Top menu

Ένα άρθρο του Φιόντορ Ντοστογέφκσι για το «Ημερολόγιο του συγγραφέα», σε μετάφραση της Ελένης Κατσιώλη

Είναι γνωστό ότι ο Ντοστογέφσκι ήταν ένθερμος οπαδός του πανσλαβισμού. Οι οπαδοί του κινήματος «ζητούσαν από το ρωσικό κράτος να γίνει πιο επιθετικό έναντι της Τουρκίας για να μπορέσει να δημιουργήσει μια ισχυρή ομοσπονδία σλαβικών κρατών με επικεφαλής τη Ρωσία. Το έργο “Ρωσία και Ευρώπη” άρχισε να δημοσιεύεται το 1869 σε δέκα συνεχόμενα τεύχη του μηνιαίου περιοδικού “Ζαριά/Αυγή”, συντάκτης του οποίου ήταν ο φίλος τού Ντοστογέφσκι Ν. Ν. Στράχοφ, ενώ το 1871 τυπώθηκε ως βιβλίο». [1]

Το άρθρο του Ντοστογέφσκι που ακολουθεί αναφέρεται στο «Ημερολόγιο του συγγραφέα» Μάρτιος 1877, Κεφάλαιο 1ο, παραμένοντας επίκαιρο και στην εποχή μας.

Πρόλογος - Μετάφραση: Ελένη Κατσιώλη

 

Θα επαναλάβω ακόμα μια φορά γιατί η Κωνσταντινούπολη αργά ή γρήγορα θα πρέπει να γίνει δική μας.

Το Ιούνιο του προηγούμενου έτους, έγραφα στο «Ημερολόγιό» μου ότι η Κωνσταντινούπολη «αργά ή γρήγορα θα πρέπει να γίνει δική μας». Τότε ήταν ένδοξοι καιροί. Είχαν αναπτερωθεί το πνεύμα και η καρδιά σε όλη τη Ρωσία και οι άνθρωποι έσπευδαν «εθελοντικώς» να υπηρετήσουν στο όνομα του Χριστού και της ορθοδοξίας, ενάντια στους άπιστους, για τα αδέλφια τους στην πίστη και στο σλαβικό αίμα. Αν και ονόμαζαν εκείνο το άρθρο μου «ουτοπική αντίληψη της ιστορίας», εγώ ο ίδιος πίστευα έντονα στα λεγόμενά μου τα οποία δεν θεωρούσα καθόλου ουτοπία και είμαι έτοιμος ακόμα και τώρα να τα υποστηρίξω. Είχα γράψει, λοιπόν, τότε για την Κωνσταντινούπολη ότι:

«Το Χρυσό Κέρας και η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνουν δικά μας! Και πρώτον, αυτό θα συμβεί από μόνο του επειδή έφτασε η ώρα, μα ακόμα κι αν δεν έχει φτάσει, οπωσδήποτε πλησιάζει επειδή το δείχνουν όλα τα σημάδια. Πρόκειται, ας πούμε, για ένα λογικό συμπέρασμα και το ότι δεν συνέβη νωρίτερα ήταν επειδή δεν είχε ωριμάσει η ιδέα».

Μετά διευκρίνισα για ποιον λόγο δεν ωρίμασε και γιατί δεν θα μπορούσε να ωριμάσει πριν την ώρα της. Είχα γράψει τότε πως αν ο Μέγας Πέτρος αντί να ιδρύσει το Πίτερμπουργκ σκεφτόταν να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη, φαντάζομαι ότι μετά από κάποιον προβληματισμό θα είχε εγκαταλείψει την ιδέα, επειδή δεν διέθετε αρκετές δυνάμεις για να συντρίψει τον σουλτάνο και, κυρίως, επειδή ήταν μια υπόθεση πρόωρη που θα μπορούσε να φέρει ακόμα και την καταστροφή της Ρωσίας.

Και, μάλιστα, έλεγα ότι στο φινλανδικό Πίτερμπουργκ δεν καταφέραμε να αποδεσμευτούμε από την επιρροή των Γερμανών γειτόνων που στο παρελθόν ήταν χρήσιμοι, στη συνέχεια όμως παρέλυσαν εντελώς τη ρωσική ανάπτυξη, πριν ξεκαθαρίσει ο σωστός δρόμος για την Κωνσταντινούπολη, την τεράστια και ιδιαίτερη, με τα κατάλοιπα του μεγαλοπρεπούς και αρχαίου πολιτισμού. Και εκεί θα μπορούσαμε να αποφύγουμε την επιρροή των Ελλήνων, οι οποίοι είναι άνθρωποι πιο εκλεπτυσμένοι από τους αγροίκους και εντελώς διαφορετικούς Γερμανούς, με πολύ περισσότερα σημεία επαφής. Οι Γερμανοί, ένας πολυάριθμος λαός υποταγμένος στο παλάτι, τριγύριζαν τον θρόνο και, πριν προλάβουν να σπουδάσουν και να μορφωθούν οι Ρώσοι, γοήτευσαν την ευαίσθητη χορδή του Πέτρου με τις γνώσεις και τις ικανότητές τους στη ναυσιπλοΐα και όχι με τους προγόνους τους. Με δυο λόγια, θα κατείχαν τη ρωσική πολιτική και θα την έσερναν σε κάποιο καινούργιο ασιατικό δρόμο, σε κάποια νέα απομόνωση και φυσικά αυτό δεν θα οδηγούσε στη σημερινή Ρωσία. Η ρωσική ισχύς και η ρωσική πολιτική θα σταματούσε την πορεία της. Η ισχυρή Μεγαλορωσία[2] θα έπρεπε να παραμείνει στον μακρινό ζοφερό χιονισμένο Βορρά, υπηρετώντας ως υλικό για την ανανέωση της Κωνσταντινούπολης και ίσως για μην κρινόταν αναγκαίο να την ακολουθήσει, καθώς ολόκληρος ο νότος της Ρωσίας ήταν κατειλημμένος από τους Έλληνες. Ακόμα ίσως να μπορούσε να γίνει και η διαίρεση της ορθοδοξίας σε δύο τμήματα: στο ανανεωμένο της Κωνσταντινούπολης και στο παλιό της Ρωσίας! Εν συντομία, η υπόθεση ήταν πάρα πολύ πρόωρη, ενώ τώρα είναι εντελώς διαφορετικά.

