Top menu

"Στοπ Καρέ" της Άννας Βουγιουκλίδου

 

Γράφει ο Κ.Γ. Βασιλείου

 

Υπό τον ιδιότυπο αμφίσημο τίτλο «ΣΤΟΠ ΚΑΡΕ» η συγγραφέας εγκιβωτίζει δύο ιστορήματα με κύρια πρόσωπα γυναίκες:

α). - Στο «Εκ μέρους της μοδίστρας σας» μια δωδεκαετής μαθήτρια αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο τα όνειρα, τις εντυπώσεις από το σχολικό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του Κορυδαλλού, μέσα από τη μοδίστρα μητέρα της, τις πελάτισσες, τις γειτόνισσες· το κείμενο απλώνεται σε 64 σελίδες και χαρακτηρίζεται από πυκνότητα σκέψεων, συμβάντων και ελπίδων· χρονικά τοποθετείται περί το 1967 και υπάρχουν αναφορές για τη δικτατορία, τις εξορίες και τη νέα τάξη που δημιουργήθηκε στα πλαίσια του τότε αυταρχικού καθεστώτος. Περιέχονται διάφοροι αφορισμοί όπως: «στους τρείς Έλληνες, οι δύο είναι έμπειροι ρουφιάνοι και ο τρίτος μαθητευόμενος», καθ’ υπερβολήν, διότι τότε θα περιλαμβανόταν και ο ναυτικός Γιάννης που εξέφερε τοιαύτη σοφία· «η εχεμύθεια και η διακριτικότητα είναι προσόντα», ως η μητέρα της ηρωίδας την συμβούλευε· «ο γάμος καταντάει μια ληξιαρχική πράξη», διαβεβαίωσε κάποια Μαρία, έγγυος, ταλαίπωρη νέα που παντρεύεται εξαναγκαστικά· «η επαφή με ανθρώπους είναι το μεγαλύτερο σχολείο. Σε ωριμάζει, μαθαίνεις να ψυχολογείς τους άλλους, κινδυνεύεις λιγότερο να εξαπατηθείς, κάνεις γνωριμίες…», δίδασκε η απλή γυναίκα την θυγατέρα της, η οποία σκέπτεται πως «πάντα υπάρχει κάποιος που σύμφωνα με ορισμένους κανόνες μας τιμωρεί, μας εξευτελίζει ή μας φυλακίζει», διδακτισμός ωφέλιμος, που δεν ταιριάζει σε μια δωδεκάχρονη· σε άλλο σημείο μονολογεί «από τι είναι φτιαγμένοι οι άνθρωποι, που αντέχουν να βασανίζουν, να εξευτελίζουν τον συνάνθρωπό τους;», σχολιάζοντας την αυταρχικότητα του δασκάλου της. Το αφήγημα δεν έχει τυπικό τέλος, αλλά ολοκληρώνεται με την εμφάνιση κόκκινου αίματος, ως κύριου σημείου θηλυκής ενηλικίωσης.

Στη μικρή φόρμα αναδεικνύεται εναργέστερα η αγωνία της λογοτέχνου να περιλάβει τις σκέψεις της μέσα σε σύντομο δομικά κείμενο· επιπλέον, η Άννα Βουγιουκλίδου με αυτογνωσία αρθρώνει εντέχνως μια ρέουσα γραφή, μια αναφορά σε σοβαρά συμβάντα, όπως διυλίζονται μέσα από τα μάτια μιας ανήλικης, κατά την είσοδο στον αδυσώπητο κόσμο των ενηλίκων, στην προσπάθεια να διακρίνει εμφανή ίχνη φωτός μέσα στον αναμένοντα λαβύρινθο.

β). - Στην «βασιλόπιτα» τρείς ηρωίδες περί τα 60, κατατρύχονται από υπαρξιακά αδιέξοδα, ανάμεσα στην απερχομένη θηλυκότητα και στην επέλαση της νεότερης γενιάς των απογόνων τους· πρόκειται για έναν αληθή καταιγισμό χαρακτήρων, όπου οι άρρενες παίζουν δευτερεύοντα, συμπληρωματικό ρόλο· οι γυναίκες του διηγήματος, Ειρήνη, Αλεξάνδρα, Ελένη, καθηγήτριες σε περιφερειακά πανεπιστήμια, αναζητούν τη χαμένη νεότητα· φέρονται ως εάν δεν έχουν δήγματα του αδηφάγου χρόνου· παράλληλα, οι απογοητεύσεις των τριών φιλενάδων διατυπώνονται στις συζητήσεις τους χωρίς κακία, ως αναγκαία συμβάντα της καθημερινότητας· οι κοφτές, σύντομες σεξουαλικές σκηνές βοηθούν τα δρώντα πρόσωπα, που εισάγουν με τον τρόπο σκέψης τους ψυχολογικά απαυγάσματα της libido στα πλαίσια μαγικού ρεαλισμού· στις σελίδες 104/105 η Ειρήνη ζει ονειρικές ερωτικές στιγμές, στη σελίδα 159 η Ειρήνη περιέρχεται σε κατάσταση έξαρσης και κορυφώνει κατ’ επανάληψιν, στις σελίδες 179 η Αλεξάνδρα “τα δίνει όλα”.

