοί απ’αυτούς τους πλανήτες κατοικούνται από μια ευφυή ζωή. Είναι πολύ πιθανό, μετά από κάμποσα χρόνια, να έχουμε σίγουρη απόδειξη για την ύπαρξη ενός πολιτισμού παλαιότερου από τον δικό μας, στον πλανήτη Άρη. Στ’αλήθεια, πόσο μεγάλη η διαφορά στις αντιλήψεις μας για το σύμπαν σήμερα σε σχέση με την εποχή που γράφεται το ποίημα! Όμως το ποίημα εκείνου του απλού ανθρώπου, Άραβα ή Εβραίου, δεν έχει χάσει τίποτε από την ομορφιά και την αξία του. Αντίθετα, με κάθε νέα αστρονομική ανακάλυψη αυξάνεται η ομορφιά του, γιατί έχει αποτυπώσει μια για πάντα την αθώα αλήθεια που βρισκόταν στην καρδιά του ποιητή του αιώνες πριν. Καθώς συζητάμε, έρχεται στο νου μου κι εκείνο το υπέροχο, ρομαντικό έργο, που έγραψε ένας Έλληνας συγγραφέας. Πρόκειται για το έργο Δάφνης και Χλόη-τον εντελώς αθώο έρωτα δύο παιδιών, που δεν είχαν μάθει τους νόμους της ζωής, και που χρειάστηκε να διδαχτούν από τους μεγαλύτερους, καθώς γελούσαν με την ερωτική τους αδεξιότητα. Αυτό το βιβλίο, που μεταφράστηκε σε όλες τις γλώσσες, και πέρασε σε όλες τις γενιές μέχρι σήμερα, μοιάζει ανανεωμένο κάθε φορά, και λέει με μοναδικό τρόπο τα πιο τρυφερά πράγματα για την αθωότητα, κρατώντας στην αιώνια νεότητα τους ίδιους τους ήρωες αλλά και τη νεότητα ως ιδέα. Kαι μήπως στα νεότερα χρόνια η δραματική ιστορία της Μανόν Λεσκό, του Γάλλου ιερέα Αββά Πρεβώ, όπου ο ήρωας παρασυρμένος από την αμαρτωλή γοητεία μιας γυναίκας ελευθερίων ηθών, διαπράττει κάθε είδους απατεωνιά προκειμένου να την κρατήσει κοντά του, δεν μας συγκινεί το ίδιο όπως και τότε που οι άνθρωποι ζούσαν σε τόσο διαφορετική εποχή;
Και ο Δανός παραμυθάς Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, παίρνοντας εκατοντάδες παλιά παραμύθια έφτιαξε τα αθάνατα αριστουργήματά του, περνώντας μέσα σ’αυτά ηθικές αλήθειες και μια κοινωνική φιλοσοφία αξεπέραστη στον χρόνο…

Ερώτηση: Νομίζω ότι αρχίζουμε να κατανοούμε το τι σημαίνει ένα μεγάλο έργο. Και συνειδητοποιούμε ότι όλοι μας, σαν μικρά παιδιά, γευτήκαμε τη μυστική γοητεία αυτών των κλασικών έργων και τα περάσαμε στα δικά μας παιδιά. Σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να γίνει μια λίστα βοηθητική με επιλογές από όλα τα μεγάλα βιβλία…
Απάντηση: Έχω να σας πω ότι πριν από μερικά χρόνια, ένας Άγγλος επιστήμονας, ο Sir John Lubbock σύνταξε έναν κατάλογο βιβλίων που ο ίδιος έκρινε ως τα καλύτερα βιβλία στον κόσμο. Στη συνέχεια κάποιοι εκδότες τα δημοσίευσαν σε φτηνές εκδόσεις. Ακολούθησαν κι άλλοι το παράδειγμα του Sir John Lubbock, και συγκρότησαν άλλους, διαφορετικούς καταλόγους, με τα καλύτερα κατά τη δική τους γνώμη, βιβλία. Η αξία αυτών των πειραμάτων έχει πια αποδειχτεί ως ανώφελη, χρηστική ίσως μόνο για τους εκδότες…