Τότε (έγραφα), η Ρωσία θα μπορούσε να κυριαρχήσει στην Κωνσταντινούπολη και χωρίς να μεταφέρουν εκεί την πρωτεύουσα, την οποία τότε, επί Πέτρου, ακόμα και μετά από αυτόν, θα ήταν αδύνατον να παρακάμψουν. Τώρα η Βασιλεύουσα θα μπορούσε να είναι δικιά μας, όχι ως πρωτεύουσα της Ρωσίας, ούτε ως πανσλαβική πρωτεύουσα όπως ονειρεύονται μερικοί.        

Ο πανσλαβισμός χωρίς τη Ρωσία θα αναλωθεί σε αγώνα με τους Έλληνες, ακόμα και αν μπορούσε να δημιουργηθεί από τα τμήματά τους κάποιο πολιτικό σύνολο. Να κληρονομήσουν μόνο οι Έλληνες την Κωνσταντινούπολη είναι άκρως αδύνατον και δεν πρέπει να τους δοθεί ένα τέτοιο στρατηγικό σημείο πάνω στη γήινη σφαίρα, θα ήταν πάνω από τα μέτρα τους.

Αλλά σε ποιο όνομα, βάσει ποιου ηθικού δικαιώματος θα μπορούσε να αξιώσει η Ρωσία την Κωνσταντινούπολη; Θα μπορούσε να την απαιτήσει από την Ευρώπη, επικαλούμενη κάποιους υψηλούς σκοπούς;

Κι εδώ ακριβώς (έγραφα) ότι ο Ιβάν Γ΄, σχεδιάζοντας έναν ρόλο τέθηκε επικεφαλής της ορθοδοξίας ως προστάτης και φύλακάς της και τοποθέτησε το έμβλημα και τον δικέφαλο αητό της Κωνσταντινούπολης ψηλότερα από τον παλιό θυρεό της Ρωσίας. Ένας θυρεός που εμφανίστηκε επίσημα μετά τον Μεγάλο Πέτρο, όταν η Ρωσία συνειδητοποιούσε τη δύναμη που είχε για να εκπληρώσει τον σκοπό της και ήταν στην πράξη η αληθινή και μοναδική προστάτις της ορθοδοξίας και των λαών που ομολογούσαν αυτή την πίστη. Αυτός είναι ο λόγος για το δικαίωμα στην παλιά Κωνσταντινούπολη, πράγμα που είναι κατανοητό και δεν ενοχλεί όσους ζηλεύουν την ανεξαρτησία των Σλάβων ή ακόμα περισσότερο των Ελλήνων. Και έτσι θα εκδηλωνόταν η πραγματική ουσία των πολιτικών σχέσεων, οι οποίες αναπόφευκτα θα προέρχονταν από τη Ρωσία και θα απευθύνονταν σε όλους τους ορθοδόξους λαούς είτε Σλάβους είτε Έλληνες. Θα είναι η προστάτιδα τους, ίσως και η ηγέτης τους, αλλά όχι η κυρίαρχος. Θα είναι η μητέρα τους, αλλά όχι αφεντικό τους. Ακόμα κι αν κυριαρχήσει σε αυτούς τους λαούς, αυτό θα γίνει μόνο με τη θέλησή τους και με τη διατήρηση όσων καθορίσουν οι ίδιοι για την ανεξαρτησία και την ταυτότητά τους.

Όλες αυτές οι σκέψεις που έκανα στο προηγούμενο άρθρο του Ιουνίου, δεν απαιτούν άμεση εκτέλεση, θα πρέπει όμως να εκτελεστούν οπωσδήποτε όταν θα φτάσει η κατάλληλη ιστορική στιγμή. Αν θα γίνει στο εγγύς ή στο απώτερο μέλλον είναι αδύνατον να το προβλέψουμε, αλλά όμως το προαισθανόμαστε. Από τότε, πέρασαν εννέα μήνες και νομίζω ότι δεν υπάρχει κάτι να θυμηθούμε. Όλοι γνωρίζουμε αυτόν τον ενθουσιώδη καιρό, που στην αρχή είναι γεμάτος ελπίδες και στη συνέχεια γίνεται παράξενος και ανησυχητικός, χωρίς να προσφέρει τίποτε μέχρι σήμερα και μόνο ο Θεός ξέρει πώς θα τελειώσει (νομίζω, πως μόνο αυτό μπορώ να εκφράσω). Να τραβήξουμε τα σπαθιά ή να βγάλουμε κάποια συμβιβαστική λύση από το ντουλάπι. Αλλά ό,τι κι αν συμβεί, εγώ όπως ακριβώς τώρα, θα ήθελα να εκφράσω μερικές συμπληρωματικές σκέψεις και εξηγήσεις για τα όνειρά μου του Ιουνίου σε σχέση με την τύχη της Βασιλεύουσας. Ό,τι και να συμβεί εκεί, σημασία έχει αν να τολμήσουμε ή θα υποχωρήσουμε, αργά ή γρήγορα όμως η Βασιλεύουσα θα γίνει δική μας. Αυτό είναι που επιθυμώ ειδικά τώρα και θα το επιβεβαιώσω από μια νέα προοπτική.

Ναι, θα πρέπει να είναι δικιά μας, όχι γιατί είναι διάσημο λιμάνι ούτε γιατί είναι τα Στενά ή «το κέντρο του σύμπαντος» ή «ο ομφαλός της γης», αλλά επειδή από παλιά υπήρχε η επίγνωση της ανάγκης αυτού του τεράστιου ρωσικού γίγαντα να βγει οριστικά από τα κλειδωμένα διαμερίσματά του, καθώς είχε μεγαλώσει την έκτασή του σε ανώτατο βαθμό, για να αναπνεύσει τον αέρα των θαλασσών και των ωκεανών. Θέλω να θέσω υπόψη, τουλάχιστον, έναν συλλογισμό που είναι επίσης πρωταρχικής σπουδαιότητας με τον οποίο η Κωνσταντινούπολη δεν θα μπορεί να ξεφύγει από τη Ρωσία. Αυτός ο συλλογισμός που θα σας παρουσιάσω, ενώ φαίνεται να μη τον λαμβάνει κανείς υπόψη του, είναι από τους πλέον σοβαρούς.

