Top menu

Τρία ποιήματα του Λευτέρη Χονδρού

photo © Jill Burrow

Ξεχασμένο αρωματικό

Είναι η αγάπη μου
σαν άνθος ρημαγμένη·
όλοι οι άνθρωποι τήνε πατούν
και όλο ξοπίσω μένει.

Ωραία που θα ήταν να μείνει έτσι
σαν ξεχασμένο αρωματικό·

έτσι που μαραίνεται εκείνο το φυτό
που κόβεται και που ποδοπατείται
η ευωδιά του θα μείνει για πάντα
και συγκίνηση πολλή κάποτε
κι αυτό μπορεί να προσφέρει.

Νοσηρή αίσθηση

Λαμπρότερο νέο δεν είχαμε γνωρίσει·
διότι εκείνος γνώριζε και πώς να ομιλεί
και πώς να συμπεριφερθεί στις ατυχίες.
Κι επειδή η μόρφωσή του ήταν μεγάλη
– πολυτεχνίτης καθώς σπούδαζε –
πρωτοστατούσε πάντοτε στα γεγονότα
κι είχε και άποψη εμπεριστατωμένη.

Λαμπρότερος νέος δεν υπήρξε· ώσπου
μια μέρα, μια νοσηρή αίσθηση κατέλαβε
τόσο το σώμα το νεανικό όσο και το πνεύμα
το πολύ σπουδαίο.
Μα ο λαμπρός νέος διόλου δεν μίλησε ή
φέρθηκε αναλόγως· στην ατυχία αυτήν
αφέθηκε κι επισταμένως πια περίμενε
καθώς δεν γνώρισε ποτέ του τίποτα άλλο.

Αύγουστος

Κράτησα τα χέρια σου -
πώς αλλιώς να σ’ αγαπήσω;

Ωστόσο, ταξίδεψα μέσα στα χρόνια·
σαν να ήμουν άστρο ή σαν να ήμουν ρυάκι
είδα τα χέρια να με δείχνουν και να βυθίζονται
όλο και πιο βαθιά στον αστερισμό του Κηφέα,
κοντά στο κλειδί του Ομήρου.
Ήσουν απαλλαγμένη από κάθε ουρανό κάποτε,
τότε που συλλάβιζες ακόμα τον γαλαξία, πριν μπει
τ’ αλφαβητάρι της νυκτός στην ζωή μας.
Κρατήσαμε χέρια και χέρια, τόσα που η παλάμη
δεν ξεχωρίζει πια το σημάδι της ζωής απ’ αυτό
του θανάτου κι αν πεθάνουμε ξέρουμε πώς.