Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 2

Ματιά στα "Παιδικά χρόνια του Ιβάν"

της Μαρίας Τσολακούδη

Το φιλμ «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν» είναι το πρώτο μεγάλου μήκους που γύρισε ο Αντρέι Ταρκόφσκι. Ήταν τότε εικοσιοκτώ χρονών και είχε μόλις αποφοιτήσει από το Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Μόσχας. Το σενάριο της ταινίας είναι βασισμένο στο διήγημα του Βλαντιμίρ Μπογκομόλοφ «Ιβάν», που επεξεργάστηκε ο ίδιος ο Ταρκόφσκι μαζί με το μετέπειτα σκηνοθέτη Αντρέι Μιχάλκωφ – Κοντσαλόφσκι και το συγγραφέα του διηγήματος.

Η ταινία διαχειρίζεται με εξαίρετα ποιητικό τρόπο το βίαιο τερματισμό της παιδικής ηλικίας από τον πόλεμο και την ανικανότητα του παιδιού που υφίσταται αυτή την απώλεια να ζήσει μια φυσιολογική ζωή μετά από αυτό. Ουσιαστικά την ανικανότητα του παιδιού να ζήσει με οποιονδήποτε τρόπο. «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν» είναι μια πολεμική ταινία, αλλά μια πολεμική ταινία ανεστραμμένη. Όπου ο πόλεμος δεν έχει τίποτα το ηρωικό, παρά μόνο λασπουριά και αποσύνθεση και η νίκη δεν έχει τίποτα το θριαμβικό, παρά μόνο ερείπια και θάνατο. Αντιστικτικά στην τερατωδία του πολέμου, ο Ταρκόφσκι παραθέτει ονειρικές, ειδυλλιακές σκηνές από τη ζωή του Ιβάν πριν τον πόλεμο.

Όταν ξεκινά η ταινία ο Ιβάν έχει ήδη χάσει την οικογένειά του που μαζί με όλους τους κατοίκους του χωριού του σφαγιάστηκαν από τους ναζί. Έτσι μπαίνει στην Αντίσταση εξελίσσεται σε ανιχνευτή της πρώτης γραμμής του μετώπου για το σοβιετικό στρατό και αναλαμβάνει παράτολμες επιχειρήσεις. Παρά το νεαρό της ηλικίας του επιδιώκει και γίνεται δεκτός από τους ενήλικους συμπολεμιστές του σαν ισότιμος, οι οποίοι θέλοντας να τον προφυλάξουν φροντίζουν να σταλεί σε στρατιωτική ακαδημία στα μετόπισθεν. Ο Ιβάν αρνείται να συμμορφωθεί και προσπαθεί να φύγει από το στρατό για να συναντήσει τους παρτιζάνους. Γίνεται όμως αντιληπτός από τους συντρόφους του και αποφασίζεται να σταλεί σε μια τελευταία αποστολή στις γραμμές του εχθρού και μετά την επιστροφή του να φύγει οπωσδήποτε στη στρατιωτική ακαδημία όπου θα εκπαιδευτεί να γίνει αξιωματικός. Αλλά δεν επιστρέφει από αυτή. Συλλαμβάνεται και απαγχονίζεται από του ναζί.

Αυτό που μας εντυπωσιάζει είναι καταρχάς η έντονη δραματικότητα του χαρακτήρα του ήρωα, τον οποίο ερμηνεύει ιδανικά ένας μαθητής από τη Μόσχα, ο Κόλια Μπουρλάγιεφ. Είναι εκπληκτικό το πώς μεταμορφώνεται το πρόσωπο του ηθοποιού, πόσο ευκρινές, γεμάτο φέγγος είναι στην προ πολέμου εποχή και πόσο ζοφερό, διφορούμενο στις σκηνές του πολέμου. Ο Ιβάν, είναι ένα παιδί που όπως γράφει ο ίδιος ο Ταρκόφσκι στο «Σμιλεύοντας το χρόνο»:

«Μου φάνηκε αμέσως ότι ήταν καταστραμμένο ότι ο πόλεμος είχε μετατοπίσει τον άξονά του. Πράγματι, από τη ζωή του είχε χαθεί ανεπανόρθωτα κάτι ανυπολόγιστο, καθετί που χαρακτηρίζει την παιδική ηλικία»[1]. Υπάρχει λοιπόν, κάτι το τερατώδες στο δωδεκάχρονο αγόρι που αντί να βρίσκεται στο σχολείο και να παίζει με τους φίλους του, βρίσκεται στο μέτωπο και συγχρωτίζεται με στρατιώτες παίζοντας με τη ίδια τη ζωή του. Αλλά το τραγικό είναι ότι δεν υπάρχει κανένα άλλο μέρος σε αυτόν τον κόσμο όπου ο Ιβάν να νοιώθει σπίτι του. Η μητέρα, το πραγματικό του σπίτι υπάρχουν μόνο στη χώρα των ονείρων και των αναμνήσεων και η ανάκλησή τους δεν προσφέρει τίποτα άλλο εκτός από πόνο. Και τη συνειδητοποίηση της αβυσσαλέας απόστασης που χωρίζει το χτες με το σήμερα της ζωής του. Έτσι μετατρέπεται από το χαρούμενο παιδί που κυνηγά πεταλούδες, όπως το βλέπουμε στις πρώτες σκηνές του έργου, σε ένα υβριδικό πλάσμα, δημιούργημα του πολέμου, και το μόνο που θέλει είναι η εκδίκηση κι ο θάνατος.