Ερώτηση: Γιατί όμως δεν μπορεί να είναι χρήσιμος στον μη ειδικό ή ασκημένο αναγνώστη ένας τέτοιος οδηγός;
Απάντηση: Ο κάθε άνθρωπος αποτελεί μια ξεχωριστή και διαφορετική ανθρώπινη φύση. Ο καθένας μας επομένως μπορεί να χαρεί ένα διαφορετικό βιβλίο. Το πρώτο που έχει να κάνει ο αναγνώστης (ή προκειμένου για τα παιδιά οι άνθρωποι που κινούνται γύρω τους: γονείς, δάσκαλοι…) είναι να καταλάβει ποια είναι η πραγματική του φύση, ποιες είναι οι κλίσεις του, τα ενδιαφέροντά του, ο χαρακτήρας του. Και με βάση αυτή τη διαπίστωση, να μάθει ποια είναι τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφεί σ’αυτή την κατηγορία κι απ’αυτά πάλι να κάμει τις αναγνωστικές του επιλογές. Όσο για τα σύγχρονα αναγνώσματα της κάθε κατηγορίας, τα περισσότερα είναι εφήμερα. Και καθώς δεν έχουν περάσει από το κρισάρι των κριτικών και του χρόνου, ο αναγνώστης θα πρέπει να είναι απόλυτα επιφυλακτικός απέναντί τους …

Ερώτηση: Θα είχα ωστόσο να παρατηρήσω ότι αυτό που αποκαλούμε μεγάλη λογοτεχνία και φαντάζομαι ότι εννοείτε και τους μεγάλους κλασικούς αρχαίων πολιτισμών, είναι πάλι ένα πέλαγος, που δύσκολα μπορεί κάποιος να κολυμπήσει στα νερά του. Τι επιλέγουμε, (δηλαδή ποιους συγγραφείς και ποια έργα), και πώς από την κλασική λογοτεχνία;
Απάντηση: Κάθε πολιτισμός δεν έχει δώσει πολλά μεγάλα έργα, με εξαίρεση τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Ανάμεσα στα μεγάλα λογοτεχνικά έργα τοποθετώ και τα ιερά βιβλία, γιατί έχουν δώσει την υψηλότερη μορφή λογοτεχνικής τελειότητας που μια γλώσσα μπορεί να δώσει. Θα αναφέρω και τα μεγάλα έπη, που εκφράζουν τα ιδεώδη μιας φυλής. Και τα αριστουργήματα της δραματικής ποίησης, που αντανακλούν τη ζωή. Αλλά πόσα είναι αυτά τα έργα; Σίγουρα, όχι πολλά. Όπως και τα διαμάντια που δεν βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες… Για τους Ευρωπαίους σπουδαστές θα ήταν απαραίτητο να αναφέρουμε ορισμένους Έλληνες συγγραφείς. Αλλά χωρίς μια μελέτη των κλασικών γλωσσών και επιπλέον μια γνώση του ελληνικού πολιτισμού θα ήταν δύσκολο να εκτιμηθεί η αξία τους. Η γνώση αυτή πετυχαίνεται καλύτερα με χαρακτικά, εικόνες, νομίσματα, αγάλματα… Όλα αυτά τα καλλιτεχνικά αντικείμενα επιτρέπουν στη φαντασία να δει τι έχει υπάρξει… Και καθώς το υπόβαθρο της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας βασίζεται στην κλασική σκέψη, ο σπουδαστής θα πρέπει να έρθει σε επαφή με την πλούσια ελληνική μυθολογία και τον χαρακτήρα των ελληνικών παραδόσεων, που ενέπνευσαν τις κορυφαίες επιτεύξεις της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. Οποιοδήποτε μεγάλο έργο της αγγλικής λογοτεχνίας κι αν ανοίξετε, είναι αδύνατο να μην συναντήσετε αναφορές σε ελληνικές πεποιθήσεις, σε ελληνικές ιστορίες ή ελληνικά έργα.

