Top menu

Τρία ποιήματα της Μάγιας Αγγέλου σε μετάφραση της Νατάσας Ζαχαροπούλου

 

Μεταφράζει η Νατάσα Ζαχαροπούλου

Η Μάγια Αγγέλου θεωρείται από τις πιο σπουδαίες Αμερικανίδες ποιήτριες και συγγραφείς, ως «μία από τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές μορφές κατά την τελευταία 50ετία», και μία από τις «μεγαλύτερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας». Ακολουθούν σε μετάφραση τα ποιήματά της "Κι όμως υψώνομαι", "Μόνος", "Στον σφυγμό του πρωινού". 

Κι ὅμως Ὑψώνομαι 1

Μπορεῖτε νά μέ καταγράψετε στήν ἱστορία
Λέγοντας, ὡς συνήθως, ψέματα πικρόχολα, στρεβλά,
Ποδοπατῆστε με στή λασπουριά,
Ὅμως καί πάλι, ὅπως ἡ σκόνη, θά ὑψωθῶ ξανά.

Τό θράσος μου τάχα σᾶς ἀναστατώνει;
Γιατί κλωθογυρίζετε στή σκοτεινιά;
Μήπως ἐπειδή βαδίζω λές κι ἔχω πετρελαιοπηγές
Μές ἀπό τό καθιστικό μου ν’ ἀναβλύζουν;

Ὅπως οἱ ἥλιοι ἀκριβῶς καί τά φεγγάρια
Μέ τῆς παλίρροιας τή σιγουριά,
Κι ὅπως οἱ ἐλπίδες τινάζονται ψηλά,
Θά ὑψωθῶ ξανά.

Θέλετε νά μέ δεῖτε νά γίνομαι χίλια κομμάτια;
Κατεβασμένο νἄ 'χω βλέμμα, τό κεφάλι μου σκυφτό;
Θέλετε οἱ ὦμοι μου νά γέρνουν ὅπως τά δάκρυα πού κυλᾶν,
Ἀποδυναμωμένη ἀπό τῆς ψυχῆς μου τό οὐρλιαχτό;

Ἡ περιφρόνησή μου, ἀλήθεια, σᾶς προσβάλλει;
Μή τό παίρνετε δά τόσο σκληρά
Ἐπειδή γελῶ λές κι ἀνακάλυψα χρυσορυχεῖα
Σκάβοντας στήν πίσω αὐλή μου.

Μπορεῖτε μέ τίς λέξεις σας νά μέ πυροβολεῖτε,
Νά μέ λιανίζετε μέ τίς ματιές σας,
Μέ τό μίσος σας νά μέ δολοφονεῖτε,
Ὅμως καί πάλι, ὅπως ὁ ἄνεμος, θά ὑψωθῶ ξανά.

Μήπως ὁ ἐρωτισμός μου σᾶς ἀναστατώνει;
Καθώς σάν ἔκπληξη προβάλλει
Ἔτσι ὅπως χορεύω λές καί φορῶ διαμάντα
Στό σημεῖο πού οἱ μηροί μου σμίγουν ἁπαλά;

Πέρα ἀπό τίς καλύβες πού στέγουν τίς ντροπές τῆς ἱστορίας
Ὑψώνομαι

Πάνω ἀπό τόν πόνο πού ρίζωσε στό χτές
Ὑψώνομαι
Μαῦρος εἶμαι ὠκεανός, ἀνοιχτός μέ κύματα ἀγρίμια,
Πότε γαλήνια, πότε μέ φουσκοθαλασσιά ἀντέχω τήν παλίρροια.

Νύχτες τοῦ τρόμου καί τοῦ φόβου προσπερνώντας
Ὑψώνομαι
Στή χαραυγή πού εἶναι ἐκπληκτικά διαυγής
Ὑψώνομαι
Φέροντας τά δῶρα πού οἱ πρόγονοί μου ἔδωσαν,
Τό ὄνειρο εἶμαι καί ἡ ἐλπίδα πού τόν σκλάβο φτέρωσαν.
Ὑψώνομαι
Ὑψώνομαι
Κι ὅμως ὑψώνομαι.


Μόνος

Κάνοντας σκέψεις, χτές βράδυ,
Ξαπλωμένη
Πῶς νἄβρω στήν ψυχή μου ἕνα σπίτι
ἐκεῖ ὅπου τό νερό πράγματι ξεδιψᾶ
Καί πέτρα δέν εἶναι τό ψωμί τό μαῦρο
Κατέληξα στό ἑξῆς
Καί δέν πιστεύω πώς λαθεύω
Ὅτι κανείς,
Κανένας ὅμως
Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.

