Top menu

"Φωταγωγός", του Κώστα Παππή

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου

Ο Κώστας Παππής, αφού διεξήλθε ευόρκως όλες τις βαθμίδες των πανεπιστημιακών εδράνων (καθηγητής των Πανεπιστημίων Πάτρας και Πειραιά), αποφάσισε να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, ως εάν το είχε κρυφό απωθημένο· τα πεζογραφήματά του βρίθουν ηθογραφικής ύλης και οι ιστορικές του γνώσεις απλώνονται εντέχνως, πλησίστιοι οδοιπορικών ανά την επικράτεια· η αμεσότητα της διηγηματικής μορφής εξασφαλίζει αισθητικές συνηχήσεις, τουτέστιν, υπό τους διασκελισμούς φευγαλέων αποχρώσεων αποκαλύπτεται η αξία της αμεσότητας και της λογοτεχνικής συγκρότησης· περιπλανώμενος, ανακαλύπτει ευρήματα ή κειμήλια των τόπων· έκθαμβος, διεισδύει ως επιμελής σκαπανέας ή άλλως πρακτικός αρχαιολόγος και εξάγει επωφελή συμπεράσματα· ομοιάζει με τον Αλεξανδρινό που στιχουργεί ότι «θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα»· παράλληλα, μέσα στην υποβλητική ατμόσφαιρα του φυσικού περιβάλλοντος, διδάσκει την περιρρέουσα γαλήνη της ψυχής· ουτοπικά ηχοχρώματα, αναδιδόμενα από τη θαλάσσια αύρα, δημιουργούν αισιόδοξα οράματα, θέλγοντα τους ευαίσθητους. 

Ο Κ.Π. στη τελευταία συλλογή του δέκα διηγημάτων με τίτλο «Φωταγωγός»επιστρατεύει διαφορετικά αφηγηματικά μοτίβα, μέσω  των οποίων υποδόρια αναδεικνύει μια ζωοποιό νοητική έκλαμψη που κινείται ευέλικτα, μινιμαλιστικά, άρα κατανοητά, στα ανθρώπινα αδιέξοδα, αναζητώντας εναγωνίως πρόσφορες λύσεις.Τα διηγήματά του αποδελτιώνουν ανθρώπινα συμβάντα, και λειτουργούν εν είδει χειραφέτησης από αγκυλώσεις του γίγνεσθαι:

α).- Στον “φωταγωγό”, που έχει δώσει τον τίτλο της συλλογής περιγράφεται ένας επίγειος παράδεισος (- και όχι «η εξορία του Αδάμ»), η ΛασηθιώτικηΖήρος, όπου οι φυσικές καλλονές οδηγούν τον διαβάτη στην αποκάλυψη του φωτός («το φως που αγκάλιαζε τα πάντα και τα έκανε να σπαρταρούν και ν’ ακτινοβολούν ύλη που είχε γίνει ταυτόχρονα πνεύμα, μια απέραντη πηγή φωτός, σχήματα κι επιφάνειες και όγκοι από φως, που αγκαλιάζονταν ερωτικά μέσα στην ειρήνη του Θεού»). Κρητικές συνήθειες μεταφέρονται παραστατικά, όπως το «καζάνεμα» (παρασκευή τσικουδιάς), ή η αγάπη για τον πλησίον («σε μιαν φιλιά αμάλαγη με δίχως ασχημάδι....») ή η «βεντέμα», η σοδειά της ελιάς, ή η κακαβιά («η καλή κακαβιά θέλει να βράσει σε θαλασσινό νερό»). Επιπλέον περιέχονται έξοχες περιγραφές τόπων· «Ξερόκαμπος» με τις παραλίες στο Λιβυκό πέλαγος, ο «Αθερινόλλακος» ένα ονειρικό τοπίο, το φαράγγι της Αγίας Ειρήνης, η μεσαιωνική «Εθιά», ο «Κατελιώνας» γενέθλιος τόπος της άνοιξης. Η στρατιωτική θητεία σ’ εκείνον τον τόπο, η πρώτη εργασία του ήρωα, η απογοήτευση και η αποχώρηση του από αυτήν λειτουργούν ως σημειολογίες της συμβατικότητας του βίου και έρχονται σε αντίθεση με την απελευθέρωση που εκφράζεται στο φυσικό κάλλος.

