Top menu

Τέσσερα ποιήματα του Σύρου ποιητή Τζιμπράν Σαάντ

 
 
 
Μεταφράζουν η Ευτυχία Κατελανάκη και ο Ομάρ Αλ-Σέιχ
 
 
Χάπια και φυλαχτά στην τσέπη του μετανάστη
 
Αν ερχόταν ο ύπνος με ένα χάπι
θα το παίρναμε να ξεκουραστούμε
και τα όνειρα θα ξεκουράζονταν από τα όνειρά μας
 
Αν κόστιζε η εντιμότητα ένα χάπι (δωρεάν)
θα το χορηγούσαμε σε μας, και στους ανθρώπους
για να μένουμε και για να μένουν έντιμοι.
 
Αν η άνοιξη δεν άντεχε
την αρχή του χρόνου
και από το γρήγορο στραβοκατάπημα της ομορφιάς
……………….
……….
θα της χορηγούσαμε ένα χάπι
που θα έκανε όλα τα χρόνια
χρόνια ομορφιάς στο πρόσωπο της αρχής
 
Αν οι πατρίδες
δεν ήταν πατρίδες και δεν υπήρχε χάρτης γι’ αυτές
 
Αν η παιδική ηλικία ήταν ένα χάπι
θα το παίρναμε
να ξεκουραστεί η αιωνιότητα απ’ την αναμονή μας.
 
Αν ζούσα εκατό χρόνια
θα έβλεπα τον πατέρα μου να έχει πεθάνει νέος
στα εξήντα του
ή
αν ο πατέρας μου επέστρεφε απ’ τον θάνατο
δεν θα εξαφανίζονταν οι τραγικοί ονειροπόλοι
από τη Συρία.
 
Αν υπήρχε ένα χάπι για το κλάμα
δε θα το έβλεπε κανείς
μα αυτό θα έκλαιγε
ή
ένα χάπι για τις εκδιδόμενες
δε θα το έβλεπε κανείς
μα αυτό θα πρόδιδε τη γύμνια του
………………………
……………..
Εσύ, οδοιπόρε των πραγμάτων, των ανθρώπων, των λέξεων
εδώ, κάποιοι σπουδαίοι των λαβωμένων κάστρων
εδώ, άμαξες της γύμνιας και των βιολιών
της παγωνιάς
που περπατούν στο τίποτα
γι’ αυτή τη φωτιά και το κλάμα
για αυτούς τους ξένους που διαγράφουν απ’ τη μνήμη τους
προσευχήσου για μας
κι εμείς θα τραγουδήσουμε το πεπρωμένο μας,
θεέ της απόδρασης.
 
Το τελευταίο δείπνο των αγγέλων πάνω απ’ τον ουρανό της Χομς
 
Καθυστερήσαμε για τον θάνατο
όπως είπε η μάνα στα στρατιωτικά κράνη
και στις καναδέζες 
 
αχ…..
εσύ
στρατιώτη
στόχευσε:
στους λαιμούς των παιδιών
και πρωτίστως στην απαλή λευκή σάρκα των μωρών
στόχευσε
στον οικογενειάρχη και στο ατσάλι
του ιδρώτα του
και στο κρασί των όρχεών του
το άστατο
στόχευσε
στα πανωφόρια και στις τσάντες
τις σχολικές
στα μολύβια
των φτωχών μαθητών.
 
Στο γυμνό ανάστημα
και στα θεϊκά μου στήθη
στόχευσε
στον αποχαιρετισμό της μικρής μου γλάστρας με βασιλικό
στις αναμνήσεις του πόμολου της πόρτας στα δάχτυλά μας
και στο μόνο υπνοδωμάτιο που υπάρχει
στόχευσε
 
στόχευσε και πρόσεξε:
οι νεκροί εραστές στη
Χομς
κάθε μέρα
ανταλλάζουν τον χειμώνα
με φιλιά
λοιπόν
στο ξόρκι με τον στίχο του θρόνου 1
το διακριτικό
στις τσέπες τους
στόχευσε
στην τελευταία έμμηνο ρήση
πριν να εγκυμονήσει η Μαρία
τον μοναχογιό της
 
σε μένα και στο ντουμάνι της ερωτικής πράξης
που ανεβαίνει απ’τα μπούτια μου
στην κορυφή των μύθων
 
και στη μάνα σου και στη μητρότητά μου
και στη δόμηση του πρώτου αλφάβητου
στην Ουγκαρίτ 2
στόχευσε
στο τελευταίο δείπνο των αγγέλων
στις κοιλάδες της ανυπαρξίας
στόχευσε
και μην ξεχνάς….
τα φιλιά των νεκρών εραστών
και τις βέρες τους
και τη βροχή του χειμώνα στη Χομς
στόχευσε και ξαναστόχευσε
………..
………………
εσύ, στρατιώτη
θα σε προσκυνήσω
μετά τον θάνατο
και θα σε ξεχάσω
στο όνομα του Χριστού.
 
