Top menu

#Το κείμενο της εβδομάδας: "Ένα πουλί που το έλεγαν νιότη" | Κέλλυ Κουναλάκη

© Ryan Miguel Capili

 

Καθόταν στην ξύλινη καρέκλα με το κάθισμα από ψάθα και τη σκληρή πλάτη, και ήταν Δευτέρα. Μπροστά του, στο τετράγωνο τραπέζι από φορμάικα, βρισκόταν ένα φλιτζανάκι με ελληνικό καφέ, που μοσχομύριζε στο μικρό δωμάτιο, και ένα ποτήρι με νερό, μισογεμάτο. Το αριστερό του πόδι έκανε έναν ρυθμικό ήχο, σαν να συμβάδιζε με μια μελωδία που μόνο εκείνος μπορούσε ν’ ακούσει. Στο κεφάλι, τα άσπρα μαλλιά του είχαν αραιώσει πολύ, δημιουργώντας ένα μεγάλο κενό στην κορυφή του και ένα στεφάνι αντίστοιχα περιμετρικά του κρανίου του. Το πρόσωπό του ήταν πλισέ από τις ρυτίδες και στη θέση των ματιών του υπήρχαν δυο χαραμάδες. Τα χέρια του ήταν επίσης ρυτιδιασμένα και ταλαιπωρημένα από τον χρόνο, που δεν είχε φερθεί ευγενικά σε κανένα σημείο του σώματός του και, χειρότερα ακόμη, του πνεύματος του.

Μπορεί να ήταν ώρες εκεί, ατενίζοντας τα παλιά ντουλάπια της κουζίνας με τα στρογγυλά πλαστικά λευκά πόμολα, και όλα όσα η μνήμη έφτανε να σκαλίσει, που δεν ήταν πολλά πια, γιατί το μυαλό είχε αφήσει πίσω του ονόματα,  αισθήματα, ημερομηνίες και στιγμές. Δεν είχε γίνει επίτηδες, απλώς δεν άντεχαν πια οι σύνδεσμοι του τότε με το τώρα. Σαν ένας ατροφικός τένοντας, το μυαλό είχε αρχίσει να χάνει τη δύναμη που κατέβαλε για να κρατηθεί με τη μνήμη.

Πλέον ήταν μόνος και δεν υπήρχε κανείς να του θυμίσει ποιος του κρατούσε συντροφιά πριν. Πλέον δε θυμόταν να μαγειρέψει πολλά κι έτσι αρκούνταν στα λίγα τρόφιμα που δεν απαιτούσαν πολλές-πολλές προετοιμασίες. Ευτυχώς που το μυαλό του δεν του είχε στερήσει ακόμα να θυμάται πώς φτιάχνεται ένας καφές, που τόσο λαχταρούσε κάθε πρωί και που του κρατούσε συντροφιά για αρκετές ώρες μέσα στη μέρα, αφού τον λιβάνιζε βασανιστικά.

Τα ρούχα του ήταν λιωμένα σε διάφορα σημεία, αλλά δεν το γνώριζε, δεν μπορούσε να δώσει σημασία σε κάτι που δεν γινόταν αντιληπτό από τον ίδιο. Τα νύχια του ήταν κιτρινισμένα και με αυλακώσεις, σαν άχρηστο υλικό. Γένια πετάγονταν εδώ κι εκεί, άλλες τρίχες πιο κοντές κι άλλες πιο μακριές. Το άσπρο των ματιών του χαράκωναν σπασμένα αγγεία που το έκαναν να μοιάζει ακόμη πιο θαμπό, ενώ γύρω από την ίριδα είχε σχηματιστεί μια βαθιά μπλε γραμμή, χαρακτηριστικός αγγελιαφόρος του γήρατος.

Στο δωμάτιο που ήταν η κουζίνα δεν υπήρχε τίποτα που να θυμίζει ζωντάνια, όπως και πουθενά μέσα στο σπίτι. Στο μικρό σαλόνι υπήρχε ένα μικρό καθιστικό με έναν παλιό σκαλιστό καναπέ, ένα χαμηλό τραπεζάκι από σκούρο ξύλο και ένα σερβάν αλουστράριστο και κακοφορμισμένο από τον καιρό. Πάνω στη σκονισμένη επιφάνεια υπήρχαν φωτογραφίες του με τη γυναίκα και τα παιδιά τους, σε διάφορες φάσεις της ζωής τους, των ανθρώπων που δεν τον περιτριγύριζαν πια. Η γυναίκα του είχε φύγει από τη ζωή και τα παιδιά του είχαν απλώς φύγει από τη ζωή του.

Στο υπνοδωμάτιό η μοναξιά είχε αφήσει το άρωμά της αισθητά και για χρόνια ήταν ένας άδειος, παγερός χώρος με ένα κρεβάτι, βαρύ κι ασήκωτο, χωρίς κομοδίνα, χωρίς τίποτ’ άλλο παρά μια ντουλάπα που πάντα το ένα της φύλλο έχασκε ανοιχτό, γιατί είχε χαλάσει. Πάνω από το προσκέφαλο, μια οβάλ κορνίζα με ένα ζευγάρι στέφανα, μοναδικό κειμήλιο του έγγαμου βίου του, που ελάχιστα θυμόταν πια.

Η ίδια αίσθηση κενού και μοναξιάς απλωνόταν σε όλο το σπίτι, και οι τοίχοι αντιλαλούσαν βουβό πόνο. Πλέον, είχε ξεχάσει να μιλάει, ελάχιστες λέξεις του ερχόντουσαν στο μυαλό που να μπορούσε να τις προφέρει. Είναι κι αυτό θέμα εξάσκησης, σαφώς. Δεν παρακαλούσε και δεν ευχόταν τίποτα πια. Δεν ήλπιζε, γιατί δεν θυμόταν πώς είναι να ελπίζεις.

Καιρό με τον καιρό, και χωρίς να το πάρει χαμπάρι, επέστρεφε εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, όταν άνοιξε για πρώτη φορά τα μάτια του στη ζωή. Η ζωή έχει μεγάλο τίμημα, λίγο-λίγο ξέρει να το εξαργυρώνει, κι αν είσαι τυχερός μπορεί να σου δίνει κι εκείνη από λίγα έως περισσότερα, μα ποτέ πολλά. Έτσι τώρα και μ’ εκείνον, η ζωή λίγο-λίγο τον ξεπαράδιασε από μνήμη, συναισθήματα και απαιτήσεις, ενώ άφησε ανοιχτό το κλουβί, κι εκείνο το πουλί, που το έλεγαν νιότη, δεν έχασε τον καιρό του και πέταξε μακριά.

 


 

 

Το διήγημα περιλαμβάνεται στην συλλογή της Κέλλυς Κουναλάκη 15 ιστορίες για την απώλεια (Φεβρουάριος 2019), από τις εκδόσεις Βακχικόν.