β).- Στο “πρώτο μάθημα” κάποιος φιλόλογος επιχειρεί μέσα από το «Βαρδιάνος στα Σπόρκα» του Α. Παπαδιαμάντη, να διδάξει στους μαθητές του τη μέθοδο εκμάθησης του ζητουμένου· ένας σεμνός μαθητής αναλύει πως βρήκε την απάντηση για τον αστερισμό “τριάσφαιροπήχυ”όχι μόνον από το ίντερνετ, αλλά και από άλλα στοιχεία· το εξαγόμενο δίδαγμα είναι η χρησιμότητα της μεθοδολογίας, που πρέπει να διδάσκεται σε όλα τα εκπαιδευτήρια.

γ).- Στην “Αγγελική” η επίσκεψη του πρωταγωνιστή Βύρωνα, μετανάστη στην Αυστραλία στο κοιμητήριο του χωριού του, φέρει στη μνήμη μια ενδιαφέρουσα πλοκή, μέσω του οστεοφυλακίου· μια παλαιά ιστορία που δύο αδελφές είχαν σχέση με τον ίδιο άντρα ονόματι Αντώνη· η μια, η Αγγελική, ενώ ετοιμάζεται να παντρευτεί τον Αντώνη, τον βλέπει να συνουσιάζεται με την αδελφή της Λαμπρινή και αυτοκτονεί με δηλητήριο, ενώ η Λαμπρινή έφυγε κρυφά για την Αθήνα και επέστρεψε μετά από χρόνια για να περιποιηθεί την γριά μητέρα της. Η συνήθης σιωπή στην κλειστή κοινωνία του χωριού σκιτσάρεται με επιτυχία. Τέλος, σημειώνεται και πάλι η αναφορά στο φως, όπως στο πρώτο διήγημα («Ένας λαμπρός ήλιος, που έλουζε το νησί κι όλα ήταν φως, που πήγαζε όχι μόνο από τον ήλιο, αλλά κι από τη θάλασσα κι από τα βράχια κι από τα δέντρα κι από τα σπίτια. Όλα φως»).

δ).- Στο “Ασκληπιάδου Σικυωνίου” ο συγγραφέας αφηγείται ένα επεισόδιο στους Φούρνους του συμπλέγματος των αρχαίωνΚορσεών ή Κορασίων νήσων, όπου μαθαίνει από ένα βιβλίο πληροφορίες για την ιστορία της νήσου και για τα «ακιδογραφήματα», που χάραζαν οι στρατιώτες σε «ριζιμιό βράχο στην Ακρόπολη»· τελικά διαπιστώνει ότι κάποιος ονόματι ΑσκληπιάδηςΣικυώνιος, μισθοφόρος, έζησε στο νησί τον 4ο π.Χ. αιώνα, τότε που ο Δημήτριος ο Πολιορκητής διοίκησε την Σικυώνα και επιστράτευσε κατά της Ρόδου ανεπιτυχώς· η φαντασία του Κ.Π. επινόησε έναν μύθο για την πορεία του Ασκληπιάδη· περιέχονται πληροφορίες για το «Πετροκοπιό», το λατομείο μαρμάρου που προμήθευε κατασκευές στο Ηραίο της Σάμου και αλλού.

ε).- Στον “έρανο αγάπης” δύο φίλες, Μάρθα και Φωτεινή, μετέχουν στον Έρανο Αγάπης της εκκλησίας και διαπιστώνουν την άρνηση των περισσότερων να συνδράμουν, και από ένα επεισόδιο, όπου ένας κλέπτης τους αφαιρεί τις εισπράξεις διαπιστώνουν την αδιαφορία και επιφυλακτικότητα του αρμοδίου ιερέα για το συμβάν.

στ).- Στον “Τριαντάφυλλο” γίνεται αναφορά σε κάποιον ικανό τερματοφύλακα ποδοσφαιρικής ομάδας μιας επαρχιακής κωμόπολης, ο οποίος παρασυρμένος από το ρεύμα της θάλασσας, ενώ ψάρευε, αργοπόρησε να εμφανιστεί στον κρίσιμο αγώνα της ομάδας του και όταν τελικά κατόρθωσε να παίζει η ομάδα του νίκησε. 