Ο ρωσικός λαός έχει ιδιαίτερα ανεπτυγμένη άποψη για το Ανατολικό Ζήτημα.

Αν και είναι άγριο να το λέμε, όμως οι τέσσερις αιώνες καταπίεσης των Τούρκων στην Ανατολή, αφενός, ήταν χρήσιμοι για τον Χριστιανισμό και την εκεί Ορθοδοξία -αρνητικά φυσικά- ωστόσο, συνέβαλαν στην ενδυνάμωσή του και το κυριότερο στην ενότητά του, όπως ακριβώς συνέβαλαν και οι δύο ταταρικοί αιώνες στην ενίσχυση της εκκλησίας εδώ στη Ρωσία. Ο καταπιεσμένος και βασανισμένος χριστιανικός πληθυσμός της Ανατολής βρήκε στον Χριστό και στην πίστη τη μοναδική του παρηγοριά και στην Εκκλησία το μόνο και τελευταίο κατάλοιπο της εθνικής του συνείδησης και ταυτότητας. Η εκκλησία ήταν η τελευταία ελπίδα, η τελευταία σανίδα σωτηρίας που είχε απομείνει στον καταπιεσμένο από το ναυάγιο, και αυτό συνέβαινε επειδή η εκκλησία διατηρούσε την εθνική συνείδηση αυτών των πληθυσμών, η δε πίστη στον Χριστό τους εμπόδιζε, τουλάχιστον κάποιους από αυτούς, να αναμειχθούν με τους κατακτητές, ξεχνώντας το γένος και την προηγούμενη ιστορία τους. Όλα αυτά τα αισθάνονταν και τα κατανοούσαν από μόνοι τους οι καταπιεσμένοι λαοί γι’ αυτό ενώθηκαν πιο στενά γύρω από τον σταυρό. Από την άλλη, από την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, ολόκληρη η αχανής Χριστιανική Ανατολή έστρεψε άθελά της το παρακλητικό βλέμμα στη μακρινή Ρωσία, που μόλις είχε βγει από τη δική της ταταρική σκλαβιά και, σαν να λέμε, προέβλεψε τη μελλοντική της δύναμη και τη λειτουργία της ως πανενωσιακό κέντρο για τη σωτηρία της. Η Ρωσία ωστόσο, γρήγορα και χωρίς δισταγμό, πήρε τη σημαία της Ανατολής, τοποθέτησε τον δικέφαλο αετό της Βασιλεύουσας ψηλά στο αρχαίο οικόσημό της και έτσι, σαν να λέμε, ανέλαβε την υποχρέωση για προστατεύσει ολόκληρη την Ορθοδοξία, τους λαούς που πίστευαν σε αυτή, από την τελική καταστροφή. Ταυτόχρονα, ολόκληρος ο ρωσικός λαός επικρότησε τη νέα συνθήκη της Ρωσίας και του Τσάρου της για τα μελλοντικά πεπρωμένα ολόκληρου του ανατολικού κόσμου. Έκτοτε, το κύριο και αγαπημένο προσωνύμιο του Τσάρου (Καίσαρα) από τον λαό του ήταν σταθερό και ακλόνητο και από τότε ακούει στην επωνυμία: «Ορθόδοξος», «Τσάρος Ορθόδοξος». Αποκαλώντας έτσι τον Τσάρο του, φαινόταν να αναγνωρίζει σε αυτό το όνομα και στην αποστολή του τον προστάτη, τον ενοποιό και (όταν ηχήσουν οι εντολές του Θεού) τον απελευθερωτή της Ορθοδοξίας, όλου του Χριστιανισμού και των πιστών από τη μουσουλμανική βαρβαρότητα και τη Δυτική αίρεση. Πριν από δύο αιώνες και, ειδικά, ξεκινώντας από τον Μεγάλο Πέτρο, οι πεποιθήσεις και οι ελπίδες των λαών της Ανατολής άρχισαν να γίνονται πραγματικότητα στην πράξη: το σπαθί της Ρωσίας είχε λάμψει αρκετές φορές στην Ανατολή για την υπεράσπισή της. Είναι αυτονόητο ότι οι λαοί της Ανατολής δεν μπορούσαν παρά να δουν στον Τσάρο της Ρωσίας όχι μόνο έναν απελευθερωτή, αλλά και τον μελλοντικό τους Τσάρο. Όμως σε αυτούς τους δύο αιώνες εμφανίστηκε ανάμεσά τους και ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός, η ευρωπαϊκή επιρροή. Το υψηλότερο φωτισμένο τμήμα του λαού, η διανόησή του, τόσο στη χώρα μας όσο και στην Ανατολή, σταδιακά έγινε πιο αδιάφορο για την ιδέα της Ορθοδοξίας και, επιπλέον, άρχισε να αρνείται ότι σε αυτή την ιδέα περικλείεται η ανανέωση και η ανάσταση σε μια νέα, μια σπουδαία ζωή τόσο στη Ρωσία, όσο και στην Ανατολή. Στη Ρωσία, για παράδειγμα, ένα τεράστιο μέρος της μορφωμένης τάξης έπαψε, ας πούμε ξέμαθε, να βλέπει σε αυτή την ιδέα τον κύριο σκοπό της Ρωσίας, τη διαθήκη του μέλλοντος και τη ζωτική της ενέργεια‧ αντιθέτως άρχισε να τα βρίσκει όλα αυτά σε νέες κατευθύνσεις. Στη Δυτική Εκκλησία, πολλοί άρχισαν να επιζητούν μόνο τον θανάσιμο φορμαλισμό, τη μοναδικότητα, την τελετουργία και από τα τέλη του περασμένου αιώνα, ακόμη και την προκατάληψη και την υποκρισία: το πνεύμα, η ιδέα, η ζωντανή δύναμη ξεχάστηκαν. Εμφανίστηκαν οικονομικές ιδέες δυτικού χαρακτήρα, εμφανίστηκαν νέα πολιτικά δόγματα, εμφανίστηκε μια νέα ηθική, που προσπαθούσε να διορθώσει την παλιά και να υψωθεί πάνω από αυτήν. Τελικά, η εμφάνιση της επιστήμης, δεν μπορούσε παρά να φέρει την ανατροπή των προηγούμενων ιδεών! Το πιο σημαντικό είναι ότι στους λαούς της Ανατολής άρχισαν να ξυπνούν οι εθνικές ιδέες: ξαφνικά εμφανίστηκε η ανησυχία, μήπως όντας απελευθερωμένοι από τον τουρκικό ζυγό, πέσουν στον ζυγό της Ρωσίας. Αλλά στον απλό, πολλών εκατομμυρίων λαό μας και στους Τσάρους μας, η ιδέα για την απελευθέρωση της Ανατολής και της Εκκλησίας του Χριστού δεν πέθανε ποτέ. Το κίνημα που κατέκλυσε τον ρωσικό λαό το περασμένο καλοκαίρι απέδειξε ότι ο λαός μας δεν είχε ξεχάσει τίποτα από τις παλιές ελπίδες και πεποιθήσεις και, μάλιστα, εξέπληξε ένα τεράστιο μέρος της διανόησής μας που δεν πίστευε