Top menu

Γλυφό νερό, της Αθηνάς Παπανικολάου: 17 διηγήματα κελαριστής γραφής

«Σταμάτα να κλαις, δε χάνονται οι μάνες, δες τη Μάγδα πώς στέκεται ολόρθη… Άρχισε να κερνάς»

Μια ανάγνωση του βιβλίου της Αθηνάς Παπανικολάου Γλυφό νερό, εκδ Eνύπνιο, 2021 από την Τούλα Αντωνάκου, εκπαιδευτικό.

Συγκινημένη μέχρι δακρύων, κυριολεκτικά, και γοητευμένη από τη δεξιοτεχνία της γραφής διάβασα σε διάστημα λίγων ωρών, απνευστί, το Γλυφό νερό της Αθηνάς Παπανικολάου, αγαπημένης φίλης και συναδέλφου στο σχολείο.

17 διηγήματα κελαριστής γραφής, απ’ όπου αναδύεται ο απανταχού ανθρώπινος πόνος, που δεν καταστέλλει αλλά απελευθερώνει και ορθώνει το ανάστημα.

Η Αθηνά ξεκινάει και τελειώνει με δύο ποιητικά κείμενα, Γεωγραφία και Ωκεανός αντίστοιχα, όπου ο άνδρας-ουρανός και η γυναίκα-γη συνταξιδεύουν στο ταξίδι της άρρητης αγάπης κι η ανθρώπινη σχέση, με τον πόνο και τη χαρά της, γίνεται ταξίδι και κατάδυση.

Στο ομώνυμο του βιβλίου διήγημα Γλυφό νερό, δίνει το στίγμα της ως εκπαιδευτικού που προσπαθεί να επικοινωνήσει στη γλώσσα των μαθητών της. Άγνωστες στους μαθητές ορεινής περιοχής λέξεις, όπως το «περιγιάλι» και το «γλυφό νερό», δίνουν πάτημα στην Αθηνά να μιλήσει για τα καλοκαίρια αυτών των παιδιών στα καπνοχώραφα και στη βοσκή των κοπαδιών μέσα από την τρυφερότητα των προσωπικών της αναμνήσεων σχολικής ηλικίας. Η εκπαιδευτικός μιλάει και στο Μαθήματα γραφής, όπου η διδακτική προσέγγιση του αναλφάβητου νεαρού μετανάστη γίνεται μέσω της ιδιότητάς της ως μάνας ενώ στο φόντο προβάλλονται οι αιτίες της μετανάστευσης σε τόσο τρυφερές ηλικίες. Η εκπαιδευτικός, επίσης, συν-πονάει τον αλλοδαπό μαθητή που συνειδητοποιεί τα δέκα χρόνια απουσίας του πατέρα του ως δέκα χαμένα χρόνια (Η γιορτή).

Στα εξαιρετικά διηγήματα Δεν ήμουν το κοριτσάκι με τα σπίρτα και Ραγίσματα η συγγραφέας πονάει μαζί με όλα τα κακοποιημένα κορίτσια και τις εγκαταλειμμένες στη μοίρα ενός προαπoφασισμένου ερήμην τους γάμου γυναίκες που δεν έχουν κανέναν πια να τις νοιαστεί. Και ενίσταται για την εξάσκηση των γυναικών στο χαμήλωμα του βλέμματος στο Ο καθρέπτης.

Μνήμες της Μικρασιατικής Καταστροφής, της Κατοχής, του Εμφυλίου, των εξοριών ζωντανεύουν μέσα από την μαγική πένα της Αθηνάς, πολλές φορές σκόπιμα με ονειρική διάσταση, όχι για να ξύσουν παλιές πληγές αλλά γιατί πρέπει να αντέχουμε χωρίς να ξεχνάμε τις αγριότητες που έγιναν. Μέσα από το πέρασμα του ποταμού από την Τρανταφυλλιά αναδύεται όλη η αγριότητα του Εμφύλιου (Μέχρι τη Βέροια), μέσα από τα κεντήματα της Βικτώριας αναβλύζει όλος ο πόνος της Μακρονήσου και του Αη Στράτη (Η θεία Βικτώρια), μέσα από τους ρόζους στις γρεντιές κλαίνε τα χαμένα στο Σαγγάριο παλληκάρια (Εκστρατεία), μέσα από τα καύκαλα των χελωνών ζωντανεύει η πείνα και το χτικιό της Κατοχής (Πάσχα του ’44).

Κι είναι κι εκείνα τα τρία αυτοβιογραφικά διηγήματα με τη μάνα που με συγκλόνισαν! Η μάνα που συμπονά και ελεεί χωρίς να ταπεινώνει, στο Μιρουπάφσιμ μάνα, η διακριτική μάνα που δίνει γλύκα και άρωμα στη ζωή στο Χαλβάς σιμιγδαλένιος, κι εκείνη η δυνατή μάνα-στήριγμα που έρχεται στο όνειρο μαζί με τους πονεμένους όλου του κόσμου και του χρόνου και παροτρύνει την κόρη να τους κεράσει. «Σταμάτα να κλαις, δε χάνονται οι μάνες, δες τη Μάγδα πώς στέκεται ολόρθη, … Άρχισε να κερνάς, θα ‘ρθουν όλοι σήμερα». (Μάγδα Φύσσα).

* Η Αθηνά Παπανικολάου εργάσθηκε ως φιλόλογος στη Δημόσια Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (1987-2020) και ως Συντονίστρια εκπαίδευσης Προσφύγων (2016-17) σε προσφυγικούς καταυλισμούς.