ζ).- Στο πεσιμιστικό “να΄χεις παιδιά” αποτυπώνονται σκέψεις ενός εργένη για τον θεσμό του γάμου και της οικογένειας, προερχόμενες από κάποιοναδιόρατο φόβο, ή έναν «αφόρητο εγωϊσμό».

η).- Στο “βυσσινί” επιχειρείται μια περιγραφή της καθημερινότητας με ιδιαίτερη αναφορά σε κάποιον λυπημένο χήρο, που τού στοίχισε ακριβά η απώλεια της γυναίκας του· βιώνει μια απέραντη μοναξιά, με έντονες μνήμες από την κοινή του ζωή, παραξενεύεται από την εξαφάνιση των συγγενών και φίλων, που μόνον στην κηδεία είχαν εμφανισθεί· κορυφαία σκηνή είναι η επίσκεψη στο νεκροταφείο, όπου εναπέθεσε άνθη στον τάφο της και σκέπτεται, ότι“βυσσινί”, το χρώμα του πένθους, ήταν το φόρεμα που φορούσε η θανούσα σύζυγός.

θ).-Στον “δεύτερο ξεσπιτωμό” ιστορείται η εγκατάσταση προσφυγών σε μια επαρχιακή πόλη και τα επιμέρους επεισόδια, όπως η επιλεγείς βαλτώδης τόπος, οι άθλιες συνθήκες υγιεινής, οι οικίες με τσίγκινες οροφές κλπ. Επισημαίνεται επιτυχώς η σύγκρουση ανάμεσα στους αυτόχθονες και στους νεοφερμένους· στο τέλος οι πρόσφυγες αποκτούν ιδιόκτητα διαμερίσματα μέσω του Κράτους, και ο λόγος ήταν πως ο αρχικός τόπος εγκατάστασης απέκτησε τουριστική αξία και τον διεκδίκησαν οι ντόπιοι επικαλούμενοι ανύπαρκτους τίτλους ιδιοκτησίας.  

ι).- Στον “Σείριο” πρωταγωνιστούν δύο ανήλικοι φίλοι εκ των οποίων ο ένας αρρώστησε βαριά, ο άλλος είπε τα κάλαντα των Χριστουγέννων και αγόρασε δώρα από τα έσοδα στην οικογένειά του και στον ασθενή φίλο του· έχοντας ακούσει τον μύθο, ότι παραμονή Χριστουγέννων  όποιος παραφυλάξει θα αντικρύσει στον ουρανό όλη τη σκηνή της Γέννησης του Ιησού,ο μικρός ήρωας προσπάθησε να διαπιστώσει την αλήθεια, αλλά δεν το πέτυχε· αργότερα, έμαθε, ότι το «υπέρλαμπρο άστρο» που είχε δει δεν ήταν άλλο από τον «Σείριο».

Ο K.Παππής ιχνογραφεί περίτεχνα την ωραιότητα της ελληνικής φύσης, τις φρυκτωρίες για τις οποίες έχει αφιερώσει εκτεταμένη ανάλυση σε προηγούμενο βιβλίο του, τα ιστορικά ή μυθικά στοιχεία των τόπων, τις κοινωνικές διενέξεις, την ανώμαλη επαγγελματική προσγείωση, την ανθρώπινη εξαθλίωση, τις προκαταλήψεις, την κοινωνική αλλοτρίωση, τις ηθικές αξίες, τη φιλία, τις αναμνήσεις, τη συμπόνοια, την αγάπη, την ευαισθησία, τον προβληματισμό, την συλλογική αποσιώπηση, τη μυθοπλασία, τις μικρότητες, τις ανθρώπινες αδυναμίες, τους κοινωνικούς αποκλεισμούς, τη χυδαιότητα, την κρατική αυθαιρεσία, τον χλευασμό των αδυνάτων, την καλοσύνη, τον ευτελισμό, την κρατούσα ηθική κατάπτωση, τις αλληγορικές επινοήσεις, τον πανικό του αγνώστου, τον φαντασιακό κόσμο, τους δαίμονες της ψυχής, την ανασφάλεια της καθημερινότητας. Ο “φωταγωγός” αποτελεί μια ευδιάκριτη κουκίδα στο πολυσχιδές έργο του Κ.Παππή.