σε αυτό και το αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό και περιφρόνηση, ενώ διαβεβαίωνε τους πάντες, αλλά και τον εαυτό της, ότι επινοήθηκε και σφυρηλατήθηκε από αξιοκατάκριτα άτομα που ήθελαν να καταλάβουν έναν όμορφο τόπο. Πράγματι, ποιος από τους διανοούμενους θα μπορούσε στην εποχή μας να παραδεχτεί ότι ο λαός μας είναι σε θέση να κατανοήσει συνειδητά τον πολιτικό, κοινωνικό και ηθικό σκοπό, εκτός από ένα μικρό μέρος της διανόησης που έχει αποκοπεί από το γενικό σύνολο; Πώς θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε αυτή την τραχιά μαύρη μάζα, των μέχρι πρόσφατα δουλοπάροικων[3] και νυν μεθυσμένων από τη βότκα, να γνωρίζει και να είναι σίγουρη ότι σκοπός της είναι η υπηρεσία του Χριστού και ο Τσάρος έχει σκοπό να διατηρήσει την πίστη του Χριστού και την απελευθέρωση της Ορθοδοξίας. «Αν και αυτή η μάζα πάντα αποκαλούσε τον εαυτό της (κρεστιάνστβα / αγροτιά) που στην κυριολεξία σημαίνει Χριστιανοσύνη,[4] παρόλο που δεν είχε ιδέα για τη θρησκεία ή για τον Χριστό και δεν γνώριζε ούτε τις πιο συνηθισμένες προσευχές». Αυτά λένε συνήθως για τον λαό μας. Ποιος τα λέει αυτά; Φανταστείτε έναν Γερμανό πάστορα να επεξεργάζεται τον Στουντισμό[5] μαζί μας ή έναν επισκέπτη Ευρωπαίο, ανταποκριτή πολιτικής εφημερίδας ή έναν μορφωμένο και κορυφαίο Εβραίο, από αυτούς που δεν πιστεύουν στον Θεό και από του οποίους έχουμε πλέον τόσους πολλούς ή έναν από εκείνους τους Ρώσους που έχουν εγκατασταθεί στο εξωτερικό και φαντάζονται τη Ρωσία και τον λαό της σαν μια μεθυσμένη γυναίκα που κρατάει στα χέρια ένα μπουκάλι βότκα! Ω, όχι, έτσι σκέφτεται ένα τεράστιο μέρος της καλύτερης δικής μας ρωσικής κοινωνίας και δεν υποψιάζεται ότι, παρόλο που ο λαός μας δεν γνωρίζει τις προσευχές, η ουσία του Χριστιανισμού, το πνεύμα και η αλήθεια του έχουν διατηρηθεί και έχουν ενισχυθεί σε αυτόν όπως, ίσως, σε κανέναν από τους λαούς αυτού του κόσμου, ακόμα και με τις κακίες του. Ωστόσο, ένας άθεος ή ένας αδιάφορος για την πίστη Ρώσος της Ευρώπης, δεν καταλαβαίνει την πίστη παρά μόνο ως φορμαλισμό και φανατισμό. Δεν βλέπουν στον λαό μας τίποτε άλλο παρά κάτι σαν θρησκοληψία και, επομένως, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν αντιλαμβάνονται τίποτα από πίστη, προσεύχονται όταν τους χρειάζεται στο σανίδι,[6] αλλά στην ουσία είναι αδιάφοροι και το πνεύμα τους σκοτώνεται από τον φορμαλισμό. Δεν πρόσεξαν καθόλου το χριστιανικό πνεύμα μέσα του, ίσως και επειδή οι ίδιοι έχουν χάσει από καιρό αυτό το πνεύμα και δεν ξέρουν πού είναι ή από πού έρχεται. Αυτός ο «εκφυλισμένος» και σκοτεινός λαός μάς αγαπάει, αν και προτιμάει τον ταπεινό και τον σαλό:[7] σε όλες τις παραδόσεις και τους θρύλους του διατηρεί την πίστη ότι ο αδύναμος και ταπεινωμένος, που υπομένει άδικα και μάταια για χάρη του Χριστού, θα υψωθεί πάνω από τους ευγενείς και τους ισχυρούς όταν ακουστή η κρίση και η εντολή του Θεού. Ο λαός μας λατρεύει επίσης να διηγείται την πανένδοξη και σπουδαία ζωή του μεγάλου, αγνού και ταπεινού χριστιανού αντρειωμένου Ιλιγιά Μούρομετς,[8] ενός ασκητή της αλήθειας, ενός ελευθερωτή των φτωχών και των αδύναμων, ενός ταπεινού και ανυπέρβλητου πιστού με καθαρή καρδιά. Και έτσι τιμώντας και αγαπώντας έναν τέτοιο αντρειωμένο, δεν θα έπρεπε τώρα και ο λαός μας να πιστεύει στον θρίαμβο των ταπεινωμένων λαών και των αδελφών μας στην Ανατολή; Ο λαός μας τιμά τη μνήμη των μεγάλων και ταπεινών ερημιτών και των ασκητών του, αγαπά να διηγείται στα παιδιά του τις ιστορίες των μεγάλων χριστιανών μαρτύρων. Ξέρει και απομνημονεύει αυτές τις ιστορίες, τις οποίες άκουσα για πρώτη φορά από τον λαό, τις διηγούνταν με ευλάβεια και έμειναν στην καρδιά μου. Επιπλέον, ο λαός ξεχωρίζει κάθε χρόνο τον μεγάλο μετανοούντα, τους «Βλας»,[9] που πορεύονται με συγκίνηση, δίνοντας όλη τους την περιουσία, για ένα ταπεινό και μεγαλοπρεπές κατόρθωμα αλήθειας, εργασίας και φτώχειας! Αλλά, ωστόσο, για τον ρωσικό λαό αυτό θα γίνει αργότερα. Κάποια μέρα θα αρχίσουν να καταλαβαίνουν και, τουλάχιστον, θα το λάβουν υπόψη. Καταλαβαίνουν ότι και αυτός ξέρει κάτι. Και θα κατανοήσουν, εντέλει, ότι σε σοβαρές καταστάσεις, στις μεγάλες ή τις λιγότερο σημαντικές της ρωσικής ιστορίας, τίποτε δεν μπορεί να γίνει χωρίς αυτόν, ότι η Ρωσία είναι λαϊκή, ότι δεν είναι Αυστρία, ότι σε κάθε σημαντική στιγμή της ιστορικής μας ζωής οι υποθέσεις αποφασίζονταν με το πνεύμα και το βλέμμα του λαού και τους τσάρους σε ύψιστη ενότητα μαζί του. Αυτή η εξαιρετικά σημαντική ιστορική συγκυρία συνήθως παραβλέπεται, σχεδόν χωρίς να προσεχθεί από τη διανόησή μας και τη θυμάται πάντα κάπως ξαφνικά, όταν φτάνει η ιστορική στιγμή. Αλλά ξεφεύγω, είχα αρχίσει να μιλάω για την Κωνσταντινούπολη...