Η δικτατορία, οι εξορίες και οι άστεγοι αναφέρονται απλά, χωρίς να επιχειρείται οποιαδήποτε ανάλυση, δείγμα εντοπισμού κυρίως στα ατομικά πάθη.

Με λόγο άκρως πειθαρχημένο και χαρακτηριστική λιτότητα έκφρασης η συγγραφέας συνθέτει μέσα σε 113 σελίδες έναν πίνακα, όπου παρελαύνουν βιώματα, άγχη, απογοητεύσεις, χαμένες ελπίδες, πόνος, θλίψη· οι τρείς πρωταγωνίστριες διαλέγονται με πλήρη εμπιστοσύνη μεταξύ τους, εξομολογούνται τα ατομικά τους προβλήματα, ανταλλάσσουν σκέψεις για τον κρατούντα νεποτισμό στα Πανεπιστήμια, ειρωνεύονται τους μανιακούς της εξουσίας, διηγούνται δεσμούς ερωτικούς με διάχυτη αισθαντικότητα.

Θεωρείται χρήσιμη για πληρέστερη ενημέρωση, η αναφορά ορισμένων καίριων προτάσεων, που διανθίζουν το νόημα του διηγήματος: α).- «Τα λοξοκοιτάγματα και τα λοξοπηδήματα αποτελούν κανόνα για τα αρσενικά», β).- «πάει χάλασε ο κόσμος. Ο καπιταλισμός διέβρωσε και τα πιο αγνά μυαλά», γ).- «να συναντήσουμε κανένα αυθεντικό αρσενικό, που τιμά το ζεϊμπέκικο και θυμάται πως φλερτάρουν με το βλέμμα», δ).- «Αλίμονο, πόσων κακών αιτία είναι η δοξομανία» (Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς), ε).-οι άντρες στην πλειονότητα τους θέλουν μια γυναίκα να τους τραβάει από τη μύτη», στ).- «ο κιμπάρης άνθρωπος βρίσκει όλες τις πόρτες ανοιχτές», ζ).- «πως γίνεται να ξέρεις ποιος σου την έφερε και να μην το δείχνεις;», η).- ορισμένοι άνθρωποι περιφέρονται σε όλη τους τη ζωή με όλη τη σκόνη που απόθεσε πάνω τους ο χρόνος και δεν διανοούνται ούτε φευγαλέα να την τινάξουν», θ).- Ο Ντα Βίντσι έλεγε στους μαθητές του: «Αλίμονο στον καλλιτέχνη, που το ταλέντο του υπερβαίνει το μυαλό του», ι).- «όλων τούτων συντελεσθέντων και ολοκληρωθέντων, που δυνάμεις να κρατάω και τα πόδια μου ψηλά στο τέλος της ημέρας», ια).- «ενεργώ πρώτα με το παρορμητικό κεφάλι και ύστερα σκέπτομαι με το λογικό κεφάλι», ιβ).- «το ζόρι δημιουργεί πάντα αριστουργήματα, ενώ η ευημερία υπεροψία», ιγ).- «ως γυναίκα δεν πρόκειται ποτέ να κλείσω, όσο υπάρχει ζήτηση από ποιοτικά και ενδιαφέροντα άτομα», ιγ).- «η ηδονή και ο πανικός σφιχταγκαλιάστηκαν», ιδ).- «η φαντασία στην εξουσία». Και στην «βασιλόπιτα» λείπει το δραματικό τέλος ή μάλλον δεν υπάρχει καθόλου τέλος, για να θυμίζει ότι η ζωή συνεχίζεται.

Με το «ΣΤΟΠ ΚΑΡΕ» η συγγραφέας εισέρχεται δρομαία στη λογοτεχνία, αρυόμενη όχι από μεγάλα γεγονότα ή επικές θυσίες, αλλά με όπλο την ικανότητα να μεγιστοποιεί το ελάχιστο, με καθημερινές συζητήσεις, οδηγεί τα ασήμαντα, τα ταπεινά, τα εφήμερα, σε ανώτερες σφαίρες, υπεισερχόμενη ως έμπειρη ψυχολόγος στα βάθη της συνείδησης· Στην Άννα Βουγιουκλίδου ταιριάζει το του Louis Buffon: "le style est l’ homme meme", ήτοι, ότι ο καθένας εκφράζεται μέσα στο έργο του, αφήνοντας τη σφραγίδα του.