Μόνος, κατάμονος
Κανείς, κανένας ὅμως
Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.

Ὑπάρχουν κάποιοι ἑκατομμυριοῦχοι
Μέ ἀσύλληπτα τεράστια πλούτη
Οἱ γυναῖκες τους γυρνοῦν ὅπως τοῦ Θανάτου οἱ Νύμφες
Τά παιδιά τους τραγουδᾶνε μπλούζ τίς νύχτες
Πανάκριβους γιατρούς πληρώνουν
Τίς πέτρινες καρδιές τους νά γιατρεύουν.
Ὅμως κανείς
Ὄχι, κανένας

Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.

Μόνος, κατάμονος,
Κανείς, κανένας ὅμως
Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.

Ἂν μέ προσοχή μ’ ἀκούσεις τώρα
Γιά κεῖνο πού γνωρίζω θά σοῦ πῶ
Τά σύγνεφα ὀγκώνονται τῆς καταιγίδας
Τῆς θύελλας οἱ ριπές θἄ χουν τήν κόψη τῆς λεπίδας
Ἡ ἀνθρώπινη φυλή ὁλόκληρη μιά πληγή
Ἀκούω βόγγους πού ἀνεβαίνουν ἀπό τή γῆ,
Ἐπειδή κανείς,
Κανένας ὅμως
Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.

Μόνος, κατάμονος
Κανείς, κανένας ὅμως
Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.


Στόν σφυγμό τοῦ πρωινοῦ2

Ἕνας Βράχος, Ἕνα Ποτάμι, Ἕνα Δέντρο
Οἰκοδεσπότες εἰδῶν χαμένων ἀπό πολύ καιρό,
Σημάδεψαν τόν μαστόδοντα,
Τόν δεινόσαυρο, πού ξερακιανά ἄφησαν ἴχνη
Ἀπό τήν ἐδῶ διαμονή τους
Στήν ἐπιφάνεια τοῦ πλανήτη,
Κάθε δυνατός συναγερμός τῆς καταδίκης τους πού ἐπισπεύθηκε
Ἔχει χαθεῖ στή σκοτεινιά τῆς σκόνης καί τῶν χρόνων.

Ὅμως σήμερα, ὁ Βράχος μᾶς φωνάζει, καθαρά, δυνατά,
Ἐλᾶτε, μπορεῖτε νά σταθεῖτε
Πάνω στήν πλάτη μου καί ν’ ἀντικρύσετε τό μακρινό σας
πεπρωμένο,
Ἀλλά στή σκιά μου μή ψάχνετε γι’ ἀπάγγιο.

Καμιά κρυψώνα δέν σᾶς παραχωρῶ ἐδῶ.

Ἐσεῖς, δημιουργήσατε λίγα λιγότερα μονάχα ἀπό
Τούς ἀγγέλους, μείνατε κουλουριασμένοι γιά πολύ μές
Στό καταμέλανο σκοτάδι
Μείνατε μπρούμυτα ξαπλωμένοι
Στήν ἄγνοια γιά αἰῶνες.
Τά στόματά σας σκορπίζουν λέξεις

Ὁπλισμένες γιά σφαγές.
Ὁ Βράχος μᾶς φωνάζει σήμερα, μπορεῖτε πάνω μου νά σταθεῖτε,
Ὅμως μή κρύβετε τά πρόσωπά σας.

Κατά μῆκος τοῦ τοίχου τοῦ Κόσμου,
Ἕνα Ποτάμι τραγουδάει ὄμορφο τραγούδι. Λέει,
Ἐλᾶτε, ἐδῶ στά πλάϊ μου ἀναπαυθεῖτε.