Σκέψεις που ταιριάζουν καλύτερα στο σήμερα

Η Ανατολική Εκκλησία, οι προκαθήμενοί της και ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων της υποδουλωμένης εκκλησίας τους, ζούσαν ειρηνικά με τη Ρωσία αλλά και μεταξύ τους - δηλαδή στο θέμα της πίστης δεν υπήρχαν μεγάλες αναταραχές, αιρέσεις, δεν υπήρχαν σχίσματα, ούτε και παλαιοτέρα υπήρχαν. Αλλά ετούτον τον αιώνα και, ειδικά, την τελευταία εικοσαετία, μετά τον μεγάλο Ανατολικό Πόλεμο, άρχισε να γίνεται αισθητή η σήψη ενός πτώματος: το προαίσθημα του θανάτου και της φθοράς του «Μεγάλου ασθενή» και η εξόντωση της βασιλείας του έγινε το κύριο και ζωτικό μέλημα. Ω, φυσικά, η Ρωσία μπορεί μόνη της, εντέλει, να τους απελευθερώσει, εκείνη ακριβώς η Ρωσία, η οποία, ακόμη και τούτη τη στιγμή της ευρείας συζήτησης για το Ανατολικό Ζήτημα, εξακολουθεί να είναι η μόνη που μιλάει γι’ αυτό το θέμα στην Ευρώπη, ενώ όλοι οι άλλοι λαοί και τα βασίλεια του φωτισμένου ευρωπαϊκού κόσμου θα χαίρονταν αν αυτοί οι καταπιεσμένοι λαοί της Ανατολής δεν υπήρχαν καθόλου. Αλίμονο όμως! Σχεδόν ολόκληρη η διανόηση του ανατολικού τόξου, αν και καλεί τη Ρωσία σε βοήθεια, μάλλον τη φοβάται όσο και οι Τούρκοι: «Και αν μας απελευθερώσει η Ρωσία από τους Τούρκους, θα μας καταπιεί στα γρήγορα σαν τον Μεγάλο Ασθενή και δεν θα επιτρέψει να αναπτυχθούν οι εθνικότητες μας» -αυτή είναι η αμετάκλητη ιδέα που δηλητηριάζει όλες τις ελπίδες τους! Και πέρα από αυτό, φουντώνουν ακόμη και τώρα οι εθνικοί ανταγωνισμοί όλο και πιο έντονα μεταξύ τους, ανταγωνισμοί οι οποίοι άρχισαν, μόλις έλαμψε η πρώτη αχτίδα της εκπαίδευσης. Είναι τόσο πρόσφατη η ελληνο-βουλγαρική εκκλησιαστική διαμάχη, με πρόσχημα την εκκλησία, αν και φυσικά είναι μόνο εθνική σαν κάποιο είδος μελλοντικής προφητείας. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, καταδικάζοντας την ανυπακοή των Βουλγάρων και αφορίζοντας αυθαίρετα τον εκλεγμένο από την εκκλησία έξαρχό τους, έκανε ορατό ότι σε θέματα πίστης δεν πρέπει να θυσιάζονται τα καταστατικά και η υπακοή στην εκκλησίας, μπροστά στη «νέα και ολέθρια αρχή της εθνικότητας» της εκκλησίας. Και επιπλέον, όταν ο Έλληνας Πατριάρχης, κηρύσσει τον αφορισμό των Βουλγάρων υπηρετεί αναμφίβολα την αρχή της εθνικότητας, αλλά μόνο υπέρ των Ελλήνων και εναντίον των Σλάβων. Με μια λέξη, θα μπορούσε ακόμη και να προβλεφθεί με βεβαιότητα ότι αν πεθάνει «ο Μεγάλος Ασθενής», την ίδια στιγμή θα προκληθούν αναταραχές και διαμάχες εκκλησιαστικού χαρακτήρα που αναμφίβολα θα βλάψουν ακόμη και τη Ρωσία. Αναταραχές που θα  προκληθούν ακόμη κι αν έχει αποκλειστεί εντελώς ή εν μέρει η συμμετοχή τους στη λύση του Ανατολικού Ζητήματος. Επιπλέον, αυτές οι αναταραχές, ίσως να έχουν ακόμη πιο σκληρό αντίκτυπο στη Ρωσία, εάν δεν απομακρυνθεί από την ενεργό και ηγετική συμμετοχή στη μοίρα της Ανατολής. Και τότε ξαφνικά θα αρχίσουν να φωνάζουν (όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και εδώ σε πολλά δικά μας υψηλά ιστάμενα πολιτικά πνεύματα) ότι αν πεθάνουν ως κράτος οι Τούρκοι, τότε η Κωνσταντινούπολη θα πρέπει να ξαναγεννηθεί μόνο ως «διεθνής» πόλη, κάτι ενδιάμεσο, κοινό, ελεύθερο, για να μην διαφωνούν μεταξύ τους, αλλά δεν θα μπορούσε να επινοηθεί μια πιο λανθασμένη σκέψη.

