Top menu

"Σκιές" της Α. Χασίμ, "Ukulele Orchestra" του Τ. Ρήτου

Διεκδικήσεις : Σκιές...

της Ανίσσας Χασίμ

Ξημέρωμα Κυριακής, περιπλανώμενοι σε μια πόλη που καμουφλάρει επιπόλαια τα βαριά της τραύματα και καταφέρνει να αναπνεύσει μόνο όταν αγγίζει υψηλές ταχύτητες. Ομόνοια, ένα ακόμα «Πανηγύρι των Τρελών» ρίχνει αυλαία. Ακούω το χαρακτηριστικό κλικ, ρωτάω τι έγινε, «Τίποτα, κατέβασα τις ασφάλειες», «Γιατί, είδες κάτι?», «Όχι, έτσι για καλό και για κακό». Ο A έχει κατέβει να μας πάρει εφημερίδες, είμαστε στο αυτοκίνητο, τον περιμένουμε να γυρίσει. Από το παράθυρο παρατηρώ μερικές βαριές σκιές που σέρνονται κουρασμένα πίσω στις «καβάντζες» τους. Μια εκκωφαντική ησυχία και όλα μπαίνουν σε slow motion, η νωχέλεια που ακολουθεί τη μέθη. Η μουσική έχει πάψει, ο γδούπος που προκαλείται από τη βαρύτητα όταν το σώμα σου συγκρούεται με τη γη, σου θυμίζει ότι η νύχτα τελείωσε, μαζί της και τα όνειρα.

«Κάτι» ή κάποιος περνάει από δίπλα μας, σε πολύ κοντινή απόσταση από το αυτοκίνητο, τον συνοδεύει το μουρμουρητό που κάνει το χαρτόνι όταν σέρνεται πάνω στην άσφαλτο. Αποδεχόμενη τους κανόνες του δικού του «παιχνιδιού» γυρίζω αργά το κεφάλι μου, αφήνω το βλέμμα μου να τον ακολουθήσει. Δεν αντιλαμβάνεται ότι κάποιος τον παρακολουθεί, συνεχίζει να σέρνει το τεράστιο χαρτόκουτο. Το κέντρο βάρους του έχει μεταφερθεί, βρίσκεται στους ώμους του, το σώμα του έχει πάρει την στάση προσκυνητή. Το στόμα του διακρίνεται με δυσκολία κάτω από τα πυκνά γένια, τα μάτια του έχουν σβήσει από μέρες. Καταφέρνει την τελευταία στιγμή να αποφύγει έναν τύπο που λικνίζεται υπό τους ήχους της μελωδίας κάποιου παραισθησιογόνου. Το μυαλό μου ανακαλεί πληροφορίες που διάβασα σε ένα άρθρο. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο στην Αθήνα κατοικούν 11000 συγγενικά του φαντάσματα. Ναρκομανείς, αποφυλακισμένοι, πρώην τρόφιμοι ψυχιατρικών ιδρυμάτων, μετανάστες. Έγραφε χαρακτηριστικά ότι παρ’ όλο που σύμφωνα με άρθρο του Συντάγματος (άρθρο 21 παρ. 4) «Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του κράτους» οι άστεγοι δεν έχουν αναγνωριστεί θεσμικά ως ομάδα που χρειάζεται στήριξη. Ο δημοσιογράφος συνεχίζει κάνοντας λόγο για το αξιοσημείωτο έργο που γίνεται από την μεριά του Δήμου σε συνδυασμό πάντα με τη πολύτιμη βοήθεια πολιτών - εθελοντών, λίγο πιο κάτω κλείνει υπογραμμίζοντας πως όσο αυτοί οι άνθρωποι δεν καταγράφονται από τις κοινωνικές υπηρεσίες το πρόβλημα θα παραμένει άλυτο.

Ψίχουλα και θεάματα στα πόδια μιας κοινωνίας που περιθωριοποιεί τα παιδιά της, τα ίδια που εκείνη εξάντλήσε. Εξακολουθώ να κοιτάζω την αδύνατη φιγούρα που τώρα βρίσκεται ξαπλωμένη σε εμβρυακή στάση στο διαλυμένο χαρτόκουτο που απλώνεται στο πεζοδρόμιο. Από την στιγμή που θα πάρει την θέση του στη γωνία κανείς δεν θα ταραχτεί ξανά από την παρουσία του, λες και αφομοιώνεται πλήρως από το μπετόν, λες και το δέρμα του παίρνει σιγά - σιγά τη γκρίζα απόχρωση του τοίχου, το θέαμα συγκαταλέγεται στα «Ανησυχητικά Οικεία». Θα τον προσέξουμε και πάλι όταν επιχειρήσει να ξανασηκωθεί. Μου γεννιέται η επιθυμία να τον πλησιάσω, να του ζητήσω να μου διηγηθεί την ιστορία του, ίσως και να σιγουρευτώ ότι η καρδιά του εξακολουθεί να χτυπάει. Δεν έχω το θάρρος, δεν θέλω και να τον βασανίσω αναγκάζοντας τον να χρησιμοποιήσει τον δικό μου κώδικα επικοινωνίας και έτσι επιτρέπω στο βάρος μου να με κρατήσει καθηλωμένη στην θέση μου. «Αυτή την εφημερίδα δεν ήθελες?» και η πόρτα κλείνει «Ε? Ναι, σ’ευχαριστώ», «Ακούστε ποιον συνάντησα…»

*

rhtos-sfhnaki.jpgUkulele Orchestra of Great Britain (Propaganda)

του Τάσου Ρήτου

...και οι 7 είναι υπέροχοι...

Το σπίτι σκονισμένο,
Οι πόρτες ξεχαρβαλωμένες
Τα παράθυρα θολά,
Τα ποτήρια ραγισμένα,
Τα δυο παιδιά τρέχουν κραυγάζοντας στους έρημους θαλάμους,
Η μάνα ακίνητη πάνω στην κατσαρόλα,
Ο πατέρας ηλιοκαμένος πλάι στο τζάκι να κοχλάζει,
Ο σκύλος και το μαύρο άτι, αργά συρτά βαδίζουν στο ξερό αμπελοχώραφο,
Το πηγάδι στερνό, ο σίτος τσακισμένος,
Ο άνεμος ξυρίζει κόντρα το ποτάμι,
Και ένα λιβάδι μαύρα όρνια πάνω από τη σάρκα του νεκρού βουβάλου,
Ένας ινδιάνος ρεμβάζει εκεί πάνω στο βράχο,
Μέσα στην χαράδρα μια άγρια πεταλούδα μεθυσμένη γυροφέρνει,
Και αυτή η άγρια ανεμώνη μαραμένη στον ξερόκαμπο.
Κι ο θάνατος σαν ένα λευκό αγριοπερίστερο ταξιδεύει στις ράγες της ζωής τους