Καθένας ἀπό σᾶς, μιά περιχαρακωμένη χώρα,
Εὐαίσθητοι καί παράξενα περήφανοι,
Κι ὅμως ὠθούμενοι σέ διαρκή πολιορκία.
Ὁπλισμένοι γιά τό κέρδος
ἔχετε ἀφήσει σκουπιδότοπους
στίς ὄχθες μου, ρεύματα ἐρειπίων στό στῆθος μου ἐπάνω.
Ὅμως σήμερα σᾶς καλῶ στίς ποταμίσιες μου ἀκτές,
Ἂν βέβαια πάψετε τόν πόλεμο νά μελετᾶτε. Ἐλᾶτε,
Ἐνδυθεῖτε τήν εἰρήνη, κι ἐκεῖνα τά τραγούδια θά σᾶς τραγουδήσω
Πού μοῦ ἔδωσε ὁ Δημιουργός ὅταν Ἐγώ καί τό
Δέντρο καί ὁ Βράχος ἤμασταν ἕνα.
Πρίν ὁ κυνισμός γίνει καταραμένο κάψιμο ἐγκάρσια στό
Μέτωπό σας τότε πού δέν γνωρίζατε ἀκόμη πώς
Δέν γνωρίζετε τίποτα ἀκόμα.
Κι ὁ Ποταμός τραγούδησε κι ἐξακολουθεῖ νά τραγουδᾶ.

Ὑπάρχει μιά λαχτάρα ἀληθινή γι’ ἀνταπόκριση
Στό τραγουδιστό Ποτάμι καί τόν Βράχο τόν σοφό.
Ἔτσι λένε ὁ Ἀσιάτης, ὁ Ἱσπανός, ὁ Ἐβραῖος
Ὁ Ἀφρικανός, ὁ ἰθαγενής Ἀμερικάνος, ὁ Σιού,
Ὁ Καθολικός, ὁ Μουσουλμάνος, ὁ Γάλλος, ὁ Ἕλληνας
ὁ Ἰρλανδός, ὁ Ραββῖνος, ὁ Ἱερέας, ὁ Σεΐχης,
ὁ Ὁμοφυλόφυλος, ὁ Ἑτεροφυλόφυλος, ὁ Κήρυκας,
Ὁ Προνομιοῦχος, ὁ Ἄστεγος, ὁ Δάσκαλος.
Ἀκοῦν. Ἀκοῦνε ὅλοι
Τήν ὁμιλία τοῦ Δέντρου.

Ἀκοῦν καθένας ἀπό τό πρῶτο ὣς καί τό τελευταῖο Δέντρο
Νά μιλοῦν στό ἀνθρώπινο γένος σήμερα. Ἔλα σέ μένα, ἐδῶ στό
πλάϊ τοῦ Ποταμοῦ.
Φύτεψε τόν ἑαυτό σου στοῦ Ποταμοῦ τό πλάϊ.

Καθένας ἀπό σᾶς, ἀπόγονος πού κάτι τοῦ κληροδότησε
Ἕνας ταξιδιώτης, ἔχει πληρωθεῖ γι’ αὐτό.
Ἐσύ, πού μοῦ ἔδωσες τό πρῶτο ὄνομα, ἐσύ,
Πώουνυ, Ἀπάτσι, Σενέκα, ἐσύ
Ἔθνος τῶν Τσερόκι, πού ἀναπαύθηκες μαζί μου, τότε
Πού ἐξαναγκάστηκες σέ καθημαγμένα πόδια,
Μ’ ἐγκατέλειψες γιά νά μέ χρησιμοποιήσει κάποιος
Ἄλλος ἀναζητητής–ἀπελπισμένος γιά κέρδος,
Πεινασμένος γιά χρυσό.
Ἐσύ, Ὁ Τοῦρκος, ὁ Ἄραβας, ὁ Σουηδός, ὁ Γερμανός, ὁ Ἐσκιμῶος,
ὁ Σκῶτος,
Ἐσεῖς οἱ Ἀσάντι3, οἱ Γιορούμπα4, οἱ Κρού5, ἀγοράσατε,
Πουλήσατε, κλέψατε, φτάνοντας στόν ἐφιάλτη
Ἐνῶ προσευχόσασταν γιά ἕνα ὄνειρο.
Ὁρίστε, ριζῶστε πλάϊ μου.
Εἶμαι τό Δέντρο ἐκεῖνο πού φυτεύτηκε δίπλα στό Ποτάμι,
Πού δέν πρόκειται νά μετακινηθεῖ.
Ἐγώ, ὁ Βράχος, Ἐγώ ὁ Ποταμός, Ἐγώ τό Δέντρο
Εἶμαι δικός σας–τά περάσματά σας ἔχουν πληρωθεῖ.
Σηκῶστε τά πρόσωπά σας, εἶναι ἔντονη ἡ ἀνάγκη σας
Γιά τό φωτεινό πρωινό πού γιά σᾶς ἐδῶ χαράζει.
Ἡ Ἱστορία, παρά τόν σπαρακτικό της πόνο
Δέν γίνεται νά μένει ἀβίωτη, ἀλλά ἂν ἀντιμετωπίζεται
Μέ θάρρος, δέν χρειάζεται νά βιωθεῖ ξανά.