Καταρχήν, και μόνο επειδή δεν θα επιτρέψουν να γίνει διεθνές αυτό το τόσο υπέροχο μέρος του κόσμου, θα γίνει ισοπαλία. Και σίγουρα, θα εμφανιστούν αμέσως με τον στόλο ως φίλοι οι Άγγλοι, ακριβώς για να περιφρουρήσουν και να προστατεύσουν αυτή τη «διεθνικότητα», αλλά στην ουσία για να αρπάξουν την Κωνσταντινούπολη για λογαριασμό τους. Εκεί δε που θα εγκατασταθούν, δύσκολα θα μπορέσει να επιβιώσει ένας ανυποχώρητος λαός. Πόσο μάλλον οι Έλληνες, οι Σλάβοι και οι Μουσουλμάνοι της Βασιλεύουσας που θα τους καλέσουν οι ίδιοι, θα τους πιάσουν με τα δύο χέρια και δεν θα τους αφήνουν να φύγουν και αιτία γι’ αυτό θα είναι η Ρωσία: «Θα μας προστατέψουν από τη Ρωσία, θα πουν, οι απελευθερωτές μας». Και δεν θα βλέπουν το καλό και δεν θα καταλαβαίνουν τι είναι γι’ αυτούς οι Άγγλοι και τι είναι γενικά η Ευρώπη! Ω, ακόμα και τώρα ξέρουν καλύτερα από τον καθένα, ότι οι Άγγλοι (και κανείς άλλος στην Ευρώπη εκτός από τη Ρωσία) δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την ευτυχία τους, δηλαδή δεν υπάρχει απολύτως τίποτα να κάνουμε για την ευτυχία όλων των χριστιανών ραγιάδων. Όλοι αυτοί οι ραγιάδες γνωρίζουν πολύ καλά ότι αν μπορούσαν να επαναληφθούν οι καλοκαιρινές φρικαλεότητες στη Βουλγαρία (και αυτό φαίνεται πολύ πιθανό) με κάποιο τρόπο αθόρυβα και κρυφά, τότε στην Ευρώπη πρώτοι οι Άγγλοι θα εύχονταν να επαναληφθούν αυτές οι δολοφονίες, ας πούμε και δεκαπλάσιες, και δεν θα είναι καθόλου από θηριωδία: εκεί υπάρχουν λαοί με ανθρωπισμό, φωτισμένοι - αλλά επειδή αυτές οι επαναλαμβανόμενες δεκαπλάσιες δολοφονίες, θα εξόντωναν εντελώς τους ραγιάδες, σε σημείο που δεν θα υπήρχε κανείς στη Βαλκανική Χερσόνησο να κάνει εξεγέρσεις εναντίον των Τούρκων, και αυτό είναι όλη η ουσία που παραμένει: θα έμεναν μόνοι οι αγαπητοί Τούρκοι, και τα τούρκικα τραπεζογραμμάτια θα ανέβαιναν στη στιγμή σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και η Ρωσία «με τις φιλοδοξίες και τα κατακτητικά της σχέδια» θα έπρεπε να μεταναστεύσει βαθύτερα στην πατρίδα από παντελή έλλειψη προστασίας. Οι ραγιάδες ξέρουν πολύ καλά ότι αυτά είναι τα μόνα συναισθήματα που μπορεί να περιμένουν από την Ευρώπη. Αλλά θα ήταν εντελώς διαφορετικά αν κάποια στη στιγμή στον κόσμο, κατά κάποιον τρόπο, πέθαινε ο «Μεγάλος Ασθενής είτε από μόνος του είτε από το σπαθί της Ρωσίας». Τότε όλη η Ευρώπη θα φλεγόταν από την πιο τρυφερή αγάπη για τα ανανεωμένα έθνη και θα έσπευδε αμέσως να τα «σώσει από τη Ρωσία». Πρέπει να ξέρεις ότι η Ευρώπη θα είναι η πρώτη που θα εισάγει την ιδέα του «διεθνισμού» στη νέα τους δομή. Η Ευρώπη θα καταλάβει ότι πάνω από το πτώμα του «Μεγάλου Ασθενούς» θα φουντώσουν αμέσως αναταραχές, διαμάχες και ανταγωνισμοί στους απελευθερωμένους λαούς και αυτό θα είναι προς όφελός της: θα είναι πρόσχημα για παρέμβαση και το πιο σημαντικό θα είναι πρόσχημα για να τους στρέψει εναντίον της Ρωσίας, η οποία δεν θα θέλει να τους επιτρέψει να συγκρουστούν για την κληρονομιά του «ασθενούς». Και δεν θα υπάρχει συκοφαντία που να μη χρησιμοποιήσει η Ευρώπη εναντίον μας. «Φταίνε οι Ρώσοι που δεν σας βοηθήσαμε ενάντια στους Τούρκους», θα πουν οι Άγγλοι. Αλίμονο, οι λαοί της Ανατολής καταλαβαίνουν άριστα, ακόμη και τώρα, και γνωρίζουν ότι «η Αγγλία δεν θα συμμετάσχει ποτέ στην απελευθέρωσή τους και ποτέ δεν θα δώσει τη συγκατάθεσή της, αν θεωρηθεί απαραίτητο, επειδή μισεί αυτούς τους Χριστιανούς για την πνευματική τους σχέση με τη Ρωσία. Στην Αγγλία χρειάζεται να μας μισούν οι Χριστιανοί της Ανατολής με όση δύναμη τρέφει εκείνη για εμάς!»[10]  Αυτό το ξέρουν από μόνοι τους και ποντάρουν, φυσικά, σε μελλοντικό λογαριασμό της Ρωσίας, ενώ εμείς νομίζουμε πως μας λατρεύουν.