[Και όταν γεννήθηκα]
 
στον πατέρα μου
πέθανε το αστέρι των αμαρτιών
και έφυγαν οι μάντεις απ’ τα ορυχεία τους
έγιναν αφηγήσεις ανθρώπων
τραγούδι για την καρδιά μου
έπειτα προσέφεραν τα λευκά τους χέρια
για να βράσουν τη θλίψη μου
στο βαρέλι των ονείρων τους,
έτσι, με διαμέλησαν
και άπλωσαν τα μέλη μου στο σκοινί των επιθυμιών τους
κατέληξα, λοιπόν, στον μελανό μου φόβο
και βυθίστηκα στο ταξίδι
………
 
Το χέρι καπου μετά το κενό
διευρύνει τις ψευδαισθήσεις του
για να μας κρύψουν στα τρένα
και να ταξιδέψουμε στις ράγες των σύννεφων
και στις ζάρες της ξηρασίας
οι θάλασσες χαράσσουν τις ακτές τους
και μεγαλώνουν τα πλευρά τους
για να φροντίσουν τη στεριά
και η νύχτα στον Κήπο της Εδέμ
ανάβει το καντήλι της
για να βουήξουν οι αποστάσεις.
 
 
[Μεταξύ δύο άκρων]
 
Συσσωρεύουμε τα φανάρια και τις σφαίρες
για να φωτίσουμε τις σκοτεινές μας ώρες
και να εξηγήσουμε πλήρως - στα ψάρια της νύστας-
τη σκέψη των δρομέων που τρέχουν προς τα πίσω
Συνεχίστε, λόγια μας,
εσείς που φτιάξατε φαντασιακά παράσημα
για να βάλετε στα λιπόσαρκα στήθη των ερωτευμένων
και να περάσουμε, λοιπόν,
με το άτι των γέρικων ποιημάτων
στις κοιλάδες των εξαντλημένων μας εαυτών
ακριβώς όπως πρέπει
μεταξύ δύο άκρων.
 

[1] Στίχος του Θρόνου: ο 255ος στίχος του 2ου κεφαλαίου του Κορανίου, Al-Baqara (Ε2:255). Σε αυτό το εδάφιο, ο Θεός (Αλλάχ) συστήνεται στην ανθρωπότητα. Αναφέρει πώς τίποτα και κανένας δεν θεωρείται συγκρίσιμος με Αυτόν.

[2] Σημαντική πόλη στη Συρία που αναπτύχθηκε ήδη από την 7η χιλιετία π.Χ.

 

 

 

 

 


 
 
Ο Τζιμπράν Σαάντ είναι Σουηδός ποιητής συριακής καταγωγής. Μετανάστευσε από τη Συρία στη Σουηδία το 2011, όπως πολλοί χριστιανοί, για να γλιτώσει από τον πόλεμο. Γράφει ποίηση από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, δημοσιεύοντας ποιήματα και ποιητικές ανθολογίες σε αραβικές εφημερίδες και περιοδικά όπως η λιβανέζικη εφημερίδα «Αν Ναχάρ» και το συριακό περιοδικό «Σουρουφάτ». Το 1990 το περιοδικό Αν-Νάκντ (Λονδίνο) τον επέλεξε ως έναν από τους 80 ποιητές που εκπροσωπούν το μοντέρνο ρεύμα ποίησης στον αραβικό κόσμο. Το 1998 εξέδωσε την ποιητική συλλογή: «Ποιήματα, 23 και 1 ποιήματα». Το 2017 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Ξεχασμένες ακτές» στα αραβικά και στα σουηδικά. Η ίδια συλλογή κυκλοφόρησε στα γαλλικά το 2019 από την Lanskin (Παρίσι), στα γερμανικά από την Shaker Media το 2021, στα ισπανικά από την Arte Poetica (Νέα Υόρκη) το 2021 και στα αγγλικά από τον ίδιο εκδοτικό οίκο το 2023. Το 2017 εκπροσώπησε τη Συρία στο φεστιβάλ «Voix Vives» στην Σετ της Γαλλίας.