Ὑψῶστε τά πρόσωπά σας
Στή μέρα πού σκάει γιά σᾶς.
Γεννηθεῖτε ξανά
Στό ὄνειρο.

Γυναῖκες, ἄντρες, παιδιά,
Κρατεῖστε το στίς παλάμες σας,
Δῶστε του τό σχῆμα τῶν
Βαθύτερών σας ἀναγκῶν. Σμιλέψτε το
Στήν εἰκόνα τοῦ πιό προβεβλημένου σας ἑαυτοῦ.
Ὑψῶστε τίς καρδιές σας
Κάθε καινούργια ὥρα φέρνει νέες εὐκαιρίες
Γιά μιά καινούργια ἀρχή.
Μήν παντρευτεῖτε γιά πάντα
Τόν φόβο, ζεμένοι αἰωνίως
Στήν κτηνωδία.

Ὁ ὁρίζοντας σκύβει ἐμπρός,
Σᾶς προσφέρει χῶρο γιά τά καινούργια βήματα τῆς ἀλλαγῆς.
Ἐδῶ, στόν σφυγμό ἐτούτης τῆς ὡραίας μέρας
Μπορεῖ νά βρεῖτε τό κουράγιο
Νά κοιτάξετε ψηλά κι ἔξω καί πάνω ἀπό μένα, τόν
Βράχο, τόν Ποταμό, τό Δέντρο, τή χώρα σας,
Ὄχι λιγότερο τόν Μίδα ἀπό τόν ζητιάνο.
Ὄχι λιγότερο ἐσένα τώρα ἀπό τόν μαστόδοντα κάποτε.

Ἐδῶ, στόν σφυγμό τῆς νέας μέρας
Μπορεῖς νά ἔχεις τήν χάρη νά κοιτάξεις ψηλά καί ἔξω
Καί μές στά μάτια τῆς ἀδελφῆς σου, καί μές
Στό πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ σου, τῆς χώρας σου

Καί νά πεῖς ἁπλά
Πολύ ἁπλά
Μέ ἐλπίδα –
Καλημέρα.


1 Το ποίημα τοῦ τίτλου τῆς συλλογῆς "I still rise", ἦταν τό κέντρο μιᾶς διαφημιστικῆς καμπάνιας γιά τό United Negro College Fund

2 Το "On the Pulse of Morning" εἶναι τό ποίημα ἐκεῖνο πού ἡ Μάγια Ἀγγέλου ἀπήγγειλε στήν πρώτη ὁρκωμοσία τοῦ Προέδρου Μπίλ Κλίντον, τήν 20η Ἰανουαρίου 1993.

3 Ἡ Αὐτοκρατορία τοῦ Ἀσάντι ἦταν ἕνα Βασίλειο καί μιά αὐτοκρατορία τοῦ λαοῦ Ἀκάν ἀπό τό 1701 ἕως τό 1957, στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Γκάνα. Περιλάμβανε τήν κεντρική, δυτική καί ἀνατολική. Περιφέρεια τῆς σημερινῆς Γκάνα καί ὁρισμένα τμήματα τῆς Ἀκτῆς Ἐλεφαντοστοῦ καί τοῦ Τόνγκο.

4 Ἡ Yorubaland εἶναι ἡ πατρίδα καί ἡ πολιτιστική περιοχή τοῦ λαοῦ Yoruba στή Δυτική Ἀφρική. Ἐκτείνεται στίς σημερινές ἐκτάσεις τῶν χωρῶν Νιγηρίας, Τόνγκο καί Μπενίν, καί καλύπτει συνολική ἔκταση 142.114 km² ἢ περίπου τό 60% τῆς χερσαίας ἔκτασης τῆς Γκάνας.