Ερώτηση: Επισημάνατε και υπογραμμίσατε όμως, προκειμένου για την κατανόηση ενός κλασικού έργου, της ελληνικής αρχαιότητας π.χ., την τριβή με τη γλώσσα του πρωτοτύπου. Αυτό το εμπόδιο, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, δεν είναι καθόλου εύκολο να ξεπεραστεί. Και νομίζω ότι ισχύει και για όλα τα μεγάλα έργα των εθνικών λογοτεχνιών. Εννοώ π.χ. όχι μόνο για τον Όμηρο και τους αρχαίους τραγικούς, αλλά και για τον Σαίξπηρ, τον Γκαίτε και πολλούς ακόμα…
Απάντηση: Είναι γεγονός ότι κανένας στίχος μεταφρασμένος από την ελληνική δεν μπορεί να αναπαραγάγει τον γνήσιο ελληνικό στίχο. Μπορώ να σας αναφέρω μόνον είκοσι ή τριάντα στίχους ομηρικούς , μεταφρασμένους από τον Τέννυσον και λίγους στίχους άλλων ποιητών από εξίσου ικανούς μεταφραστές… κι αυτό είναι όλο. Σε κάθε περίπτωση, αν θέλετε να σπουδάσετε έναν Έλληνα ή Λατίνο συγγραφέα, προμηθευτείτε μια απόδοσή τους σε πρόζα. Και υπάρχουν δύο εξαιρετικές μεταφράσεις του Ομήρου στην αγγλική γλώσσα. Το πλεονέκτημα της μετάφρασης από τους Lang και Butcher είναι ότι διατηρεί κάτι από τον ρέοντα ήχο και τη μουσικότητα του ελληνικού στίχου, αν και σε πεζό λόγο. Όσο για την αρχαία ελληνική τραγωδία, αν και έχουμε μεταφράσεις όλων των έργων, δεν θα μπορούσα να συστήσω ένθερμα καμία. Η τραγωδία έχει δομηθεί πάνω σε ένα σχέδιο, που απαιτεί γνώση από πολλές άλλες πηγές για να γίνει κατανοητή. Ο Αριστοφάνης όμως απαιτεί πολύ λιγότερη γνώση για να γίνει κατανοητός. Τα έργα του ανήκουν στην αθάνατη λογοτεχνία και μπορούν να κάμουν το σημερινό κοινό να γελάσει με την καρδιά του, όπως γινόταν και με το κοινό της αρχαίας Αθήνας. Μπορώ να συστήσω ανεπιφύλακτα τη μετάφραση του Bohn σε δύο τόμους. Για τον Θεόκριτο έχουμε μια αξιόλογη μετάφραση του Lang, ένα μικροσκοπικό βιβλίο, αλλά πολύτιμο στο είδος του. Aπό τους Λατίνους έχουμε καλές αποδόσεις σε πεζό λόγο του Βιργίλιου και του Οράτιου, και καλή θεωρώ την έκδοση του Conington για την Αινειάδα. Θεωρώ όμως ότι θα πρέπει να διαβάσουν στη διάρκεια της γενικής τους εκπαίδευσης ένα αθάνατο επίσης βιβλίο: το Asinus Aureus (Ο Χρυσός Γάιδαρος ή Οι Μεταμορφώσεις) του Απουλήιου, μια φαινομενικά αστεία ιστορία μαγείας, που κρύβει ωστόσο την εικόνα κατάρρευσης ενός ολόκληρου πολιτισμού.