Σε μια διεθνή πόλη, πέρα από τους Άγγλους προστάτες, εντέλει, πρωταρχικοί κύριοι της πόλης θα είναι οι Έλληνες. Πρέπει να σκεφτείς ότι οι Έλληνες βλέπουν τους Σλάβους με ακόμη μεγαλύτερη περιφρόνηση απ’ ότι τους Γερμανούς. Επειδή όμως οι Σλάβοι θα είναι τρομεροί για τους Έλληνες, τότε η περιφρόνηση θα αντικατασταθεί από σκληρότητα. Φυσικά, δεν θα μπορέσουν να αγωνιστούν μεταξύ τους, να κηρύξουν πόλεμο ο ένας στον άλλον, γιατί δεν θα τους το επιτρέψουν οι προστάτες, τουλάχιστον στα σοβαρά. Λοιπόν, ακριβώς λόγω της αδυναμίας μιας ανοιχτής και ειλικρινούς πάλης, θα συνεχιστούν κάθε είδους διαμάχες και, πάνω απ’ όλα, θα πάρουν εκκλησιαστικό χαρακτήρα. Από εκεί θα ξεκινήσουν, γιατί αυτό τους είναι πιο βολικό. Αυτά ήθελα να επισημάνω!

Μιλάω έτσι επειδή το ζήτημα είναι δεδομένο: είναι οι Βούλγαροι και η Κωνσταντινούπολη. Από αυτή την άποψη οι Έλληνες είναι δυνατοί και το γνωρίζουν. Και εν τω μεταξύ, τίποτα πιο τρομερό στο μέλλον δεν μπορεί να υπάρξει για ολόκληρη την Ανατολή και βέβαια για τη Ρωσία, εκτός από μια ακόμα εκκλησιαστική διαμάχη, η οποία, αλίμονο, θα συμβεί αν απαλλαγεί, έστω για μια στιγμή, από την προστασία της Ρωσίας και την αυστηρή επίβλεψή της. Αν και αυτό για το μέλλον είναι μόνο μια εικασία, θα ήταν ασυγχώρητο να το παραβλέψουμε έστω και ως τέτοια. Επιθυμούμε, πράγματι τη συνέχιση της κυριαρχίας των Τούρκων και την υγεία του «μεγάλου ασθενούς»; Αλήθεια θα φτάσουμε ως εκεί; Δεν είναι σαφές ότι ο «μεγάλος ασθενής» πρέπει να πεθάνει, και το πιο σημαντικό ότι αν υποχωρήσει η Ρωσία στο μισό από την επικυριαρχία της στη μοίρα της Ανατολής, εάν κάνει αυτή την παραχώρηση στην Ευρώπη, θα είναι πιθανότερο να κλονιστεί η εκκλησιαστική ενότητα τόσων αιώνων της Βαλκανικής Χερσονήσου και ίσως ακόμη πιο πέρα στην Ανατολή; Ακόμα κι έτσι, μπορείς να πεις πως είτε γίνουν αυτές οι διαμάχες είτε όχι, αλλά πεθάνει ο «μεγάλος ασθενής», τότε θα είναι απολύτως πιθανόν τα πράγματα να μην λειτουργήσουν, χωρίς ένα μεγάλο εκκλησιαστικό συμβούλιο για την τακτοποίηση των υποθέσεων της νέο- αναγεννημένης εκκλησίας. Γιατί να μην το προβλέψετε αυτό; Στους τέσσερις αιώνες διωγμού και καταπίεσης, οι προκαθήμενοι της Ανατολικής Εκκλησίας υπάκουαν πάντα στις συμβουλές της Ρωσίας‧ αλλά αν απελευθερωθούν αύριο από τον τουρκικό ζυγό και, επιπλέον, τους δοθεί η ευκαιρία για προστασία από την Ευρώπη, θα δηλώσουν αμέσως ότι έχουν διαφορετικές σχέσεις με τη Ρωσία. Οι προκαθήμενοι της Ανατολικής Εκκλησίας, δηλαδή κυρίως οι Έλληνες, εφόσον η Ρωσία θα έπαιρνε το μέρος των Σλάβων, θα επιθυμούσαν να της δηλώσουν, μάλλον αμέσως, ότι δεν χρειάζονται πλέον ούτε αυτήν ούτε τις συμβουλές της. Γι’ αυτό θα σπεύσουν να δηλώσουν ότι τέσσερις αιώνες την παρακολουθούσαν με σταυρωμένα τα χέρια σε ικεσία. Και η θέση της Ρωσίας θα είναι πολύ δυσκολότερη. Ακόμα και οι Βούλγαροι θα φωνάζουν ότι στην Κωνσταντινούπολη βασιλεύει ένας νέος ανατολικός πάπας. Και ποιος ξέρει; Ίσως να έχουν δίκιο. Η Διεθνής Κωνσταντινούπολη μπορεί πράγματι να χρησιμεύσει, τουλάχιστον για ένα διάστημα, ως υποπόδιο για τον νέο Πάπα. Τότε, η Ρωσία θα είναι με τους Έλληνες και αυτό θα σημαίνει ότι θα χάσουν τους Σλάβους και ότι θα γίνει στο κοντινό μέλλον διαμάχη μαζί τους, θα σήμαινε ότι θα δημιουργήσουν για τον εαυτό τους, ίσως, δυσάρεστες και σοβαρές εκκλησιαστικές ανησυχίες.