5 Οἱ Kru ή Kroo εἶναι μιά δυτικοαφρικανική ἐθνοτική ὁμάδα πού εἶναι ἰθαγενεῖς στήν ἀνατολική Λιβερία, οἱ ὁποῖοι μετανάστευσαν κι ἐγκαταστάθηκαν σέ διάφορα σημεῖα κατά μῆκος τῆς δυτικῆς ἀφρικανικῆς ἀκτῆς, ἰδίως τῆς Freetown, τῆς Σιέρα Λεόνε, ἀλλά καί τῶν ἀκτῶν τοῦ Ἐλεφαντοστοῦ καί τῆς Νιγηρίας. Οἱ Kru ἦσαν διάσημοι γιά τίς δεξιότητές τους στήν πλοήγηση καί τήν ἱστιοπλοΐα στόν Ἀτλαντικό. Ἡ ναυτική τους τεχνογνωσία ἐξελίχθηκε κατά μῆκος τῶν παραλίων τῆς Δυτικῆς Ἀφρικῆς, καθώς ἔβγαζαν τά πρός τό ζῆν ὡς ψαράδες καί ἔμποροι, ἀλλά καί ὡς ναυτικοί, πλοηγοί καί διερμηνεῖς σέ πλοῖα πού μετέφεραν σκλάβους, ὅπως ἐπίσης καί σέ ἀμερικάνικα καί ἀγγλικά πολεμικά πλοῖα πού χρησιμοποιοῦνταν κατά τοῦ δουλεμπορίου.