Η κινηματογραφική αφήγηση δεν γίνεται με γραμμικό τρόπο ακολουθώντας με λογική αλληλουχία την εξέλιξη της πλοκής, αλλά οι σκηνές συνδέονται με συνειρμικό ποιητικό τρόπο. «Όταν λέω ποίηση», γράφει ο Ταρκόφσκι στο «Σμιλεύοντας το χρόνο», «δεν εννοώ κάποιο λογοτεχνικό είδος. Ποίηση είναι ένας ξεχωριστός τρόπος να συνειδητοποιείς τον κόσμο, να συνδέεσαι με την πραγματικότητα»[2]. Ο σκηνοθέτης χτίζει την ταινία του πάνω σε τέσσερα ονειρικά στιγμιότυπα. Το πρώτο όνειρο του Ιβάν τον παρουσιάζει σε μια ανέμελη στιγμή της παιδικής του ηλικίας. Τον βλέπουμε να κυνηγά πεταλούδες, να παρατηρεί ιστούς αράχνης να τρέχει ξυπόλητος κάτω από ένα λαμπερό ήλιο. Κι αμέσως να ξυπνά και να βρίσκεται στην φρικτή πραγματικότητα του πολέμου. Στο δεύτερο όνειρο ο Ιβάν και η μητέρα του σκύβουν πάνω από ένα πηγάδι όπου παρακολουθούν ένα φτερό να στροβιλίζεται στο βάθος του κι ένα αστέρι να καθρεφτίζεται στο νερό. Στην προσπάθειά του να πιάσει το αστέρι ο Ιβάν βρίσκεται μέσα στο πηγάδι. Ακούγονται φωνές ο Ιβάν φωνάζει «Μαμά», ενώ βλέπουμε την μητέρα να κείτεται κοντά στο πηγάδι με το πρόσωπο στο χώμα. Στο τρίτο όνειρο βλέπουμε ένα κάρο φορτωμένο με μήλα, λευκά δέντρα κόντρα σε έναν σκοτεινό ουρανό, άλογα να τρώνε τα σκορπισμένα στην παραλία μήλα. Το τελευταίο όνειρο δεν ξέρουμε ποιος το ονειρεύεται, γιατί παρουσιάζεται μετά τον θάνατο του Ιβάν. Πάλι σε παραλία παιδιά παίζουν και τρέχουν ξένοιαστα. Μαζί τους κι ο Ιβάν. Τρέχει σε ήμερα ρηχά νερά. Και σε αυτή την παραδείσια κατάσταση βάζει τέλος ένας κορμός δέντρου που πάνω του προσκρούει το παιδί. Όπως ο πόλεμος, η Ιστορία, που πάνω τους προσέκρουσε η ζωή του Ιβάν και συντρίφτηκε. Το ότι η ταινία κλείνει με αυτόν τον τρόπο με μια σκηνή που ξέρουμε ότι είναι παρελθόν που δεν μπορεί να επιστρέψει γιατί είναι νεκροί ο Ιβάν και η μητέρα του, δεν μας αφήνει να εφησυχάσουμε. Ο θάνατος του Ιβάν, ο άδικος θάνατος ενός παιδιού, είναι κάτι που δεν μπορεί να εξαγοραστεί με καμιά ειρήνη με κανένα ευτυχισμένο μελλοντικό κόσμο. Είναι μια απώλεια που τίποτα δεν μπορεί να την αναπληρώσει. Γιατί όπως γράφει και ο Ντοστογιέφσκι στους «Αδελφούς Καραμαζώφ»: «Αν πρέπει όλοι να υποφέρουν για να εξαγοράσουν με τα βάσανά τους την αιώνια αρμονία, τότε τι σχέση έχουν τα παιδιά; Είναι εντελώς ακατανόητο για πιο λόγο πρέπει να υποφέρουν κι αυτά και γιατί να εξαγοράζουν με βάσανα την αρμονία;» [3]

Ανάμεσα στις ονειρικές σκηνές παρεμβάλλεται η αφήγηση σε παρόντα χρόνο. Αλλά όμως σε αυτήν την πολεμική ταινία δεν βλέπουμε καθόλου πολεμικές συγκρούσεις. Η πλοκή εξελίσσεται ανάμεσα στα διαλείμματα των αναγνωριστικών επιχειρήσεων. Ο Ιβάν και οι σχέσεις με τους συντρόφους του αξιωματικούς, η ερωτική ιστορία ενός απ’ αυτούς με τη νοσοκόμα του μετώπου, η εκπληκτική σκηνή του φιλιού τους πάνω από ένα όρυγμα, ο άντρας στέκεται σε διάταση, η κοπέλα στην αγκαλιά του χωρίς να πατά στη γη, ενώ η κάμερα κινηματογραφεί τη σκηνή μέσα από το χαντάκι. Η τελευταία αποστολή του Ιβάν να διασχίζει με βάρκα ένα ποταμό για να εισχωρήσει στην περιοχή του εχθρού, τα πτώματα στις όχθες του. Η ειρήνη, η νίκη, σοβιετικοί αξιωματικοί στην καγκελαρία του Βερολίνου. Στα αρχεία τους η φωτογραφία του Ιβάν και η ένδειξη: απαγχονίστηκε. Στα δώδεκα χρόνια του.

Η ταινία ήταν η επίσημη συμμετοχή της Σοβιετικής Ένωσης στον Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας το 1962. Κέρδισε το μεγάλο βραβείο του Φεστιβάλ το Χρυσό Λιοντάρι.

--------------------------------------------------------------------------------

[1] Αντρέι Ταρκόφσκι, Σμιλεύοντας το χρόνο, μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζας, Νεφέλη, Αθήνα 1987

[2] Αντρέι Ταρκόφσκι, Σμιλεύοντας το χρόνο, μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζας, Νεφέλη, Αθήνα 1987

[3] Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμαζώφ, μετάφραση Άρη Αλεξάνδρου, Γκοβόστης, Αθήνα 1990