Ερώτηση: Έχω την εντύπωση ότι τα κλασικά μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας που αναφέρετε, όταν οι άνθρωποι απομακρύνονται από τα σχολεία, πολύ δύσκολα θα τα προσέγγιζαν στη διάρκεια της ζωής τους. Μπορείτε να μας αναφέρετε κάποιους από τους μεγάλους συγγραφείς που θα πρέπει να δούμε και να ξαναδούμε στις διάφορες φάσεις της ζωής μας; Και που θα εξακολουθήσουν να έχουν σημασία για κάθε εποχή στο μέλλον;
Απάντηση: Θα επιμείνω στο θέμα της γλώσσας. Η λογοτεχνία-η ποίηση προπάντων- δεν είναι παρά η έντεχνη χρήση της γλώσσας. Οι αποχρώσεις, τα νοήματα, η αισθητική, όσα λέγονται και όσα υπονοούνται, το ύφος του δημιουργού, δεν μεταφράζονται. Γιατί εκτός των άλλων, η γλώσσα είναι η ψυχή όχι μόνον του κάθε συγγραφέα, είναι και η ψυχή του λαού. Υπάρχουν ωστόσο μεταφράσεις ικανοποιητικές. Ας πούμε π.χ. ότι τον Φάουστ του Γκαίτε είναι προτιμότερο να τον διαβάσετε στο γερμανικό πρωτότυπο. Το ίδιο και τον Χάινε. Ο Φάουστ είναι έργο που δεν πρέπει να λείπει από τη βιβλιοθήκη σας. Και να διαβαστεί πολλές φορές στη διάρκεια της ζωής σας. Όσο για τον Δάντη, νομίζω ότι μόνο στη γλώσσα του μπορούμε να τον παρακολουθήσουμε, έχοντας καταλάβει προηγουμένως την περίοδο του Μεσαίωνα στην Ευρώπη. Από τους Γάλλους δραματουργούς, αναφέρω τον Μολιέρο, του οποίου η ομορφιά, οι υπαινιγμοί, το ιδιαίτερο πνεύμα, αναδεικνύονται μόνο στη γλώσσα του πρωτοτύπου. Από την αγγλική λογοτεχνία θα ήθελα να αναφέρω την εξαιρετική αξία του βιβλίου του Sir Thomas Malory, Le Morte d’Arthur (Ο θάνατος του Αρθούρου). Όλο το πνεύμα της ιπποσύνης βρίσκεται μέσα σ’αυτό το βιβλίο και είναι περιττό ν’αναφέρω ότι το πνεύμα της σύγχρονης αγγλικής ιπποσύνης στη λογοτεχνία είναι άμεσα συνδεδεμένο μ’αυτό. Ο John Milton, αυτός ο μέγιστος ποιητής, δεν διαβάζεται εύκολα σε άλλη γλώσσα, γιατί η γλωσσική αξία του έργου του βασίζεται στην ελληνική και λατινική λογοτεχνία. Και καταλήγω στον Σαίξπηρ, που πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να διαβάζεται μια φορά κάθε χρόνο, χωρίς τον φόβο ότι δεν μπορούμε να καταλάβουμε όλες τις φράσεις και τα νοήματα. Η κατανόηση έρχεται απρόσμενα, μετά από πολλές αναγνώσεις, που επιτρέπουν την εμβάθυνση στο κείμενο. Και ό,τι είναι αλήθεια για την ανάγνωση του Σαίξπηρ, το ίδιο ακριβώς ισχύει για όλα τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Θα το βρείτε αληθινό για τον Φάουστ του Γκαίτε. Θα το βρείτε αληθινό για τα ομηρικά ποιήματα. Για τα καλύτερα έργα του Μολιέρου. Για τον Δάντη. Για κάποια βιβλία της Βίβλου, μεταφρασμένα στην αγγλική, για τα οποία έχω δώσει μια διάλεξη… Δεν πιστεύω ότι μπορώ να πω κάτι καλύτερο τελειώνοντας αυτή μας τη συζήτηση, παρά να επαναλάβω μια παλιά αλλά εξαιρετική συμβουλή που δόθηκε σε νέους αναγνώστες: Όποτε ακούτε για ένα νέο βιβλίο που δημοσιεύτηκε, διαβάστε ένα παλιό…