Ἡ Μάγια Ἀγγέλου (Maya Angelou), τό πραγματικό ὄνομα τῆς ὁποίας ἦταν Margerite Annie Johnson, γεννήθηκε τήν 4η Ἀπριλίου 1928 καί ἀπεβίωσε τήν 28η Μαΐου 2014. Ἦταν Ἀμερικανίδα ποιήτρια, τραγουδίστρια, πεζογράφος, ἀκτιβίστρια γιά τά δικαιώματα τοῦ πολίτη, καί καθηγήτρια Πανεπιστημίου. Κυκλοφόρησε ἑπτά αὐτοβιογραφίες, τρεῖς μελέτες, ἀρκετές ποιητικές συλλογές, θεατρικά ἔργα, ταινίες καί τηλεοπτικά προγράμματα. Ἔλαβε δεκάδες βραβεῖα καί περισσότερες ἀπό πενήντα τιμητικές διακρίσεις. Ἡ Ἀγγέλου εἶναι περισσότερο γνωστή γιά τίς αὐτοβιογραφίες της, οἱ ὁποῖες ἐπικεντρώνονται στήν παιδική της ἡλικία καί στά πρῶτα χρόνια τῆς ἐνήλικης ζωῆς της. Ἡ πρώτη αὐτοβιογραφία της μέ τίτλο I Know Why the Caged Bird Sings (1969) περιγράφει τή ζωή της μέχρι τήν ἡλικία τῶν 17 ἐτῶν, καί ἦταν αὐτή πού τῆς χάρισε διεθνή ἀναγνώριση. Μέ τήν ποίηση καί τήν συγγραφή εὐρύτερα ἀσχολήθηκε ἀφοῦ ἤδη εἶχε ἐργασθεῖ ὡς μαγείρισσα, πόρνη, χορεύτρια σέ νυχτερινά μαγαζιά, τραγουδίστρια, ἠθοποιός στήν ὄπερα Porgy and Bess, συντονίστρια σέ χριστιανικά συνέδρια καί δημοσιογράφος στήν Αἴγυπτο καί τήν Γκάνα, κατά τή διάρκεια τῆς ἀποικιοκρατίας στήν Ἀφρική. Ἐργάσθηκε ἐπίσης ὡς σκηνοθέτης καί παραγωγός παραστάσεων, ταινιῶν καί τηλεοπτικῶν προγραμμάτων. Τό 1982 ἔγινε ἡ πρώτη καθηγήτρια στό Τμῆμα Ἀμερικανικῶν Σπουδῶν στό Πανεπιστήμιο Wake Forest τῆς Βόρειας Καρολίνας. Ὑπῆρξε ἐνεργό μέλος τοῦ Κινήματος τῶν Δικαιωμάτων τῶν Πολιτῶν καί ἐργάστηκε μαζί μέ τόν Μάρτιν Λοῦθερ Κίνγκ καί τόν Μάλκομ Χ. Μέ ἀπαρχή τήν δεκαετία τοῦ ’90, ἔκανε περίπου ὀγδόντα ἐμφανίσεις τόν χρόνο ὡς ἐπισκέπτρια καθηγήτρια σέ διάφορα πανεπιστήμια, κάτι πού συνέχισε ὥς τήν ἡλικία τῶν ὀγδόντα. Τό 1993 ἡ Ἀγγέλου ἀπήγγειλε τό ποίημά της "On the Pulse of Morning" στήν ὁρκωμοσία τοῦ Προέδρου Μπίλ Κλίντον, κι ἔτσι ἔγινε ἡ πρώτη γυναίκα στήν ἱστορία, μετά τόν Robert Frost, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ πρῶτος ἄντρας πού ἀπήγγειλε ποίημά του στήν ὁρκωμοσία τοῦ Προέδρου John F. Kennedy, τό 1961. Μέ τήν ἔκδοση τοῦ βιβλίου της "I Know Why the Caged Bird Sings", η Ἀγγέλου παρουσίασε διάφορα θέματα τῆς προσωπικῆς της
ζωῆς. Ὑπῆρξε ἐκπρόσωπος τῶν Μαύρων καί τῶν Γυναικῶν τῆς Ἀμερικῆς, καί τά ἔργα της θεωροῦνται ὅτι ὑπερασπίζονται τόν πολιτισμό τῶν Μαύρων. Τά ἔργα της διδάσκονται εὐρέως στά σχολεῖα καί τά Πανεπιστήμα ὅλου τοῦ κόσμου, παρ’ ὅλο πού ἔχουν γίνει ἀρκετές προσπάθειες κατά καιρούς νά ἀποσυρθοῦν τά βιβλία της ἀπό ὁρισμένες βιβλιοθῆκες τῶν ΗΠΑ. Τά γνωστότερα ἔργα τῆς Ἀγγέλου κατατάσσονται στήν κατηγορία τῶν αὐτοβιογραφικῶν μυθιστορημάτων, ὡστόσο πολλοί κριτικοί λογοτεχνίας τά θεωροῦν αὐτοβιογραφίες. Ἡ Ἀγγέλου ἔκανε προσπάθεια νά ἀμφισβητήσει τήν κοινή δομή τῆς αὐτοβιογραφίας μέσῳ τῆς κριτικῆς, τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς ἐπέκτασης τοῦ εἴδους. Τά βιβλία της ἐπικεντρώνονται σέ θέματα ὅπως ὁ ρατσισμός, ἡ ταυτότητα, ἡ οἰκογενεια, τά ταξίδια. Ἡ Ἀγγέλου ἀνέδειξε τήν ἐμπειρία τοῦ νά εἶναι κάποιος ἀφρικανικῆς καταγωγῆς στίς ΗΠΑ. Θεωρεῖται ἀπό τίς πιό σπουδαῖες Ἀμερικανίδες ποιήτριες καί συγγραφεῖς, ὡς «μία ἀπό τίς σημαντικότερες καλλιτεχνικές μορφές κατά τήν τελευταία 50ετία», καί μία ἀπό τίς «μεγαλύτερες μορφές τῆς παγκόσμιας λογοτεχνίας». Τό 1959, κατόπιν αἰτήματος τοῦ Δρ. Μάρτιν Λοῦθερ Κίνγκ Τζούνιορ, ἡ Ἀγγέλου ἔγινε συντονίστρια στή Διάσκεψη τῆς Νότιας Χριστιανικῆς Ἡγεσίας. Ἀπό τό 1961 ἕως τό 1962 ὑπῆρξε ἀναπληρώτρια συντάκτις τοῦ The Arab Observer στό Κάϊρο τῆς Αἰγύπτου, τῆς μοναδικῆς ἀγγλόφωνης ἑβδομαδιαίας εἰδησεογραφίας στή Μέση Ἀνατολή, και ἀπό τό 1964 ἕως καί τό 1966 ἐργάστηκε ὡς ἀρχισυντάκτρια τοῦ African Review στήν Ἄκρα τῆς Γκάνας. Τό 1971 ἔγραψε τό πρωτότυπο σενάριο καί τή μουσική γιά τήν ταινία «Georgia, Georgia» ἐνῶ ταυτόχρονα ἦταν καί ἐκτελεστική παραγωγός μιᾶς μίνι τηλεοπτικῆς σειρᾶς πέντε ἐπεισοδίων, τῆς "Three Way Choice". Ἔγραψε ἐπίσης καί παρήγαγε πολλά βραβευμένα ντοκυμαντέρ, συμπεριλαμβανομένου τοῦ Afro-Americans in the Arts, γιά τό ὁποῖο ἔλαβε τό βραβείο Glolden Eagle. Ἡ Μάγια Ἀγγέλου προτάθηκε δύο φορές γιά τό βραβεῖο Tony γιά τήν ὑποκριτική: μία γιά τό ντεμποῦτο της στό Broadway, τό "Look Away" (1973), καί τήν ἑπόμενη γιά τήν ἑρμηνεία της στό "Roots" (1977).