Είναι σαφές ότι τα πάντα μπορούν να αποφευχθούν στο ανατολικό ζήτημα, μόνο με την έγκαιρη αντίσταση της Ρωσίας και με σταθερή ακολουθία στις μεγάλες παραδόσεις τής από πολλών αιώνων πολιτικής μας. Δεν πρέπει να ενδώσουμε σε τίποτα και σε καμία Ευρώπη επάνω σε αυτό το θέμα και για οποιονδήποτε λόγο, γιατί αυτή η υπόθεση είναι η ζωή και ο θάνατός μας. Αργά η γρήγορα η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνει δική μας, ακριβώς για να αποφύγουμε τα σοβαρά και δυσάρεστα εκκλησιαστικά προβλήματα που μπορούν τόσο εύκολα να αναβιώσουν μεταξύ των νεαρών λαών της Ανατολής που δεν έχουν ζήσει και για τους οποίους υπάρχει ήδη το παράδειγμα της έριδας των Βουλγάρων και του Οικουμενικού Πατριάρχη, που τελείωσε πολύ άσχημα. Έτσι και κατακτήσουμε την Κωνσταντινούπολη, τίποτα από αυτά δεν θα συμβεί. Οι λαοί της Δύσης, που ακολουθούν με τόσο ζήλο κάθε βήμα της Ρωσίας, δεν γνωρίζουν ακόμη και δεν υποψιάζονται τη σωστή στιγμή αυτών των νέων, που προς το παρόν είναι μόνο ονειροπολήσεις, αλλά στο μέλλον θα είναι πολύ πιθανοί συνδυασμοί. Ακόμα κι αν τους γνωρίζαμε τώρα, δεν θα τους καταλαβαίναμε και δεν θα τους δίναμε μεγάλη σημασία. Θα καταλάβουν όμως πάρα πολλά αργότερα και θα τους δώσουν σημασία, όταν πλέον θα είναι πολύ αργά. Ο ρωσικός λαός, δεν αντιλαμβάνεται αλλιώς το Ανατολικό Ζήτημα, παρά μόνο ως απελευθέρωση ολόκληρου του Ορθοδόξου Χριστιανισμού και στη μελλοντική γενική ενότητα της Εκκλησίας. Αν αντίθετα, ο ρωσικός λαός δει μια νέα αναταραχή και διχόνοια, θα σοκαριστεί πολύ και, ίσως, κάθε νέα έκβαση της υπόθεσης να έχει βαθιά απήχηση τόσο στον ίδιο όσο και στη ζωή του, ειδικά αν στο τέλος λάβει τον κατ’ εξοχήν χαρακτήρα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και μόνο δεν μπορούμε με τίποτα και με κανέναν τρόπο να αφήσουμε ή να αποδυναμώσουμε τον βαθμό της πανάρχαιας συμμετοχής μας στο μεγάλο αυτό θέμα. Δεν είναι μόνο το υπέροχο λιμάνι, δεν είναι μόνο ο δρόμος προς τις θάλασσες και τους ωκεανούς που συνδέουν τη Ρωσία τόσο στενά με την απόφαση της μοίρας του μοιραίου ζητήματος, ούτε καν η ενοποίηση και η αναγέννηση των Σλάβων! Το πρόβλημα είναι βαθύτερο, απείρως βαθύτερο. Εμείς, η Ρωσία, είμαστε πράγματι απαραίτητοι και μοιραίοι τόσο για όλη την ανατολική Χριστιανοσύνη όσο και για ολόκληρη τη μοίρα της μελλοντικής επί της γης Ορθοδοξίας, για την ενότητά της. Έτσι το καταλάβαινε πάντα ο λαός μας και οι ηγέτες του! Με μια λέξη, αυτό το τρομερό Ανατολικό Ζήτημα είναι σχεδόν ολόκληρη η μοίρα του μέλλοντός μας. Σε αυτό περικλείονται όλα μας τα καθήκοντα και, το πιο σημαντικό, είναι η μόνη διέξοδος για την πληρότητα της ιστορίας μας. Σε αυτήν θα βρίσκεται η τελική μας σύγκρουση με την Ευρώπη και η τελική μας ενότητά μαζί της, αλλά με νέες, ισχυρές και γόνιμες αρχές. Ω, πώς μπορεί να καταλάβει η Ευρώπη πόσο μοιραία και ζωτικής σημασίας είναι για εμάς η λύση αυτού του ζητήματος! Με μια λέξη, ακόμα κι αν τελειώσουν οι τρέχουσες και τόσο αναγκαίες διπλωματικές συμφωνίες και διαπραγματεύσεις στην Ευρώπη, αργά ή γρήγορα η Κωνσταντινούπολη θα είναι δική μας, έστω και αν γίνει τον προσεχή αιώνα! Αυτό πρέπει εμείς οι Ρώσοι να το έχουμε πάντα υπόψη μας, εντελώς σταθερά. Αυτό ήθελα να πω, ειδικά σε αυτή την ευρωπαϊκή στιγμή!

 


 

[1]  Ελένη Κατσιώλη: Μια ματιά στον κόσμο του Φιόντορ Ντοστογέφσκι, 2016, εκδόσεις Λέμβος.

[2] Ρωσία σε αντίθεση από τη Μικρορωσία δηλαδή την Ουκρανία.

[3] Η απελευθέρωση των δουλοπάροικων έγινε στις 19-2-1861, με διάταγμα του Αλεξάνδρου Β΄.

[4] Ο Ντοστογέφσκι χρησιμοποιεί και τις δύο λέξεις: Χριστιάνστβα / Χριστιανοσύνη και Κρεστιάνστβα/ αγροτιά. 

[5] Προκάτοχοι πολλών Ευαγγελικών Προτεσταντικών ομάδων στην Ουκρανία και σε ολόκληρη την πρώην Σοβιετική Ένωση.

[6] Έτοιμη προσευχή σαν εικόνα.

[7] Η διά Χριστόν σαλότητα, δηλαδή η «τρέλα για τον Χριστό».

[8] Ένας από τους τρεις αντρειωμένους ακρίτες που αναφέρονται στα αρχαία ποιήματα, τις μπιλίνες.

[9] Ήρωας από το ομώνυμο ποίημα του Νεκράσοφ «Βλας» (1854), έναν μετανοημένο αγρότη-αμαρτωλό.

[10] Τα Νέα της Μόσχας, Αρ. 63. / Μασκόφσκιε Βεντόμαστι.